Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

ΜΑΚΚΑΒΑΙΩΝ Β´ - 2 Maccabei- Maccabees II 4


font
LXXBIBBIA TINTORI
1 ο δε προειρημενος σιμων ο των χρηματων και της πατριδος ενδεικτης γεγονως εκακολογει τον ονιαν ως αυτος τε ειη τον ηλιοδωρον επισεσεικως και των κακων δημιουργος καθεστηκως1 Or il sopradetto Simone, delatore del tesoro e della patria, parlava male di Onia, come se egli avesse istigato Eliodoro a tali cose, e fosse lui l'autore dei mali:
2 και τον ευεργετην της πολεως και τον κηδεμονα των ομοεθνων και ζηλωτην των νομων επιβουλον των πραγματων ετολμα λεγειν2 Il provveditore della città, il difensore della sua nazione, lo zelatore della legge di Dio, ardiva dirlo insidioso nemico dello stato.
3 της δε εχθρας επι τοσουτον προβαινουσης ωστε και δια τινος των υπο του σιμωνος δεδοκιμασμενων φονους συντελεισθαι3 Siccome le inimicizie erano giunte a tal segno che da alcuni degli amici di Simone eran commessi degli omicidi,
4 συνορων ο ονιας το χαλεπον της φιλονεικιας και απολλωνιον μενεσθεως τον κοιλης συριας και φοινικης στρατηγον συναυξοντα την κακιαν του σιμωνος4 Onia, considerando i pericoli della discordia e l'insensato agire d'Apollonio, il quale, come governatore della Celesiria e della Fenicia favoriva la malizia di Simone, andò a trovare il re,
5 προς τον βασιλεα διεκομισθη ου γινομενος των πολιτων κατηγορος το δε συμφορον κοινη και κατ' ιδιαν παντι τω πληθει σκοπων5 non per accusare i suoi concittadini, ma per la comune utilità di tutto il popolo, a cui pensava,
6 εωρα γαρ ανευ βασιλικης προνοιας αδυνατον ειναι τυχειν ειρηνης ετι τα πραγματα και τον σιμωνα παυλαν ου λημψομενον της ανοιας6 e perchè vedeva bene che senza l'intervento del re era impossibile pacificare le cose e far cessare Simone dalle sue follie.
7 μεταλλαξαντος δε τον βιον σελευκου και παραλαβοντος την βασιλειαν αντιοχου του προσαγορευθεντος επιφανους υπενοθευσεν ιασων ο αδελφος ονιου την αρχιερωσυνην7 Morto Seleuco e succeduto a lui Antioco, soprannominato Ispirane, Giasone, fratello d'Onia, tramando d'usurpare il pontificato,
8 επαγγειλαμενος τω βασιλει δι' εντευξεως αργυριου ταλαντα εξηκοντα προς τοις τριακοσιοις και προσοδου τινος αλλης ταλαντα ογδοηκοντα8 andò a trovare il re e gli promise trecentosessanta talenti, e, dei redditi, altri ottanta talenti,
9 προς δε τουτοις υπισχνειτο και ετερα διαγραφειν πεντηκοντα προς τοις εκατον εαν επιχωρηθη δια της εξουσιας αυτου γυμνασιον και εφηβειον αυτω συστησασθαι και τους εν ιεροσολυμοις αντιοχεις αναγραψαι9 e di più altri centocinquanta talenti per il permesso di fondar un ginnasio e un'efebia e dare a quelli di Gerusalemme la cittadinanza d'Antiochia.
10 επινευσαντος δε του βασιλεως και της αρχης κρατησας ευθεως προς τον ελληνικον χαρακτηρα τους ομοφυλους μετεστησε10 Avutone dal re il permesso, ed ottenuto il principato, cominciò subito a far passare i suoi connazionali ai costumi dei pagani.
