Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

Sámuel első könyve 2


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Anna is imádkozott, ezekkel a szavakkal: »Ujjongóvá vált az én szívem az Úrban, Istenem révén felemelkedett a szarvam. Tágra nyílt a szám ellenségeimmel szemben, mert örvendezem segítségeden.1 Και προσηυχηθη η Αννα, και ειπεν, Ευφρανθη η καρδια μου εις τον Κυριον? υψωθη το κερας μου δια του Κυριου? επλατυνθη το στομα μου εναντιον των εχθρων μου? διοτι ευφρανθην εις την σωτηριαν σου.
2 Nincs olyan szent, mint az Úr, bizony nincsen más terajtad kívül, nincs oly erős, mint a mi Istenünk.2 Δεν υπαρχει αγιος καθως ο Κυριος? διοτι δεν ειναι αλλος πλην σου, ουδε βραχος καθως ο Θεος ημων.
3 Ne beszéljetek annyit, kérkedve, kevélyen, távozzék a régi beszéd szátoktól, mert mindentudó Isten az Úr s eléje kerülnek szándékaitok.3 Μη καυχασθε, μη λαλειτε υπερηφανως? ας μη εξελθη μεγαλορρημοσυνη εκ του στοματος σας? διοτι ο Κυριος ειναι Θεος γνωσεων, και παρ' αυτου σταθμιζονται αι πραξεις.
4 Vereséget szenved az erősek íja, de erővel övezik fel magukat a gyengék,4 Τα τοξα των δυνατων συνετριβησαν, και οι αδυνατοι περιεζωσθησαν δυναμιν.
5 elszegődnek kenyérért, akik azelőtt bővelkedtek, de jóllaknak, akik éheztek, s míg sokat szül, aki meddő volt, akinek sok fia volt, meddőségbe esik.5 Οι κεχορτασμενοι εμισθωσαν εαυτους δια αρτον? οι δε πεινωντες επαυσαν? εως και η στειρα εγεννησεν επτα, η δε πολυτεκνος εξησθενησεν.
6 Az Úr tesz halottá és élővé, visz le az alvilágba, s hoz vissza onnét,6 Ο Κυριος θανατονει και ζωοποιει? καταβιβαζει εις τον αδην και αναβιβαζει.
7 az Úr tesz szegénnyé s gazdaggá, megalázottá és felmagasztalttá.7 Ο Κυριος πτωχιζει και πλουτιζει, ταπεινονει και υψονει.
8 Porból felemel szűkölködőt, sárból kihoz szegényt, hogy fejedelmek mellé üljön és elfoglalja a dicsőség székét. Mert az Úré a föld minden sarka, s ő helyezte rájuk a föld kerekségét.8 Ανεγειρει τον πενητα απο του χωματος, και ανυψονει τον πτωχον απο της κοπριας, δια να καθιση αυτους μεταξυ των αρχοντων, και να καμη αυτους να κληρονομησωσι θρονον δοξης? διοτι του Κυριου ειναι οι στυλοι της γης, και εστησε την οικουμενην επ' αυτους.
9 Szentjeinek lábát megóvja, és sötétségben némulnak el az istentelenek, mert nem a maga ereje teszi erőssé az embert.9 Θελει φυλαττει τους ποδας των οσιων αυτου? οι δε ασεβεις θελουσιν απολεσθη εν τω σκοτει? επειδη δια δυναμεως δεν θελει υπερισχυσει ο ανθρωπος.
10 Félni fognak az Úrtól ellenségei, mennydörögni fog felettük az egekben, meg fogja ítélni az Úr a föld határait, s hatalmat ad királyának s felemeli felkentjének szarvát.«10 Ο Κυριος θελει συντριψει τους αντιδικους αυτου? εξ ουρανου θελει βροντησει επ' αυτους? ο Κυριος θελει κρινει τα περατα της γης? και θελει δωσει ισχυν εις τον βασιλεα αυτου, και υψωσει το κερας του χριστου αυτου.
