Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 78


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Μασχιλ του Ασαφ.>> Ακουσον, λαε μου, τον νομον μου? κλινατε τα ωτα σας εις τα λογια του στοματος μου.1 Méditation d’Asaf. Écoute, ô mon peuple, cet enseignement, prends au sérieux ces paroles de ma bouche.
2 Θελω ανοιξει εν παραβολη το στομα μου? θελω προφερει πραγματα αξιομνημονευτα, τα απ' αρχης?2 Je te parle: c’est un poème, je reprendrai les énigmes du passé.
3 οσα ηκουσαμεν και εγνωρισαμεν και οι πατερες ημων διηγηθησαν εις ημας.3 Ce qu’on nous a transmis, et ce que nous savons, ce que nos pères nous ont raconté,
4 Δεν θελομεν κρυψει αυτα απο των τεκνων αυτων εις την επερχομενην γενεαν, διηγουμενοι τους επαινους του Κυριου και την δυναμιν αυτου και τα θαυμασια αυτου, τα οποια εκαμε.4 il ne faut pas que nos fils l’ignorent. Nous redirons à la génération qui monte les exploits du Seigneur, sa puissance, les merveilles qu’il a faites.
5 Και εστησε μαρτυριον εν τω Ιακωβ και νομον εθεσεν εν τω Ισραηλ, τα οποια προσεταξεν εις τους πατερας ημων, να καμνωσιν αυτα γνωστα εις τα τεκνα αυτων?5 Il enracina en Jacob ses déclarations, à Israël il donna une loi. Puis il ordonna à nos pères de le faire connaître à leurs enfants,
6 δια να γνωριζη αυτα η γενεα η επερχομενη, οι υιοι οι μελλοντες να γεννηθωσι? και αυτοι, οταν αναστηθωσι, να διηγωνται εις τα τεκνα αυτων?6 pour que leurs successeurs en aient la connaissance, tous ces fils qui allaient naître. Ils devaient se charger d’en instruire leurs fils
7 δια να θεσωσιν επι τον Θεον την ελπιδα αυτων, και να μη λησμονωσι τα εργα του Θεου, αλλα να φυλαττωσι τας εντολας αυτου?7 pour que ceux-ci mettent en Dieu leur espoir, qu’ils n’oublient pas les exploits de leur Dieu mais qu’ils observent ses lois;
8 και να μη γεινωσιν, ως οι πατερες αυτων, γενεα διεστραμμενη και απειθης? γενεα, ητις δεν εφυλαξεν ευθειαν την καρδιαν αυτης, και δεν εσταθη πιστον μετα του Θεου το πνευμα αυτης?8 qu’ils n’aillent pas imiter leurs pères, cette génération rebelle et révoltée, incapable de fixer sa décision, dont l’esprit n’était pas fidèle à Dieu.
9 ως οι υιοι του Εφραιμ, οιτινες ωπλισμενοι, βασταζοντες τοξα, εστραφησαν οπισω την ημεραν της μαχης.9 Voyez Éphraïm et ses tireurs à l’arc: ils ont pris la fuite au jour du combat.
10 Δεν εφυλαξαν την διαθηκην του Θεου, και εν τω νομω αυτου δεν ηθελησαν να περιπατωσι?10 C’est qu’ils ne respectaient pas l’alliance de Dieu, ils avaient refusé de suivre sa loi.
11 και ελησμονησαν τα εργα αυτου και τα θαυμασια αυτου, τα οποια εδειξεν εις αυτους.11 Ils avaient oublié ses exploits, ses merveilles déjà faites sous leurs yeux.
12 Εμπροσθεν των πατερων αυτων εκαμε θαυμασια, εν τη γη της Αιγυπτου, τη πεδιαδι Τανεως.12 Quelles merveilles ne fit-il pas devant leurs pères, au pays d’Égypte, aux champs de Tanis?
13 Διεσχισε την θαλασσαν και διεπερασεν αυτους και εστησε τα υδατα ως σωρον?13 Il ouvrit la mer et les fit passer entre deux barrières d’eau.
14 και ωδηγησεν αυτους την ημεραν εν νεφελη και ολην την νυκτα εν φωτι πυρος.14 Il les guida de jour par une nuée, et chaque nuit, par une lueur de feu.
15 Διεσχισε πετρας εν τη ερημω και εποτισεν αυτους ως εκ μεγαλων αβυσσων?15 Il fendit les roches dans le désert afin qu’ils aient, pour boire, toute l’eau du monde.
16 και εξηγαγε ρυακας εκ της πετρας και κατεβιβασεν υδατα ως ποταμους.16 Il fit jaillir des ruisseaux de la roche, des eaux qui s’écoulaient comme les eaux d’un fleuve.