11 και τα κειμενα τοις ιουδαιοις φιλανθρωπα βασιλικα δια ιωαννου του πατρος ευπολεμου του ποιησαμενου την πρεσβειαν υπερ φιλιας και συμμαχιας προς τους ρωμαιους παρωσας και τας μεν νομιμους καταλυων πολιτειας παρανομους εθισμους εκαινιζεν11 Tolte le franchigie che l'umanità dei re (grazie ai buoni uffici di Giovanni, padre di quell'Eupolemo che fu mandato a Roma come ambasciatore per fare alleanza e amicizia) aveva concesse, egli distrusse i diritti dei cittadini, e stabilì leggi perverse.
12 ασμενως γαρ υπ' αυτην την ακροπολιν γυμνασιον καθιδρυσεν και τους κρατιστους των εφηβων υποτασσων υπο πετασον ηγαγεν12 Egli ardì fondare, sotto la stessa fortezza, un ginnasio, e di mettere nei lupanari il fior della gioventù.
13 ην δ' ουτως ακμη τις ελληνισμου και προσβασις αλλοφυλισμου δια την του ασεβους και ουκ αρχιερεως ιασωνος υπερβαλλουσαν αναγνειαν13 Così cominciato, tanto s'avanzò e progredì il modo di vivere alla pagana e alla straniera, in seguito all'infame e inaudita malvagità dell'empio e non sacerdote Giasone,
14 ωστε μηκετι περι τας του θυσιαστηριου λειτουργιας προθυμους ειναι τους ιερεις αλλα του μεν νεω καταφρονουντες και των θυσιων αμελουντες εσπευδον μετεχειν της εν παλαιστρη παρανομου χορηγιας μετα την του δισκου προσκλησιν14 che i sacerdoti non eran più intenti al ministero dell'altare, e, disprezzato il tempio, e negletti i sacrifizi, correvano a prender parte alla palestra, ai premi indegni e agli esercizi del disco.
15 και τας μεν πατρωους τιμας εν ουδενι τιθεμενοι τας δε ελληνικας δοξας καλλιστας ηγουμενοι15 Non facendo alcun caso degli onori della patria, stimavano le migliori glorie quelle greche.
16 ων και χαριν περιεσχεν αυτους χαλεπη περιστασις και ων εζηλουν τας αγωγας και καθ' απαν ηθελον εξομοιουσθαι τουτους πολεμιους και τιμωρητας εσχον16 A causa di esse s'abbandonavano a pericolose contese, e zelavano le usanze di quelli e desideravano essere in tutto simili a quelli che erano stati loro nemici e distruttori.
17 ασεβειν γαρ εις τους θειους νομους ου ραδιον αλλα ταυτα ο ακολουθος καιρος δηλωσει17 Non si violano mai impunemente le leggi divine. Ma ciò lo dimostrerà il tempo che segue.
18 αγομενου δε πενταετηρικου αγωνος εν τυρω και του βασιλεως παροντος18 Mentre si celebravano a Tiro i giuochi quinquennali, ai quali era presente il re,
19 απεστειλεν ιασων ο μιαρος θεωρους ως απο ιεροσολυμων αντιοχεις οντας παρακομιζοντας αργυριου δραχμας τριακοσιας εις την του ηρακλεους θυσιαν ας και ηξιωσαν οι παρακομισαντες μη χρησθαι εις θυσιαν δια το μη καθηκειν εις ετεραν δε καταθεσθαι δαπανην19 il criminale Giasone mandò a Gerusalemme degli uomini perversi, a portare trecento di dramme d'argento pel sacrifizio di Ercole; ma quelli che le portarono chiesero che non fossero spese nei sacrifizi, che non era conveniente, ma fossero impiegate in altri usi.
20 επεσε μεν ουν ταυτα δια μεν τον αποστειλαντα εις την του ηρακλεους θυσιαν ενεκεν δε των παρακομιζοντων εις τας των τριηρεων κατασκευας20 Così erano state offerte pel sacrifizio di Ercole da chi l'aveva mandate, ma per opera di quelli che le portarono furono impiegate nella costruzione di triremi.
