Scrutatio

Venerdi, 17 maggio 2024 - San Pasquale Baylon ( Letture di oggi)

ΙΕΖΕΚΙΗΛ - Ezechiele - Ezekiel 33


font
GREEK BIBLEDOUAI-RHEIMS
1 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,1 And the word of the Lord came to me, saying:
2 Υιε ανθρωπου, λαλησον προς τους υιους του λαου σου και ειπε προς αυτους? Οταν επιφερω την ρομφαιαν επι γην τινα και ο λαος της γης λαβη ανθρωπον τινα εκ μεσου αυτου και θεσωσιν αυτον φυλακα εις εαυτους,2 Son of man, speak to the children of thy people, and say to them: When I bring the sword upon a land, if the people of the land take a man, one of their meanest, and make him a watchman over them:
3 και αυτος, ιδων την ρομφαιαν επερχομενην επι την γην, σαλπιση εν σαλπιγγι και σημανη εις τον λαον,3 And he see the sword coming upon the land, and sound the trumpet, and tell the people:
4 τοτε οστις ακουση την φωνην της σαλπιγγος και δεν φυλαχθη, εαν η ρομφαια ελθουσα καταλαβη αυτον, το αιμα αυτου θελει εισθαι επι την κεφαλην αυτου.4 Then he that heareth the sound of the trumpet, whosoever he be, and doth not look to himself, if the sword come, and cut him off: his blood shall be upon his own head.
5 Ηκουσε την φωνην της σαλπιγγος και δεν εφυλαχθη? το αιμα αυτου θελει εισθαι επ' αυτον. Οστις ομως φυλαχθη, θελει διασωσει την ζωην αυτου.5 He heard the sound of the trumpet and did not look to himself, his blood shall be upon him: but if he look to himself, he shall save his life.
6 Αλλ' εαν ο φυλαξ, ιδων την ρομφαιαν επερχομενην, δεν σαλπιση εν τη σαλπιγγι και ο λαος δεν φυλαχθη, η δε ρομφαια ελθουσα καταλαβη τινα εξ αυτων, ουτος μεν κατεληφθη δια την ανομιαν αυτου, πλην το αιμα αυτου θελω εκζητησει εκ της χειρος του φυλακος.6 And if the watchman see the sword coming, and sound not the trumpet: and the people look not to themselves, and the sword come, and cut off a soul from among them: he indeed is taken away in his iniquity, but I will require his blood at the hand of the watchman.
7 Και συ, υιε ανθρωπου, εγω σε εθεσα φυλακα επι τον οικον Ισραηλ? ακουσον λοιπον λογον εκ του στοματος μου και νουθετησον αυτους παρ' εμου?7 So thou, O son of man, I have made thee a watchman to the house of Israel: therefore thou shalt hear the word from my mouth, and shalt tell it them from me.
8 Οταν λεγω εις τον ανομον, Ανομε, θελεις εξαπαντος θανατωθη? και συ δεν λαλησης δια να αποτρεψης τον ανομον απο της οδου αυτου, εκεινος μεν ο ανομος θελει αποθανει εν τη ανομια αυτου, πλην εκ της χειρος σου θελω εκζητησει το αιμα αυτου.8 When I say to the wicked: O wicked man, thou shalt surely die: if thou dost not speak to warn the wicked man from his way: that wicked man shall die in his iniquity, but I will require his blood at thy hand.
9 Αλλ' εαν συ αποτρεπης τον ανομον απο της οδου αυτου δια να επιστρεψη απ' αυτης, και δεν επιστρεψη απο της οδου αυτου, εκεινος μεν θελει αποθανει εν τη ανομια αυτου, συ δε ηλευθερωσας την ψυχην σου.9 But if thou tell the wicked man, that he may be converted from his ways, and he be not converted from his way: he shall die in his iniquity: but thou hast delivered thy soul.
10 Δια τουτο, συ, υιε ανθρωπου, ειπε προς τον οικον Ισραηλ? Ουτω σεις ελαλησατε, λεγοντες, Εαν αι παραβασεις ημων και αι αμαρτιαι ημων ηναι εφ' ημας, και ημεις ειμεθα απωλεσμενοι δι' αυτας, πως θελομεν ζησει;10 Thou therefore, O son of man, say to the house of Israel: Thus you have spoken, saying: Our iniquities, and our sins are upon us, and we pine away in them: how then can we live?
