1 αυτη η βιβλος των προσταγματων του θεου και ο νομος ο υπαρχων εις τον αιωνα παντες οι κρατουντες αυτης εις ζωην οι δε καταλειποντες αυτην αποθανουνται | 1 Meghallották a Júdeában lakó Izrael fiai mindazt, amit Holofernész Nebukadnezárnak, az asszírok királyának fővezére művelt a nemzetekkel, hogyan fosztotta ki szentélyeiket és semmisítette meg őket. |
2 επιστρεφου ιακωβ και επιλαβου αυτης διοδευσον προς την λαμψιν κατεναντι του φωτος αυτης | 2 Nagy rémület vett erőt rajtuk színe előtt és rettegtek Jeruzsálemért és az Úrnak, Istenüknek templomáért, |
3 μη δως ετερω την δοξαν σου και τα συμφεροντα σοι εθνει αλλοτριω | 3 mert nemrég tértek vissza a fogságból és Júda népe még alighogy egybegyűlt, a szent edények, az oltár, az Isten háza nemrég lett felszentelve a meggyalázás után. |
4 μακαριοι εσμεν ισραηλ οτι τα αρεστα τω θεω ημιν γνωστα εστιν | 4 Hírvivőket küldtek egész Szamariába, a falvakba, Béthoronba, Ábelmaimba, Jerikóba, Kobába, Ajszorába és Szálem völgyébe. |
5 θαρσειτε λαος μου μνημοσυνον ισραηλ | 5 Megszállták a magas hegyek csúcsait, a falvakat lakosaik fallal megerősítették, háború esetére ellátták élelemmel, mert földjeiket éppen akkor aratták le. |
6 επραθητε τοις εθνεσιν ουκ εις απωλειαν δια δε το παροργισαι υμας τον θεον παρεδοθητε τοις υπεναντιοις | 6 Joakim, aki ezekben a napokban főpap volt Jeruzsálemben, írt Betúlia és Bét-Omesztajim lakóinak, amely Ezdrelonnal szemben a Dótain melletti mezővel szemben fekszik, |
7 παρωξυνατε γαρ τον ποιησαντα υμας θυσαντες δαιμονιοις και ου θεω | 7 hogy szállják meg a hegyek hágóit, mert ezeken át lehetett eljutni Júdába és könnyen megakadályozhatták az átkelést, mert a hágó olyan keskeny volt, hogy nem több, mint két ember fért el benne. |
8 επελαθεσθε δε τον τροφευσαντα υμας θεον αιωνιον ελυπησατε δε και την εκθρεψασαν υμας ιερουσαλημ | 8 Izrael fiai úgy cselekedtek, amint Joakim főpap és a nép vezetőinek Jeruzsálemben levő tanácsa elrendelte. |
9 ειδεν γαρ την επελθουσαν υμιν οργην παρα του θεου και ειπεν ακουσατε αι παροικοι σιων επηγαγεν μοι ο θεος πενθος μεγα | 9 Minden férfi Izraelben az Úrhoz kiáltott nagy állhatatossággal, megalázkodtak és böjtöt tartottak, |
10 ειδον γαρ την αιχμαλωσιαν των υιων μου και των θυγατερων ην επηγαγεν αυτοις ο αιωνιος | 10 ők maguk, asszonyaik és gyermekeik, állataik és minden jövevény, béres és rabszolga szőrzsákkal övezték csípőjüket. |
11 εθρεψα γαρ αυτους μετ' ευφροσυνης εξαπεστειλα δε μετα κλαυθμου και πενθους | 11 Izrael emberei, az asszonyok és gyermekek, akik Jeruzsálemben laktak, leborultak a szentély előtt, hamut hintettek fejükre, és kitárták szőrruhájukat az Úr temploma előtt. |
12 μηδεις επιχαιρετω μοι τη χηρα και καταλειφθειση υπο πολλων ηρημωθην δια τας αμαρτιας των τεκνων μου διοτι εξεκλιναν εκ νομου θεου | 12 Az oltárt is szőrzsákkal fedték be, s egy szívvel buzgón kiáltottak Izrael Urához, ne engedje, hogy elrabolják gyermekeiket, zsákmányul vigyék asszonyaikat, örökrészük városait lerombolják, a szentélyt megszentségtelenítsék és gyalázattal illessék a pogányok. |
