Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 17


font
LXXBIBBIA RICCIOTTI
1 εις το τελος τω παιδι κυριου τω δαυιδ α ελαλησεν τω κυριω τους λογους της ωδης ταυτης εν ημερα η ερρυσατο αυτον κυριος εκ χειρος παντων των εχθρων αυτου και εκ χειρος σαουλ1 - Al corifeo. [Salmo] del servo del Signore, David, il quale rivolse al Signore le parole di questo cantico, il giorno in cui il Signore lo liberò dalle mani di tutti i suoi nemici e dalla mano di Saul. E disse:
2 και ειπεν αγαπησω σε κυριε η ισχυς μου2 Io t'amo, o Signore, mia forza!
3 κυριος στερεωμα μου και καταφυγη μου και ρυστης μου ο θεος μου βοηθος μου και ελπιω επ' αυτον υπερασπιστης μου και κερας σωτηριας μου αντιλημπτωρ μου3 Il Signore è il mio sostegno, il mio rifugio e il mio liberatore. Il mio Dio è l'aiuto mio in cui spero, il mio protettore e il corno della mia salvezza e il mio difensore.
4 αινων επικαλεσομαι κυριον και εκ των εχθρων μου σωθησομαι4 Lodo e invoco il Signore, e da' miei nemici son salvo.
5 περιεσχον με ωδινες θανατου και χειμαρροι ανομιας εξεταραξαν με5 Mi circondarono ambasce di morte e i torrenti dell'iniquità mi costernarono:
6 ωδινες αδου περιεκυκλωσαν με προεφθασαν με παγιδες θανατου6 le ambasce degli Inferi mi circondarono, mi sorpresero lacci di morte.
7 και εν τω θλιβεσθαι με επεκαλεσαμην τον κυριον και προς τον θεον μου εκεκραξα ηκουσεν εκ ναου αγιου αυτου φωνης μου και η κραυγη μου ενωπιον αυτου εισελευσεται εις τα ωτα αυτου7 Nella tribolazione mia invocai il Signore, e verso il mio Dio gridai. Ed egli ascoltò dal suo santo tempio la mia voce, e il mio grido al suo cospetto penetrò negli orecchi di lui.
8 και εσαλευθη και εντρομος εγενηθη η γη και τα θεμελια των ορεων εταραχθησαν και εσαλευθησαν οτι ωργισθη αυτοις ο θεος8 S'agitò e tremò la terra, le fondamenta delle montagne furon scosse e traballaron dinanzi al suo sdegno.
9 ανεβη καπνος εν οργη αυτου και πυρ απο προσωπου αυτου κατεφλογισεν ανθρακες ανηφθησαν απ' αυτου9 Si levò fumo dalle sue nari, e fuoco divampò dalla sua bocca: carboni accesi [schizzaron] fuori da lui.
10 και εκλινεν ουρανον και κατεβη και γνοφος υπο τους ποδας αυτου10 Chinò i cieli e discese, e caligine era sotto i suoi piedi.
11 και επεβη επι χερουβιν και επετασθη επετασθη επι πτερυγων ανεμων11 E montò sui cherubi e volò, volò sulle ali dei vènti.
12 και εθετο σκοτος αποκρυφην αυτου κυκλω αυτου η σκηνη αυτου σκοτεινον υδωρ εν νεφελαις αερων12 E dispose le tenebre a suo nascondiglio: fu sua tenda intorno a luil'acqua tenebrosa nelle nuvole dell'aria.
13 απο της τηλαυγησεως ενωπιον αυτου αι νεφελαι διηλθον χαλαζα και ανθρακες πυρος13 Per il fulgore, al suo cospetto, si dissiparon le nubi, grandine [piovve] e carboni di fuoco.
14 και εβροντησεν εξ ουρανου κυριος και ο υψιστος εδωκεν φωνην αυτου14 E tonò dal cielo il Signore e l'Altissimo fe' risonar la sua voce:grandine [piovve] e carboni di fuoco.
15 και εξαπεστειλεν βελη και εσκορπισεν αυτους και αστραπας επληθυνεν και συνεταραξεν αυτους15 E scagliò le sue frecce e li disperse, moltiplicò le folgori e li sgominò.
