Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΕΞΟΔΟΣ - Esodo - Exodus 2


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Υπηγε δε ανθρωπος τις εκ του οικου Λευι, και ελαβεν εις γυναικα μιαν εκ των θυγατερων Λευι.1 Egy Lévi házából való férfi elment, és feleséget vett a maga nemzetségéből.
2 Και συνελαβεν η γυνη και εγεννησεν υιον? ιδουσα δε αυτον οτι ητο ευμορφος, εκρυψεν αυτον τρεις μηνας.2 Az fogant és fiút szült. Mivel látta, hogy szép, rejtegette három hónapig.
3 Μη δυναμενη δε να κρυπτη αυτον πλεον, ελαβε δι' αυτον κιβωτιον σπαρτινον και κατεχρισεν αυτο με ασφαλτον και πισσαν και ενεβαλε το παιδιον εις αυτο και εθεσεν εις το ελωδες μερος παρα το χειλος του ποταμου.3 Amikor aztán tovább már nem titkolhatta, fogott egy gyékénykosárkát, bekente aszfalttal és szurokkal, beletette a gyermeket, és kitette a folyó partján levő sás közé.
4 Η δε αδελφη αυτου παρεμονευε μακροθεν, δια να ιδη το αποβησομενον εις αυτο.4 A nénje pedig messzebb megállt, és figyelte a dolog kimenetelét.
5 Και κατεβη η θυγατηρ του Φαραω δια να λουσθη εις τον ποταμον, αι δε θεραπαιναι αυτης περιεπατουν επι την οχθην του ποταμου? και οτε ειδε το κιβωτιον εις το ελωδες μερος, εστειλε την παιδισκην αυτης και ελαβεν αυτο?5 A fáraó lánya éppen lement, hogy megfürödjék a folyóban. A szolgálói ezalatt a folyó partján járkáltak. Amikor a fáraó lánya meglátta a kosárkát a sás között, odaküldte egyik szolgálóját, elhozatta,
6 και ανοιξασα βλεπει το παιδιον και ιδου, το νηπιον εκλαιε? και ελυπηθη αυτο, λεγουσα, Εκ των παιδιων των Εβραιων ειναι τουτο.6 és kinyitotta. Amikor látta, hogy egy nyöszörgő gyermek van benne, megkönyörült rajta, és így szólt: »Ez a héberek gyermekei közül való!«
7 Τοτε ειπεν η αδελφη αυτου προς την θυγατερα του Φαραω, Θελεις να υπαγω να καλεσω εις σε γυναικα θηλαζουσαν εκ των Εβραιων, δια να σοι θηλαση το παιδιον;7 A gyermek nénje ekkor azt mondta neki: »Akarod-e, hogy elmenjek, és hívjak neked egy héber asszonyt, hogy szoptassa a gyermeket?«
8 Και ειπε προς αυτην η θυγατηρ του Φαραω, Υπαγε. Και υπηγε το κορασιον και εκαλεσε την μητερα του παιδιου.8 Az így felelt: »Menj!« Elment a lány, és elhívta a gyermek anyját.
9 Και ειπε προς αυτην η θυγατηρ του Φαραω, Λαβε το παιδιον τουτο και θηλασον μοι αυτο, και εγω θελω σοι δωσει τον μισθον σου.9 A fáraó lánya így szólt hozzá: »Fogd ezt a gyermeket, és szoptasd nekem! Jutalmadat megadom majd neked!« Az asszony fogta a gyermeket, szoptatta, és amikor megnőtt, átadta a fáraó lányának.
10 Ελαβε δε η γυνη το παιδιον και εθηλαζεν αυτο. Και αφου εμεγαλωσε το παιδιον, εφερεν αυτο προς την θυγατερα του Φαραω, και εγεινεν υιος αυτης? και εκαλεσε το ονομα αυτου Μωυσην, λεγουσα, Οτι εκ του υδατος ανεσυρα αυτο.10 A fáraó lánya fiává fogadta, és elnevezte Mózesnek, mondván: »Mert a vízből vettem ki.«
11 Κατα δε τας ημερας εκεινας, αφου ο Μωυσης εμεγαλωσεν, εξηλθε προς τους αδελφους αυτου? και παρατηρων τα βαρη αυτων, βλεπει ανθρωπον Αιγυπτιον τυπτοντα Εβραιον τινα εκ των αδελφων αυτου.11 Azokban a napokban, amikor Mózes már felnőtt, kiment testvéreihez. Látta sanyargatásukat, és hogy egy egyiptomi ember üti az ő egyik héber testvérét.
12 Περιβλεψας δε εδω και εκει και ιδων οτι δεν ητο ουδεις, επαταξε τον Αιγυπτιον και εκρυψεν αυτον εν τη αμμω.12 Ekkor szétnézett erre is, arra is, és amikor látta, hogy nincs ott senki sem, leütötte az egyiptomit, és elrejtette a homokban.
