SCRUTATIO

Sabato, 16 agosto 2025 - Assunzione Beata Vergine Maria ( Letture di oggi)

Salmi 104


font
BIBBIA VOLGAREGREEK BIBLE
1 Al Signore confessate, e invocate il nome suo; raccontate tra le genti l'opere sue.1 Ευλογει, η ψυχη μου, τον Κυριον. Κυριε Θεε μου, εμεγαλυνθης σφοδρα? τιμην και μεγαλοπρεπειαν εισαι ενδεδυμενος?
2 Cantatelo e laudatelo; narrate tutte le maraviglie sue.2 ο περιτυλιττομενος το φως ως ιματιον, ο εκτεινων τον ουρανον ως καταπετασμα?
3 Laudatevi nel nome santo suo; rallegrisi il cuore delli cercanti il Signore.3 ο στεγαζων με υδατα τα υπερωα αυτου? ο ποιων τα νεφη αμαξαν αυτου? ο περιπατων επι πτερυγων ανεμων?
4 Cercate il Signore e confessateli; sempre cercate la faccia sua.4 ο ποιων τους αγγελους αυτου πνευματα, τους λειτουργους αυτου πυρος φλογα?
5 Ricordatevi delle sue maraviglie, che ha fatto; li suoi segnali e gli giudicii della bocca sua.5 ο θεμελιων την γην επι την βασιν αυτης, δια να μη σαλευθη εις τον αιωνα του αιωνος.
6 Del seme di Abraam, servo suo; del figliuolo di Iacob, eletto suo.6 Με την αβυσσον, ως με ιματιον, εκαλυψας αυτην? τα υδατα εσταθησαν επι των ορεων?
7 Egli è il Signore Iddio nostro; in tutta la terra sono li giudicii suoi.7 απο επιτιμησεως σου εφυγον? απο της φωνης της βροντης σου εσυρθησαν εν βια?
8 Sempre si ha ricordato del testamento suo; della parola che lui ha comandato in mille generazioni;8 ανεβησαν εις τα ορη, κατεβησαν εις τας κοιλαδας, εις τοπον, τον οποιον διωρισας δι' αυτα?
9 il quale ordinò ad Abraam; e del giuramento fece ad Isaac.9 εθεσας οριον, το οποιον δεν θελουσιν υπερβη ουδε θελουσιν επιστρεψει δια να σκεπασωσι την γην.
10 E quello ordinò a Iacob in comandamento, e a Israel in promissione eterna,10 Ο εξαποστελλων πηγας εις τας φαραγγας, δια να ρεωσιν αναμεσον των ορεων?
11 dicendo: darotti la terra di Canaan, in divisione della vostra eredità.11 ποτιζουσι παντα τα θηρια του αγρου? οι αγριοι ονοι σβυνουσι την διψαν αυτων?
12 Essendo gli suoi abitatori di piccolo numero, e pochissimi,12 πλησιον αυτων τα πετεινα του ουρανου κατασκηνουσι, και αναμεσον των κλαδων κελαδουσιν.
13 e' passorono di gente in gente, e dal regno a uno altro popolo.13 Ο ποτιζων τα ορη εκ των υπερωων αυτου? απο του καρπου των εργων σου χορταινει η γη.
14 Non lasciò nocerli all' uomo; e per loro castigò li re.14 Ο αναδιδων χορτον δια τα κτηνη και βοτανην προς χρησιν του ανθρωπου, δια να εξαγη τροφην εκ της γης,
15 Non vogliate toccare li cristi miei; e nei miei profeti non vogliate malignare.15 και οινον ευφραινοντα την καρδιαν του ανθρωπου, ελαιον δια να λαμπρυνη το προσωπον αυτου, και αρτον στηριζοντα την καρδιαν του ανθρωπου.
16 E chiamò la fame sopra la terra; e spezzò ogni firmamento di pane.16 Εχορτασθησαν τα δενδρα του Κυριου? αι κεδροι του Λιβανου, τας οποιας εφυτευσεν?
17 Mandò dinanzi a loro l'uomo; in servo fu venduto Iosef.17 Οπου τα πετεινα καμνουσι φωλεας? αι πευκαι ειναι η κατοικια του πελαργου.
18 Isbassorono li suoi piedi ne' ceppi; il ferro trapassò l'anima sua,18 Τα ορη τα υψηλα ειναι δια τας δορκαδας? αι πετραι καταφυγη εις τους δασυποδας.
19 insino che venisse la parola sua. Il parlare del Signore infiammò quello;19 Εκαμε την σεληνην δια τους καιρους? ο ηλιος γνωριζει την δυσιν αυτου.
20 mandò il re, e sciolselo; il principe de' popoli, e lasciò lui.20 Φερεις σκοτος, και γινεται νυξ? εν αυτη περιφερονται παντα τα θηρια του δασους?