16 και ωφθησαν αι πηγαι των υδατων και ανεκαλυφθη τα θεμελια της οικουμενης απο επιτιμησεως σου κυριε απο εμπνευσεως πνευματος οργης σου16 E apparvero le scaturigini delle acque, e si svelaron le fondamenta della terra, per il tuo sbuffare, o Signore, per il soffio veemente dell'ira tua!
17 εξαπεστειλεν εξ υψους και ελαβεν με προσελαβετο με εξ υδατων πολλων17 Stese dall'alto [la sua mano] e mi prese, e mi trasse su dalle molte acque.
18 ρυσεται με εξ εχθρων μου δυνατων και εκ των μισουντων με οτι εστερεωθησαν υπερ εμε18 Mi liberò dai miei nemici potentissimi, e da coloro che m'odiavano, ch'eran più forti di me.
19 προεφθασαν με εν ημερα κακωσεως μου και εγενετο κυριος αντιστηριγμα μου19 M'avevan sorpreso nel giorno della mia sciagura; ma il Signore fu il mio protettore.
20 και εξηγαγεν με εις πλατυσμον ρυσεται με οτι ηθελησεν με ρυσεται με εξ εχθρων μου δυνατων και εκ των μισουντων με20 E mi trasse fuori al largo: mi salvò perché mi voleva bene.
21 και ανταποδωσει μοι κυριος κατα την δικαιοσυνην μου και κατα την καθαριοτητα των χειρων μου ανταποδωσει μοι21 E ha reso a me secondo la sua giustizia, e secondo la purità delle mie mani m'ha retribuito.
22 οτι εφυλαξα τας οδους κυριου και ουκ ησεβησα απο του θεου μου22 Perchè ho custodito le vie del Signore, nè empiamente ho agito [allontanandomi] dal mio Dio.
23 οτι παντα τα κριματα αυτου ενωπιον μου και τα δικαιωματα αυτου ουκ απεστησα απ' εμου23 Giacchè tutte le sue leggi mi stavan davanti, e i suoi precetti non rigettavo da me.
24 και εσομαι αμωμος μετ' αυτου και φυλαξομαι απο της ανομιας μου24 E senza macchia son stato verso di lui, e mi son guardato dall'iniquità.
25 και ανταποδωσει μοι κυριος κατα την δικαιοσυνην μου και κατα την καθαριοτητα των χειρων μου ενωπιον των οφθαλμων αυτου25 E ha reso a me il Signore secondo la mia giustiziae secondo la purità delle mie mani dinanzi ai suoi occhi.
26 μετα οσιου οσιωθηση και μετα ανδρος αθωου αθωος εση26 Con l'uomo pio, pio tu sei, e con il retto, retto ti dimostri.
27 και μετα εκλεκτου εκλεκτος εση και μετα στρεβλου διαστρεψεις27 E con il puro sei puro, e col perverso fai da perverso.
28 οτι συ λαον ταπεινον σωσεις και οφθαλμους υπερηφανων ταπεινωσεις28 Perché la gente umile tu salvi, e gli occhi de' superbi tu abbatti.
29 οτι συ φωτιεις λυχνον μου κυριε ο θεος μου φωτιεις το σκοτος μου29 Tu invero dai lume alla mia lampada, o Signore: tu, mio Dio, illumini le mie tenebre!
30 οτι εν σοι ρυσθησομαι απο πειρατηριου και εν τω θεω μου υπερβησομαι τειχος30 Per te son tratto fuor dal cimento, e con l'aiuto del mio Dio dò la scalata alle mura!
31 ο θεος μου αμωμος η οδος αυτου τα λογια κυριου πεπυρωμενα υπερασπιστης εστιν παντων των ελπιζοντων επ' αυτον31 La via del mio Dio è senza macchia, le parole del Signore son saggiate [e depurate] al fuoco: egli è il protettore di quanti sperano in lui.
32 οτι τις θεος πλην του κυριου και τις θεος πλην του θεου ημων32 Poichè chi è Dio fuori del Signore? o dov' è una Rupe fuori del nostro Dio?
