Kivonulás könyve 15
12345678910111213141516171819202122232425262728293031323334353637383940
Ter
Kiv
Lev
Szám
MTörv
Józs
Bír
Rút
1Sám
2Sám
1Kir
2Kir
1Krón
2Krón
Ezdr
Neh
Tób
Judit
Eszt
1Makk
2Makk
Jób
Zsolt
Péld
Préd
Én
Bölcs
Sir
Iz
Jer
Siralm
Bár
Ez
Dán
Óz
Jo
Ám
Abd
Jón
Mik
Náh
Hab
Szof
Agg
Zak
Mal
Mt
Mk
Lk
Jn
Csel
Róm
1Kor
2Kor
Gal
Ef
Fil
Kol
1Tessz
2Tessz
1Tim
2Tim
Tit
Filem
Zsid
Jak
1Pét
2Pét
1Ján
2Ján
3Ján
Júd
Jel
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
KÁLDI-NEOVULGÁTA | LXX |
---|---|
1 Akkor Mózes és Izrael fiai ezt az éneket énekelték az Úrnak: »Énekeljünk az Úrnak, mert fenségeset művelt, lovat és lovast a tengerbe vetett! | 1 τοτε ησεν μωυσης και οι υιοι ισραηλ την ωδην ταυτην τω θεω και ειπαν λεγοντες ασωμεν τω κυριω ενδοξως γαρ δεδοξασται ιππον και αναβατην ερριψεν εις θαλασσαν |
2 Az Úré az én erőm és dicsérő énekem, mert ő lett az én szabadulásom. Ő az én Istenem, hadd dicsőítsem, Atyámnak Istene, hadd magasztaljam! | 2 βοηθος και σκεπαστης εγενετο μοι εις σωτηριαν ουτος μου θεος και δοξασω αυτον θεος του πατρος μου και υψωσω αυτον |
3 Olyan az Úr, mint hős harcos: Mindenható az ő neve, | 3 κυριος συντριβων πολεμους κυριος ονομα αυτω |
4 a fáraó szekereit és seregét a tengerbe vetette, válogatott vezérei elmerültek a Vörös-tengerben. | 4 αρματα φαραω και την δυναμιν αυτου ερριψεν εις θαλασσαν επιλεκτους αναβατας τριστατας κατεποντισεν εν ερυθρα θαλασση |
5 Hullámok borították el őket, miként a kő, a mélységbe süllyedtek. | 5 ποντω εκαλυψεν αυτους κατεδυσαν εις βυθον ωσει λιθος |
6 Jobbodat, Uram, megdicsőíti ereje, jobbod, Uram, az ellenséget megverte. | 6 η δεξια σου κυριε δεδοξασται εν ισχυι η δεξια σου χειρ κυριε εθραυσεν εχθρους |
7 Dicsőséged nagyságában elgáncsoltad ellenfeleidet, elengedted haragodat, s az mint tarlót, megemésztette őket. | 7 και τω πληθει της δοξης σου συνετριψας τους υπεναντιους απεστειλας την οργην σου και κατεφαγεν αυτους ως καλαμην |
8 Haragod kiáradt, s a vizek feltorlódtak, a hömpölygő hullámok falként megálltak, s a tenger közepén a mélységek megdermedtek. | 8 και δια πνευματος του θυμου σου διεστη το υδωρ επαγη ωσει τειχος τα υδατα επαγη τα κυματα εν μεσω της θαλασσης |
9 Szólt az ellenség: ‘Üldözöm és elérem, zsákmányt osztok, és megelégszik a lelkem, kirántom kardomat, s megöli őket a kezem.’ | 9 ειπεν ο εχθρος διωξας καταλημψομαι μεριω σκυλα εμπλησω ψυχην μου ανελω τη μαχαιρη μου κυριευσει η χειρ μου |
10 De leheleted ráfújtad, és tenger borította el őket, a hatalmas vizekben, mint ólom, elmerültek. | 10 απεστειλας το πνευμα σου εκαλυψεν αυτους θαλασσα εδυσαν ωσει μολιβος εν υδατι σφοδρω |
11 Ki olyan, mint Te, Uram, az istenek között, ki olyan, mint Te, szentségben dicső, félelmetes, dicsérendő és csodatevő? | 11 τις ομοιος σοι εν θεοις κυριε τις ομοιος σοι δεδοξασμενος εν αγιοις θαυμαστος εν δοξαις ποιων τερατα |
12 Kinyújtottad jobbodat, s a föld elnyelte őket. | 12 εξετεινας την δεξιαν σου κατεπιεν αυτους γη |
13 A népet, melyet megváltottál, irgalmasan vezetted, szent lakóhelyedre hatalmaddal elvitted. | 13 ωδηγησας τη δικαιοσυνη σου τον λαον σου τουτον ον ελυτρωσω παρεκαλεσας τη ισχυι σου εις καταλυμα αγιον σου |
14 A népek felkeltek és haragra gerjedtek: Filisztea lakóit gyötrelem szállta meg, | 14 ηκουσαν εθνη και ωργισθησαν ωδινες ελαβον κατοικουντας φυλιστιιμ |
15 Edom fejedelmei megrökönyödtek, Moáb erőseit remegés szállta meg, Kánaán minden lakója megdermedt. | 15 τοτε εσπευσαν ηγεμονες εδωμ και αρχοντες μωαβιτων ελαβεν αυτους τρομος ετακησαν παντες οι κατοικουντες χανααν |
