Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΙΕΡΕΜΙΑΣ - Geremia - Jeremiah 14


font
GREEK BIBLEEL LIBRO DEL PUEBLO DE DIOS
1 Ο λογος του Κυριου ο γενομενος προς Ιερεμιαν περι της ανομβριας.1 Palabra del Señor que llegó a Jeremías con motivo de la gran sequía:
2 Ο Ιουδας πενθει και αι πυλαι αυτου ειναι περιλυποι? κοιτονται κατα γης μελανειμονουσαι? και ανεβη η κραυγη της Ιερουσαλημ.2 Judá está de duelo y sus puertas desfallecen; están lúgubres, aterradas, y se eleva el clamor de Jerusalén.
3 Και οι μεγιστανες αυτης απεστειλαν τους νεους αυτων δια υδωρ? ηλθον εις τα φρεατα, δεν ευρηκαν υδωρ? επεστρεψαν με τα αγγεια αυτων κενα? ησχυνθησαν και ενετραπησαν και εσκεπασαν τας κεφαλας αυτων.3 Los nobles mandan a sus criados en busca de agua: ellos van a las cisternas, pero no encuentran agua; vuelven con los cántaros vacíos; avergonzados y confundidos, se agarran la cabeza.
4 Επειδη η γη εσχισθη, διοτι δεν ητο βροχη επι της γης, οι γεωργοι ησχυνθησαν, εσκεπασαν τας κεφαλας αυτων.4 Al ver el suelo agrietado, porque no hay lluvia en el país, los campesinos, avergonzados, se agarran la cabeza.
5 Και η ελαφος ετι, γεννησασα εν τη πεδιαδι, εγκατελιπε το τεκνον αυτης, επειδη χορτος δεν ητο.5 Sí, hasta la cierva en el campo, deja abandonadas sus crías, por falta de pasto;
6 Και οι αγριοι ονοι εσταθησαν επι τους υψηλους τοπους, ερροφουν τον αερα ως θωες? οι οφθαλμοι αυτων εμαρανθησαν, επειδη χορτος δεν ητο.6 los asnos salvajes se paran en los montes desolados, aspiran el aire como los chacales; sus ojos se consumen, porque no hay más hierba.
7 Κυριε, αν και αι ανομιαι ημων καταμαρτυρωσιν εναντιον ημων, καμε ομως δια το ονομα σου? διοτι αι αποστασιαι ημων επληθυνθησαν? εις σε ημαρτησαμεν.7 ¡Si muestra iniquidad atestigua contra nosotros, obra, Señor, a causa de tu Nombre! Porque son muchas nuestras apostasías, hemos pecado contra ti.
8 Ελπις του Ισραηλ, σωτηρ αυτου εν καιρω θλιψεως, δια τι ηθελες εισθαι ως παροικος εν τη γη και ως οδοιπορος εκκλινων εις καταλυμα;8 Señor, esperanza de Israel, su salvador en el tiempo de la angustia: ¿por qué te comportas como un extranjero en el país, como un viajero que sólo acampa para pernoctar?
9 Δια τι ηθελες εισθαι ως ανθρωπος εκστατικος, ως ισχυρος μη δυναμενος να σωση; Αλλα συ, Κυριε, εν μεσω ημων εισαι, και το ονομα σου εκληθη εφ' ημας? μη εγκαταλιπης ημας.9 ¿Por qué procedes como un hombre aturdido, como un guerrero impotente para salvar? Pero tú, Señor, estás en medio de nosotros, nosotros somos llamados con tu Nombre: ¡no nos abandones!
10 Ουτω λεγει Κυριος προς τον λαον τουτον? Επειδη ηγαπησαν να πλανωνται και δεν εκρατησαν τους ποδας αυτων, δια τουτο ο Κυριος δεν ηυδοκησεν εις αυτους? τωρα θελει ενθυμηθη την ανομιαν αυτων και επισκεφθη τας αμαρτιας αυτων.10 Así habla el Señor acerca de este pueblo: ¡Cómo les gusta vagabundear! ¡No refrenan sus pasos! Pero el Señor no se complace en ellos: ahora se va a acordar de sus faltas y va a castigar sus pecados.
11 Και ειπε Κυριος προς εμε, Μη προσευχου υπερ του λαου τουτου δια καλον.11 El Señor me dijo: No ruegues en favor de este pueblo, no pidas por su bien.
12 Και εαν νηστευσωσι, δεν θελω εισακουσει της κραυγης αυτων? και εαν προσφερωσιν ολοκαυτωματα και προσφοραν, δεν θελω ευδοκησει εις αυτα? αλλα θελω καταναλωσει αυτους εν μαχαιρα και εν πεινη και εν λοιμω.12 Aunque ayunen, no escucharé sus gritos; aunque ofrezcan holocaustos y oblaciones, no los aceptaré. Antes bien, los voy a exterminar por la espada, por el hambre y la peste.
13 Και ειπα, Ω, Κυριε Θεε, ιδου, οι προφηται λεγουσι προς αυτους, δεν θελετε ιδει μαχαιραν ουδε θελει εισθαι πεινα εις εσας, αλλα θελω σας δωσει ειρηνην ασφαλη εν τω τοπω τουτω.13 Entonces dije: «Ah, Señor! Mira que los profetas les dicen: Ustedes no verán la espada ni pasarán hambre, porque yo les daré una paz duradera en este lugar».