33 ο θεος ο περιζωννυων με δυναμιν και εθετο αμωμον την οδον μου33 [Quel] Dio che mi cinse di forza, e rese perfetta la mia via:
34 ο καταρτιζομενος τους ποδας μου ως ελαφου και επι τα υψηλα ιστων με34 che pareggiò i miei piedi a quelli delle cerve, e sulle alture mi stabilì [al sicuro];
35 διδασκων χειρας μου εις πολεμον και εθου τοξον χαλκουν τους βραχιονας μου35 che addestrò le mie mani alla battaglia, e fece le mie braccia quasi arco di bronzo!
36 και εδωκας μοι υπερασπισμον σωτηριας μου και η δεξια σου αντελαβετο μου και η παιδεια σου ανωρθωσεν με εις τελος και η παιδεια σου αυτη με διδαξει36 E mi desti la protezione di tua salvezza, e la tua destra mi sostenne, e la tua guida mi diresse del continuoe la stessa tua guida m'istruirà [in avvenire].
37 επλατυνας τα διαβηματα μου υποκατω μου και ουκ ησθενησαν τα ιχνη μου37 Larghi rendesti i miei passi sotto di me, e non vacillarono i miei piedi.
38 καταδιωξω τους εχθρους μου και καταλημψομαι αυτους και ουκ αποστραφησομαι εως αν εκλιπωσιν38 Inseguii i miei nemici e li raggiunsie non tornai indietro sino a che non fosser distrutti.
39 εκθλιψω αυτους και ου μη δυνωνται στηναι πεσουνται υπο τους ποδας μου39 Li abbattei e non posson risorgere, caddero sotto i miei piedi.
40 και περιεζωσας με δυναμιν εις πολεμον συνεποδισας παντας τους επανιστανομενους επ' εμε υποκατω μου40 Mi cingesti di forza per la battaglia, e abbattesti sotto di me i miei aggressori.
41 και τους εχθρους μου εδωκας μοι νωτον και τους μισουντας με εξωλεθρευσας41 E i miei nemici facesti che mi volgesser la schienae i miei avversari sbaragliasti.
42 εκεκραξαν και ουκ ην ο σωζων προς κυριον και ουκ εισηκουσεν αυτων42 Gridarono, ma non c'era chi li salvasse, [gridarono] al Signore, e non li esaudì.
43 και λεπτυνω αυτους ως χουν κατα προσωπον ανεμου ως πηλον πλατειων λεανω αυτους43 Ed io li stritolai come polvere in faccia al vento, come fango delle strade li spazzai via.
44 ρυση με εξ αντιλογιων λαου καταστησεις με εις κεφαλην εθνων λαος ον ουκ εγνων εδουλευσεν μοι44 Mi liberasti da discordie di popolo, mi hai posto a capo di nazioni.
45 εις ακοην ωτιου υπηκουσεν μοι υιοι αλλοτριοι εψευσαντο μοι45 Tal popolo, ch' io non conoscevo [neppure], [ora] mi serve, con attento orecchio m'obbedisce.
46 υιοι αλλοτριοι επαλαιωθησαν και εχωλαναν απο των τριβων αυτων46 Gli stranieri mi adulano, gli stranieri sono [abbattuti, quasi] invecchiati, e zoppicando s'allontanan dalle loro vie.
47 ζη κυριος και ευλογητος ο θεος μου και υψωθητω ο θεος της σωτηριας μου47 Vive il Signore. Benedetto è il mio Dio! e sia esaltato il Dio della mia salvezza!
48 ο θεος ο διδους εκδικησεις εμοι και υποταξας λαους υπ' εμε48 Tu, o Dio, che mi procacci le vendette, e sottometti i popoli sotto di me, che mi salvi dai miei feroci nemici!
49 ο ρυστης μου εξ εχθρων μου οργιλων απο των επανιστανομενων επ' εμε υψωσεις με απο ανδρος αδικου ρυση με49 Da' miei assalitori tu mi metti al sicurodall'uomo malvagio [e violento] tu mi liberi.
50 δια τουτο εξομολογησομαι σοι εν εθνεσιν κυριε και τω ονοματι σου ψαλω50 Perciò ti loderò tra le nazioni, o Signore, e inneggerò al tuo nome,
51 μεγαλυνων τας σωτηριας του βασιλεως αυτου και ποιων ελεος τω χριστω αυτου τω δαυιδ και τω σπερματι αυτου εως αιωνος51 che ha concesso salvezza magnifica al suo re, e favore ha largito al suo Unto, a David e alla sua progenie in eterno.