17 Αλλ' αυτοι εξηκολουθουν ετι αμαρτανοντες εις αυτον, παροξυνοντες τον Υψιστον εν ανυδρω τοπω?17 Mais ils recommencèrent à pécher contre lui: aux terres arides ils ont défié le Très-Haut.
18 και επειρασαν τον Θεον εν τη καρδια αυτων, ζητουντες βρωσιν κατα την ορεξιν αυτων?18 Ils voulurent le mettre à l’épreuve, ils lui demandèrent à manger pour survivre,
19 και ελαλησαν κατα του Θεου, λεγοντες, Μηπως δυναται ο Θεος να ετοιμαση τραπεζαν εν τη ερημω;19 avec des paroles insultantes pour Dieu. Ils disaient: “Dieu en est-il capable, va-t-il nous dresser la table au désert?
20 Ιδου, επαταξε την πετραν, και ερρευσαν υδατα και χειμαρροι επλημμυρησαν? μηπως δυναται να δωση και αρτον; η να ετοιμαση κρεας εις τον λαον αυτου;20 Il a frappé la roche et l’eau a coulé, des torrents se sont échappés; sera-t-il capable aussi de donner du pain, de servir de la viande à son peuple?”
21 Δια τουτο ηκουσεν ο Κυριος και ωργισθη? και πυρ εξηφθη κατα του Ιακωβ, ετι δε και οργη ανεβη κατα του Ισραηλ?21 Le Seigneur avait entendu, il s’emporta; un feu flamba contre Jacob, une fois de plus la colère frappa Israël.
22 διοτι δεν επιστευσαν εις τον Θεον, ουδε ηλπισαν επι την σωτηριαν αυτου?22 C’est qu’ils n’avaient pas cru en Dieu, ils n’avaient pas compté sur lui pour les sauver.
23 ενω προσεταξε τας νεφελας απο ανωθεν και τας θυρας του ουρανου ηνοιξε,23 Mais il donna un ordre aux nuées d’en haut, il ouvrit les portillons du firmament.
24 και εβρεξεν εις αυτους μαννα δια να φαγωσι και σιτον ουρανου εδωκεν εις αυτους?24 Il leur fit pleuvoir le manger: c’était la manne, le blé céleste.
25 αρτον αγγελων εφαγεν ο ανθρωπος? τροφην εστειλεν εις αυτους μεχρι χορτασμου.25 Et l’homme a mangé le pain des Forts quand Dieu donnait à la pause autant qu’on en voulait.
26 Εσηκωσεν εν τω ουρανω ανατολικον ανεμον, και δια της δυναμεως αυτου επεφερε τον νοτον?26 Il fit souffler dans les cieux le vent d’est, il déchaîna sa force avec le vent du sud
27 και εβρεξεν επ' αυτους κρεας ως το χωμα και πετεινα πτερωτα ως την αμμον της θαλασσης?27 et fit pleuvoir sur eux, non la poussière mais la viande, des volailles sans nombre comme sables des mers,
28 και εκαμε να πεσωσιν εις το μεσον του στρατοπεδου αυτων, κυκλω των σκηνων αυτων.28 qui tombaient dans leur camp tout autour de leurs tentes.
29 Και εφαγον και εχορτασθησαν σφοδρα? και εφερεν εις αυτους την επιθυμιαν αυτων?29 Ils mangèrent plus que leur compte: c’était tout leur désir et Dieu l’avait comblé.
30 δεν ειχον χωρισθη απο της επιθυμιας αυτων, ετι ητο εν τω στοματι αυτων βρωσις αυτων,30 Le désir était encore là, dans leur cœur, et la nourriture encore dans leur bouche,
31 και οργη του Θεου ανεβη επ' αυτους, και εφονευσε τους μεγαλητερους εξ αυτων και τους εκλεκτους του Ισραηλ κατεβαλεν.31 quand la colère de Dieu se retourna contre eux. Il fit périr les plus solides d’entre eux, il massacra l’élite de la jeunesse d’Israël.
32 Εν πασι τουτοις ημαρτησαν ετι και δεν επιστευσαν εις τα θαυμασια αυτου.32 Après tout cela ils péchèrent encore, ils ne croyaient toujours pas à ses miracles.
33 Δια τουτο συνετελεσεν εν ματαιοτητι τας ημερας αυτων και τα ετη αυτων εν ταραχη.33 Aussi Dieu, d’un souffle, éteignait leurs jours, leurs années s’achevaient dans l’épouvante.
34 Οτε εθανατονεν αυτους, τοτε εξεζητουν αυτον, και επεστρεφον και απο ορθρου προσετρεχον εις τον Θεον?34 Quand Dieu les massacrait, ils le cherchaient, ils revenaient, ils étaient tout à lui.
35 και ενεθυμουντο, οτι ο Θεος ητο φρουριον αυτων και ο Θεος ο Υψιστος λυτρωτης αυτων.35 Ils se rappelaient que Dieu est leur rocher, que le Très-Haut est leur rédempteur.
