1 Ποθεν προερχονται πολεμοι και μαχαι μεταξυ σας; ουχι εντευθεν, εκ των ηδονων σας, αιτινες στρατευονται εντος των μελων σας; | 1 ONDE vengon le guerre, e le contese fra voi? non è egli da questo, cioè dalle vostre voluttà, che guerreggiano nelle vostre membra? |
2 Επιθυμειτε και δεν εχετε? φονευετε και φθονειτε, και δεν δυνασθε να επιτυχητε? μαχεσθε και πολεμειτε? αλλα δεν εχετε, επειδη δεν ζητειτε? | 2 Voi bramate, e non avete; voi uccidete, e procacciate a gara, e non potete ottenere; voi combattete e guerreggiate, e non avete; perciocchè non domandate. |
3 ζητειτε και δεν λαμβανετε, διοτι κακως ζητειτε, δια να δαπανησητε εις τας ηδονας σας. | 3 Voi domandate, e non ricevete; perciocchè domandate male, per ispender ne’ vostri piaceri. |
4 Μοιχοι και μοιχαλιδες, δεν εξευρετε οτι η φιλια του κοσμου ειναι εχθρα του Θεου; οστις λοιπον θεληση να ηναι φιλος του κοσμου, εχθρος του Θεου καθισταται. | 4 Adulteri ed adultere, non sapete voi che l’amicizia del mondo è inimicizia contro a Dio? colui adunque che vuol essere amico del mondo si rende nemico di Dio. |
5 Η νομιζετε οτι ματαιως η γραφη λεγει, Προς φθονον επιποθει το πνευμα, το οποιον κατωκησεν εν ημιν; | 5 Pensate voi che la scrittura dica in vano: Lo spirito che abita in voi appetisce ad invidia? |
6 Αλλα μεγαλητεραν χαριν διδει ο Θεος? οθεν λεγει? Ο Θεος εις τους υπερηφανους αντιτασσεται, εις δε τους ταπεινους διδει χαριν. | 6 Ma egli dà vie maggior grazia; perciò dice: Iddio resiste a’ superbi, e dà grazia agli umili. |
7 Υποταχθητε λοιπον εις τον Θεον. Αντισταθητε εις τον διαβολον, και θελει φυγει απο σας? | 7 Sottomettetevi adunque a Dio, contrastate al diavolo, ed egli fuggirà da voi. |
8 πλησιασατε εις τον Θεον, και θελει πλησιασει εις εσας. Καθαρισατε τας χειρας σας, αμαρτωλοι, και αγνισατε τας καρδιας, διγνωμοι. | 8 Appressatevi a Dio, ed egli si appresserà a voi: nettate le vostre mani o peccatori; e purificate i cuori vostri, o doppi d’animo. |
9 Κακοπαθησατε και πενθησατε και κλαυσατε? ο γελως σας ας μεταστραφη εις πενθος και η χαρα εις κατηφειαν. | 9 Siate afflitti, e fate cordoglio, e piangete; sia il vostro riso convertito in duolo, e l’allegrezza in tristizia. |
10 Ταπεινωθητε ενωπιον του Κυριου, και θελει σας υψωσει. | 10 Umiliatevi nel cospetto del Signore, ed egli v’innalzerà |
11 Μη καταλαλειτε αλληλους, αδελφοι. Οστις καταλαλει αδελφον και κρινει τον αδελφον αυτου, καταλαλει τον νομον και κρινει τον νομον και εαν κρινης τον νομον, δεν εισαι εκτελεστης του νομου, αλλα κριτης. | 11 Non parlate gli uni contro agli altri, fratelli; chi parla contro al fratello, e giudica il suo fratello, parla contro alla legge, e giudica la legge; ora, se tu condanni la legge, tu non sei facitor della legge, ma giudice. |
12 Εις ειναι ο νομοθετης, ο δυναμενος να σωση και να απολεση? συ τις εισαι οστις κρινεις τον αλλον; | 12 V’è un solo Legislatore, il qual può salvare, e perdere; ma tu, chi sei, che tu condanni altrui? |
13 Ελθετε τωρα οι λεγοντες? Σημερον η αυριον θελομεν υπαγει εις ταυτην την πολιν και θελομεν καμει εκει ενα χρονον και θελομεν εμπορευθη και κερδησει? | 13 OR su, voi che dite: Oggi, o domani, andremo in tal città, ed ivi dimoreremo un anno, e mercateremo, e guadagneremo. |
14 οιτινες δεν εξευρετε το μελλον της αυριον? διοτι ποια ειναι η ζωη σας; ειναι τωοντι ατμος, οστις φαινεται προς ολιγον και επειτα αφανιζεται? | 14 Che non sapete ciò che sarà domani; perciocchè, qual’è la vita vostra? poich’ella è un vapore, che apparisce per un poco di tempo, e poi svanisce. |
15 αντι να λεγητε, Εαν ο Κυριος θεληση, και ζησωμεν, θελομεν καμει τουτο η εκεινο. | 15 Invece di dire: Se piace al Signore, e se siamo in vita, noi farem questo o quello. |
16 Τωρα ομως καυχασθε εις τας αλαζονειας σας? πασα τοιαυτη καυχησις ειναι κακη. | 16 E pure ora voi vi vantate nelle vostre vane glorie; ogni tal vanto è cattivo. |
17 Εις τον οστις λοιπον εξευρει να καμνη το καλον και δεν καμνει, εις αυτον ειναι αμαρτια. | 17 Vi è adunque peccato a colui che sa fare il bene, e non lo fa |