21 αποσταλεντος δε εις αιγυπτον απολλωνιου του μενεσθεως δια τα πρωτοκλισια του φιλομητορος βασιλεως μεταλαβων αντιοχος αλλοτριον αυτον των αυτου γεγονεναι πραγματων της καθ' αυτον ασφαλειας εφροντιζεν οθεν εις ιοππην παραγενομενος κατηντησεν εις ιεροσολυμα21 Quando Antioco, dopo aver mandato in Egitto Apollonio, figlio di Mnesteo, a trattare con i grandi del re Tolomeo Filometore, s'accorse d'essere escluso dagli affari del regno, e pensando al suo interesse, partì per Ioppe e venne a Gerusalemme,
22 μεγαλομερως δε υπο του ιασωνος και της πολεως αποδεχθεις μετα δαδουχιας και βοων εισεδεχθη ειθ' ουτως εις την φοινικην κατεστρατοπεδευσεν22 fu accolto con magnificenza da Giasone e dalla città, ove entrò in mezzo a fiaccole accese e canti di lode: indi tornò coll'esercito nella Fenicia.
23 μετα δε τριετη χρονον απεστειλεν ιασων μενελαον τον του προσημαινομενου σιμωνος αδελφον παρακομιζοντα τα χρηματα τω βασιλει και περι πραγματων αναγκαιων υπομνηματισμους τελεσοντα23 Tre anni dopo, Giasone mandò Menelao, fratello del sopra detto Simone, a portar dei danari al re, e a riceverne gli ordini su affari d'importanza.
24 ο δε συσταθεις τω βασιλει και δοξασας αυτον τω προσωπω της εξουσιας εις εαυτον κατηντησεν την αρχιερωσυνην υπερβαλων τον ιασωνα ταλαντα αργυριου τριακοσια24 Ma Menelao, acquistatosi il favore del re coi magnificare lo splendore della sua potenza, fece venire nelle sue mani il sommo sacerdozio, dando trecento talenti d'argento più di Giasone,
25 λαβων δε τας βασιλικας εντολας παρεγενετο της μεν αρχιερωσυνης ουδεν αξιον φερων θυμους δε ωμου τυραννου και θηρος βαρβαρου οργας εχων25 e ricevuti gli ordini del re, se ne tornò. Egli, nulla avendo degno del sacerdozio, aveva il cuore d'un crudele tiranno e la rabbia d'una fiera selvaggia.
26 και ο μεν ιασων ο τον ιδιον αδελφον υπονοθευσας υπονοθευθεις υφ' ετερου φυγας εις την αμμανιτιν χωραν συνηλαστο26 Così Giasone, che aveva ingannato il suo fratello, fu pure ingannato e cacciato in esilio nel paese degli Ammoniti.
27 ο δε μενελαος της μεν αρχης εκρατει των δε επηγγελμενων τω βασιλει χρηματων ουδεν ευτακτει27 Or Menelao ottenne il principato, ma nulla faceva riguardo al danaro promesso al re, non ostante che Sostrato, governatore della cittadella, l'esigesse,
28 ποιουμενου δε την απαιτησιν σωστρατου του της ακροπολεως επαρχου προς τουτον γαρ ην η των διαφορων πραξις δι' ην αιτιαν οι δυο υπο του βασιλεως προσεκληθησαν28 avendo l'incarico d'esigere i tributi. Per la qual cosa tutt'e due furono chiamati davanti ai re:
29 και ο μεν μενελαος απελιπεν της αρχιερωσυνης διαδοχον λυσιμαχον τον εαυτου αδελφον σωστρατος δε κρατητα τον επι των κυπριων29 Menelao fu doposto dal pontificato, nel quale ebbe per successore Lisimaco suo fratello, e Sostrato fu mandato al governo di Cipro.
30 τοιουτων δε συνεστηκοτων συνεβη ταρσεις και μαλλωτας στασιαζειν δια το αντιοχιδι τη παλλακη του βασιλεως εν δωρεα δεδοσθαι30 Mentre succedevano queste cose, accadde che quei di Tarso e quelli di Mallo si rivoltarono, perchè erano stati dati come dono ad Antiochide, concubina del re.