11 Ειπε προς αυτους? Ζω εγω, λεγει Κυριος ο Θεος, δεν θελω τον θανατον του αμαρτωλου, αλλα να επιστρεψη ο ασεβης απο της οδου αυτου και να ζη? επιστρεψατε, επιστρεψατε απο των οδων υμων των πονηρων? δια τι να αποθανητε, οικος Ισραηλ;11 Say to them: As I live, saith the Lord God, I desire not the death of the wicked, but that the wicked turn from his way, and live. Turn ye, turn ye from your evil ways: and why will you die, O house of Israel?
12 Δια τουτο συ, υιε ανθρωπου, ειπε προς τους υιους του λαου σου, Η δικαιοσυνη του δικαιου δεν θελει ελευθερωσει αυτον εν τη ημερα της παραβασεως αυτου, και ο ασεβης δεν θελει πεσει δια την ασεβειαν αυτου, καθ' ην ημεραν επιστρεψη απο της ασεβειας αυτου, και ο δικαιος δεν θελει δυνηθη να ζηση δια την δικαιοσυνην αυτου, καθ' ην ημεραν αμαρτηση.12 Thou therefore, O son of man, say to the children of thy people: The justice of the just shall not deliver him, in what day soever he shall sin: and the wickedness of the wicked shall not hurt him, in what day soever he shall turn from his wickedness: and the just shall not be able to live in his justice, in what day soever he shall sin.
13 Οταν ειπω προς τον δικαιον οτι θελει εξαπαντος ζησει, και αυτος θαρρων εις την δικαιοσυνην αυτου πραξη αδικιαν, απασα η δικαιοσυνη αυτου δεν θελει μνημονευθη? και εν τη αδικια αυτου την οποιαν επραξεν, εν αυτη θελει αποθανει.13 Yea, if I shall say to the just that he shall surely live, and he, trusting in his justice, commit iniquity: all his justices shall be forgotten, and in his iniquity, which he hath committed, in the same shall he die.
14 Και οταν λεγω προς τον ασεβη, Εξαπαντος θελεις αποθανει, ο δε επιστρεψας απο της αμαρτιας αυτου πραξη κρισιν και δικαιοσυνην,14 And if I shall say to the wicked: Thou shalt surely die: and he do penance for his sin, and do judgment and justice,
15 αποδωση το ενεχυρον ο ασεβης, επιστρεψη το ηρπαγμενον, περιπατη εν τοις διαταγμασι της ζωης μη πραττων αδικιαν, θελει εξαπαντος ζησει, δεν θελει αποθανει?15 And if that wicked man restore the pledge, and render what he had robbed, and walk in the commandments of life, and do no unjust thing: he shall surely live, and shall not die.
16 πασαι αι αμαρτιαι αυτου, τας οποιας ημαρτησε, δεν θελουσι πλεον μνημονευθη εις αυτον? εκαμε κρισιν και δικαιοσυνην? θελει εξαπαντος ζησει.16 None of his sins, which he hath committed, shall be imputed to him: he hath done judgment and justice, he shall surely live.
17 Οι υιοι ομως του λαου σου λεγουσιν, Η οδος του Κυριου δεν ειναι ευθεια. Αλλα τουτων αυτων η οδος δεν ειναι ευθεια.17 And the children of thy people have said: The way of the Lord is not equitable: whereas their own way is unjust.
18 Οταν ο δικαιος επιστρεψη απο της δικαιοσυνης αυτου και πραξη αδικιαν, δια τουτο μαλιστα θελει αποθανει.18 For when the just shall depart from his justice, and commit iniquities, he shall die in them.
19 Και οταν ο ανομος επιστρεψη απο της ανομιας αυτου και πραξη κρισιν και δικαιοσυνην, αυτος θελει ζησει δια τουτο.19 And when the wicked shall depart from his wickedness, and shall do judgments, and justice: be shall live in them.
20 Σεις ομως λεγετε, Η οδος του Κυριου δεν ειναι ευθεια? οικος Ισραηλ, θελω σας κρινει εκαστον κατα τας οδους αυτου.20 And you say: The way of the Lord is not right, I will judge every one of you according to his ways, O house of Israel.
21 Και εν τω δωδεκατω ετει της αιχμαλωσιας ημων, τω δεκατω μηνι, τη πεμπτη του μηνος, ηλθε προς εμε διασεσωσμενος τις εξ Ιερουσαλημ, λεγων, Ηλωθη η πολις.21 And it came to pass in the twelfth year of our captivity, in the tenth month, in the fifth day of the month, that there came to me one that was fled from Jerusalem, saying: The city is laid waste.
22 Και η χειρ του Κυριου εσταθη επ' εμε το εσπερας πριν ελθη ο διασεσωσμενος, και ηνοιξε το στομα μου εωσου ηλθε προς εμε το πρωι? και ανοιχθεντος του στοματος μου δεν εσιωπησα πλεον.22 And the hand of the Lord had been upon me in the evening, before he that was fled came: and he opened my mouth till he came to me in the morning, and my mouth being opened, I was silent no more.
