Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Α´ - 1 Samuele - Kings I 8


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και εγενετο ως εγηρασεν σαμουηλ και κατεστησεν τους υιους αυτου δικαστας τω ισραηλ1 Történt pedig, hogy amikor Sámuel megöregedett, a fiait tette Izrael bíráivá.
2 και ταυτα τα ονοματα των υιων αυτου πρωτοτοκος ιωηλ και ονομα του δευτερου αβια δικασται εν βηρσαβεε2 Elsőszülött fiának a neve Joel, a másodiknak a neve Ábia volt; Beersebában bíráskodtak.
3 και ουκ επορευθησαν οι υιοι αυτου εν οδω αυτου και εξεκλιναν οπισω της συντελειας και ελαμβανον δωρα και εξεκλινον δικαιωματα3 Ám fiai nem jártak az ő útjain, hanem kapzsiságra hajlottak, ajándékokat fogadtak el és elferdítették az igazságot.
4 και συναθροιζονται ανδρες ισραηλ και παραγινονται εις αρμαθαιμ προς σαμουηλ4 Összegyűlt tehát Izrael minden vénje és elmentek Sámuelhez Ramátába
5 και ειπαν αυτω ιδου συ γεγηρακας και οι υιοι σου ου πορευονται εν τη οδω σου και νυν καταστησον εφ' ημας βασιλεα δικαζειν ημας καθα και τα λοιπα εθνη5 és azt mondták neki: »Íme, te megöregedtél, s fiaid nem járnak útjaidon: rendelj királyt fölénk, hogy az bíráskodjon felettünk, mint ahogy minden nemzetnél van.«
6 και ην πονηρον το ρημα εν οφθαλμοις σαμουηλ ως ειπαν δος ημιν βασιλεα δικαζειν ημας και προσηυξατο σαμουηλ προς κυριον6 Nem tetszett Sámuel szemének a beszéd, hogy azt mondták: »Adj nekünk királyt, hogy az bíráskodjon felettünk.« Imádkozott tehát Sámuel az Úrhoz.
7 και ειπεν κυριος προς σαμουηλ ακουε της φωνης του λαου καθα αν λαλησωσιν σοι οτι ου σε εξουθενηκασιν αλλ' η εμε εξουδενωκασιν του μη βασιλευειν επ' αυτων7 Ám az Úr azt mondta Sámuelnek: »Hallgass a nép szavára mindabban, amit neked mond, mert nem téged vetettek el, hanem engem, hogy ne én legyek a királyuk.
8 κατα παντα τα ποιηματα α εποιησαν μοι αφ' ης ημερας ανηγαγον αυτους εξ αιγυπτου εως της ημερας ταυτης και εγκατελιπον με και εδουλευον θεοις ετεροις ουτως αυτοι ποιουσιν και σοι8 Egészen úgy cselekszenek, ahogy attól a naptól kezdve, hogy kihoztam őket Egyiptomból, egészen eddig a napig cselekedtek: ahogy engem elhagytak, s más isteneknek szolgáltak: úgy cselekszenek veled is.
9 και νυν ακουε της φωνης αυτων πλην οτι διαμαρτυρομενος διαμαρτυρη αυτοις και απαγγελεις αυτοις το δικαιωμα του βασιλεως ος βασιλευσει επ' αυτους9 Nos tehát hallgass csak szavukra, de figyelmeztesd őket, s fejtsd ki előttük, mihez lesz joga a királynak, aki uralkodni fog rajtuk.«
10 και ειπεν σαμουηλ παν το ρημα κυριου προς τον λαον τους αιτουντας παρ' αυτου βασιλεα10 Elmondta erre Sámuel az Úr minden szavát a népnek, amely királyt kért tőle,
11 και ειπεν τουτο εσται το δικαιωμα του βασιλεως ος βασιλευσει εφ' υμας τους υιους υμων λημψεται και θησεται αυτους εν αρμασιν αυτου και ιππευσιν αυτου και προτρεχοντας των αρματων αυτου11 és azt mondta: »A következőkhöz lesz joga a királynak, aki uralkodni fog rajtatok: fiaitokat elveszi, szekereihez rendeli, lovasaivá teszi, s a szekerei előtt futtatja;
12 και θεσθαι αυτους εαυτω χιλιαρχους και εκατονταρχους και θεριζειν θερισμον αυτου και τρυγαν τρυγητον αυτου και ποιειν σκευη πολεμικα αυτου και σκευη αρματων αυτου12 ezredeseivé és századosaivá teszi őket, velük szántatja meg mezőit, arattatja le vetéseit, készítteti el fegyvereit és szekereit.
