Scrutatio

Martedi, 21 maggio 2024 - Santi Martiri Messicani (Cristoforo Magallanes Jara e 24 compagni) ( Letture di oggi)

ΙΗΣΟΥΣ ΝΑΥΗ - Giosuè - Joshua 9


font
GREEK BIBLELA SACRA BIBBIA
1 Και οτε ηκουσαν παντες οι βασιλεις, οι εντευθεν του Ιορδανου, οι εν τη ορεινη και οι εν τη πεδινη και οι εν πασι τοις παραλιοις της θαλασσης της μεγαλης, εως κατεναντι του Λιβανου, οι Χετταιοι και οι Αμορραιοι, οι Χαναναιοι, οι Φερεζαιοι, οι Ευαιοι και οι Ιεβουσαιοι,1 Come udirono tali cose tutti i re che stavano di qua dal Giordano, nella zona montuosa, nel bassopiano collinoso e lungo la costa del Mar Mediterraneo verso il Libano, gli Hittiti, gli Amorrei, i Cananei, i Perizziti, gli Evei, i Gebusei,
2 συνηχθησαν παντες ομου, δια να πολεμησωσι τον Ιησουν και τον Ισραηλ.2 si coalizzarono per combattere insieme contro Giosuè e contro Israele.
3 Οι δε κατοικοι της Γαβαων ηκουσαν ο, τι εκαμεν ο Ιησους εις την Ιεριχω και εις την Γαι,3 Gli abitanti di Gabaon invece, quando seppero come Giosuè aveva trattato Gerico e Ai,
4 και επραξαν και ουτοι μετα πανουργιας, και υπηγον και ητοιμασθησαν με εφοδια, και ελαβον σακκους παλαιους επι των ονων αυτων και ασκους οινου παλαιους και κατεσχισμενους και δεδεμενους,4 giocarono per conto proprio d'astuzia: andarono a far provviste di viaggio. Presero sacchi sdruciti sopra i loro asini, vecchi otri per il vino, strappati e rappezzati,
5 και εις τους ποδας αυτων υποδηματα παλαια και εμβαλωμενα, και ιματια παλαια εφ' εαυτων? και ολος ο αρτος του εφοδιασμου αυτων ητο ξηρος και κατατεθρυμμενος.5 misero ai piedi sandali vecchi e rattoppati e addosso vesti sdrucite; tutto il pane della loro provvista era secco e ridotto in briciole.
6 Και ηλθον προς τον Ιησουν εις το στρατοπεδον εις Γαλγαλα, και ειπον προς αυτον και προς τους ανδρας του Ισραηλ, Απο γης μακρας ηλθομεν? τωρα λοιπον καμετε συνθηκην προς ημας.6 Così vennero da Giosuè, negli accampamenti di Gàlgala e dissero a lui e al popolo d'Israele: "Noi siamo venuti da un paese lontano: ora, fate alleanza con noi!".
7 Και ειπον οι ανδρες του Ισραηλ προς τους Ευαιους τουτους, Σεις κατοικειτε ισως εν τω μεσω ημων, και πως θελομεν καμει συνθηκην προς εσας;7 Gl'Israeliti risposero loro: "Non abitate, per caso, in mezzo a noi? E come potremo stringere alleanza con voi?".
8 Οι δε ειπον προς τον Ιησουν, Δουλοι σου ειμεθα. Ειπε δε προς αυτους ο Ιησους, Ποιοι εισθε; και ποθεν ερχεσθε;8 Quelli dissero a Giosuè: "Noi siamo tuoi schiavi". Giosuè domandò loro: "Chi siete e da dove venite?".
9 Και ειπον προς αυτον, Απο πολυ μακρας γης ηλθον οι δουλοι σου δια το ονομα Κυριου του Θεου σου? διοτι ηκουσαμεν την φημην αυτου και παντα οσα εκαμεν εν Αιγυπτω,9 Quelli risposero: "Da una terra molto lontana vengono i tuoi servi, per il nome del Signore tuo Dio, perché noi abbiamo sentito parlare di lui, di tutto quello che ha fatto in Egitto.