14 Και ειπε Κυριος προς εμε, Ψευδη προφητευουσιν οι προφηται εν τω ονοματι μου? εγω δεν απεστειλα αυτους ουδε προσεταξα εις αυτους ουδε ελαλησα προς αυτους? αυτοι προφητευουσιν εις εσας ορασιν ψευδη και μαντειαν και ματαιοτητα και την δολιοτητα της καρδιας αυτων.14 El Señor me respondió: Es falso eso que los profetas profetizan en mi Nombre; yo no los envié, no les di ninguna orden ni les hablé. Visiones engañosas, vana adivinación, fantasías de su imaginación: eso es lo que lo ellos profetizan para ustedes.
15 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος περι των προφητων των προφητευοντων εν τω ονοματι μου, ενω εγω δεν απεστειλα, αυτους αλλ' αυτοι λεγουσι, Μαχαιρα και πεινα δεν θελει εισθαι εν τω τοπω τουτω? εν μαχαιρα και εν πεινη θελουσι συντελεσθη οι προφηται εκεινοι.15 Por eso, acerca de los profetas que profetizan en mi Nombre sin que yo los haya enviado, y que andan diciendo: «No habrá espada ni hambre en este país»: Así habla el Señor: ¡Por la espada y el hambre serán aniquilados esos profetas!
16 Ο δε λαος, εις τους οποιους αυτοι προφητευουσι, θελουσιν εισθαι ερριμμενοι εν ταις οδοις της Ιερουσαλημ υπο πεινης και μαχαιρας? και δεν θελει εισθαι ο θαπτων αυτους, τας γυναικας αυτων και τους υιους αυτων και τας θυγατερας αυτων? και θελω εκχεει επ' αυτους την κακιαν αυτων.16 Y aquellos a quienes ellos profetizan, serán arrojados por las calles de Jerusalén, a consecuencia del hambre y de la espada, sin que haya nadie para enterrarlos, ni a ellos, ni a sus mujeres, ni a sus hijos ni a sus hijas. Yo derramaré sobre ellos su propia maldad.
17 Δια τουτο θελεις ειπει προς αυτους τον λογον τουτον? Ας χυσωσιν οι οφθαλμοι μου δακρυα, νυκτα και ημεραν, και ας μη παυσωσι? διοτι η παρθενος, η θυγατηρ του λαου μου, συνετριφθη συντριμμα μεγα, πληγην οδυνηραν σφοδρα.17 Tú les dirás esta palabra: Que mis ojos se deshagan en lágrimas, día y noche, sin cesar, porque la virgen hija de mi pueblo ha sufrido un gran quebranto, una llaga incurable.
18 Εαν εξελθω εις την πεδιαδα, τοτε ιδου, οι πεφονευμενοι εν μαχαιρα? και εαν εισελθω εις την πολιν, τοτε ιδου, οι νενεκρωμενοι υπο της πεινης, ο δε προφητης ετι και ο ιερευς εμπορευονται επι της γης και δεν αισθανονται.18 Si salgo al campo abierto, veo las víctimas de la espada; si entro en la ciudad, veo los sufrimientos del hambre. Sí, hasta el profeta y el sacerdote recorren el país y no logran comprender.
19 Απερριψας πανταπασι τον Ιουδαν; απεστραφη την Σιων η ψυχη σου; Δια τι επαταξας ημας, και δεν υπαρχει θεραπεια εις ημας; επροσμενομεν ειρηνην, αλλ' ουδεν αγαθον? και τον καιρον της θεραπειας, και ιδου, ταραχη.19 ¿Has rechazado del todo a Judá? ¿Estás disgustado con Sión? ¿Por qué nos has herido sin remedio? Se esperaba la paz, ¡y no hay nada bueno...! el tiempo de la curación, ¡y sobrevino el espanto!
20 Γνωριζομεν, Κυριε, την ασεβειαν ημων, την ανομιαν των πατερων ημων, οτι ημαρτησαμεν εις σε.20 Reconocemos, Señor, nuestra maldad, la iniquidad de nuestros padres, porque hemos pecado contra ti.
21 Μη αποστραφης ημας, δια το ονομα σου? μη ατιμασης τον θρονον της δοξης σου? ενθυμηθητι, μη διασκεδασης την διαθηκην σου την προς ημας.21 A causa de tu Nombre, no desprecie, no envilezcas el trono de tu Gloria: ¡acuérdate, no rompas tu Alianza con nosotros!
22 Υπαρχει μεταξυ των ματαιοτητων των εθνων διδους βροχην; η οι ουρανοι διδουσιν υετους; δεν εισαι συ αυτος ο δοτηρ, Κυριε Θεε ημων; δια τουτο θελομεν σε προσμενει? διοτι συ εκαμες παντα ταυτα.22 Entre los ídolos de las naciones, ¿hay alguien que haga llover? ¿Es el cielo el que envía los chaparrones? ¿No eres tú, Señor, nuestro Dios? Nosotros esperamos en ti, porque eres tú el que has hecho todo esto.