Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΝΑΟΥΜ - Naum - Nahum 3


font
GREEK BIBLENOVA VULGATA
1 Ουαι εις την πολιν των αιματων? ολη ειναι πληρης ψευδους και αρπαγης? το θηραμα δεν απολειπει.1 Vae, civitas sanguinum,
universa mendacii
praeda plena!
Non recedet a te rapina.
2 Φωνη μαστιγων ακουεται και φωνη θορυβου τροχων και ιππων ορμωντων και αρματων αναπηδωντων,2 Vox flagellorum et vox strepitus rotarum,
equi frementes et quadrigae ferventes,
equites irruentes
3 ιππεως αναβαινοντος και ρομφαιας στιλβουσης και λογχης εξαστραπτουσης, και πληθος τραυματιζομενων και μεγας αριθμος πτωματων, και δεν ειναι τελος των πτωματων? προσκοπτουσιν εις τα πτωματα αυτων?3 et gladii micantes et hastae fulgurantes
et multitudo interfectorum et acervi mortuorum;
nec est finis cadaverum,
et corruunt super corpora.
4 απο του πληθους των πορνειων της θελκτικης πορνης, της εμπειρου εις γοητειας, ητις πωλει εθνη δια των πορνειων αυτης και φυλας δια των γοητειων αυτης.4 Hoc propter multitudinem fornicationum meretricis
speciosae et gratae et habentis maleficia,
quae vendidit gentes fornicationibus suis
et nationes maleficiis suis.
5 Ιδου, εγω ειμαι εναντιον σου, λεγει ο Κυριος των δυναμεων? και θελω ανασηκωσει τα κρασπεδα σου επι το προσωπον σου, και θελω δειξει εις τα εθνη την αισχυνην σου και εις τα βασιλεια την ατιμιαν σου.5 “ Ecce ego ad te,
dicit Dominus exercituum;
et levabo vestimentum tuum in faciem tuam
et ostendam gentibus nuditatem tuam
et regnis ignominiam tuam.
6 Και θελω ριψει βδελυραν ακαθαρσιαν επι σε και θελω σε καταισχυνει και θελω σε καταστησει εις θεαμα.6 Et proiciam super te abominationes
et contumeliis te afficiam;
et ponam te in exemplum.
7 Και παντες οι βλεποντες σε θελουσι φευγει απο σου και θελουσι λεγει, Η Νινευη ηρημωθη? τις θελει συλλυπηθη αυτην; ποθεν θελω ζητησει παρηγορητας δια σε;7 Et erit: omnis, qui viderit te,
resiliet a te et dicet:
“Vastata est Nineve!
Quis dolebit super eam?
Unde quaeram consolatorem tibi?”.
8 εισαι καλητερα της Νω Αμμων, της κειμενης μεταξυ των ποταμων, της περικυκλουμενης απο υδατων, της οποιας προμαχων ητο η θαλασσα και τειχος αυτης το πελαγος;8 Numquid melior es quam Noamon,
quae habitabat in fluminibus?
Aquae in circuitu eius:
cuius vallum mare,
aquae muri eius.
9 Η Αιθιοπια ητο η ισχυς αυτης και η Αιγυπτος και αλλοι απεραντοι? η Φουθ και οι Λιβυες ησαν οι βοηθοι σου.9 Chus fuit fortitudo eius
et Aegyptus, cuius non est finis;
Phut et Libyes fuerunt in auxilio eius.
10 Αλλα και αυτη μετωκισθη, υπηγεν εις αιχμαλωσιαν, τα δε νηπια αυτης συνετριφθησαν επι των ακρων πασων των οδων? και ερριψαν κληρους επι τους ενδοξους αυτης ανδρας, και παντες οι μεγιστανες αυτης εδεθησαν με αλυσεις.10 Sed et ipsa in transmigrationem ducta est,
ivit in captivitatem.
Parvuli eius elisi sunt
in capite omnium viarum;
et super inclitos eius miserunt sortem,
et omnes optimates eius constricti sunt in compedibus.
11 Και συ θελεις μεθυσθη, θελεις μενει αφανης? και συ θελεις ζητησει δυναμιν εναντιον του εχθρου.11 Et tu ergo inebriaberis,
eris despecta;
et tu quaeres
refugium ab inimico.
12 Παντα τα οχυρωματα σου θελουσιν εισθαι ως συκαι με τα πρωτοφανη συκα αυτων? εαν σεισθωσι, θελουσι βεβαιως πεσει εις το στομα του τρωγοντος.12 Omnes munitiones tuae sicut ficus
cum ficis praecocibus:
si concussae fuerint,
cadent in os comedentis.
13 Ιδου, ο λαος σου ειναι γυναικες εν μεσω σου? αι πυλαι της γης σου θελουσιν εισθαι ολως ανεωγμεναι εις τους εχθρους σου? το πυρ θελει καταφαγει τους μοχλους σου.13 Ecce populus tuus,
mulieres in medio tui;
inimicis tuis late patebunt
portae terrae tuae;
devorabit ignis vectes tuos.
14 Ανασυρον εις σεαυτον υδωρ δια την πολιορκιαν, ενδυναμωσον τα οχυρωματα σου? εισελθε εις τον πηλον και πατησον την αργιλλον, επισκευασον την κεραμικην καμινον?14 Aquam propter obsidionem hauri tibi,
firma munitiones tuas;
intra in lutum et calca argillam,
tene typum laterum.
15 εκει θελει σε καταφαγει το πυρ? η ρομφαια θελει σε εξολοθρευσει, θελει σε καταφαγει ως βρουχος? πληθυνου ως βρουχος, πληθυνου ως ακρις.15 Ibi comedet te ignis,
peribis gladio,
devorabit te ut bruchus.
Augere ut bruchus,
multiplicare ut locusta.
16 Επληθυνας τους εμπορους σου υπερ τα αστρα του ουρανου? ο βρουχος εξηπλωθη και εξεπεταξεν.16 Plures fecisti negotiatores tuos
quam stellae sint caeli;
bruchus exuit pellem
et avolavit.
17 Οι μεγιστανες σου ειναι ως ακριδες και οι σατραπαι σου ως μεγαλαι ακριδες, αιτινες επικαθηνται επι τους φραγμους εν ημερα ψυχους? αλλ' οταν ο ηλιος ανατειλη, φευγουσι και ο τοπος αυτων δεν γνωριζεται που ησαν.17 Custodes tui quasi locustae,
et scribae tui quasi agmen locustarum,
quae considunt in saepibus
in die frigoris;
sol ortus est,
et avolaverunt,
non est cognitus locus earum,
ubi fuerint.
18 Οι ποιμενες σου ενυσταξαν, βασιλευ της Ασσυριας? οι δυνατοι σου απεκοιμηθησαν? ο λαος σου εσκορπισθη επι τα ορη και δεν υπαρχει ο συναγων.18 Dormiunt pastores tui, rex Assyriae,
requiescunt principes tui;
dispersus est populus tuus in montibus,
et non est qui congreget.
19 Δεν ειναι ιασις εις το συντριμμα σου? η πληγη σου ειναι χαλεπη? παντες οι ακουοντες την αγγελιαν σου θελουσι κροτησει χειρας επι σε? διοτι επι τινα δεν επηλθε παντοτε η κακια σου;19 Non est remedium fracturae tuae,
insanabilis est plaga tua;
omnes, qui audierint auditionem tuam,
plaudent manibus super te,
quia super quem non transiit
malitia tua semper? ”.