10 και παντα οσα εκαμεν εις τους δυο βασιλεις των Αμορραιων, τους περαν του Ιορδανου, εις τον Σηων βασιλεα της Εσεβων, και εις τον Ωγ βασιλεα της Βασαν, τον εν Ασταρωθ?10 Come pure tutto quello che ha fatto ai due re Amorrei che erano al di là del Giordano, a Sicon, re di Chesbon, e ad Og, re di Basan, che risiedeva ad Astarot.
11 δια τουτο ειπον προς ημας οι πρεσβυτεροι ημων και παντες οι κατοικοι της γης ημων, λεγοντες, Λαβετε εις εαυτους εφοδια δια την οδον, και υπαγετε εις συναντησιν αυτων και ειπατε προς αυτους, δουλοι σας ειμεθα? τωρα λοιπον καμετε συνθηκην προς ημας?11 I nostri anziani e tutti gli abitanti della regione ci dissero: "Prendete con voi provviste da viaggio e andate incontro ad essi, dicendo loro: Noi siamo vostri servi, fate dunque alleanza con noi".
12 τον αρτον ημων τουτον ζεστον ελαβομεν εκ των οικιων ημων, καθ' ην ημεραν εξηλθομεν δια να ελθωμεν προς εσας? και τωρα, ιδου, ειναι ξηρος και κατατεθρυμμενος?12 Ecco qui il nostro pane: era caldo quando ce ne provvedemmo dalle nostre case il giorno che ne uscimmo per venirvi incontro, ed ora eccolo secco e sbriciolato.
13 και ουτοι οι ασκοι του οινου, τους οποιους εγεμισαμεν νεους, και ιδου, ειναι κατεσχισμενοι? και τα ιματια ημων ταυτα και τα υποδηματα ημων επαλαιωθησαν δια την πολυ μακραν οδον.13 Questi sono gli otri per il vino, che erano nuovi quando li riempimmo, ed ecco che sono rotti. E questi sono i nostri vestiti e i nostri sandali, sdruciti a causa del viaggio troppo lungo".
14 Και εδεχθησαν τους ανδρας εξ αιτιας των εφοδιων αυτων, και δεν ηρωτησαν τον Κυριον.14 Quegli uomini assaggiarono le loro provviste, ma non consultarono il Signore.
15 Και εκαμεν ο Ιησους ειρηνην προς αυτους και εκαμε συνθηκην προς αυτους, να φυλαξη την ζωην αυτων? και οι αρχοντες της συναγωγης ωμοσαν προς αυτους.15 Giosuè fece pace con essi e strinse con essi il patto di lasciarli in vita, e i capi del popolo lo confermarono con il loro giuramento.
16 Και μετα τρεις ημερας, αφου εκαμον συνθηκην προς αυτους, ηκουσαν οτι ησαν γειτονες αυτων και κατωκουν μεταξυ αυτων.16 Tre giorni dopo ch'essi avevano stretto il patto con loro, si seppe che quelli erano loro vicini, abitanti in mezzo ad essi.
17 Και σηκωθεντες οι υιοι Ισραηλ υπηγον εις τας πολεις αυτων την τριτην ημεραν? αι δε πολεις αυτων ησαν Γαβαων και Χεφειρα και Βηρωθ και Κιριαθ-ιαρειμ.17 Mossero allora il campo i figli d'Israele e in tre giorni giunsero alle loro città, che erano: Gabaon, Chefira, Beerot e Kiriat-Iearim.
18 Και δεν επαταξαν αυτους οι υιοι Ισραηλ, διοτι οι αρχοντες της συναγωγης ειχον ομοσει προς αυτους τον Κυριον τον Θεον του Ισραηλ. Και εγογγυζε πασα η συναγωγη κατα των αρχοντων.18 Però i figli d'Israele non li uccisero, perché i capi del popolo avevano giurato ad essi in nome del Signore, Dio d'Israele; ma la massa del popolo mormorò contro i capi.
