Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

Lettera agli Efesini - מכתב לאפסים 23


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 וַיָּקָם כָּל־קְהָלָם וַיּוֹלִיכֻהוּ אֶל־פִּילָטוֹס1 Τοτε εσηκωθη απαν το πληθος αυτων και εφεραν αυτον προς τον Πιλατον.
2 וַיָּחֵלּוּ לְדַבֵּר עָלָיו שִׂטְנָה לֵאמֹר אֶת־זֶה מָצָאנוּ מֵסִית אֶת־הָעָם וּמֹנֵעַ אֹתוֹ מִתֵּת מַס אֶל־הַקֵּיסַר בְּאָמְרוֹ כִּי הוּא מֶלֶךְ הַמָּשִׁיחַ2 Και ηρχισαν να κατηγορωσιν αυτον, λεγοντες? Τουτον ευρομεν διαστρεφοντα το εθνος και εμποδιζοντα το να διδωσι φορους εις τον Καισαρα, λεγοντα εαυτον οτι ειναι Χριστος βασιλευς.
3 וַיִּשְׁאָלֵהוּ פִילָטוֹס לֵאמֹר הַאַתָּה הוּא מֶלֶךְ הַיְּהוּדִים וַיַּעַן אֹתוֹ וַיֹּאמֶר אַתָּה אָמָרְתָּ3 Ο δε Πιλατος ηρωτησεν αυτον, λεγων? Συ εισαι ο βασιλευς των Ιουδαιων; Ο δε αποκριθεις προς αυτον, ειπε? Συ λεγεις.
4 וַיֹּאמֶר פִּילָטוֹס אֶל־רָאשֵׁי הַכֹּהֲנִים וְאֶל־הֲמוֹן הָעָם לֹא־מָצָאתִי דְבַר־אָשָׁם בָּאִישׁ הַזֶּה4 Και ο Πιλατος ειπε προς τους αρχιερεις και τους οχλους? Ουδεν εγκλημα ευρισκω εν τω ανθρωπω τουτω.
5 וְהֵם הִתְאַמְּצוּ לְדַבֵּר מַדִּיחַ הוּא אֶת־הָעָם בְּלַמְּדוֹ בְּכָל־יְהוּדָה הָחֵל מִן־הַגָּלִיל וְעַד־הֵנָּה5 Οι δε επεμενον λεγοντες οτι Ταραττει τον λαον, διδασκων καθ' ολην την Ιουδαιαν, αρχισας απο της Γαλιλαιας εως εδω.
6 וַיְהִי כִּשְׁמֹעַ פִּילָטוֹס אֶת־שֵׁם הַגָּלִיל וַיִּשְׁאַל אִם־הוּא אִישׁ גְּלִילִי6 Ο δε Πιλατος ακουσας Γαλιλαιαν ηρωτησεν αν ο ανθρωπος ηναι Γαλιλαιος,
7 וְכַאֲשֶׁר יָדַע כִּי־מִמֶּמְשֶׁלֶת הוֹרְדוֹס הוּא שְׁלָחוֹ אֶל־הוֹרְדוֹס אֲשֶׁר הָיָה גַם־הוּא בִּירוּשָׁלַיִם בַּיָּמִים הָאֵלֶּה7 και μαθων οτι ειναι εκ της επικρατειας του Ηρωδου, επεμψεν αυτον προς τον Ηρωδην, οστις ητο και αυτος εν Ιεροσολυμοις εν ταυταις ταις ημεραις.
8 וַיִּשְׂמַח הוֹרְדוֹס עַד־מְאֹד כִּרְאוֹתוֹ אֶת־יֵשׁוּעַ כִּי מִיָּמִים רַבִּים אִוָּה לִרְאֹת אֹתוֹ עַל כִּי־שָׁמַע אֶת־שָׁמְעוֹ וַיְקַו לִרְאֹת אוֹת אֲשֶׁר יַעֲשֶׂה8 Ο δε Ηρωδης, ιδων τον Ιησουν, εχαρη πολυ? διοτι ηθελε προ πολλου να ιδη αυτον, επειδη ηκουε πολλα περι αυτου και ηλπιζε να ιδη τι θαυμα γινομενον υπ' αυτου.
