Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β´ - 2 Cronache - Chronicles II 1


font
GREEK BIBLEDIODATI
1 Και εκραταιωθη ο Σολομων ο υιος του Δαβιδ εις την βασιλειαν αυτου? και Κυριος ο Θεος αυτου ητο μετ' αυτου, και εμεγαλυνεν αυτον εις ακρον.1 OR Salomone, figliuolo di Davide, si fortificò nel suo reame; e il Signore Iddio suo fu con lui, e l’ingrandì sommamente.
2 Και ελαλησεν ο Σολομων προς παντα τον Ισραηλ, προς τους χιλιαρχους και εκατονταρχους και προς τους κριτας και προς παντας τους αρχοντας παντος του Ισραηλ, τους αρχηγους των πατριων?2 E Salomone parlò a tutto Israele, ai capi delle migliaia, e delle centinaia, ed ai giudici, ed a tutti i principali di tutto Israele, capi di famiglie paterne.
3 και υπηγαν ο Σολομων και πασα η συναξις μετ' αυτου εις τον υψηλον τοπον τον εν Γαβαων? διοτι εκει ητο η σκηνη του μαρτυριου του Θεου, την οποιαν Μωυσης, ο δουλος του Κυριου, εκαμεν εν τη ερημω.3 Ed egli, con tutta questa raunanza, andò all’alto luogo ch’era in Gabaon; perciocchè quivi era il Tabernacolo della convenenza di Dio, il qual Mosè, servitor del Signore, avea fatto nel deserto.
4 Ο δε Δαβιδ ειχεν αναβιβασει την κιβωτον του Θεου απο Κιριαθ-ιαρειμ εις τον τοπον τον οποιον προητοιμασεν ο Δαβιδ δι' αυτην? διοτι ειχε στησει σκηνην δι' αυτην εν Ιερουσαλημ.4 Ma Davide avea trasportata l’Arca di Dio, da Chiriat-iearim, nel luogo ch’egli le avea apparecchiato; perciocchè egli le avea teso un Tabernacolo in Gerusalemme.
5 Και το χαλκουν θυσιαστηριον, το οποιον εκαμε Βεσελεηλ ο υιος του Ουρι, υιου του Ωρ, ητο εκει εμπροσθεν της σκηνης του Κυριου? και εξεζητησαν αυτο ο Σολομων και η συναξις.5 L’altar di rame, che Besaleel, figliuolo di Uri, figliuolo di Hur, avea fatto, era eziandio quivi in Gabaon, davanti al Tabernacolo del Signore. E Salomone, e la raunanza, lo ricercò.
6 Και ανεβη ο Σολομων εκει επι το χαλκουν θυσιαστηριον ενωπιον του Κυριου, το εν τη σκηνη του μαρτυριου, και προσεφερεν επ' αυτο χιλια ολοκαυτωματα.6 E Salomone offerse quivi, davanti al Signore, sopra l’altar di rame, ch’era nel Tabernacolo della convenenza, mille olocausti.
7 Κατ' εκεινην την νυκτα εφανη ο Θεος εις τον Σολομωντα και ειπε προς αυτον, Ζητησον τι να σοι δωσω.7 In quella notte Iddio apparve a Salomone, e gli disse: Chiedi ciò che tu vuoi che io ti dia.
8 Ο δε Σολομων ειπε προς τον Θεον, Συ εκαμες μεγα ελεος προς Δαβιδ τον πατερα μου, και με κατεστησας βασιλεα αντ' αυτου?8 E Salomone disse a Dio: Tu hai usata gran benignità inverso Davide, mio padre, avendomi costituito re in luogo suo.
9 τωρα, Κυριε Θεε, ας βεβαιωθη ο λογος σου ο προς τον Δαβιδ τον πατερα μου? διοτι συ με εκαμες βασιλεα επι λαον πολυν ως το χωμα της γης?9 Ora, o Signore Iddio, sia verificata la tua parola, che tu hai detta a Davide, mio padre; perciocchè tu mi hai costituito re sopra un popolo, che è in gran numero come la polvere della terra.