11 Elkána ezután visszatért Ramátába, házába, a gyermek pedig Héli pap felügyelete alatt szolgálni kezdett az Úr színe előtt.11 Τοτε ανεχωρησεν ο Ελκανα εις Ραμαθ προς τον οικον αυτου. Το δε παιδιον υπηρετει τον Κυριον ενωπιον Ηλει του ιερεως.
12 Ám Héli fiai Béliál fiai voltak, s nem törődtek az Úrral,12 Του Ηλει ομως οι υιοι ησαν αχρειοι ανθρωποι δεν εγνωριζον τον Κυριον.
13 sem a papoknak a nép iránt való kötelességével, hanem ha valaki áldozatot vágott, amikor a húst főzték, odament a pap legénye, háromágú villával a kezében,13 Η συνηθεια δε των ιερεων προς τον λαον ητο τοιαυτη? οτε τις προσεφερε θυσιαν, ηρχετο ο υπηρετης του ιερεως, ενω εψηνετο το κρεας, εχων εις την χειρα αυτου κρεαγραν τριοδοντον?
14 s azt beleszúrta a tűzhelybe, az üstbe, a fazékba vagy a tálba, s amit éppen a villával kihúzott, azt a pap elvette magának. Így cselekedtek a Silóba jövő egész Izraellel.14 και εβυθιζεν αυτην εις το κακκαβιον, η εις τον λεβητα, η εις την χυτραν, η εις το χαλκειον? και ο, τι ανεβιβαζεν η κρεαγρα, ελαμβανεν ο ιερευς δι' εαυτον. Ουτως εκαμνον προς παντας τους Ισραηλιτας τους ερχομενους εκει εις Σηλω.
15 Sőt még a háj meggyújtása előtt is odament a pap legénye és azt mondta az áldozónak: »Adj nekem húst, hogy megfőzzem a papnak, mert főtt húst nem fogadok el tőled, csak nyerset.«15 Πριν ετι καυσωσι το παχος, ηρχετο ο υπηρετης του ιερεως, και ελεγε προς τον ανθρωπον τον προσφεροντα την θυσιαν, Δος κρεας δια ψητον εις τον ιερεα? διοτι δεν θελει να λαβη παρα σου κρεας βρασμενον, αλλα ωμον.
16 Ha erre az áldozó azt mondta neki: »Hadd gyújtsák meg először annak rendje s módja szerint a hájat, aztán végy magadnak, amennyit lelked kíván«, ő feleletül így szólt: »Semmiképpen sem! Csak adj azonnal, különben erőszakkal veszek!«16 Και εαν ο ανθρωπος ελεγε προς αυτον, Ας καυσωσι πρωτον το παχος, και επειτα λαβε οσον επιθυμει η ψυχη σου? τοτε απεκρινετο προς αυτον, Ουχι, αλλα τωρα θελεις δωσει ειδε μη, θελω λαβει μετα βιας.
17 Igen nagy volt tehát az ifjak vétke az Úr előtt, mert elidegenítették az embereket az Úrnak való áldozattól.17 Δια τουτο η αμαρτια των νεων ητο μεγαλη σφοδρα ενωπιον του Κυριου? διοτι οι ανθρωποι απεστρεφοντο την θυσιαν του Κυριου.
18 Ott szolgált a gyermek Sámuel is az Úr színe előtt, gyolcs efóddal felövezve.18 Ο δε Σαμουηλ υπηρετει ενωπιον του Κυριου, παιδαριον περιεζωσμενον λινουν εφοδ.
19 Anyja kicsiny felsőköntöst is szokott neki készíteni, s azt a megszabott napokon, amikor felment a férjével, hogy bemutassa az ünnepi áldozatot, felvitte neki.19 Και η μητηρ αυτου εκαμνεν εις αυτον επενδυμα μικρον, και εφερε προς αυτον κατ' ετος, οτε ανεβαινε μετα του ανδρος αυτης δια να προσφερη την ετησιον θυσιαν.
20 Ilyenkor Héli megáldotta Elkánát és feleségét, s azt mondta nekik: »Adjon neked az Úr magzatot ettől az asszonytól azért a kölcsönért, amelyet kölcsönöztél az Úrnak.« Ők aztán visszatértek lakóhelyükre.20 Και ευλογησεν ο Ηλει τον Ελκανα και την γυναικα αυτου, λεγων, Ο Κυριος να αποδωση εις σε σπερμα εκ της γυναικος ταυτης, αντι του δανειου το οποιον εδανεισεν εις τον Κυριον. Και ανεχωρησαν εις τον τοπον αυτων.
