Scrutatio

Sabato, 18 maggio 2024 - San Giovanni I papa ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ´ - 1 Re - Kings III 14


font
GREEK BIBLEBIBBIA RICCIOTTI
1 Κατ' εκεινον τον καιρον ηρρωστησεν Αβια ο υιος του Ιεροβοαμ.1 - In quel tempo si ammalò Abia figlio di Geroboamo.
2 Και ειπεν ο Ιεροβοαμ προς την γυναικα αυτου, Σηκωθητι, παρακαλω, και μετασχηματισθητι, ωστε να μη γνωρισωσιν οτι εισαι γυνη του Ιεροβοαμ, και υπαγε εις Σηλω? ιδου, εκει ειναι Αχια ο προφητης, οστις ειπε προς εμε οτι θελω βασιλευσει επι τον λαον τουτον?2 E Geroboamo disse alla sua moglie: «Levati, cambia vestito, così da non essere riconosciuta come moglie di Geroboamo e va' a Silo dove sta Aia profeta, che mi disse che io avrei regnato sopra questo popolo.
3 και λαβε εις την χειρα σου δεκα αρτους και κολλυρια και σταμνιον μελιτος και υπαγε προς αυτον? αυτος θελει σοι αναγγειλει τι θελει γεινει εις το παιδιον.3 Prendi con te dieci pani, una focaccia e un vaso di miele e va' a trovarlo. Egli ti indicherà quel che deve succedere di questo fanciullo».
4 Και εκαμεν ουτως η γυνη του Ιεροβοαμ? και σηκωθεισα, υπηγεν εις Σηλω και ηλθεν εις τον οικον του Αχια. Ο δε Αχια δεν ηδυνατο να βλεπη? διοτι οι οφθαλμοι αυτου ημβλυωπουν εκ του γηρατος αυτου.4 La moglie di Geroboamo fece come egli aveva detto, e levatasi andò a Silo ed entrò nella casa di Aia, il quale non poteva vederci, poichè i suoi occhi erano offuscati per la vecchiaia.
5 Ειχε δε ειπει ο Κυριος προς τον Αχια, Ιδου, η γυνη του Ιεροβοαμ ερχεται να ζητηση παρα σου λογον περι του υιου αυτης, διοτι ειναι αρρωστος? ουτω και ουτω θελεις λαλησει προς αυτην? διοτι, οταν εισελθη, θελει προσποιηθη οτι ειναι αλλη.5 Disse però il Signore ad Aia: «Ecco la moglie di Geroboamo; entra per consultarti a proposito del figliuol suo infermo. Tu le dirai così e così». Entrando essa e dissimulando quello che era,
6 Και ως ηκουσεν ο Αχια τον ηχον των ποδων αυτης, ενω εισηρχετο εις την θυραν, ειπεν, Εισελθε, γυνη του Ιεροβοαμ? δια τι προσποιεισαι οτι εισαι αλλη; αλλ' εγω ειμαι αποστολος προς σε σκληρων αγγελιων?6 Aia al sentire il rumore dei passi di lei, mentre entrava dalla porta, disse: «Entra, moglie di Geroboamo; perchè fingi di essere un'altra donna? Io sono mandato a te qual messaggero funesto.
7 υπαγε, ειπε προς τον Ιεροβοαμ, ουτω λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ? Επειδη εγω σε υψωσα εκ μεσου του λαου και σε κατεστησα ηγεμονα επι τον λαον μου Ισραηλ,7 Va' a dire a Geroboamo: - Il Signore Iddio di Israele queste cose ti dice: " Poichè io ti ho elevato in mezzo al popolo, e ti ho fatto duce del mio popolo Israele,
8 και διαρρηξας την βασιλειαν απο του οικου του Δαβιδ, εδωκα αυτην εις σε, και συ δεν εσταθης καθως ο δουλος μου Δαβιδ, οστις εφυλαξε τας εντολας μου και οστις με ηκολουθησεν εξ ολης αυτου της καρδιας, εις το να καμνη μονον το ευθες ενωπιον μου,8 e ho diviso il regno della casa di Davide e te ne diedi una parte, e tu non ti sei comportato come il mio servo Davide, che osservò i miei comandamenti e mi seguì con tutto il suo cuore, facendo quello che piaceva al mio cospetto;
9 αλλ' υπερεβης εις το κακον παντας οσοι εσταθησαν προτεροι σου, διοτι υπηγες και εκαμες εις σεαυτον αλλους θεους και χωνευτα ειδωλα, δια να με παροργισης, και με απερριψας οπισω της ραχης σου.9 ma invece ti sei comportato peggio di quanti furono prima di te e ti sei fatto degli dèi stranieri e statue fuse per provocar me allo sdegno ed hai gettato me dietro alle tue spalle;
10 δια τουτο, ιδου, θελω φερει κακον επι τον οικον του Ιεροβοαμ, και θελω εξολοθρευσει του Ιεροβοαμ τον ουρουντα εις τον τοιχον, τον πεφυλαγμενον και τον αφειμενον εν τω Ισραηλ, και θελω σαρωσει κατοπιν του οικου του Ιεροβοαμ, καθως σαρονει τις την κοπρον εωσου εκλειψη?10 per questo io farò piombare dei mali sulla casa di Geroboamo, e colpirò della casa di Geroboamo colui che orina alla parete, colui che è rinchiuso e colui che è l'ultimo in Israele, e spazzerò gli avanzi della casa di Geroboamo come si spazza lo sterco, finchè non sia tutto sparito.