9 וַיֶּרֶב לִשְׁאֹל אוֹתוֹ וְהוּא לֹא־הֵשִׁיב אֹתוֹ דָּבָר9 Ηρωτα δε αυτον με λογους πολλους? πλην αυτος δεν απεκριθη προς αυτον ουδεν.
10 וַיַּעַמְדוּ הַכֹּהֲנִים הַגְּדוֹלִים וְהַסּוֹפְרִים וַיִּתְחַזְּקוּ לְדַבֵּר עָלָיו שִׂטְנָה10 Ισταντο δε οι αρχιερεις και οι γραμματεις, κατηγορουντες αυτον εντονως.
11 וַיִּבֶז אֹתוֹ הוֹרְדוֹס עִם־צִבְאוֹתָיו וַיְהָתֶל־בּוֹ וַיַּלְבֵּשׁ אוֹתוֹ בֶּגֶד פְּאֵר וַיִּשְׁלָחֵהוּ אֶל־פִּילָטוֹס11 Αφου δε ο Ηρωδης μετα των στρατευματων αυτου εξουθενησεν αυτον και ενεπαιξεν, ενεδυσεν αυτον λαμπρον ιματιον και επεμψεν αυτον παλιν προς τον Πιλατον.
12 בַּיּוֹם הַהוּא נִהְיוּ פִּילָטוֹס וְהוֹרְדוֹס לְאֹהֲבִים יַחְדָּו כִּי מִלְּפָנִים אֵיבָה הָיְתָה בֵינֹתָם12 Εν αυτη δε τη ημερα ο Πιλατος και ο Ηρωδης εγειναν φιλοι μετ' αλληλων? διοτι προτερον ησαν εις εχθραν προς αλληλους.
13 וַיִּקְרָא פִילָטוֹס אֶת־רָאשֵׁי הַכֹּהֲנִים וְאֶת־הַשָּׂרִים וְאֶת־הָעָם13 Ο δε Πιλατος, συγκαλεσας τους αρχιερεις και τους αρχοντας και τον λαον,
14 וַיֹּאמֶר אֲלֵיהֶם הֲבֵאתֶם לְפָנַי אֶת־הָאִישׁ הַזֶּה כְּמֵסִית אֶת־הָעָם וְהִנֵּה אֲנִי חֲקַרְתִּיו לְעֵינֵיכֶם וְלֹא מָצָאתִי בָאִישׁ הַזֶּה אַשְׁמַת־מְאוּמָה מִן־הַדְּבָרִים אֲשֶׁר אַתֶּם טוֹעֲנִים עָלָיו14 ειπε προς αυτους? Εφερατε προς εμε τον ανθρωπον τουτον ως στασιαζοντα τον λαον, και ιδου, εγω ενωπιον σας ανακρινας δεν ευρον εν τω ανθρωπω τουτω ουδεν εγκλημα εξ οσων κατηγορειτε κατ' αυτου,
15 וְגַם־הוֹרְדוֹס לֹא מָצָא כִּי שָׁלַחְתִּי אֶתְכֶם אֵלָיו הֱשִׁיבוֹ אֵלֵינוּ וְהִנֵּה אֵין־בּוֹ חֵטְא מִשְׁפַּט־מָוֶת15 αλλ' ουδε ο Ηρωδης, διοτι σας επεμψα προς αυτον? και ιδου, ουδεν αξιον θανατου ειναι πεπραγμενον υπ' αυτου.
16 עַל־כֵּן אֲיַסְּרֶנּוּ וְאֶפְטְרֶנּוּ16 Αφου λοιπον παιδευσω αυτον, θελω απολυσει.
17 וְעָלָיו הָיָה לִפְטֹר לָהֶם אִישׁ אֶחָד בִּימֵי הֶחָג17 Επρεπε δε αναγκαιως να απολυη εις αυτους ενα εν τη εορτη.
18 וַיִּצְעֲקוּ כָל־הֲמוֹנָם וַיֹּאמְרוּ הָסֵר אֶת־זֶה וּפְטָר לָנוּ אֵת בַּר־אַבָּא18 Παντες δε ομου ανεκραξαν, λεγοντες? Σηκωσον τουτον, απολυσον δε εις ημας τον Βαραββαν?
