Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΓΕΝΕΣΙΣ - Genesi - Genesis 48


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 εγενετο δε μετα τα ρηματα ταυτα και απηγγελη τω ιωσηφ οτι ο πατηρ σου ενοχλειται και αναλαβων τους δυο υιους αυτου τον μανασση και τον εφραιμ ηλθεν προς ιακωβ1 Miután ezek megtörténtek, jelentették Józsefnek, hogy beteg az apja. Erre magához vette két fiát, Manasszét és Efraimot.
2 απηγγελη δε τω ιακωβ λεγοντες ιδου ο υιος σου ιωσηφ ερχεται προς σε και ενισχυσας ισραηλ εκαθισεν επι την κλινην2 Amikor megmondták az idős embernek: »Íme, a fiad, József eljött hozzád« – összeszedte erejét, és kiült az ágy szélére.
3 και ειπεν ιακωβ τω ιωσηφ ο θεος μου ωφθη μοι εν λουζα εν γη χανααν και ευλογησεν με3 Amikor bement hozzá, azt mondta neki: »A mindenható Isten megjelent nekem Lúzában, amely Kánaán földjén van, és megáldott engem.
4 και ειπεν μοι ιδου εγω αυξανω σε και πληθυνω σε και ποιησω σε εις συναγωγας εθνων και δωσω σοι την γην ταυτην και τω σπερματι σου μετα σε εις κατασχεσιν αιωνιον4 Azt mondta: ‘Megszaporítalak és megsokasítalak, és népek seregévé teszlek. Neked és utódaidnak adom majd ezt a földet örökös birtokul.’
5 νυν ουν οι δυο υιοι σου οι γενομενοι σοι εν αιγυπτω προ του με ελθειν προς σε εις αιγυπτον εμοι εισιν εφραιμ και μανασση ως ρουβην και συμεων εσονται μοι5 Azért tehát a két fiad, aki neked Egyiptomban született, mielőtt idejöttem hozzád, legyen az enyém: Efraimot és Manasszét számítsák éppúgy az enyémnek, mint akár Rúbent és Simeont.
6 τα δε εκγονα α εαν γεννησης μετα ταυτα σοι εσονται επι τω ονοματι των αδελφων αυτων κληθησονται εν τοις εκεινων κληροις6 A többiek azonban, akiket utánuk nemzel, a tieid legyenek, és testvéreik nevét viseljék birtokaikban.
7 εγω δε ηνικα ηρχομην εκ μεσοποταμιας της συριας απεθανεν ραχηλ η μητηρ σου εν γη χανααν εγγιζοντος μου κατα τον ιπποδρομον χαβραθα της γης του ελθειν εφραθα και κατωρυξα αυτην εν τη οδω του ιπποδρομου αυτη εστιν βαιθλεεμ7 Amikor ugyanis visszatértem Paddanból, Ráchel, a te anyád, meghalt az úton, Kánaán földjén. Efratához közeledtem akkor, és eltemettem őt az efratai – másik nevén a betlehemi – út mentén.«
8 ιδων δε ισραηλ τους υιους ιωσηφ ειπεν τινες σοι ουτοι8 Amikor Izrael meglátta József fiait, megkérdezte tőle: »Kik ezek?«
9 ειπεν δε ιωσηφ τω πατρι αυτου υιοι μου εισιν ους εδωκεν μοι ο θεος ενταυθα και ειπεν ιακωβ προσαγαγε μοι αυτους ινα ευλογησω αυτους9 Ő így felelt: »A fiaim, akiket itt adott nekem Isten.« Azt mondta erre: »Vezesd csak őket ide hozzám, hadd áldjam meg őket!« –
10 οι δε οφθαλμοι ισραηλ εβαρυωπησαν απο του γηρους και ουκ ηδυνατο βλεπειν και ηγγισεν αυτους προς αυτον και εφιλησεν αυτους και περιελαβεν αυτους10 Elhomályosodott ugyanis Izrael szeme a késő öregségtől, így nem látott tisztán. – Odavitte tehát hozzá őket, ő pedig megcsókolta és megölelte őket.
11 και ειπεν ισραηλ προς ιωσηφ ιδου του προσωπου σου ουκ εστερηθην και ιδου εδειξεν μοι ο θεος και το σπερμα σου11 Aztán ezt mondta a fiának: »Nem fosztottak meg látásodtól, sőt Isten még utódodat is megmutatta nekem!«
12 και εξηγαγεν ιωσηφ αυτους απο των γονατων αυτου και προσεκυνησαν αυτω επι προσωπον επι της γης12 József erre elvette őket az apja öléből, és földig borult.