11 οστις εκ του Ιεροβοαμ αποθανη εν τη πολει, οι κυνες θελουσι καταφαγει αυτον? και οστις αποθανη εν τω αγρω, τα πετεινα του ουρανου θελουσι καταφαγει αυτον? διοτι ο Κυριος ελαλησε.11 Chi della casa di Geroboamo morrà nella città, sarà mangiato dai cani e chi morrà nella campagna, sarà divorato dagli uccelli del cielo " -; poichè il Signore ha parlato.
12 Συ λοιπον σηκωθεισα υπαγε εις την οικιαν σου? ενω οι ποδες σου εμβαινουσιν εις την πολιν, το παιδιον θελει αποθανει12 Tu dunque levati e vattene a casa tua e appena porrai piede nella città, morirà il fanciullo.
13 και θελει πενθησει αυτο πας ο Ισραηλ, και θελουσιν ενταφιασει αυτο? διοτι αυτο μονον εκ του Ιεροβοαμ θελει ελθει εις τον ταφον, επειδη εν αυτω ευρεθη τι καλον ενωπιον Κυριου, του Θεου του Ισραηλ, εν τω οικω του Ιεροβοαμ.13 Tutto Israele lo piangerà e gli darà sepoltura; poichè egli è il solo della famiglia di Geroboamo che sarà portato in un sepolcro, perchè è il solo di [quella] casa in cui siasi trovato dal Signore Dio d'Israele qualche cosa di buono.
14 Και θελει αναστησει ο Κυριος εις εαυτον βασιλεα επι τον Ισραηλ, οστις θελει εξολοθρευσει τον οικον του Ιεροβοαμ την ημεραν εκεινην? αλλα τι; τωρα μαλιστα.14 Il Signore ha costituito re sopra Israele uno il quale sterminerà la casa di Geroboamo in questo giorno e in questo tempo;
15 Και θελει παταξει ο Κυριος τον Ισραηλ, ωστε να κινηται ως καλαμος εν τω υδατι, και θελει εκριζωσει τον Ισραηλ εκ της γης ταυτης της αγαθης, την οποιαν εδωκεν εις τους πατερας αυτων, και διασκορπισει αυτους περαν του ποταμου? επειδη εκαμον τα αλση αυτων, δια να παροργισωσι τον Κυριον?15 e il Signore Iddio percuoterà Israele come una canna suol essere agitata nell'acqua, e strapperà Israele da questa terra buona, che egli diede ai loro padri, e li disperderà al di là dal fiume, poichè si son fatti boschi sacri per irritare il Signore;
16 και θελει παραδωσει τον Ισραηλ εξ αιτιας των αμαρτιων του Ιεροβοαμ, οστις ημαρτησε και οστις εκαμε τον Ισραηλ να αμαρτηση.16 e il Signore abbandonerà Israele a cagione dei peccati di Geroboamo, il quale peccò e fece peccare Israele».
17 Και εσηκωθη η γυνη του Ιεροβοαμ και ανεχωρησε και ηλθεν εις Θερσα? καθως αυτη επατησε το κατωφλιον της θυρας του οικου, απεθανε το παιδιον?17 Si levò allora la moglie di Geroboamo e partì. Arrivata a Tersa, mentre varcava il limitare della casa, il fanciullo morì,
18 και εθαψαν αυτο? και επενθησεν αυτο πας ο Ισραηλ, κατα τον λογον του Κυριου, τον οποιον ελαλησε δια του δουλου αυτου Αχια του προφητου.18 e venne sepolto e pianto da tutto Israele, secondo la parola del Signore, che egli aveva pronunziata per mezzo del servo suo Aia profeta.
19 Αι δε λοιπαι των πραξεων του Ιεροβοαμ, πως επολεμησε και τινι τροπω εβασιλευσεν, ιδου, ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ.19 Il resto poi delle azioni di Geroboamo, come fece la guerra e come regnò, sta scritto nel libro delle Cronache dei re di Israele.