19 וְהוּא הָיָה מֻשְׁלָךְ בֵּית הָאֲסוּרִים עַל־דְּבַר מֶרֶד אֲשֶׁר־נִהְיָה בָעִיר וְעַל־דְּבַר רָצַח19 οστις δια στασιν τινα γενομενην εν τη πολει και δια φονον ητο βεβλημενος εις φυλακην.
20 וַיֹּסֶף פִּילָטוֹס לָשֵׂאת קוֹלוֹ כִּי חָפֵץ לִפְטֹר אֶת־יֵשׁוּעַ20 Παλιν λοιπον ο Πιλατος ελαλησε προς αυτους, θελων να απολυση τον Ιησουν.
21 וְהֵמָּה צָעֲקוּ אֵלָיו לֵאמֹר הַצְלֵב אוֹתוֹ הַצְלֵב21 Οι δε εφωναζον, λεγοντες? Σταυρωσον, σταυρωσον αυτον.
22 וַיֹּאמֶר אֲלֵיהֶם פַּעַם שְׁלִישִׁית מָה אֵפוֹא עָשָׂה זֶה רָעָה כָּל־אַשְׁמַת מָוֶת לֹא־מָצָאתִי בוֹ עַל־כֵּן אֲיַסְּרֶנּוּ וְאֶפְטְרֶנּוּ22 Ο δε και τριτην φοραν ειπε προς αυτους? Και τι κακον επραξεν ουτος; ουδεμιαν αιτιαν θανατου ευρον εν αυτω? αφου λοιπον παιδευσω αυτον, θελω απολυσει.
23 וַיִּפְצְרוּ בוֹ בְּקוֹל גָּדוֹל וַיְבַקְשׁוּ כִּי יִצָּלֵב וַיֶּחֱזַק קוֹלָם וְקוֹל הַכֹּהֲנִים הַגְּדוֹלִים23 Αλλ' εκεινοι επεμενον, με φωνας μεγαλας ζητουντες να σταυρωθη, και αι φωναι αυτων και των αρχιερεων υπερισχυον.
24 וַיִּגְזֹר פִּילָטוֹס כִּי תֵעָשֶׂה בַּקָּשָׁתָם24 Και ο Πιλατος απεφασισε να γεινη το ζητημα αυτων,
25 וַיִּפְטֹר לָהֶם אֶת־הַמֻּשְׁלָךְ בֵּית הָאֲסוּרִים עַל־דְּבַר־מֶרֶד וָרֶצַח אֵת אֲשֶׁר שָׁאָלוּ וְאֶת־יֵשׁוּעַ מָסַר לִרְצוֹנָם25 και απελυσεν εις αυτους τον δια στασιν και φονον βεβλημενον εις την φυλακην, τον οποιον εζητουν, τον δε Ιησουν παρεδωκεν εις το θελημα αυτων.
26 וְכַאֲשֶׁר הוֹלִיכֻהוּ מִשָּׁם וַיַּחֲזִיקוּ בְּאִישׁ אֶחָד הַבָּא מִן־הַשָּׂדֶה וּשְׁמוֹ שִׁמְעוֹן אִישׁ קוּרִינִי וַיָּשִׂימוּ עָלָיו אֶת־הַצְּלָב לָשֵׂאת אַחֲרֵי יֵשׁוּעַ26 Και καθως εφεραν αυτον εξω, επιασαν Σιμωνα τινα Κυρηναιον, ερχομενον απο του αγρου, και εθεσαν επανω αυτου τον σταυρον, δια να φερη αυτον οπισθεν του Ιησου.
27 וַיֵּלְכוּ אַחֲרָיו הֲמוֹן עַם־רָב וַהֲמוֹן נָשִׁים וְהֵנָּה סֹפְדוֹת וּמְקוֹנְנוֹת עָלָיו27 Ηκολουθει δε αυτον πολυ πληθος του λαου και γυναικων, αιτινες και ωδυροντο και εθρηνουν αυτον.
28 וַיִּפֶן יֵשׁוּעַ וַיֹּאמֶר אֲלֵיהֶן בְּנוֹת יְרוּשָׁלַיִם אַל־תִּבְכֶּינָה עָלַי כִּי אִם־עַל־נַפְשְׁכֶן בְּכֶינָה וְעַל־בְּנֵיכֶן28 Στραφεις δε προς αυτας ο Ιησους, ειπε? θυγατερες της Ιερουσαλημ, μη κλαιετε δι' εμε, αλλα δι' εαυτας κλαιετε και δια τα τεκνα σας.