13 λαβων δε ιωσηφ τους δυο υιους αυτου τον τε εφραιμ εν τη δεξια εξ αριστερων δε ισραηλ τον δε μανασση εν τη αριστερα εκ δεξιων δε ισραηλ ηγγισεν αυτους αυτω13 Aztán Efraimot a maga jobbjára, azaz Izrael balkeze elé, Manasszét meg a maga baljára, azaz apjának jobb keze elé állította, és mindkettőjüket odavezette hozzá.
14 εκτεινας δε ισραηλ την χειρα την δεξιαν επεβαλεν επι την κεφαλην εφραιμ ουτος δε ην ο νεωτερος και την αριστεραν επι την κεφαλην μανασση εναλλαξ τας χειρας14 Erre ő kinyújtotta jobbkezét, és Efraimnak, a fiatalabb testvérnek a fejére tette, a balkezét pedig Manasszénak, az idősebbnek a fejére, kezeit keresztbe téve.
15 και ηυλογησεν αυτους και ειπεν ο θεος ω ευηρεστησαν οι πατερες μου εναντιον αυτου αβρααμ και ισαακ ο θεος ο τρεφων με εκ νεοτητος εως της ημερας ταυτης15 Aztán megáldotta Jákob Józsefet ezekkel a szavakkal: »Isten, akinek színe előtt jártak atyáim, Ábrahám és Izsák, Isten, aki pásztorom volt ifjúságomtól kezdve mind a mai napig,
16 ο αγγελος ο ρυομενος με εκ παντων των κακων ευλογησαι τα παιδια ταυτα και επικληθησεται εν αυτοις το ονομα μου και το ονομα των πατερων μου αβρααμ και ισαακ και πληθυνθειησαν εις πληθος πολυ επι της γης16 az angyal, aki megszabadított engem minden bajtól, áldja meg ezeket a gyermekeket, szálljon át rájuk az én nevem, atyáimnak, Ábrahámnak és Izsáknak a neve, és növekedjenek sokasággá a földön!«
17 ιδων δε ιωσηφ οτι επεβαλεν ο πατηρ την δεξιαν αυτου επι την κεφαλην εφραιμ βαρυ αυτω κατεφανη και αντελαβετο ιωσηφ της χειρος του πατρος αυτου αφελειν αυτην απο της κεφαλης εφραιμ επι την κεφαλην μανασση17 Amikor azonban József látta, hogy apja Efraim fejére tette a jobb kezét, rosszul esett ez neki. Megfogta tehát apja kezét, le akarta venni Efraim fejéről, és áttenni Manassze fejére.
18 ειπεν δε ιωσηφ τω πατρι αυτου ουχ ουτως πατερ ουτος γαρ ο πρωτοτοκος επιθες την δεξιαν σου επι την κεφαλην αυτου18 Közben azt mondta apjának: »Nem jó ez így, atyám, mert ez az elsőszülött, ennek a fejére tedd a jobbkezedet!«
19 και ουκ ηθελησεν αλλα ειπεν οιδα τεκνον οιδα και ουτος εσται εις λαον και ουτος υψωθησεται αλλα ο αδελφος αυτου ο νεωτερος μειζων αυτου εσται και το σπερμα αυτου εσται εις πληθος εθνων19 Ő azonban ellenállt neki, és azt mondta: »Tudom, fiam, tudom! Ez is több néppé lesz, meg is sokasodik, de a kisebb testvére nagyobb lesz nála, s annak utódja sok nemzetté növekszik.«
20 και ευλογησεν αυτους εν τη ημερα εκεινη λεγων εν υμιν ευλογηθησεται ισραηλ λεγοντες ποιησαι σε ο θεος ως εφραιμ και ως μανασση και εθηκεν τον εφραιμ εμπροσθεν του μανασση20 Aztán megáldotta őket, és azt mondta: »Tebenned nyerjen áldást Izrael! Hadd mondják: ‘Úgy cselekedjék veled Isten, mint Efraimmal és mint Manasszéval!’« Efraimot tehát Manassze elé helyezte.
21 ειπεν δε ισραηλ τω ιωσηφ ιδου εγω αποθνησκω και εσται ο θεος μεθ' υμων και αποστρεψει υμας εις την γην των πατερων υμων21 Józsefnek, a fiának pedig azt mondta: »Íme, én meghalok, de Isten veletek lesz, és visszavisz titeket atyáitok földjére.
22 εγω δε διδωμι σοι σικιμα εξαιρετον υπερ τους αδελφους σου ην ελαβον εκ χειρος αμορραιων εν μαχαιρα μου και τοξω22 Adok neked ott egy részt a testvéreidén kívül: azt, amelyet kardommal és íjammal vettem el az amoriták kezéből.«