10 δος τωρα εις εμε σοφιαν και συνεσιν, δια να εξερχωμαι και να εισερχωμαι εμπροσθεν του λαου τουτου? διοτι τις δυναται να κρινη τον λαον σου τουτον τον μεγαν;10 Dammi ora sapienza, e scienza, per andare e venir davanti a questo popolo; perciocchè, chi potrebbe giudicare questo tuo gran popolo?
11 Και ειπεν ο Θεος προς τον Σολομωντα, Επειδη συνελαβες τουτο εν τη καρδια σου, και δεν εζητησας πλουτη, αγαθα και δοξαν ουδε την ζωην των μισουντων σε, ουδε πολυζωιαν εζητησας, αλλ' εζητησας εις σεαυτον σοφιαν και συνεσιν, δια να κρινης τον λαον μου, επι τον οποιον σε εκαμα βασιλεα?11 E Iddio disse a Salomone: Perciocchè tu hai avuto questo in cuore, e non hai chieste ricchezze, nè facoltà, nè gloria, nè la vita de’ tuoi nemici; nè anche hai chiesta lunga vita; anzi hai chiesta sapienza, e scienza, per poter giudicare il mio popolo, sopra il quale io ti ho costituito re,
12 η σοφια και η συνεσις διδεται εις σε? και πλουτον και αγαθα και δοξαν θελω δωσει εις σε, ως δεν εγεινεν εις τους βασιλεις τους προ σου, ουδε εις τους μετα σε θελουσι γεινει τοιαυτα.12 sapienza e scienza ti è data; ed anche ti donerò ricchezze, e facoltà, e gloria, la cui pari i re che sono stati davanti a te non hanno avuta, e non avranno quelli che saranno dopo te
13 Τοτε επεστρεψεν ο Σολομων εις Ιερουσαλημ, απο του υψηλου τοπου του εν Γαβαων, απ' εμπροσθεν της σκηνης του μαρτυριου, και εβασιλευεν επι τον Ισραηλ.13 Poi Salomone se ne venne in Gerusalemme, dall’alto luogo ch’era in Gabaon, d’innanzi al Tabernacolo della convenenza; e regnò sopra Israele.
14 Και συνηθροισεν ο Σολομων αμαξας και ιππεις? και ειχε χιλιας τετρακοσιας αμαξας και δωδεκα χιλιαδας ιππεων, τους οποιους εθεσεν εις τας πολεις των αμαξων και πλησιον του βασιλεως εν Ιερουσαλημ.14 E SALOMONE adunò carri e cavalieri; ed ebbe mille quattrocento carri, e dodicimila cavalieri, i quali egli stanziò per le città dove teneva i carri, ed appresso del re in Gerusalemme.
15 Και κατεστησεν εν Ιερουσαλημ ο βασιλευς τον αργυρον και τον χρυσον ως λιθους, και τας κεδρους κατεστησεν ως τας εν τη πεδιαδι συκαμινους, δια την αφθονιαν.15 E il re fece che l’argento e l’oro erano in Gerusalemme in copia come le pietre; ed i cedri come i sicomori, che son per la campagna.
16 Εγινετο δε εις τον Σολομωντα εξαγωγη ιππων και λινου νηματος εξ Αιγυπτου? το μεν λινουν νημα ελαμβανον οι εμποροι του βασιλεως εις ωρισμενην τιμην.16 Ora, quant’è alla tratta dei cavalli, e del filo, che Salomone avea di Egitto, i fattori del re prendevano il filo a certo prezzo;
17 Ανεβιβαζον δε και εφερον εξ Αιγυπτου μιαν αμαξαν δια εξακοσιους σικλους αργυρους, και εκαστον ιππον δια εκατον πεντηκοντα? και ουτω δια παντας τους βασιλεις των Χετταιων και δια τους βασιλεις της Συριας η εξαγωγη εγινετο δια χειρος αυτων.17 e comperavano, e traevano fuor di Egitto due coppie di cavalli, per seicento sicli d’argento; e ciascun cavallo, per cencinquanta. E così per le mani di que’ fattori se ne traeva fuori, per tutti i re degli Hittei, e per i re della Siria