29 כִּי הִנֵּה יָמִים בָּאִים וְאָמְרוּ אַשְׁרֵי הָעֲקָרוֹת וְאַשְׁרֵי הַמֵּעַיִם אֲשֶׁר לֹא יָלָדוּ וְהַשָּׁדַיִם אֲשֶׁר לֹא הֵינִיקוּ29 Διοτι ιδου, ερχονται ημεραι καθ' ας θελουσιν ειπει? Μακαριαι αι στειραι και αι κοιλιαι, αιτινες δεν εγεννησαν, και οι μαστοι, οιτινες δεν εθηλασαν.
30 אָז יָחֵלּוּ לֵאמֹר אֶל־הֶהָרִים נִפְלוּ עָלֵינוּ וְאֶל־הַגְּבָעוֹת כַּסּוּנוּ30 Τοτε θελουσιν αρχισει να λεγωσιν εις τα ορη, Πεσετε εφ' ημας, και εις τα βουνα, Σκεπασατε ημας?
31 כִּי אִם־יַעֲשֹוּ כָזֹאת בָּעֵץ הַלָּח מַה־יֵּעָשֶׂה בַּיָּבֵשׁ31 διοτι εαν εις το υγρον ξυλον πραττωσι ταυτα, τι θελει γεινει εις το ξηρον;
32 וְגַם־שְׁנַיִם אֲחֵרִים אַנְשֵׁי בְלִיַּעַל מוּצָאִים אִתּוֹ לַמָּוֶת32 Εφεροντο δε και αλλοι δυο μετ' αυτου, οιτινες ησαν κακουργοι δια να θανατωθωσι.
33 וַיְהִי כַּאֲשֶׁר בָּאוּ אֶל־הַמָּקוֹם הַנִּקְרָא גֻּלְגָּלְתָּא וַיִּצְלְבוּ אֹתוֹ שָׁם וְאֶת־אַנְשֵׁי הַבְּלִיַּעַל זֶה לִימִינוֹ וְזֶה לִשְׂמֹאלוֹ33 Και οτε ηλθον εις τον τοπον τον ονομαζομενον Κρανιον, εκει εσταυρωσαν αυτον και τους κακουργους, τον μεν εκ δεξιων, τον δε εξ αριστερων.
34 וַיֹּאמֶר יֵשׁוּעַ אָבִי סְלַח לָהֶם כִּי לֹא־יָדְעוּ מָה הֵם עֹשִׂים וַיְחַלְּקוּ בְגָדָיו לָהֶם וַיַּפִּילוּ גּוֹרָל34 Ο δε Ιησους ελεγε? Πατερ, συγχωρησον αυτους? διοτι δεν εξευρουσι τι πραττουσι. Διαμεριζομενοι δε τα ιματια αυτου, εβαλον κληρον.
35 וְהָעָם עֹמֵד שָׁם וְרֹאֶה וַיִּלְעֲגוּ־לוֹ הַשָּׂרִים לֵאמֹר אֶת־אֲחֵרִים הוֹשִׁיעַ יוֹשַׁע־נָא אֶת־נַפְשׁוֹ אִם־הוּא הַמָּשִׁיחַ בְּחִיר הָאֱלֹהִים35 Και ιστατο ο λαος θεωρων. Ενεπαιζον δε και οι αρχοντες μετ' αυτων, λεγοντες? Αλλους εσωσεν, ας σωση αυτον, εαν ουτος ηναι ο Χριστος ο εκλεκτος του Θεου.
36 וַיְהָתֵלּוּ בוֹ אַנְשֵׁי הַצָּבָא וַיִּגְּשׁוּ וַיָּבִיאוּ לוֹ חֹמֶץ36 Ενεπαιζον δε αυτον και οι στρατιωται, πλησιαζοντες και προσφεροντες οξος εις αυτον
37 וַיֹּאמְרוּ אִם־אַתָּה הוּא מֶלֶךְ הַיְּהוּדִים הוֹשַׁע אֶת־נַפְשְׁךָ37 και λεγοντες? Εαν συ ησαι ο βασιλευς των Ιουδαιων, σωσον σεαυτον.