19 Παντες ομως οι αρχοντες ειπον προς πασαν την συναγωγην, Ημεις ωμοσαμεν προς αυτους τον Κυριον τον Θεον του Ισραηλ? τωρα λοιπον δεν δυναμεθα να εγγισωμεν αυτους?19 E tutti i capi risposero all'intera assemblea: "Noi abbiamo fatto con essi giuramento in nome del Signore, Dio d'Israele, e ora non possiamo toccarli.
20 τουτο θελομεν καμει εις αυτους? θελομεν φυλαξει την ζωην αυτων, δια να μη ηναι οργη Θεου εφ' ημας, δια τον ορκον τον οποιον ωμοσαμεν προς αυτους.20 Questo però faremo loro: li lasceremo in vita perché non venga l'ira divina su di noi, a causa del giuramento che abbiamo prestato".
21 Και οι αρχοντες ειπον προς αυτους, Ας ζωσι? πλην ας ηναι ξυλοκοποι και υδροφοροι εις πασαν συναγωγην? καθως οι αρχοντες υπεσχεθησαν προς αυτους.21 Poi aggiunsero: "Vivano pure, ma siano spaccatori di legna e portatori d'acqua per tutto il popolo". Come i capi ebbero loro parlato,
22 Και συνεκαλεσεν αυτους ο Ιησους και ειπε προς αυτους, λεγων, Δια τι ηπατησατε ημας λεγοντες, πολυ μακραν ειμεθα απο σας, ενω σεις κατοικειτε μεταξυ ημων;22 Giosuè chiamò i Gabaoniti e disse loro: "Perché ci avete ingannati dicendo: "Noi abitiamo molto lontano da voi", mentre abitate in mezzo a noi?
23 τωρα λοιπον επικαταρατοι εισθε, και δεν θελει λειψει απο σας δουλος και ξυλοκοπος και υδροφορος εις τον οικον του Θεου μου.23 Orbene, siate maledetti; né mai voi cesserete di essere schiavi, spaccatori di legna e portatori d'acqua nella casa del mio Dio".
24 Και απεκριθησαν προς τον Ιησουν λεγοντες, Επειδη οι δουλοι σου εμαθον μετα πληροφοριας οσα Κυριος ο Θεος σου διεταξεν εις τον δουλον αυτου Μωυσην, να δωση εις εσας πασαν την γην και να εξολοθρευση εμπροσθεν σας παντας τους κατοικους της γης, δια τουτο εφοβηθημεν απο σας σφοδρα δια την ζωην ημων και εκαμομεν το πραγμα τουτο?24 Quelli risposero a Giosuè: "Ai tuoi servi era stato molto ben riferito ciò che aveva ordinato il Signore, tuo Dio, a Mosè, suo servo, di dare a voi tutta la terra e distruggere di fronte a voi tutti gli abitanti del paese. Abbiamo avuto timore dinanzi a voi per le nostre vite, perciò abbiamo fatto tal cosa.
25 και τωρα, ιδου, εις τας χειρας σου ειμεθα? ο, τι σοι φανη καλον και αρεστον να καμης εις ημας, καμε.25 Ed ora, eccoci nelle tue mani; fa' pure di noi quello che ti sembra buono e giusto".
26 Και εκαμεν ουτως εις αυτους, και ηλευθερωσεν αυτους εκ της χειρος των υιων Ισραηλ, και δεν εφονευσαν αυτους.26 Giosuè li trattò così e li liberò dalle mani degl'Israeliti, che non li uccisero;
27 Και την ημεραν εκεινην εκαμεν αυτους ο Ιησους ξυλοκοπους και υδροφορους μεχρι τουδε, εις την συναγωγην και εις το θυσιαστηριον του Κυριου, εις τον τοπον οντινα εκλεξη.27 e da quel giorno li stabilì come taglialegna e portatori d'acqua per tutto il popolo e per l'altare del Signore, nel luogo che egli avrebbe scelto, fino ad oggi.