31 θαττον ουν ο βασιλευς ηκεν καταστειλαι τα πραγματα καταλιπων τον διαδεχομενον ανδρονικον των εν αξιωματι κειμενων31 Il re, partito in fretta per sedarli, lasciò a far le sue veci Andronico, uno dei grandi della sua corte.
32 νομισας δε ο μενελαος ειληφεναι καιρον ευφυη χρυσωματα τινα των του ιερου νοσφισαμενος εχαρισατο τω ανδρονικω και ετερα ετυγχανεν πεπρακως εις τε τυρον και τας κυκλω πολεις32 Allora Menelao, pensando d'avere scelto il tempo opportuno, rubò alcuni vasi d'oro al tempio, e ne fece un dono ad Andronico, dopo averne venduti degli altri in Tiro e nelle città vicine.
33 α και σαφως επεγνωκως ο ονιας απηλεγχεν αποκεχωρηκως εις ασυλον τοπον επι δαφνης της προς αντιοχειαν κειμενης33 Saputa con certezza la cosa, Onia lo rimproverò, mettendosi però in luogo sicuro ad Antiochia presso Dafne.
34 οθεν ο μενελαος λαβων ιδια τον ανδρονικον παρεκαλει χειρωσασθαι τον ονιαν ο δε παραγενομενος επι τον ονιαν και πεισθεις επι δολω και δεξιασθεις μεθ' ορκων δους δεξιαν καιπερ εν υποψια κειμενος επεισεν εκ του ασυλου προελθειν ον και παραχρημα παρεκλεισεν ουκ αιδεσθεις το δικαιον34 Per questo, Menelao, andato a trovare Andronico, lo pregò ad uccidere Onia. E (Andronico) andato a trovare Onia, dandogli la destra con giuramento, sebbene gli lasciasse dei sospetti, lo persuase a uscir dall'asilo, e subito, senza alcun riguardo alla giustizia, lo uccise.
35 δι' ην αιτιαν ου μονον ιουδαιοι πολλοι δε και των αλλων εθνων εδειναζον και εδυσφορουν επι τω του ανδρος αδικω φονω35 Per questo fatto, non soltanto i Giudei, ma anche le altre nazioni restarono indignate, e mal sopportarono l'ingiusta morte di sì grand'uomo.
36 του δε βασιλεως επανελθοντος απο των κατα κιλικιαν τοπων ενετυγχανον οι κατα πολιν ιουδαιοι συμμισοπονηρουντων και των ελληνων υπερ του παρα λογον τον ονιαν απεκτονησθαι36 Così quando il re tornò dalla Cilicia, i Giudei d'Antiochia insieme ai Greci andarono a lamentarsi dell'iniqua morte d'Onia.
37 ψυχικως ουν ο αντιοχος επιλυπηθεις και τραπεις επι ελεος και δακρυσας δια την του μετηλλαχοτος σωφροσυνην και πολλην ευταξιαν37 Antioco ne ebbe l'animo contristato, e mosso a pietà dal caso d'Onia, versò delle lacrime, ricordando la sobrietà e la modestia del defunto;
38 και πυρωθεις τοις θυμοις παραχρημα την του ανδρονικου πορφυραν περιελομενος και τους χιτωνας περιρρηξας περιαγαγων καθ' ολην την πολιν επ' αυτον τον τοπον ουπερ τον ονιαν ησεβησεν εκει τον μιαιφονον απεκοσμησεν του κυριου την αξιαν αυτω κολασιν αποδοντος38 e, acceso di sdegno, ordinò die Andronico, spogliato della porpora, fosso menato attorno per tutta la città e che al sacrilego fosse tolta la vita nel medesimo luogo nel quale aveva commessa l'empietà contro Onia. Così il Signore gli diede il meritato castigo.