36 Αλλ' εκολακευον αυτον δια του στοματος αυτων και δια της γλωσσης αυτων εψευδοντο προς αυτον?36 Mais tout restait en paroles, leur langue ne pouvait que mentir
37 Η δε καρδια αυτων δεν ητο ευθεια μετ' αυτου, και δεν ησαν πιστοι εις την διαθηκην αυτου.37 car leur cœur ne se donnait pas à fond: ils n’avaient pas foi en son alliance.
38 Αυτος ομως οικτιρμων συνεχωρησε την ανομιαν αυτων και δεν ηφανισεν αυτους? αλλα πολλακις ανεστελλε τον θυμον αυτου, και δεν διηγειρεν ολην την οργην αυτου?38 Lui était toujours tendresse et compassion, il pardonnait la faute plutôt que de les perdre. Que de fois n’a-t-il pas fait taire sa colère au lieu de réveiller toute sa fureur!
39 και ενεθυμηθη οτι ησαν σαρξ? ανεμος παρερχομενος και μη επιστρεφων.39 Ils ne sont que chair, se disait-il, quand le souffle s’échappe, il ne revient pas.
40 Ποσακις παρωξυναν αυτον εν τη ερημω, παρωργισαν αυτον εν τη ανυδρω,40 Comme ils l’ont défié au désert, comme ils ont su l’énerver dans la steppe!
41 και εστραφησαν και επειρασαν τον Θεον, και τον Αγιον του Ισραηλ παρωξυναν.41 Une fois de plus ils mettaient Dieu à l’épreuve, ils exaspéraient le Saint d’Israël.
42 Δεν ενεθυμηθησαν την χειρα αυτου, την ημεραν καθ' ην ελυτρωσεν αυτους απο του εχθρου?42 Ils ne pensaient plus à son intervention au jour qu’il les sauva de l’adversaire,
43 πως εδειξεν εν Αιγυπτω τα σημεια αυτου και τα θαυμασια αυτου εν τη πεδιαδι Τανεως?43 quand il fit en Égypte des signes, des miracles en terre de Tanis.
44 και μετεβαλεν εις αιμα τους ποταμους αυτων και τους ρυακας αυτων, δια να μη πιωσιν.44 Il avait changé les eaux du fleuve en sang, l’eau des ruisseaux n’était plus bonne à boire.
45 Απεστειλεν επ' αυτους κυνομυιαν και κατεφαγεν αυτους, και βατραχους και εφανισαν αυτους.45 Puis c’étaient des moustiques pour les dévorer, et des grenouilles qui faisaient des ravages.
46 Και παρεδωκε τους καρπους αυτων εις τον βρουχον και τους κοπους αυτων εις την ακριδα.46 Il avait livré leurs récoltes au criquet, la sauterelle avait mangé tout leur travail.
47 Κατηφανισε δια της χαλαζης τας αμπελους αυτων και τας συκαμινους αυτων με πετρας χαλαζης?47 Les grêlons massacraient la vigne, le givre avait tué le sycomore.
48 και παρεδωκεν εις την χαλαζαν τα κτηνη αυτων και τα ποιμνια αυτων εις τους κεραυνους.48 Il avait livré à la grêle leur bétail, la foudre tombait sur leurs bêtes.
49 Απεστειλεν επ' αυτους την εξαψιν του θυμου αυτου, την αγανακτησιν και την οργην και την θλιψιν, αποστελλων αυτα δι' αγγελων κακοποιων.49 Il déchaîna sur eux l’ardeur de sa colère, et ce fut l’emportement, la fureur, la détresse, un bel envoi d’anges de malheur.
50 Ηνοιξεν οδον εις την οργην αυτου? δεν εφεισθη απο του θανατου την ψυχην αυτων, και παρεδωκεν εις θανατικον την ζωην αυτων?50 Comme il donnait libre cours à sa colère, il ne leur épargna pas même la mort: il les livra à la peste.
51 και επαταξε παν πρωτοτοκον εν Αιγυπτω, την απαρχην της δυναμεως αυτων εν ταις σκηναις του Χαμ?51 Il frappa tout premier-né en Égypte, les premiers engendrés dans les tentes de Kam.
52 και εσηκωσεν εκειθεν ως προβατα τον λαον αυτου και ωδηγησεν αυτους ως ποιμνιον εν τη ερημω?52 Alors il fit partir son peuple, ses brebis, il guida son troupeau au désert.
53 και ωδηγησεν αυτους εν ασφαλεια, και δεν εδειλιασαν? τους δε εχθρους αυτων εσκεπασεν η θαλασσα.53 Il les fit aller sûrs et sans crainte tandis que la mer passait sur leurs ennemis.