23 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,23 And the word of the Lord came to me, saying:
24 Υιε ανθρωπου, οι κατοικουντες εκεινας τας ερημωσεις εν τη γη Ισραηλ λαλουσι, λεγοντες, Εις ητο ο Αβρααμ και εκληρονομησε την γην? ημεις δε ειμεθα πολλοι? εις ημας εδοθη η γη δια κληρονομιαν.24 Son of man, they that dwell in these ruinous places in the land of Israel, speak, saying: Abraham was one, and he inherited the land, but we are many, the land is given us in possession.
25 Δια τουτο ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? σεις τρωγετε κρεας εν αιματι και σηκονετε τους οφθαλμους σας προς τα ειδωλα σας και χυνετε αιμα, και θελετε κληρονομησει την γην;25 Therefore say to them: Thus saith the Lord God, You that eat with the blood and lift up your eyes to your uncleannesses, and that shed blood: shall you possess the land by inheritance?
26 Σεις στηριζεσθε επι την ρομφαιαν σας, εργαζεσθε βδελυγματα και μιαινετε εκαστος την γυναικα του πλησιον αυτου, και θελετε κληρονομησει την γην;26 You stood on your swords, you have committed abominations, and every one hath defiled his neighbour's wife; and shall you possess the land by inheritance?
27 Ειπε ουτω προς αυτους? Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ζω εγω, οι εν ταις ερημωσεσι θελουσιν εξαπαντος πεσει εν μαχαιρα, και τον επι το προσωπον της πεδιαδος, θελω παραδωσει αυτον εις τα θηρια δια να καταφαγωσιν αυτον, οι δε εν τοις φρουριοις και εν τοις σπηλαιοις θελουσιν αποθανει υπο θανατικου.27 Say thou thus to them: Thus saith the Lord God: As I live, they that dwell in the ruinous places, shall fall by the sword: and he that is in the field, shall be given to the beasts to be devoured: and they that are in holds, and caves, shall die of the pestilence.
28 Διοτι θελω παραδωσει εις ολεθρον και ερημωσιν την γην, και η επαρσις της δυναμεως αυτης θελει καταβληθη, και τα ορη του Ισραηλ θελουσιν ερημωθη, ωστε να μη υπαρχη ο διαβαινων.28 And I will make the land a wilderness, and a desert, and the proud strength thereof shall fail, and the mountains of Israel shall be desolate, because there is none to pass by them.
29 Και θελουσι γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος, οταν παραδωσω εις ολεθρον και ερημωσιν την γην, δια παντα τα βδελυγματα αυτων τα οποια επραξαν.29 And they shall know that I am the Lord, when I shall have made their land waste and desolate, for all their abominations which they have committed.
30 Και συ, υιε ανθρωπου, οι υιοι του λαου σου λαλουσιν εναντιον σου παρα τα τειχη και εν ταις θυραις των οικιων, και λαλουσι προς αλληλους, εκαστος προς τον αδελφον αυτου, λεγοντες, Ελθετε λοιπον και ακουσατε τις ο λογος ο εξερχομενος παρα Κυριου.30 And thou son of man: the children of thy people, that talk of thee by the walls, and in the doors of the houses, and speak one to another each men to his neighbour, saying: Come, and let us hear what is the word that cometh forth from the Lord.
31 Και ερχονται προς σε, καθως συναγεται ο λαος, και καθηται εμπροσθεν σου ο λαος μου και ακουουσι τους λογους σου, αλλα δεν καμνουσιν αυτους? διοτι εν τω στοματι αυτων δεικνυουσι πολλην αγαπην, η καρδια ομως αυτων υπαγει κατοπιν της αισχροκερδειας αυτων.31 And they come to thee, as if a people were coming in, and my people sit before thee: and hear thy words, and do them not: for they turn them into a song of their mouth, and their heart goeth after their covetousness.
32 Και ιδου, συ εισαι προς αυτους ως ερωτικον ασμα ανθρωπου ηδυφωνου και παιζοντος οργανα καλως, διοτι ακουουσι τους λογους σου αλλα δεν καμνουσιν αυτους.32 And thou art to them as a musical song which is sung with a sweet and agreeable voice: and they hear thy words, and do them not.
33 Πλην οταν ελθη τουτο, και ιδου, ερχεται, τοτε θελουσι γνωρισει οτι εσταθη προφητης εν μεσω αυτων.33 And when that which was foretold shall come to pass, (for behold it is coming,) then shall they know that a prophet bath been among them.