39 γενομενων δε πολλων ιεροσυληματων κατα την πολιν υπο του λυσιμαχου μετα της του μενελαου γνωμης και διαδοθεισης εξω της φημης επισυνηχθη το πληθος επι τον λυσιμαχον χρυσωματων ηδη πολλων διενηνεγμενων39 Avendo poi Lisimaco fatti molti sacrilegi nel tempio ad istigazione di Menelao, divulgatasi la fama del molto oro portato via, si radunò il popolo contro Lisimaco,
40 επεγειρομενων δε των οχλων και ταις οργαις διεμπιπλαμενων καθοπλισας ο λυσιμαχος προς τρισχιλιους κατηρξατο χειρων αδικων προηγησαμενου τινος αυρανου προβεβηκοτος την ηλικιαν ουδεν δε ηττον και την ανοιαν40 e siccome le turbo tumultuavano e gli animi eran pieni d'ira, Lisimaco, armati circa tre mila uomini, capitanati da un certo tiranno, avanzato nell'età come nella demenza, cominciò a far violenze.
41 συνιδοντες δε και την επιθεσιν του λυσιμαχου συναρπασαντες οι μεν πετρους οι δε ξυλων παχη τινες δε εκ της παρακειμενης σποδου δρασσομενοι φυρδην ενετινασσον εις τους περι τον λυσιμαχον41 Ma, conosciuti i disegni di Lisimaco, chi si armò di sassi, chi di groassi bastoni, e alcuni gettarono ad dosso a Lisimaco la cenere,
42 δι' ην αιτιαν πολλους μεν αυτων τραυματιας εποιησαν τινας δε και κατεβαλον παντας δε εις φυγην συνηλασαν αυτον δε τον ιεροσυλον παρα το γαζοφυλακιον εχειρωσαντο42 molti ne ferirono, alcuni ne uccisero, tutto il resto fu messo in fuga, e lo stesso sacrilego rimase ucciso presso l'erario.
43 περι δε τουτων ενεστη κρισις προς τον μενελαον43 Di tutte queste cose si cominciò ad agitar la causa contro Menelao, ù
44 καταντησαντος δε του βασιλεως εις τυρον επ' αυτου την δικαιολογιαν εποιησαντο οι πεμφθεντες τρεις ανδρες υπο της γερουσιας44 e quando il re andò a Tiro, tre uomini mandati dagli anziani riferirono a lui l'affare.
45 ηδη δε λελειμμενος ο μενελαος επηγγειλατο χρηματα ικανα τω πτολεμαιω δορυμενους προς το πεισαι τον βασιλεα45 Menelao, ridotto a mal partito, promise grossa somma di danaro a Tolomeo, se gli rendeva favorevole il re.
46 οθεν απολαβων ο πτολεμαιος εις τι περιστυλον ως αναψυξοντα τον βασιλεα μετεθηκεν46 Tolomeo andò a trovare il re mentre se ne stava sotto i portici a prendere il fresco, e gli fece cambiar sentenza.
47 και τον μεν της ολης κακιας αιτιον μενελαον απελυσεν των κατηγορημενων τοις δε ταλαιπωροις οιτινες ει και επι σκυθων ελεγον απελυθησαν ακαταγνωστοι τουτοις θανατον επεκρινεν47 Così egli assolse Menelao dai delitti, sebbene fosse reo di tutto il male, e gl'infelici che, anche se avessero esposta la loro causa agli Sciti, sarebbero stati dichiarati innocenti, li condannò a morte.
48 ταχεως ουν την αδικον ζημιαν υπεσχον οι περι πολεως και δημων και των ιερων σκευων προηγορησαντες48 Furono dunque in fretta puniti ingiustamente quelli che avevan sostenuta la causa della città, del popolo e dei vasi sacri.
49 δι' ην αιτιαν και τυριοι μισοπονηρησαντες τα προς την κηδειαν αυτων μεγαλοπρεπως εχορηγησαν49 Gli stessi Tiri ne furono indignati, e furono generosissimi per la loro sepoltura.
50 ο δε μενελαος δια τας των κρατουντων πλεονεξιας εμενεν επι τη αρχη επιφυομενος τη κακια μεγας των πολιτων επιβουλος καθεστως50 Ma intanto Menelao, per l'avarizia dei potenti, conservò l'autorità, e crebbe nella malizia a danno dei cittadini.