Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΑΜΒΑΚΟΥΜ - Abacuc - Habakkuk 1


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 το λημμα ο ειδεν αμβακουμ ο προφητης1 A fenyegető jövendölés, melyet Habakuk próféta látott.
2 εως τινος κυριε κεκραξομαι και ου μη εισακουσης βοησομαι προς σε αδικουμενος και ου σωσεις2 Meddig kiáltok még, Uram, és nem hallgatsz meg engem? Kiáltozom hozzád: »Erőszak!«, és te nem szabadítasz meg engem?
3 ινα τι μοι εδειξας κοπους και πονους επιβλεπειν ταλαιπωριαν και ασεβειαν εξ εναντιας μου γεγονεν κρισις και ο κριτης λαμβανει3 Miért engedsz látnom gonoszságot és nyomorúságot, miért kell fosztogatást és elnyomást látnom magam előtt? Folyik a per, és egyre nagyobb a civakodás.
4 δια τουτο διεσκεδασται νομος και ου διεξαγεται εις τελος κριμα οτι ο ασεβης καταδυναστευει τον δικαιον ενεκεν τουτου εξελευσεται το κριμα διεστραμμενον4 Ezért sértik meg a törvényt, és nem ér célhoz a jog; hiszen a gonosz az igaz fölé kerekedik, és így hamis ítélet származik.
5 ιδετε οι καταφρονηται και επιβλεψατε και θαυμασατε θαυμασια και αφανισθητε διοτι εργον εγω εργαζομαι εν ταις ημεραις υμων ο ου μη πιστευσητε εαν τις εκδιηγηται5 »Tekintsetek a nemzetek felé, és lássatok, csodálkozzatok és bámuljatok, mert olyan dolgot viszek véghez napjaitokban, melyet senki sem hinne el, ha elbeszélnék.
6 διοτι ιδου εγω εξεγειρω εφ' υμας τους χαλδαιους τους μαχητας το εθνος το πικρον και το ταχινον το πορευομενον επι τα πλατη της γης του κατακληρονομησαι σκηνωματα ουκ αυτου6 Mert íme, én felkeltem a káldeaiakat, a vad és gyors népet, mely széltében bejárja a földet, hogy elfoglaljon olyan hajlékokat, melyek nem az övéi.
7 φοβερος και επιφανης εστιν εξ αυτου το κριμα αυτου εσται και το λημμα αυτου εξ αυτου εξελευσεται7 Borzalmas és rettenetes nép az! Önmaga szabja meg törvényét és nagyságát.
8 και εξαλουνται υπερ παρδαλεις οι ιπποι αυτου και οξυτεροι υπερ τους λυκους της αραβιας και εξιππασονται οι ιππεις αυτου και ορμησουσιν μακροθεν και πετασθησονται ως αετος προθυμος εις το φαγειν8 Lovai gyorsabbak a párducnál, és vadabbak az esti farkasnál. Özönlenek lovasai: eljönnek ugyanis lovasai messziről, repülnek mint a zsákmányra siető saskeselyű,
9 συντελεια εις ασεβεις ηξει ανθεστηκοτας προσωποις αυτων εξ εναντιας και συναξει ως αμμον αιχμαλωσιαν9 zsákmányolni jön valamennyi. Arcuk olyan, mint a perzselő szél, és szedik a foglyokat, mint a fövenyt.
10 και αυτος εν βασιλευσιν εντρυφησει και τυραννοι παιγνια αυτου και αυτος εις παν οχυρωμα εμπαιξεται και βαλει χωμα και κρατησει αυτου10 Kineveti a királyokat, és a fejedelmekből gúnyt űz; minden erődítésen csak nevet, töltést emel és elfoglalja őket.
11 τοτε μεταβαλει το πνευμα και διελευσεται και εξιλασεται αυτη η ισχυς τω θεω μου11 Aztán megfordul, mint a szél, és továbbmegy. Bűnös, akinek az ereje az istene.«
12 ουχι συ απ' αρχης κυριε ο θεος ο αγιος μου και ου μη αποθανωμεν κυριε εις κριμα τεταχας αυτον και επλασεν με του ελεγχειν παιδειαν αυτου12 Nemde te vagy, Uram, kezdettől fogva az én Istenem? Én Szentem, mi meg nem halhatunk. Uram, te hívtad őt az ítéletre, erőssé tetted, hogy büntessen.
13 καθαρος οφθαλμος του μη οραν πονηρα και επιβλεπειν επι πονους ου δυνηση ινα τι επιβλεπεις επι καταφρονουντας παρασιωπηση εν τω καταπινειν ασεβη τον δικαιον13 A te szemed tiszta, s te nem nézheted a rosszat, a gonoszságot nem szemlélheted. Miért nézed tehát e gonosztevőket, és miért hallgatsz, amikor a gonosz elnyeli a nála igazabbat?
14 και ποιησεις τους ανθρωπους ως τους ιχθυας της θαλασσης και ως τα ερπετα τα ουκ εχοντα ηγουμενον14 Olyanokká tetted az embereket, mint a tenger halait, és mint a csúszómászót, melynek nincsen gazdája.
15 συντελειαν εν αγκιστρω ανεσπασεν και ειλκυσεν αυτον εν αμφιβληστρω και συνηγαγεν αυτον εν ταις σαγηναις αυτου ενεκεν τουτου ευφρανθησεται και χαρησεται η καρδια αυτου15 Valamennyit kifogja horoggal, kihúzza hálóval és varsájába gyűjti; ezen örvend és ujjong.
16 ενεκεν τουτου θυσει τη σαγηνη αυτου και θυμιασει τω αμφιβληστρω αυτου οτι εν αυτοις ελιπανεν μεριδα αυτου και τα βρωματα αυτου εκλεκτα16 Ezért mutat be áldozatot hálójának, és áldozik varsájának, mert általuk lett kövérré osztályrésze, és válogatottá eledele.
17 δια τουτο αμφιβαλει το αμφιβληστρον αυτου και δια παντος αποκτεννειν εθνη ου φεισεται17 Nemde szüntelen kiveti hálóját, és nem szánja kíméletlenül öldökölni a nemzeteket?