20 Και αι ημεραι, τας οποιας εβασιλευσεν ο Ιεροβοαμ, ησαν εικοσιδυο ετη? και εκοιμηθη μετα των πατερων αυτου, και εβασιλευσεν αντ' αυτου Ναδαβ ο υιος αυτου.20 Geroboamo regnò ventidue anni e dormì coi padri suoi, e Nadab suo figlio gli succedette nel regno.
21 Ο δε Ροβοαμ ο υιος του Σολομωντος εβασιλευσεν επι τον Ιουδαν. Τεσσαρακοντα και ενος ετους ητο ο Ροβοαμ οτε εγεινε βασιλευς, και εβασιλευσε δεκαεπτα ετη εν Ιερουσαλημ, τη πολει την οποιαν ο Κυριος εξελεξεν εκ πασων των φυλων του Ισραηλ δια να θεση το ονομα αυτου εκει. Και το ονομα της μητρος αυτου ητο Νααμα η Αμμωνιτις.21 Frattanto Roboamo figlio di Salomone regnava sopra Giuda. Roboamo aveva quarantun anno quando cominciò a regnare e ne regnò diciassette in Gerusalemme, la città che il Signore si era scelta fra tutte le tribù d'Israele per porvi il suo nome. Sua madre si chiamava Naama l'Ammanita.
22 Επραξε δε ο Ιουδας πονηρα ενωπιον του Κυριου και παρωξυναν αυτον εις ζηλοτυπιαν με τας αμαρτιας αυτων, τας οποιας ημαρτησαν υπερ παντα οσα επραξαν οι πατερες αυτων.22 Giuda fece il male al cospetto del Signore e lo irritò più di quanto avessero fatto i padri suoi coi peccati da essi commessi.
23 Διοτι και αυτοι ωκοδομησαν εις εαυτους τοπους υψηλους, και εκαμον αγαλματα και αλση επι παντος υψηλου λοφου και υποκατω παντος δενδρου πρασινου.23 Poichè anche essi si edificarono altari e statue e boschi sacri sopra ogni alta collina e sotto ogni albero fronzuto.
24 Ησαν δε ετι εν τη γη και σοδομιται και επραττον κατα παντα τα βδελυγματα των εθνων, τα οποια ο Κυριος εξεδιωξεν απ' εμπροσθεν των υιων Ισραηλ.24 Vi furono anche degli effeminati nel paese e praticarono tutte le abominazioni delle nazioni, che il Signore aveva distrutte davanti ai figli d'Israele.
25 Και εν τω πεμπτω ετει της βασιλειας του Ροβοαμ, ανεβη Σισακ ο βασιλευς της Αιγυπτου εναντιον της Ιερουσαλημ.25 Nel quinto anno di Roboamo Sesac, re d'Egitto salì contro Gerusalemme
26 Και ελαβε τους θησαυρους του οικου του Κυριου και τους θησαυρους του οικου του βασιλεως? τα παντα ελαβεν? ελαβεν ετι πασας τας χρυσας ασπιδας, τας οποιας εκαμεν ο Σολομων.26 e portò via i tesori della casa del Signore e i tesori reali e saccheggiò ogni cosa, anche gli scudi d'oro fatti da Salomone,
27 Και αντι τουτων ο βασιλευς Ροβοαμ εκαμε χαλκινας ασπιδας και παρεδωκεν αυτας εις τας χειρας των αρχοντων των δορυφορων, οιτινες εφυλαττον την θυραν του οικου του βασιλεως.27 in sostituzione dei quali Roboamo fece degli scudi di rame, che affidò ai capitani delle guardie e a quei che vegliavano dinanzi alla porta della casa del re.
28 Και οτε εισηρχετο ο βασιλευς εις τον οικον του Κυριου, εβασταζον αυτας οι δορυφοροι επειτα επανεφερον αυτας εις το οικημα των δορυφορων.28 Ogni qualvolta il re entrava nella casa del Signore quei che avevano l'ufficio di precederlo li prendevano, e dopo li riportavano nell'arsenale delle guardie.
29 Αι δε λοιπαι των πραξεων του Ροβοαμ και παντα οσα εκαμε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ιουδα;29 Il resto delle azioni di Roboamo e tutto ciò che egli fece sta scritto nel libro delle Cronache dei re di Giuda.
30 Ητο δε πολεμος αναμεσον Ροβοαμ και Ιεροβοαμ πασας τας ημερας.30 Tra Roboamo e Geroboamo vi fu guerra continua.
31 Και εκοιμηθη ο Ροβοαμ μετα των πατερων αυτου και εταφη μετα των πατερων αυτου εν τη πολει Δαβιδ. Και το ονομα της μητρος αυτου ητο Νααμα η Αμμωνιτις. Εβασιλευσε δε αντ' αυτου Αβιαμ ο υιος αυτου.31 Roboamo si addormentò co' padri suoi e fu sepolto con essi nella città di Davide. Il nome poi di sua madre era Naama l'Ammanita. Abia suo figlio regnò in sua vece.