21 Az Úr meg is emlékezett Annáról, s az fogant, s három fiút és két lányt szült. A gyermek Sámuel pedig felnövekedett az Úrnál.21 Επεσκεφθη δε ο Κυριος την Ανναν? και συνελαβε και εγεννησε τρεις υιους και δυο θυγατερας? το δε παιδιον ο Σαμουηλ εμεγαλονεν ενωπιον του Κυριου.
22 Héli ekkor már igen öreg volt. Amikor meghallotta mindazt, amit fiai egész Izraellel cselekedni szoktak, s hogy a sátor ajtajánál ügyelő asszonyokkal hálnak,22 Ητο δε ο Ηλει πολυ γερων? και ηκουσε παντα οσα επραττον οι υιοι αυτου εις παντα τον Ισραηλ? και οτι εκοιμωντο μετα των γυναικων, των συνερχομενων εις την θυραν της σκηνης του μαρτυριου.
23 azt mondta nekik: »Miért cselekszitek azokat a dolgokat, azokat az igen rossz dolgokat, amelyeket az egész néptől hallok?23 Και ειπε προς αυτους, Δια τι καμνετε τοιαυτα πραγματα; διοτι εγω ακουω κακα πραγματα δια σας παρα παντος τουτου του λαου?
24 Ne fiaim, mert nem jó hír az, amelyet hallok: vétekre viszitek az Úr népét.24 μη, τεκνα μου? διοτι δεν ειναι καλη η φημη, την οποιαν εγω ακουω? σεις καμνετε τον λαον του Κυριου να γινηται παραβατης?
25 Ha ember ellen vétkezik az ember, Isten lehet a döntőbíró, de ha az Úr ellen vétkezik az ember, ki járhat közben érte?« Ám azok nem hallgattak apjuk szavára, mert az Úr meg akarta őket ölni.25 εαν αμαρτηση ανθρωπος εις ανθρωπον, θελει ικεσια γινεσθαι εις τον Θεον υπερ αυτου? αλλ' εαν τις αμαρτηση εις τον Κυριον, τις θελει ικετευσει υπερ αυτου; Εκεινοι ομως δεν υπηκουον εις την φωνην του πατρος αυτων? διοτι ο Κυριος ηθελε να θανατωση αυτους.
26 A gyermek Sámuel ellenben egyre nagyobb és kedvesebb lett mind az Úr, mind az emberek előtt.26 Το δε παιδιον ο Σαμουηλ εμεγαλονε και ευηρεστει και εις τον Κυριον και εις τους ανθρωπους.
27 Egyszer aztán eljött Isten egyik embere Hélihez, s azt mondta neki: »Ezt üzeni az Úr: Nem nyilatkoztattam-e ki magamat világosan atyád házának, amikor Egyiptomban, a fáraó házában voltak?27 Ηλθε δε ανθρωπος τις του Θεου προς τον Ηλει και ειπε προς αυτον, Ουτω λεγει Κυριος? Δεν απεκαλυφθην φανερα εις τον οικον του πατρος σου, οτε αυτοι ησαν εν τη Αιγυπτω εν τω οικω του Φαραω;
28 Ki is választottam őt Izrael valamennyi törzse közül papomnak, hogy oltáromhoz járuljon, illatot gyújtson nekem, s efódot viseljen előttem: s atyád házának adtam Izrael fiainak minden tűzáldozatát.28 Και δεν εξελεξα αυτον εκ πασων των φυλων του Ισραηλ εις εμαυτον δια ιερεα, δια να καμνη προσφορας επι του θυσιαστηριου μου, να καιη θυμιαμα, να φορη εφοδ ενωπιον μου; και δεν εδωκα εις τον οικον του πατρος σου πασας τας δια πυρος γινομενας προσφορας των υιων Ισραηλ;
