ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ - Qoelet - Ecclesiastes 4
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | VULGATA |
---|---|
1 Τοτε εγω εστραφην και ειδον πασας τας αδικιας τας γινομενας υπο τον ηλιον? και ιδου, δακρυα των αδικουμενων, και δεν υπηρχεν εις αυτους ο παρηγορων? η δε δυναμις ητο εν τη χειρι των αδικουντων αυτους? και δεν υπηρχεν εις αυτους ο παρηγορων. | 1 Verti me ad alia, et vidi calumnias quæ sub sole geruntur, et lacrimas innocentium, et neminem consolatorem, nec posse resistere eorum violentiæ, cunctorum auxilio destitutos, |
2 Οθεν εγω εμακαρισα τους τελευτησαντας, τους ηδη αποθανοντας, μαλλον παρα τους ζωντας, οσοι ζωσιν ετι. | 2 et laudavi magis mortuos quam viventes ; |
3 Καλητερος δε αμφοτερων ειναι, οστις δεν υπηρξεν ετι, οστις δεν ειδε τα πονηρα εργα τα γινομενα υπο τον ηλιον. | 3 et feliciorem utroque judicavi qui necdum natus est, nec vidit mala quæ sub sole fiunt. |
4 Προσετι εγω εθεωρησα παντα μοχθον και πασαν επιτευξιν εργου, οτι δια τουτο ο ανθρωπος φθονειται υπο του πλησιον αυτου? και τουτο ματαιοτης και θλιψις πνευματος. | 4 Rursum contemplatus sum omnes labores hominum, et industrias animadverti patere invidiæ proximi ; et in hoc ergo vanitas et cura superflua est. |
5 Ο αφρων περιπλεκει τας χειρας αυτου και τρωγει την εαυτου σαρκα. | 5 Stultus complicat manus suas, et comedit carnes suas, dicens : |
6 Καλητερον μια δραξ πληρης αναπαυσεως παρα δυο πληρεις μοχθου και θλιψεως πνευματος. | 6 Melior est pugillus cum requie, quam plena utraque manus cum labore et afflictione animi. |
7 Παλιν εστραφην εγω και ειδον ματαιοτητα υπο τον ηλιον? | 7 Considerans, reperi et aliam vanitatem sub sole. |
8 υπαρχει τις και δεν εχει δευτερον? ναι, δεν εχει ουτε υιον ουτε αδελφον? και ομως δεν παυει απο παντος του μοχθου αυτου? μαλιστα ο οφθαλμος αυτου δεν χορταινει πλουτου? και δεν λεγει, δια τινα εγω κοπιαζω και στερω την ψυχην μου απο αγαθων; και τουτο ειναι ματαιοτης και περισπασμος λυπηρος. | 8 Unus est, et secundum non habet, non filium, non fratrem, et tamen laborare non cessat, nec satiantur oculi ejus divitiis ; nec recogitat, dicens : Cui laboro, et fraudo animam meam bonis ? In hoc quoque vanitas est et afflictio pessima. |
9 Καλητεροι οι δυο υπερ τον ενα? επειδη αυτοι εχουσι καλην αντιμισθιαν εν τω κοπω αυτων. | 9 Melius est ergo duos esse simul quam unum ; habent enim emolumentum societatis suæ. |
10 Διοτι, εαν πεσωσιν, ο εις θελει σηκωσει τον συντροφον αυτου? αλλ' ουαι εις τον ενα, οστις πεση και δεν εχη δευτερον να σηκωση αυτον. | 10 Si unus ceciderit, ab altero fulcietur. Væ soli, quia cum ceciderit, non habet sublevantem se. |
11 Παλιν, εαν δυο πλαγιασωσιν ομου, τοτε θερμαινονται? ο εις ομως πως θελει θερμανθη; | 11 Et si dormierint duo, fovebuntur mutuo ; unus quomodo calefiet ? |
12 Και εαν τις υπερισχυση κατα του ενος, οι δυο θελουσιν αντισταθη εις αυτον? και το τριπλουν σχοινιον δεν κοπτεται ταχεως. | 12 Et si quispiam prævaluerit contra unum, duo resistunt ei ; funiculus triplex difficile rumpitur. |
13 Καλητερον πτωχον και σοφον παιδιον παρα βασιλευς γερων και αφρων, οστις δεν ειναι πλεον επιδεκτικος νουθεσιας? | 13 Melior est puer pauper et sapiens, rege sene et stulto, qui nescit prævidere in posterum. |
14 διοτι το μεν εξερχεται εκ του οικου των δεσμιων δια να βασιλευση? ο δε και βασιλευς γεννηθεις καθισταται πενης. | 14 Quod de carcere catenisque interdum quis egrediatur ad regnum ; et alius, natus in regno, inopia consumatur. |
15 Ειδον παντας τους ζωντας τους περιπατουντας υπο τον ηλιον, μετα του υιου, του δευτερου, οστις θελει σταθη αντ' αυτου. | 15 Vidi cunctos viventes qui ambulant sub sole cum adolescente secundo, qui consurget pro eo. |
16 Δεν υπαρχει τελος εις παντα τον λαον, εις παντας τους προυπαρξαντας αυτων? αλλ' ουδε οι μετα ταυτα θελουσιν ευφρανθη εις αυτον? λοιπον και τουτο ματαιοτης και θλιψις πνευματος. | 16 Infinitus numerus est populi omnium qui fuerunt ante eum, et qui postea futuri sunt non lætabuntur in eo ; sed et hoc vanitas et afflictio spiritus. |
17 Custodi pedem tuum ingrediens domum Dei, et appropinqua ut audias. Multo enim melior est obedientia quam stultorum victimæ, qui nesciunt quid faciunt mali. |