21 Ordinollo in signore della casa sua; e principe di tutta la possessione sua;21 οι σκυμνοι βρυχωνται δια να αρπασωσι, και να ζητησωσι παρα του Θεου την τροφην αυτων.
22 acciò che ammaestrasse gli suoi principi come sè stesso; e alli suoi vecchi insegnasse prudenza.22 Ο ηλιος ανατελλει? συναγονται και πλαγιαζουσιν εν τοις σπηλαιοις αυτων?
23 E Israel entrò in Egitto; e Iacob fu peregrino nella terra di Cam.23 εξερχεται ο ανθρωπος εις το εργον αυτου και εις την εργασιαν αυτου εως εσπερας.
24 E accrescette il popolo suo molto; e quello firmò sopra li suoi nemici.24 Ποσον μεγαλα ειναι τα εργα σου, Κυριε? τα παντα εν σοφια εποιησας? η γη ειναι πληρης των ποιηματων σου?
25 Convertì loro cuore, per che odiasse il popolo suo, e facesse inganno ne' servi suoi.25 αυτη η θαλασσα η μεγαλη και ευρυχωρος. Εκει ειναι ερπετα αναριθμητα, ζωα μικρα μετα μεγαλων?
26 Mandò Moisè servo suo; Aaron che ha eletto.26 εκει διατρεχουσι τα πλοια? εκει ο Λευιαθαν ουτος, τον οποιον επλασας δια να παιζη εν αυτη.
27 Ne' quali puose le parole de' segni suoi, e delle maraviglie nella terra di Cam.27 Παντα ταυτα επι σε ελπιζουσι, δια να δωσης εν καιρω την τροφην αυτων.
28 Mandò le tenebre, e scurogli; e non adempì li suoi parlari.28 Διδεις εις αυτα, συναγουσιν? ανοιγεις την χειρα σου, χορταινουσιν αγαθα.
29 Loro acque convertì in sangue; e uccise loro pesci.29 Αποστρεφεις το προσωπον σου, ταραττονται? σηκονεις την πνοην αυτων, αποθνησκουσι και εις το χωμα αυτων επιστρεφουσιν?
30 E loro terra dette le rane nelle camere secrete delli re loro.30 εξαποστελλεις το πνευμα σου, κτιζονται, και ανανεονεις το προσωπον της γης.
31 Disse, e venne la mosca canina; e le mosche piccoline in tutti li suoi confini.31 Η δοξα του Κυριου εστω εις τον αιωνα? ας ευφραινεται ο Κυριος εις τα εργα αυτου?
32 Puose loro pioggie in tempesta; nella loro terra il fuoco ardente.32 ο επιβλεπων επι την γην και καμνων αυτην να τρεμη? εγγιζει τα ορη, και καπνιζουσι.
33 E percosse loro vigne e loro fichi; e spezzò il legno de' suoi confini.33 Θελω ψαλλει εις τον Κυριον ενοσω ζω? θελω ψαλμωδει εις τον Θεον μου ενοσω υπαρχω.
34 Disse, e venne la locusta, e loro figliuoli, de' quali non era numero.34 Η εις αυτον μελετη μου θελει εισθαι γλυκεια? εγω θελω ευφραινεσθαι εις τον Κυριον.
35 Egli mangiò il fieno nella loro terra; e mangid ogni frutto della loro terra.35 Ας εκλειψωσιν οι αμαρτωλοι απο της γης και οι ασεβεις ας μη υπαρχωσι πλεον. Ευλογει, η ψυχη μου, τον Κυριον. Αλληλουια.
36 E percosse ogni primogenito nella loro terra; le primizie di [ogni] loro fatica.
37 E menolli fuori con argento e auro; e nelle loro tribù non era infermo.
38 Rallegrossi l'Egitto nel loro partimento; per che sopra loro giacque il loro timore.
39 Spargette la nube in loro defensione, e il fuoco acciò a loro lucesse nella notte.
40 Addimandorono, e venne la coturnice; e satollolli del pane del cielo.
41 Spezzò la pietra, e corsero le acque; andarono li fiumi per il secco.
42 Però che si arricordò della parola santa sua, ch' ebbe con Abraam servo suo.
43 E menò il suo popolo con allegrezza, e' suoi eletti con letizia.
44 E a loro dètte le regioni delle genti; e possedettero le fatiche de' popoli;
45 acciò osservino le giustificazioni sue, e cerchino la legge sua.