29 Miért rugdaltátok lábbal véresáldozataimat s ételáldozataimat, amelyekről azt parancsoltam, hogy be kell mutatni a templomban és miért becsülted többre fiaidat, mint engem, azzal, hogy ti ettétek meg az én népem, Izrael minden áldozatának legjavát?29 Δια τι λακτιζετε εις την θυσιαν μου και εις την προσφοραν μου, την οποιαν προσεταξα να καμνωσιν εν τω κατοικητηριω μου, και δοξαζεις τους υιους σου υπερ εμε, ωστε να παχυνησθε με το καλητερον πασων των προσφορων του Ισραηλ του λαου μου;
30 Ezért ezt üzeni az Úr, Izrael Istene: Azt mondtam, hogy házad s atyád háza szolgáljon színem előtt mindörökké. Most azonban azt mondja az Úr: Távol legyen ez tőlem: mert aki megdicsőít engem, azt megdicsőítem, de aki megvet engem, az megvetett lesz.30 Δια τουτο Κυριος ο Θεος του Ισραηλ λεγει, Ειπα βεβαιως οτι ο οικος σου και ο οικος του πατρος σου ηθελον περιπατει ενωπιον μου εως αιωνος? αλλα τωρα ο Κυριος λεγει, Μακραν απ' εμου? διοτι τους δοξαζοντας με θελω δοξασει, οι δε καταφρονουντες με θελουσιν ατιμασθη.
31 Íme, eljönnek majd a napok, amikor levágom karodat s atyád házának karját, úgyhogy nem lesz többé öreg ember házadban.31 Ιδου, ερχονται ημεραι, οτε θελω κοψει τον βραχιονα σου και τον βραχιονα του οικου του πατρος σου, ωστε ανθρωπος γερων δεν θελει εισθαι εν τω οικω σου.
32 Miközben Izraelnek mindenben jó dolga lesz, te látni fogod vetélytársadat a templomban, s a te házadban nem lesz öreg ember az egész idő alatt.32 Και θελεις ιδει εν τω κατοικητηριω μου αντιπαλον, μεταξυ παντων των διδομενων αγαθων εις τον Ισραηλ? και δεν θελει υπαρχει γερων εν τω οικω σου εις τον αιωνα.
33 Nem távolítom el ugyanis oltáromtól teljesen nemzetségedet, hogy elepedjen szemed, és elsorvadjon lelked, de házad nagy része meghal, ha férfikorba jut.33 Οντινα δε εκ των ιδικων σου δεν αποκοψω απο του θυσιαστηριου μου, θελει εισθαι δια να καταναλισκη τους οφθαλμους σου και να κατατηκη την ψυχην σου? παντες δε οι εκγονοι του οικου σου θελουσι τελευτα εις ανδρικην ηλικιαν.
34 Az legyen számodra a jel, ami két fiadat, Ofnit és Fineeszt éri: egy napon fog meghalni mindkettő.34 Και τουτο θελει εισθαι σημειον εις σε, το οποιον θελει ελθει επι τους δυο υιους σου, επι Οφνει και Φινεες? εν μια ημερα θελουσιν αποθανει αμφοτεροι.
35 Én aztán majd hűséges papot támasztok magamnak, aki szívem és lelkem szerint fog cselekedni. Maradandó házat építek neki, és felkentem előtt fog járni minden időben.35 Και θελω ανεγειρει εις εμαυτον ιερεα πιστον, πραττοντα κατα την καρδιαν μου και κατα την ψυχην μου? και θελω οικοδομησει εις αυτον οικον ασφαλη? και θελει περιπατει ενωπιον του χριστου μου εις τον αιωνα.
36 Akkor aztán eljön majd az, aki megmarad házadból, leborul előtte egy ezüst pénzért s egy karéj kenyérért, és könyörög neki: ‘Kérlek, végy fel engem valamelyik papi rendbe, hogy egy falat kenyeret ehessek!’«36 Και πας ο εναπολειφθεις εν τω οικω σου θελει ερχεσθαι προσπιπτων εις αυτον δια ολιγον αργυριον και δια κομματιον ψωμιου, και θελει λεγει, Διορισον με, παρακαλω, εις τινα των ιερατικων υπηρεσιων, δια να τρωγω ολιγον αρτον.