54 Και εισηγαγεν αυτους εις το οριον της αγιοτητος αυτου, το ορος τουτο, το οποιον απεκτησεν η δεξια αυτου?54 Il les fit entrer dans ses frontières saintes, les montagnes que lui-même a conquises.
55 και εξεδιωξεν απ' εμπροσθεν αυτων τα εθνη και διεμοιρασεν αυτα κληρονομιαν με σχοινιον, και εν ταις σκηναις αυτων κατωκισε τας φυλας του Ισραηλ.55 Il chassa devant eux les nations, pour installer dans leurs tentes les tribus d’Israël et répartir au cordeau cet héritage.
56 Και ομως επειρασαν και παρωξυναν τον Θεον τον υψιστον και δεν εφυλαξαν τα μαρτυρια αυτου?56 Mais eux, ils défiaient le Dieu Très-Haut, ils le mettaient à l’épreuve: ils ne tenaient pas compte de ses paroles.
57 αλλ' εστραφησαν και εφερθησαν απιστως, ως οι πατερες αυτων? εστραφησαν ως τοξον στρεβλον?57 Ils déviaient comme leurs pères, ils trahissaient, ils se retournaient comme l’arc qui tire à faux.
58 και παρωργισαν αυτον με τους υψηλους αυτων τοπους, και με τα γλυπτα αυτων διηγειραν αυτον εις ζηλοτυπιαν.58 Leurs sanctuaires l’ont irrité, leurs idoles l’ont rendu jaloux.
59 Ηκουσεν ο Θεος και υπερωργισθη και εβδελυχθη σφοδρα τον Ισραηλ?59 Dieu les entendait, il s’est emporté, il a rejeté pour de bon Israël.
60 και εγκατελιπε την σκηνην του Σηλω, την σκηνην οπου κατωκησε μεταξυ των ανθρωπων?60 Il abandonna sa demeure de Silo, sa tente qu’il avait plantée chez les hommes.
61 και παρεδωκεν εις αιχμαλωσιαν την δυναμιν αυτου και την δοξαν αυτου εις χειρα εχθρου?61 Il voulut que sa Gloire aille en captivité, que son diadème tombe aux mains de l’ennemi.
62 και παρεδωκεν εις ρομφαιαν τον λαον αυτου και υπερωργισθη κατα της κληρονομιας αυτου?62 Il en voulait tellement aux siens qu’il livra son peuple à l’épée.
63 τους νεους αυτων κατεφαγε πυρ, και αι παρθενοι αυτων δεν ενυμφευθησαν?63 Les garçons périrent dans les flammes et les filles restèrent sans se marier.
64 οι ιερεις αυτων επεσον εν μαχαιρα, και αι χηραι αυτων δεν επενθησαν.64 Ses prêtres tombèrent sous l’épée et leurs veuves ne se lamentèrent pas.
65 Τοτε εξηγερθη ως εξ υπνου ο Κυριος, ως ανθρωπος δυνατος, βοων απο οινου?65 Mais le Seigneur, comme un dormeur, se réveilla, comme un homme solide qui a cuvé son vin.
66 και επαταξε τους εχθρους αυτου εις τα οπισω? ονειδος αιωνιον εθεσεν επ' αυτους.66 Il frappa l’adversaire par derrière, il le laissa humilié pour toujours.
67 Και απερριψε την σκηνην Ιωσηφ, και την φυλην Εφραιμ δεν εξελεξεν.67 Puis il a écarté la famille de Joseph, il n’a pas choisi la tribu d’Éphraïm.
68 Αλλ' εξελεξε την φυλην Ιουδα, το ορος της Σιων, το οποιον ηγαπησε.68 Son choix est allé à la tribu de Juda, à ce mont Sion qu’il aimait.
69 Και ωκοδομησεν ως υψηλα παλατια το αγιαστηριον αυτου, ως την γην την οποιαν εθεμελιωσεν εις τον αιωνα.69 Il a bâti son sanctuaire, pareil aux montagnes, et comme le monde, stable à jamais.
70 Και εξελεξε Δαβιδ τον δουλον αυτου και ανελαβεν αυτον εκ των ποιμνιων των προβατων?70 Il a choisi David, son serviteur, qu’il trouva à l’enclos des moutons
71 Εξοπισθεν των θηλαζοντων προβατων εφερεν αυτον, δια να ποιμαινη Ιακωβ τον λαον αυτου και Ισραηλ την κληρονομιαν αυτου?71 alors qu’il soignait les brebis mères. Il lui a fait paître Jacob, son peuple, Israël, son héritage.
72 Και εποιμανεν αυτους κατα την ακακιαν της καρδιας αυτου? και δια της συνεσεως των χειρων αυτου ωδηγησεν αυτους.72 Il s’est fait leur pasteur, son cœur était sans faille, et d’une main sage, il les guidait.