Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

ΚΡΙΤΑΙ - Giudici - Judges 3


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και ταυτα τα εθνη αφηκεν ιησους ωστε πειρασαι εν αυτοις τον ισραηλ παντας τους μη εγνωκοτας παντας τους πολεμους χανααν1 A következők azok a nemzetek, amelyeket az Úr meghagyott, hogy általuk tanítsa Izraelt, mindazokat, akik nem ismerték a kánaániakkal vívott harcokat,
2 πλην δια τας γενεας των υιων ισραηλ του διδαξαι αυτους πολεμον πλην οι εμπροσθεν αυτων ουκ εγνωσαν αυτα2 hogy aztán Izrael fiai megtanuljanak küzdeni az ellenséggel, s készséget szerezzenek a hadakozásra:
3 τας πεντε σατραπειας των αλλοφυλων και παντα τον χαναναιον και τον σιδωνιον και τον ευαιον τον κατοικουντα τον λιβανον απο του ορους του βαλαερμων εως λοβωημαθ3 a filiszteusok öt fejedelme, az összes kánaániak, a szidoniak és azok a hivviták, akik a Libanon hegyén laktak, a Baál-Hermon hegytől egészen Hamat bejárójáig.
4 και εγενετο ωστε πειρασαι εν αυτοις τον ισραηλ γνωναι ει ακουσονται τας εντολας κυριου ας ενετειλατο τοις πατρασιν αυτων εν χειρι μωυση4 Azért hagyta meg őket, hogy próbára tegye általuk Izraelt, hallgatnak-e az Úr parancsaira, amelyeket Mózes által atyáiknak meghagyott, vagy sem. –
5 και οι υιοι ισραηλ κατωκησαν εν μεσω του χαναναιου και του χετταιου και του αμορραιου και του φερεζαιου και του ευαιου και του ιεβουσαιου5 Ezért kellett Izrael fiainak a kánaániak, a hetiták, az amoriták, a periziták, a hivviták és a jebuziták között lakniuk.
6 και ελαβον τας θυγατερας αυτων εαυτοις εις γυναικας και τας θυγατερας αυτων εδωκαν τοις υιοις αυτων και ελατρευσαν τοις θεοις αυτων6 Ők azonban feleségül vették azok lányait és hozzáadták lányaikat azok fiaihoz és szolgáltak azok isteneinek.
7 και εποιησαν οι υιοι ισραηλ το πονηρον εναντι κυριου και επελαθοντο κυριου θεου αυτων και ελατρευσαν ταις βααλιμ και τοις αλσεσιν7 Azt cselekedték ugyanis, ami gonosz az Úr színe előtt és megfeledkeztek az ő Urukról, Istenükről, s a Baáloknak és az Astartéknek szolgáltak.
8 και ωργισθη θυμω κυριος εν τω ισραηλ και απεδοτο αυτους εις χειρας χουσαρσαθωμ βασιλεως συριας ποταμων και εδουλευσαν αυτω οκτω ετη8 Ezért az Úr megharagudott Izrael fiaira és Kúsán-Rasátaimnak, Mezopotámia királyának kezébe adta őket, mire nyolc esztendeig annak szolgáltak.
9 και εκεκραξαν οι υιοι ισραηλ προς κυριον και ηγειρεν κυριος σωτηρα τω ισραηλ και εσωσεν αυτους τον γοθονιηλ υιον κενεζ αδελφον χαλεβ τον νεωτερον αυτου και εισηκουσεν αυτου9 Ekkor az Úrhoz kiáltottak, s ő szabadítót támasztott nekik, hogy megszabadítsa őket: Otonielt, Kenez fiát, Káleb öccsét.
10 και εγενετο επ' αυτον πνευμα κυριου και εκρινεν τον ισραηλ και εξηλθεν επι τον πολεμον και παρεδωκεν κυριος εν χειρι αυτου τον χουσαρσαθωμ βασιλεα συριας και εκραταιωθη η χειρ αυτου επι τον χουσαρσαθωμ10 Rászállt ugyanis az Úr lelke, s bírája lett Izraelnek és kiment a harcba, s az Úr kezébe adta Kúsán-Rasátaimot, Szíria királyát, s ő legyőzte őt.
