1 Ουτως εδειξεν εις εμε Κυριος ο Θεος? και ιδου, εμορφωσεν ακριδας εν τη αρχη της βλαστησεως του δευτερου χορτου, και ιδου, ητο ο δευτερος χορτος μετα τον θερισμον του βασιλεως. | 1 A következő dolgot mutatta nekem az Úr Isten: Íme, sáskákat alkotott, amikor a mező sarjadni kezdett; a királyi kaszálás után lett ez a sarjú. |
2 Και οτε ετελειωσαν να τρωγωσι τον χορτον της γης, τοτε ειπα, Κυριε Θεε, γενου ιλεως, δεομαι? τις θελει αναστησει τον Ιακωβ; διοτι ειναι ολιγοστος. | 2 Mikor ezek megették a föld egész füvét, így szóltam: »Úr Isten, irgalmazz, kérlek! Hogyan állhat fenn Jákob, hiszen kicsiny ő?« |
3 Ο Κυριος μετεμεληθη εις τουτο? δεν θελει γεινει, λεγει Κυριος. | 3 Megkönyörült erre az Úr: »Nem fog megtörténni!« – mondja az Úr. |
4 Ουτως εδειξεν εις εμε Κυριος ο Θεος? και ιδου, Κυριος ο Θεος καλει εις δικην δια πυρος και το πυρ κατεφαγε την αβυσσον την μεγαλην και κατεφαγε μερος της γης. | 4 A következő dolgot mutatta nekem az Úr Isten: Íme, tüzet hívott elő az Úr Isten az ítéletre, és az elégette a nagy mélységet és megemésztette a mezőt is. |
5 Τοτε ειπα, Κυριε Θεε, παυσον, δεομαι? τις θελει αναστησει τον Ιακωβ; διοτι ειναι ολιγοστος. | 5 Ekkor így szóltam: »Úr Isten, hagyd abba, kérlek! Hogyan állhat fenn Jákob, hiszen kicsiny ő?« |
6 Ο Κυριος μετεμεληθη εις τουτο? Και τουτο δεν θελει γεινει, λεγει Κυριος ο Θεος. | 6 Megkönyörült erre az Úr: »Ez sem fog megtörténni!« – mondja az Úr Isten. |
7 Ουτως εδειξεν εις εμε, και ιδου, ο Κυριος ιστατο επι τοιχου εκτισμενου με σταθμην, εχων εν τη χειρι αυτου σταθμην. | 7 A következő dolgot mutatta nekem az Úr: Íme, egy ember állt a betapasztott falon, és kezében mérőón volt. |
8 Και ειπε Κυριος προς εμε, Τι βλεπεις συ, Αμως; Και ειπα, Σταθμην. Τοτε ειπεν ο Κυριος, Ιδου, εγω θελω βαλει σταθμην εις το μεσον του λαου μου Ισραηλ? δεν θελω πλεον παρατρεξει αυτον του λοιπου. | 8 És mondta nekem az Úr: »Mit látsz, Ámosz?« És így szóltam: »Mérőónt.« Erre mondta az Úr: »Íme, lemérem népemet, Izraelt mérőónnal, és többé nem bocsátok meg neki. |
9 Και οι βωμοι του Ισαακ θελουσιν ερημωθη και τα αγιαστηρια του Ισραηλ θελουσιν αφανισθη? και θελω σηκωθη εναντιον του οικου Ιεροβοαμ εν ρομφαια. | 9 És lerombolják Izsák magaslatait, és Izrael szentélyeit elpusztítják, és karddal támadok Jeroboám háza ellen!« |
10 Τοτε ο Αμασιας ο ιερευς της Βαιθηλ εξαπεστειλε προς Ιεροβοαμ τον βασιλεα του Ισραηλ, λεγων, Ο Αμως συνωμοσεν εναντιον σου εν μεσω του οικου Ισραηλ? ο τοπος δεν δυναται να υποφερη παντας τους λογους αυτου? | 10 És Amaszja, Bétel papja, ezt az üzenetet küldte Jeroboámhoz, Izrael királyához: »Összeesküvést szít ellened Ámosz Izrael házában; az ország nem viselheti el mindenféle beszédjét! |
11 διοτι ουτω λεγει ο Αμως? Ο Ιεροβοαμ θελει τελευτησει δια ρομφαιας, ο δε Ισραηλ βεβαιως θελει φερθη αιχμαλωτος εκ της γης αυτου. | 11 Azt mondja ugyanis Ámosz: ‘Kard által fog meghalni Jeroboám, és Izraelt fogságba hurcolják országából!’« |
12 Τοτε ειπεν ο Αμασιας προς τον Αμως, Ω συ ο βλεπων, υπαγε, φυγε εις την γην Ιουδα και εκει τρωγε αρτον και εκει προφητευε? | 12 Á- moszhoz pedig így szólt Amaszja: »Eredj innen, próféta! Fuss Júda földjére, ott edd kenyeredet, és ott prófétálj! |
13 εν δε τη Βαιθηλ μη προφητευσης πλεον, διοτι ειναι αγιαστηριον του βασιλεως και ειναι οικος του βασιλειου. | 13 De Bételben ne prófétálj többé, mert ez királyi szentély és a királyság temploma!« |
14 Και απεκριθη ο Αμως και ειπε προς τον Αμασιαν, δεν ημην εγω προφητης ουδε υιος προφητου εγω, αλλ' ημην βοσκος και συναζων συκαμινα? | 14 Felelt erre Ámosz és mondta Amaszjának: »Nem vagyok én próféta, sem próféta fia; pásztor vagyok én, és vadfügét szurkálgatok. |
15 και ο Κυριος με ελαβεν απο οπισθεν του ποιμνιου και ειπε Κυριος προς εμε, Υπαγε, προφητευσον εις τον λαον μου Ισραηλ. | 15 De az Úr meghívott engem, amikor a nyájat tereltem, és mondta nekem az Úr: ‘Menj, prófétálj népemnek, Izraelnek!’ |
16 Τωρα λοιπον ακουε τον λογον του Κυριου. Συ λεγεις, Μη προφητευε κατα του Ισραηλ και μη σταλαζε λογον κατα του οικου Ισαακ. | 16 Most pedig halljad az Úr szavát: Te így szólsz: ‘Ne prófétálj Izrael ellen, és ne fakadj ki Izsák háza ellen!’ |
17 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος? Η γυνη σου θελει εισθαι πορνη εν τη πολει, και οι υιοι σου και αι θυγατερες σου θελουσι πεσει δια ρομφαιας, και η γη σου θελει μερισθη δια σχοινιου, και συ θελεις τελευτησει εν γη ακαθαρτω? ο δε Ισραηλ βεβαιως θελει φερθη αιχμαλωτος εκ της γης αυτου. | 17 Ezért így szól az Úr: ‘Feleséged a város paráznája lesz, fiaid és leányaid kard által hullanak el, földedet kötéllel felmérik, és te tisztátalan földön halsz meg, és Izraelt országából fogságba hurcolják!’« |