Nahum 2
123
Gen
Ex
Lev
Num
Dtn
Jos
Ri
Rut
1Sam
2Sam
1Kön
2Kön
1Chr
2Chr
Esra
Neh
Tob
Jdt
Est
1Makk
2Makk
Ijob
Ps
Spr
Koh
Hld
Weish
Sir
Jes
Jer
Klgl
Bar
Ez
Dan
Hos
Joel
Am
Obd
Jona
Mi
Nah
Hab
Zef
Hag
Sach
Mal
Mt
Mk
Lk
Joh
Apg
Röm
1Kor
2Kor
Gal
Eph
Phil
Kol
1Thess
2Thess
1Tim
2Tim
Tit
Phlm
Hebr
Jak
1Petr
2Petr
1Joh
2Joh
3Joh
Jud
Offb
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
EINHEITSUBERSETZUNG BIBEL | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Seht auf den Bergen die Schritte des Freudenboten! Er verkündet Frieden! Juda, feiere deine Feste, erfülle deine Gelübde! Denn der Unheilstifter durchstreift dein Land nicht mehr; er ist völlig vernichtet. | 1 Ο κατασυντριβων ανεβη εμπροσθεν του προσωπου σου? φυλαττε το οχυρωμα, σκοπευσον την οδον, ενισχυσον τας οσφυς, ενδυναμωσον την ισχυν σου σφοδρα. |
2 Ein Mann zieht hinauf gegen dich, der dich zerschmettern wird. Halt Wache! Beobachte die Wege! Mach deine Hüften stark! Rüste dich mit Macht und Kraft! | 2 Επειδη ο Κυριος απεστρεψε την δοξαν του Ιακωβ καθως την δοξαν του Ισραηλ? διοτι οι τινακται εξετιναξαν αυτους και διεφθειραν τα κληματα αυτων. |
3 Wahrhaftig, der Herr stellt die Pracht Jakobs wieder her wie die Pracht Israels; denn Verwüster haben sie verwüstet und ihre jungen Pflanzen vernichtet. | 3 Η ασπις των ισχυρων αυτου ειναι κοκκινοβαφης, οι ανδρες δυναμεως ενδεδυμενοι ερυθρα? αι αμαξαι θελουσι κινεισθαι με σιδηρον λαμποντα εν τη ημερα της ετοιμασιας αυτου, και τα ελατινα δορατα θελουσι σεισθη τρομερα. |
4 Rot leuchtet der Schild seiner Helden. Seine Krieger sind in Scharlach gekleidet. Wie funkelnder Stahl glänzen die Wagen am Tag, an dem er sie aufbietet, und die Speere wiegen sich. | 4 Αι αμαξαι θελουσι θορυβεισθαι εν ταις οδοις, θελουσι συγκρουεσθαι η μια μετα της αλλης εν ταις πλατειαις? η θεα αυτων θελει εισθαι ως λαμπαδες, θελουσι τρεχει ως αστραπαι. |
5 Durch die Gassen rasen die Kriegswagen, sie stürmen über die Plätze. Ihr Anblick gleicht Fackeln, wie Blitze jagen sie daher. | 5 Θελει ενθυμηθη τους ανδρειους αυτου? αλλα θελουσι κατολισθησει εν τη οδω αυτων? θελουσι σπευσει εις τα τειχη αυτης και ο συνασπισμος θελει ετοιμασθη. |
6 Er denkt an seine Mächtigen; sie aber straucheln beim Ansturm. Sie eilen zur Stadtmauer; doch unbeweglich steht die Sperre. | 6 Αι πυλαι των ποταμων θελουσιν ανοιχθη και τα παλατια θελουσι διαλυθη. |
7 Die Flusstore sind geöffnet, schon wankt der Palast. | 7 Και η καθεστωσα θελει γυμνωθη, θελει μετοικισθη, και αι δουλαι αυτης θελουσιν αναδιδει στεναγμους ως η φωνη των περιστερων, τυπτουσαι τα στηθη αυτων. |
8 Die Königin wird zur Schau gestellt, wird entblößt, wird weggeführt; ihre Mägde jammern wie gurrende Tauben und schlagen sich an die Brust. | 8 Και η Νινευη ειναι παλαιοθεν ως λιμνη υδατων? ταυτα ομως θελουσι φυγει. Στητε, στητε, θελουσι φωναζει? και ουδεις ο βλεπων οπισω. |
9 Ninive ist wie ein voller Teich, dessen Wasser davonfließt. Halt! Halt! (ruft man), doch keiner wendet sich um. | 9 Λαφυραγωγειτε το αργυριον, λαφυραγωγειτε το χρυσιον? διοτι δεν ειναι τελος των θησαυρων αυτης? ειναι πληθος παντος σκευους επιθυμητου. |
10 Plündert das Silber, plündert das Gold! Kostbarkeiten ohne Ende! Welche Pracht aller Art an bezaubernden Schätzen! | 10 Εξεκενωθη και εξετιναχθη και ηρημωθη και η καρδια διαλυεται και τα γονατα κλονιζονται και ωδινες ειναι εις πασας τας οσφυς, τα δε προσωπα παντων ειναι απησβολωμενα. |
11 Alles leer, entleert, verheert; das Herz verzagt. Es wanken die Knie, ein Zittern in allen Hüften, alle Gesichter glühen rot. | 11 Που ειναι το κατοικητηριον των λεοντων και η βοσκη των σκυμνων, οπου ο λεων, ο γηραιος λεων, περιεπατει και ο σκυμνος του λεοντος, και δεν υπηρχεν ο εκφοβων; |
12 Wo ist jetzt das Versteck der Löwen, der Tummelplatz der jungen Löwen, wohin der Löwe geht, um sich zu verbergen, wo der junge Löwe bleibt, ohne dass jemand ihn aufschreckt? | 12 Ο λεων διεσπαραττεν ικανα δια τους σκυμνους αυτου και απεπνιγε δια τας λεαινας αυτου, και εγεμιζε τα σπηλαια αυτου απο θηραματος και τα κατοικητηρια αυτου απο αρπαγης. |
13 Reichen Raub machte der Löwe für seine Jungen. Er würgte für seine Löwinnen. Mit Raub füllte er seine Höhlen, seine Verstecke mit Raubgut. | 13 Ιδου, εγω ειμαι εναντιον σου, λεγει ο Κυριος των δυναμεων, και θελω καυσει τας αμαξας σου μεχρι καπνου και η ρομφαια θελει καταφαγει τους σκυμνους σου, και θελω εξολοθρευσει το θηραμα σου εκ της γης, και δεν θελει ακουσθη πλεον η φωνη των πρεσβεων σου. |
14 Nun gehe ich gegen dich vor - Spruch des Herrn der Heere. Ich lasse deine Wagen in Rauch aufgehen, deine jungen Löwen frisst das Schwert. Ich mache deinem Rauben auf der Erde ein Ende, nie mehr hört man den Ruf deiner Boten. |