13 και τας θυγατερας υμων λημψεται εις μυρεψους και εις μαγειρισσας και εις πεσσουσας13 Lányaitokat kenetkészítőivé, szakácsnőivé és kenyérsütőivé teszi.
14 και τους αγρους υμων και τους αμπελωνας υμων και τους ελαιωνας υμων τους αγαθους λημψεται και δωσει τοις δουλοις αυτου14 Szántóföldjeiteket, szőlőiteket, legjobb olajfakertjeiteket elveszi és szolgáinak adja.
15 και τα σπερματα υμων και τους αμπελωνας υμων αποδεκατωσει και δωσει τοις ευνουχοις αυτου και τοις δουλοις αυτου15 Vetéseiteket s szőlőitek termését megtizedeli, hogy azt odaadja udvari tisztjeinek s szolgáinak.
16 και τους δουλους υμων και τας δουλας υμων και τα βουκολια υμων τα αγαθα και τους ονους υμων λημψεται και αποδεκατωσει εις τα εργα αυτου16 Rabszolgáitokat s rabszolgálóitokat, legjobb ifjaitokat s szamaraitokat elveszi, s a maga munkájára fogja.
17 και τα ποιμνια υμων αποδεκατωσει και υμεις εσεσθε αυτω δουλοι17 Aprójószágaitokat is megtizedeli, ti pedig rabszolgáivá lesztek.
18 και βοησεσθε εν τη ημερα εκεινη εκ προσωπου βασιλεως υμων ου εξελεξασθε εαυτοις και ουκ επακουσεται κυριος υμων εν ταις ημεραις εκειναις οτι υμεις εξελεξασθε εαυτοις βασιλεα18 Akkor aztán majd jajveszékelni fogtok királyotok színe előtt, akit választottatok magatoknak, de akkor az Úr nem fog meghallgatni titeket, mert ti kértetek királyt magatoknak.«
19 και ουκ ηβουλετο ο λαος ακουσαι του σαμουηλ και ειπαν αυτω ουχι αλλ' η βασιλευς εσται εφ' ημας19 Ám a nép nem akart hallgatni Sámuel szavára, hanem azt mondta: »Nem! Legyen csak király felettünk,
20 και εσομεθα και ημεις κατα παντα τα εθνη και δικασει ημας βασιλευς ημων και εξελευσεται εμπροσθεν ημων και πολεμησει τον πολεμον ημων20 s legyünk mi is olyanok, mint minden nemzet: királyunk bíráskodjon felettünk, ő járjon élünkön, s ő vívja harcainkat értünk.«
21 και ηκουσεν σαμουηλ παντας τους λογους του λαου και ελαλησεν αυτους εις τα ωτα κυριου21 Amikor Sámuel meghallotta a népnek ezen szavait, elmondta őket az Úr hallatára.
22 και ειπεν κυριος προς σαμουηλ ακουε της φωνης αυτων και βασιλευσον αυτοις βασιλεα και ειπεν σαμουηλ προς ανδρας ισραηλ αποτρεχετω εκαστος εις την πολιν αυτου22 Erre az Úr azt mondta Sámuelnek: »Hallgass szavukra, s rendelj királyt föléjük.« Azt mondta azért Sámuel Izrael férfiainak: »Egyelőre menjen mindenki a maga városába.«