11 και ησυχασεν η γη ετη πεντηκοντα και απεθανεν γοθονιηλ υιος κενεζ11 Aztán nyugta volt az országnak negyven esztendeig és Otoniel, Kenez fia meghalt.
12 και προσεθεντο οι υιοι ισραηλ ποιησαι το πονηρον εναντι κυριου και ενισχυσεν κυριος τον εγλωμ βασιλεα μωαβ επι τον ισραηλ δια το πεποιηκεναι αυτους το πονηρον εναντι κυριου12 Ám Izrael fiai ismét azt cselekedték, ami gonosz az Úr színe előtt. Ekkor ő erőt adott velük szemben Eglonnak, Moáb királyának, mivel azt cselekedték, ami gonosz az Úr színe előtt,
13 και προσηγαγεν προς αυτον παντας τους υιους αμμων και αμαληκ και επορευθη και επαταξεν τον ισραηλ και εκληρονομησεν την πολιν των φοινικων13 s mellé adta Ammonnak és Amaleknek fiait. Erre az felvonult, megverte Izraelt, és elfoglalta a Pálmák városát,
14 και εδουλευσαν οι υιοι ισραηλ τω εγλωμ βασιλει μωαβ ετη δεκα οκτω14 mire Izrael fiai tizennyolc esztendeig Eglonnak, Moáb királyának szolgáltak.
15 και εκεκραξαν οι υιοι ισραηλ προς κυριον και ηγειρεν αυτοις κυριος σωτηρα τον αωδ υιον γηρα υιου του ιεμενι ανδρα αμφοτεροδεξιον και απεστειλαν οι υιοι ισραηλ δωρα εν χειρι αυτου τω εγλωμ βασιλει μωαβ15 Akkor aztán az Úrhoz kiáltottak, és ő szabadítót támasztott nekik, név szerint Áodot, Gerának, Jemini fiának a fiát, aki a bal kezét úgy használta, mint más a jobb kezét. Általa ugyanis ajándékot küldtek Izrael fiai Eglonnak, Moáb királyának.
16 και εποιησεν εαυτω αωδ μαχαιραν διστομον σπιθαμης το μηκος και περιεζωσατο αυτην υπο τον μανδυαν επι τον μηρον τον δεξιον αυτου16 Ő akkor egy kétélű kardot készített magának, amelyen tenyérnyi hosszú markolat volt, s azt felkötötte a köntöse alá, a jobb csípőjére.
17 και προσηνεγκεν τα δωρα τω εγλωμ βασιλει μωαβ και εγλωμ ανηρ αστειος σφοδρα17 Így vitte el az ajándékot Eglonnak, Moáb királyának. Eglon pedig igen kövér ember volt.
18 και εγενετο ως συνετελεσεν αωδ προσφερων τα δωρα και εξαπεστειλεν τους αιροντας τα δωρα18 Amikor aztán átadta neki az ajándékot, egy darabig elkísérte társait, akik vele jöttek,
19 και εγλωμ ανεστρεψεν απο των γλυπτων μετα της γαλγαλ και ειπεν αωδ λογος μοι κρυφιος προς σε βασιλευ και ειπεν εγλωμ πασιν εκ μεσου και εξηλθον απ' αυτου παντες οι παραστηκοντες αυτω19 de Gilgálból, ahol a bálványok voltak, visszatért, s beüzent a királynak: »Bizalmas szavam volna hozzád, ó király!« Erre az csendet parancsolt, s amikor mindenki kiment, aki körülötte volt,
20 και αωδ εισηλθεν προς αυτον και αυτος εκαθητο εν τω υπερωω τω θερινω αυτου μονωτατος και ειπεν αωδ λογος θεου μοι προς σε βασιλευ και εξανεστη απο του θρονου εγλωμ εγγυς αυτου20 Áod bement hozzá – ő nyári termében ült egyedül –, és azt mondta: »Isteni üzenetem van a számodra.« Erre ő legott felkelt trónjáról.