13 Και εξηλθε την ακολουθον ημεραν και ιδου, δυο ανδρες Εβραιοι διεπληκτιζοντο? και λεγει προς τον αδικουντα, Δια τι τυπτεις τον πλησιον σου;13 Másnap ismét kiment, és azt látta, hogy két héber ember civódik. Azt mondta erre annak, aki jogtalanul cselekedett: »Miért ütöd felebarátodat?«
14 Ο δε ειπε, Τις σε κατεστησεν αρχοντα και κριτην εφ' ημας; Μηπως θελεις συ να με φονευσης, καθως εφονευσας τον Αιγυπτιον; Και εφοβηθη ο Μωυσης και ειπε, Βεβαιως το πραγμα τουτο εγεινε γνωστον.14 Az így felelt: »Ki tett téged fejedelemmé és bíróvá fölénk? Talán meg akarsz ölni, ahogy tegnap megölted az egyiptomit?« Megijedt erre Mózes, és azt mondta: »Hogyan derülhetett ki ez a dolog?«
15 Ακουσας δε ο Φαραω το πραγμα τουτο, εζητει να θανατωση τον Μωυσην? αλλ' ο Μωυσης εφυγεν απο προσωπου του Φαραω και κατωκησεν εν τη γη Μαδιαμ? εκαθισε δε πλησιον του φρεατος.15 De a fáraó is hallott a dologról, és halálra kerestette Mózest. Erre ő elmenekült a fáraó színe elől, és Mádián földjén telepedett meg. Elérkezett tehát Mádián földjére, és leült egy kút mellé.
16 Ο δε ιερευς της Μαδιαμ ειχεν επτα θυγατερας, αιτινες ελθουσαι ηντλησαν υδωρ και εγεμισαν τας ποτιστρας δια να ποτισωσι τα προβατα του πατρος αυτων.16 Mádián papjának volt hét lánya, ezek odajöttek vizet meríteni. Megtöltötték az itatókat, és meg akarták itatni apjuk nyáját.
17 Ελθοντες δε οι ποιμενες εδιωξαν αυτας? και σηκωθεις ο Μωυσης εβοηθησεν αυτας και εποτισε τα προβατα αυτων.17 Odajöttek azonban a pásztorok, és elkergették őket. Felkelt erre Mózes, megvédelmezte a lányokat, és megitatta juhaikat.
18 Και οτε ηλθον προς Ραγουηλ τον πατερα αυτων, ειπε προς αυτας, Δια τι τοσον ταχεως ηλθετε σημερον;18 Amikor azok visszatértek atyjukhoz, Ráguelhez, az megkérdezte tőlük: »Miért jöttetek meg hamarabb a szokottnál?«
19 Αι δε ειπον, Ανθρωπος Αιγυπτιος ελυτρωσεν ημας εκ των χειρων των ποιμενων και προσετι ηντλησεν εις ημας υδωρ και εποτισε τα προβατα.19 Ők azt felelték: »Egy egyiptomi férfi kiszabadított minket a pásztorok kezéből, sőt vizet is merített nekünk, és megitatta a juhokat.«
20 Ο δε ειπε προς τας θυγατερας αυτου, Και που ειναι; δια τι αφηκατε τον ανθρωπον; καλεσατε αυτον δια να φαγη αρτον.20 Erre ő megkérdezte: »Hol van ő? Miért engedtétek el azt az embert? Hívjátok meg, hogy egyen kenyeret!«
21 Και ευχαριστηθη ο Μωυσης να κατοικη μετα του ανθρωπου? οστις εδωκεν εις τον Μωυσην εις γυναικα Σεπφωραν την θυγατερα αυτου.21 Mózes ezután úgy döntött, hogy vele fog lakni. A lányát, Cippórát pedig feleségül vette.
22 Και εγεννησεν υιον? και εκαλεσε το ονομα αυτου Γηρσωμ, λεγων, Παροικος ειμαι εν ξενη γη?22 Az fiút szült neki, s ő elnevezte Gersámnak, mondván: »Jövevény voltam idegen földön.«
23 Μετα δε πολυν καιρον, ετελευτησεν ο βασιλευς της Αιγυπτου? και κατεστεναξαν οι υιοι Ισραηλ δια την δουλειαν και ανεβοησαν? και η βοη αυτων ανεβη προς τον Θεον εξ αιτιας της δουλειας.23 Sok idő múltán meghalt Egyiptom királya. Ekkor Izrael fiai sóhajtoztak és segítségért kiáltottak a munka miatt. Kiáltásuk felszállt Istenhez a szolgaságból,
24 Και εισηκουσεν ο Θεος των στεναγμων αυτων? και ενεθυμηθη ο Θεος την διαθηκην αυτου την προς τον Αβρααμ, τον Ισαακ και τον Ιακωβ?24 ő pedig meghallotta sóhajtozásukat, és megemlékezett arról a szövetségről, amelyet Ábrahámmal, Izsákkal és Jákobbal kötött.
25 και επεβλεψεν ο Θεος επι τους υιους Ισραηλ και ηλεησεν αυτους ο Θεος.25 Rátekintett az Úr Izrael fiaira, és megjelent nekik.