38 וְגַם־כָּתוּב הָיָה מִמַּעַל לוֹ בִּכְתָב יְוָנִי וְרוֹמִי וְעִבְרִי זֶה הוּא מֶלֶךְ הַיְּהוּדִים38 Ητο δε και επιγραφη γεγραμμενη επανωθεν αυτου με γραμματα Ελληνικα και Ρωμαικα και Εβραικα? Ουτος εστιν ο Βασιλευς των Ιουδαιων.
39 וְאֶחָד מֵאַנְשֵׁי הַבְּלִיַּעַל הַתְּלוּיִם גִּדְּפוֹ לֵאמֹר הֲלֹא אַתָּה הַמָּשִׁיחַ הוֹשַׁע אֶת־עַצְמְךָ וְאֹתָנוּ39 Εις δε των κρεμασθεντων κακουργων εβλασφημει αυτον, λεγων? Εαν συ ησαι ο Χριστος, σωσον σεαυτον και ημας.
40 וַיַּעַן הָאַחֵר וַיִּגְעַר־בּוֹ לֵאמֹר הַאֵינְךָ יָרֵא אֶת־הָאֱלֹהִים בִּהְיוֹתְךָ בְּעֶצֶם הָעֹנֶשׁ הַזֶּה40 Αποκριθεις δε ο αλλος, επεπληττεν αυτον, λεγων? Ουδε τον Θεον δεν φοβεισαι συ, οστις εισαι εν τη αυτη καταδικη;
41 וְהֵן אֲנַחְנוּ בוֹ כַּמִּשְׁפָּט כִּי לָקַחְנוּ כְּפִי מַעֲשֵׂינוּ אֲבָל זֶה לֹא־עָשָׂה מְאוּמָה רָע41 και ημεις μεν δικαιως? διοτι αξια των οσα επραξαμεν απολαμβανομεν? ουτος ομως ουδεν ατοπον επραξε.
42 וַיֹּאמֶר אֶל־יֵשׁוּעַ זָכְרֵנִי־נָא אֲדֹנִי בְּבֹאֲךָ בְּמַלְכוּתֶךָ42 Και ελεγε προς τον Ιησουν? Μνησθητι μου, Κυριε, οταν ελθης εν τη βασιλεια σου.
43 וַיֹּאמֶר יֵשׁוּעַ אֵלָיו אָמֵן אֹמֵר אֲנִי לְךָ כִּי הַיּוֹם תִּהְיֶה עִמָּדִי בְּגַן־עֵדֶן43 Και ειπε προς αυτον ο Ιησους? Αληθως σοι λεγω, σημερον θελεις εισθαι μετ' εμου εν τω παραδεισω.
44 וַיְהִי כַּשָּׁעָה הַשִּׁשִּׁית וְהִנֵּה־חשֶׁךְ עַל־כָּל־הָאָרֶץ עַד הַשָּׁעָה הַתְּשִׁיעִית44 Ητο δε ως εκτη ωρα και εγεινε σκοτος εφ' ολην την γην εως ωρας εννατης,
45 וַיֶּחְשַׁךְ הַשָּׁמֶשׁ וַתִּקָּרַע פָּרֹכֶת הַהֵיכָל לִשְׁנַיִם קְרָעִים45 και εσκοτισθη ο ηλιος και εσχισθη εις το μεσον το καταπετασμα του ναου?
46 וַיִּקְרָא יֵשׁוּעַ בְּקוֹל גָּדוֹל וַיֹּאמֶר אָבִי בְּיָדְךָ אַפְקִיד רוּחִי וּבְאָמְרוֹ זֹאת נָפַח נַפְשׁוֹ46 και φωναξας με φωνην μεγαλην ο Ιησους ειπε? Πατερ, εις χειρας σου παραδιδω το πνευμα μου? και ταυτα ειπων εξεπνευσεν.