13 δικαιωματα δε αυτου ουκ εγνωσαν ουδε επορευθησαν οδοις εντολων θεου ουδε τριβους παιδειας εν δικαιοσυνη αυτου επεβησαν | 13 Az Úr meghallgatta szavukat és rátekintett szorongattatásukra. A nép sok napon át böjtölt egész Júdeában és Jeruzsálemben a mindenható Úr szentélye előtt. |
14 ελθατωσαν αι παροικοι σιων και μνησθητε την αιχμαλωσιαν των υιων μου και θυγατερων ην επηγαγεν αυτοις ο αιωνιος | 14 Joakim főpap és mindazok, akik az Úr színe előtt álltak, a papok és az Úr szolgái, mind szőrzsákkal övezték csípőjüket, bemutatták az állandó áldozatot, a nép fogadalmi és önkéntes áldozatát. |
15 επηγαγεν γαρ επ' αυτους εθνος μακροθεν εθνος αναιδες και αλλογλωσσον οι ουκ ησχυνθησαν πρεσβυτην ουδε παιδιον ηλεησαν | 15 Hamu volt a turbánjukon, s minden erejükből az Úrhoz kiáltottak, hogy látogassa meg irgalmában Izrael egész házát. |
16 και απηγαγον τους αγαπητους της χηρας και απο των θυγατερων την μονην ηρημωσαν | |
17 εγω δε τι δυνατη βοηθησαι υμιν | |
18 ο γαρ επαγαγων τα κακα υμιν εξελειται υμας εκ χειρος εχθρων υμων | |
19 βαδιζετε τεκνα βαδιζετε εγω γαρ κατελειφθην ερημος | |
20 εξεδυσαμην την στολην της ειρηνης ενεδυσαμην δε σακκον της δεησεως μου κεκραξομαι προς τον αιωνιον εν ταις ημεραις μου | |
21 θαρσειτε τεκνα βοησατε προς τον θεον και εξελειται υμας εκ δυναστειας εκ χειρος εχθρων | |
22 εγω γαρ ηλπισα επι τω αιωνιω την σωτηριαν υμων και ηλθεν μοι χαρα παρα του αγιου επι τη ελεημοσυνη η ηξει υμιν εν ταχει παρα του αιωνιου σωτηρος υμων | |
23 εξεπεμψα γαρ υμας μετα πενθους και κλαυθμου αποδωσει δε μοι ο θεος υμας μετα χαρμοσυνης και ευφροσυνης εις τον αιωνα | |
24 ωσπερ γαρ νυν εωρακασιν αι παροικοι σιων την υμετεραν αιχμαλωσιαν ουτως οψονται εν ταχει την παρα του θεου υμων σωτηριαν η επελευσεται υμιν μετα δοξης μεγαλης και λαμπροτητος του αιωνιου | |
25 τεκνα μακροθυμησατε την παρα του θεου επελθουσαν υμιν οργην κατεδιωξεν σε ο εχθρος σου και οψει αυτου την απωλειαν εν ταχει και επι τραχηλους αυτων επιβηση | |
26 οι τρυφεροι μου επορευθησαν οδους τραχειας ηρθησαν ως ποιμνιον ηρπασμενον υπο εχθρων | |
27 θαρσησατε τεκνα και βοησατε προς τον θεον εσται γαρ υμων υπο του επαγοντος μνεια | |
28 ωσπερ γαρ εγενετο η διανοια υμων εις το πλανηθηναι απο του θεου δεκαπλασιασατε επιστραφεντες ζητησαι αυτον | |
29 ο γαρ επαγαγων υμιν τα κακα επαξει υμιν την αιωνιον ευφροσυνην μετα της σωτηριας υμων | |
30 θαρσει ιερουσαλημ παρακαλεσει σε ο ονομασας σε | |
31 δειλαιοι οι σε κακωσαντες και επιχαρεντες τη ση πτωσει | |
32 δειλαιαι αι πολεις αις εδουλευσαν τα τεκνα σου δειλαια η δεξαμενη τους υιους σου | |
33 ωσπερ γαρ εχαρη επι τη ση πτωσει και ευφρανθη επι τω πτωματι σου ουτως λυπηθησεται επι τη εαυτης ερημια | |
34 και περιελω αυτης το αγαλλιαμα της πολυοχλιας και το αγαυριαμα αυτης εσται εις πενθος | |
35 πυρ γαρ επελευσεται αυτη παρα του αιωνιου εις ημερας μακρας και κατοικηθησεται υπο δαιμονιων τον πλειονα χρονον | |
36 περιβλεψαι προς ανατολας ιερουσαλημ και ιδε την ευφροσυνην την παρα του θεου σοι ερχομενην | |
37 ιδου ερχονται οι υιοι σου ους εξαπεστειλας ερχονται συνηγμενοι απ' ανατολων εως δυσμων τω ρηματι του αγιου χαιροντες τη του θεου δοξη | |