16 Szakadjon is rájuk félelem és rettegés, karod erejétől kővé meredjenek, míg átvonul közöttük, Uram, a te néped, míg átvonul néped, melyet a sajátoddá tettél! | 16 επιπεσοι επ' αυτους φοβος και τρομος μεγεθει βραχιονος σου απολιθωθητωσαν εως αν παρελθη ο λαος σου κυριε εως αν παρελθη ο λαος σου ουτος ον εκτησω |
17 Vidd be és ültesd őket örökséged hegyére, erős lakóhelyedre, melyet, Uram, te készítettél, szent helyedre, melyet kezed erősített meg, | 17 εισαγαγων καταφυτευσον αυτους εις ορος κληρονομιας σου εις ετοιμον κατοικητηριον σου ο κατειργασω κυριε αγιασμα κυριε ο ητοιμασαν αι χειρες σου |
18 s uralkodjék az Úr mindenkor, örökre!« | 18 κυριος βασιλευων τον αιωνα και επ' αιωνα και ετι |
19 Bement ugyanis a fáraó lovassága, szekereivel és lovasaival együtt a tengerbe, az Úr pedig visszabocsátotta rájuk a tenger vizeit, míg Izrael fiai szárazon keltek át a tenger közepén. | 19 οτι εισηλθεν ιππος φαραω συν αρμασιν και αναβαταις εις θαλασσαν και επηγαγεν επ' αυτους κυριος το υδωρ της θαλασσης οι δε υιοι ισραηλ επορευθησαν δια ξηρας εν μεσω της θαλασσης |
20 Ekkor Mirjám próféta asszony, Áron nővére a dobot kezébe vette, kiment utána az összes asszony dobokkal, táncoló karokban, | 20 λαβουσα δε μαριαμ η προφητις η αδελφη ααρων το τυμπανον εν τη χειρι αυτης και εξηλθοσαν πασαι αι γυναικες οπισω αυτης μετα τυμπανων και χορων |
21 és ő így énekelt előttük: »Énekeljünk az Úrnak, mert fenségeset művelt, lovat és lovast a tengerbe vetett!« | 21 εξηρχεν δε αυτων μαριαμ λεγουσα ασωμεν τω κυριω ενδοξως γαρ δεδοξασται ιππον και αναβατην ερριψεν εις θαλασσαν |
22 Mózes ezután elindította Izraelt a Vörös-tengertől. Kimentek a Súr pusztába, és három napig jártak a pusztában anélkül, hogy vízre akadtak volna. | 22 εξηρεν δε μωυσης τους υιους ισραηλ απο θαλασσης ερυθρας και ηγαγεν αυτους εις την ερημον σουρ και επορευοντο τρεις ημερας εν τη ερημω και ουχ ηυρισκον υδωρ ωστε πιειν |
23 Így jutottak el Márába, de Mára vizét sem ihatták, mert keserű volt. Ezért nevezték el azt a helyet Márának (azaz Keserűségnek). | 23 ηλθον δε εις μερρα και ουκ ηδυναντο πιειν εκ μερρας πικρον γαρ ην δια τουτο επωνομασθη το ονομα του τοπου εκεινου πικρια |
24 Ekkor a nép zúgolódni kezdett Mózes ellen. Azt kérdezték: »Mit igyunk?« | 24 και διεγογγυζεν ο λαος επι μωυσην λεγοντες τι πιομεθα |
25 Erre ő az Úrhoz kiáltott, és az Úr egy fadarabot mutatott neki. Amikor ő beledobta azt a vízbe, az édessé változott. Az Úr ott adott nekik parancsokat és rendeleteket, és ott tette őket próbára. | 25 εβοησεν δε μωυσης προς κυριον και εδειξεν αυτω κυριος ξυλον και ενεβαλεν αυτο εις το υδωρ και εγλυκανθη το υδωρ εκει εθετο αυτω δικαιωματα και κρισεις και εκει επειρασεν αυτον |
26 Azt mondta: »Ha hallgatsz az Úr, a te Istened szavára, ha azt cselekszed, ami helyes a szemében, ha engedelmeskedsz parancsainak, és megtartod minden rendeletét: azon betegségek közül, amelyeket Egyiptomra bocsátottam, egyet sem bocsátok rád: mert én, az Úr vagyok a te gyógyítód!« | 26 και ειπεν εαν ακοη ακουσης της φωνης κυριου του θεου σου και τα αρεστα εναντιον αυτου ποιησης και ενωτιση ταις εντολαις αυτου και φυλαξης παντα τα δικαιωματα αυτου πασαν νοσον ην επηγαγον τοις αιγυπτιοις ουκ επαξω επι σε εγω γαρ ειμι κυριος ο ιωμενος σε |
27 Izrael fiai ezután Elimbe jutottak, ahol tizenkét forrás és hetven pálmafa volt, és tábort ütöttek a vizek mellett. | 27 και ηλθοσαν εις αιλιμ και ησαν εκει δωδεκα πηγαι υδατων και εβδομηκοντα στελεχη φοινικων παρενεβαλον δε εκει παρα τα υδατα |