47 וַיַּרְא שַׂר־הַמֵּאָה אֵת אֲשֶׁר נִהְיָתָה וַיִּתֵּן כָּבוֹד לֵאלֹהִים לֵאמֹר אָכֵן הָאִישׁ הַזֶּה צַדִּיק הָיָה47 Ιδων δε ο εκατονταρχος το γενομενον, εδοξασε τον Θεον, λεγων? Οντως ο ανθρωπος ουτος ητο δικαιος.
48 וְכָל־הֲמוֹן הָעָם אֲשֶׁר הִתְאַסְּפוּ יַחַד לַמַּרְאֶה הַזֶּה בְּהַבִּיטָם אֶל־כָּל־אֲשֶׁר נַעֲשָׂה תּוֹפְפוּ עַל־לִבְבֵיהֶם וַיָּשׁוּבוּ48 Και παντες οι οχλοι οι συνελθοντες εις την θεωριαν ταυτην, βλεποντες τα γενομενα, υπεστρεφον τυπτοντες τα στηθη αυτων.
49 וְכָל־מְיֻדָּעָיו עָמְדוּ מֵרָחוֹק וְגַם־הַנָּשִׁים אֲשֶׁר הָלְכוּ אִתּוֹ מִן־הַגָּלִיל וְעֵינֵיהֶן רֹאוֹת אֶת־אֵלֶּה49 Ισταντο δε μακροθεν παντες οι γνωστοι αυτου, και αι γυναικες αιτινες συνηκολουθησαν αυτον απο της Γαλιλαιας, και εβλεπον ταυτα.
50 וְהִנֵּה־אִישׁ וּשְׁמוֹ יוֹסֵף וְהוּא מִן־הַיֹּעֲצִים אִישׁ טוֹב וְצַדִּיק מִן־הָרָמָתַיִם עִיר הַיְּהוּדִים50 Και ιδου, ανηρ τις Ιωσηφ το ονομα, οστις ητο βουλευτης, ανηρ αγαθος και δικαιος,
51 אֲשֶׁר לֹא־הִסְכִּים לַעֲצָתָם וּלְפָעֳלָם וּמְחַכֶּה גַם־הוּא לְמַלְכוּת הָאֱלֹהִים51 ουτος δεν ητο συμφωνος με την βουλην και την πραξιν αυτων, απο Αριμαθαιας πολεως των Ιουδαιων, οστις και αυτος περιεμενε την βασιλειαν του Θεου,
52 וַיִּגַּשׁ אֶל־פִּילָטוֹס וַיִּשְׁאַל מִמֶּנּוּ אֵת גְּוִיַּת יֵשׁוּעַ52 ουτος ελθων προς τον Πιλατον, εζητησε το σωμα του Ιησου,
53 וַיּוֹרֵד אֹתָהּ וַיִּכְרְכֶהָ בִסְדִינִים וַיְשִׂימֶהָ בְקֶבֶר חָצוּב בַּסֶּלַע אֲשֶׁר טֶרֶם הוּשַׂם־בּוֹ אָדָם53 και καταβιβασας αυτο ετυλιξεν αυτο με σινδονα και εθεσεν αυτο εν μνημειω λελατομημενω? οπου ουδεις ετι ειχεν ενταφιασθη.
54 וְיוֹם עֶרֶב שַׁבָּת הָיָה וְהַשַּׁבָּת הִגִּיעָה54 Και ητο ημερα παρασκευη, και εξημερονε σαββατον.
55 וַתֵּלַכְנָה אַחֲרָיו מִן־הַנָּשִׁים אֲשֶׁר בָּאוּ אִתּוֹ מִן־הַגָּלִיל וַתֶּחֱזֶינָה אֶת־הַקֶּבֶר וְאֵת אֲשֶׁר הוּשַׂם־בּוֹ גְּוִיָּתוֹ55 Ηκολουθησαν δε και γυναικες, αιτινες ειχον ελθει μετ' αυτου απο της Γαλιλαιας, και ειδον το μνημειον και πως ετεθη το σωμα αυτου.
56 וְאַחֲרֵי שׁוּבָן הֵכִינוּ בְּשָׂמִים וּמִרְקָחוֹת וּבַשַּׁבָּת שָׁבְתוּ כְּפִי הַמִּצְוָה56 Και αφου υπεστρεψαν ητοιμασαν αρωματα και μυρα. Και το μεν σαββατον ησυχασαν κατα την εντολην.