21 και εγενετο αμα του αναστηναι εξετεινεν αωδ την χειρα την αριστεραν αυτου και ελαβεν την μαχαιραν απο του μηρου του δεξιου αυτου και ενεπηξεν αυτην εις την κοιλιαν εγλωμ21 Ekkor Áod kinyújtotta bal kezét és előrántotta a jobb csípőjéről a tőrt, s beledöfte Eglon hasába,
22 και επεισηνεγκεν και γε την λαβην οπισω της φλογος και απεκλεισεν το στεαρ κατα της φλογος οτι ουκ εξεσπασεν την μαχαιραν εκ της κοιλιας αυτου22 akkora erővel, hogy a penge után a markolat is beleszaladt a sebbe, s beleszorult a kövér hájba – ki sem húzta a kardot, hanem amint beledöfte, úgy hagyta a testben –, és a természet elrejtett helyén legott kiomlott belének sara.
23 και εξηλθεν αωδ εις την προσταδα και απεκλεισεν τας θυρας του υπερωου επ' αυτον και εσφηνωσεν23 Erre Áod gondosan bezárta és elreteszelte a terem ajtóit,
24 και αυτος εξηλθεν και οι παιδες αυτου εισηλθον και ειδον και ιδου αι θυραι του υπερωου αποκεκλεισμεναι και ειπαν μηποτε προς διφρους καθηται εν τη αποχωρησει του κοιτωνος24 s a hátsó ajtón kiment. Amikor aztán előjöttek a király szolgái és látták, hogy a terem ajtói be vannak zárva, azt mondták: »Nyilván szükségét végzi nyári kamrájában.«
25 και προσεμειναν αισχυνομενοι και ιδου ουκ ην ο ανοιγων τας θυρας του υπερωου και ελαβον την κλειδα και ηνοιξαν και ιδου ο κυριος αυτων πεπτωκως επι την γην τεθνηκως25 Amikor azonban már oly sokáig várakoztak, hogy szinte szégyellték, s látták, hogy senki sem nyit ajtót, vették a kulcsot, benyitottak, s ott találták urukat a földön elterülve, halva.
26 και αωδ διεσωθη εως εθορυβουντο και ουκ ην ο προσνοων αυτω και αυτος παρηλθεν τα γλυπτα και διεσωθη εις σειρωθα26 Amíg ők zavarban voltak, Áod elmenekült és elhaladt a Bálványok helye mellett, ahonnan visszament, és eljutott Szeírába.
27 και εγενετο ηνικα ηλθεν και εσαλπισεν κερατινη εν ορει εφραιμ και κατεβησαν συν αυτω οι υιοι ισραηλ και αυτος εμπροσθεν αυτων27 Efraim hegységén aztán legott megfújta a harsonát, mire Izrael fiai az ő vezetésével leereszkedtek vele a hegységről.
28 και ειπεν προς αυτους καταβαινετε οπισω μου οτι παρεδωκεν κυριος ο θεος τους εχθρους υμων την μωαβ εν χειρι υμων και κατεβησαν οπισω αυτου και προκατελαβοντο τας διαβασεις του ιορδανου της μωαβ και ουκ αφηκαν ανδρα διαβηναι28 Azt mondta ugyanis nekik: »Kövessetek, mert az Úr a kezünkbe adta ellenségeinket, a moabitákat.« Leereszkedtek tehát utána és elfoglalták a Jordánnak Moábba vezető átkelőit és nem engedtek átkelni senkit,
29 και επαταξαν την μωαβ εν τω καιρω εκεινω ωσει δεκα χιλιαδας ανδρων παντας τους μαχητας τους εν αυτοις και παντα ανδρα δυναμεως και ου διεσωθη ανηρ29 hanem úgy megverték a moabitákat abban az időben – körülbelül tízezer, csupa erős és vitéz embert –, hogy egy sem tudott megmenekülni közülük.
30 και ενετραπη μωαβ εν τη ημερα εκεινη υπο την χειρα ισραηλ και ησυχασεν η γη ογδοηκοντα ετη και εκρινεν αυτους αωδ εως ου απεθανεν30 Így Moáb megalázkodott azon a napon Izrael keze alatt, s az országnak nyugta volt nyolcvan esztendeig.
31 και μετα τουτον ανεστη σαμεγαρ υιος αναθ και επαταξεν τους αλλοφυλους εις εξακοσιους ανδρας εκτος μοσχων των βοων και εσωσεν αυτος τον ισραηλ31 Ő utána Samgár, Ánát fia következett. Ő egy szántóvassal megvert a filiszteusok közül hatszáz embert, s ő is megvédte Izraelt.