Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Malachi 3


font
DOUAI-RHEIMSGREEK BIBLE
1 Behold I send my angel, and he shall prepare the way before my face. And presently the Lord, whom you seek, and the angel of the testament, whom you desire, shall come to his temple. Behold he cometh, saith the Lord of hosts.1 Ιδου, εγω αποστελλω τον αγγελον μου και θελει κατασκευασει την οδον εμπροσθεν μου? και ο Κυριος, τον οποιον σεις ζητειτε, εξαιφνης θελει ελθει εις τον ναον αυτου, ναι, ο αγγελος της διαθηκης, τον οποιον σεις θελετε? ιδου, ερχεται, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
2 And who shall be able to think of the day of his coming? and who shall stand to see him? for he is like a refining fire, and like the fuller's herb:2 Αλλα τις δυναται να υπομεινη την ημεραν της ελευσεως αυτου; και τις δυναται να σταθη εις την παρουσιαν αυτου; διοτι αυτος ειναι ως πυρ χωνευτου και ως σμιγμα γναφεων.
3 And he shall sit refining and cleansing the silver, and he shall purify the sons of Levi, and shall refine them as gold, and as silver, and they shall offer sacrifices to the Lord in justice.3 Και θελει καθησει ως ο χωνευων και καθαριζων το αργυριον, και θελει καθαρισει τους υιους του Λευι και θελει στραγγισει αυτους ως το χρυσιον και το αργυριον, και θελουσι προσφερει εις τον Κυριον προσφοραν εν δικαιοσυνη.
4 And the sacrifice of Juda and of Jerusalem shall please the Lord, as in the days of old, and in the ancient years.4 Τοτε η προσφορα του Ιουδα και της Ιερουσαλημ θελει εισθαι αρεστη εις τον Κυριον καθως εν ταις ημεραις ταις αρχαιαις και καθως εν τοις προλαβουσιν ετεσι.
5 And I will come to you in judgment, and will be a speedy witness against sorcerers, and adulterers, and false swearers, and them that oppress the hireling in his wages; the widows, and the fatherless: and oppress the stranger, and have not feared me, saith the Lord of hosts.5 Και θελω πλησιασει προς εσας δια κρισιν? και θελω εισθαι μαρτυς σπευδων εναντιον των μαγων και εναντιον των μοιχευοντων και εναντιον των επιορκων και εναντιον των αποστερουντων τον μισθον του μισθωτου, των καταδυναστευοντων την χηραν και τον ορφανον, και των αδικουντων τον ξενον και των μη φοβουμενων με, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
6 For I am the Lord, and I change not: and you the sons of Jacob are not consumed.6 Διοτι εγω ειμαι ο Κυριος? δεν αλλοιουμαι? δια τουτο σεις, οι υιοι του Ιακωβ, δεν απωλεσθητε.
7 For from the days of your fathers you have departed from my ordinances, and have not kept them: Return to me, and I will return to you, saith the Lord of hosts. And you have said: Wherein shall we return?7 Εκ των ημερων των πατερων σας απεχωρισθητε απο των διαταγματων μου και δεν εφυλαξατε αυτα. Επιστρεψατε προς εμε και θελω επιστρεψει προς εσας, λεγει ο Κυριος των δυναμεων? πλην ειπετε, Τινι τροπω θελομεν επιστρεψει;
8 Shall a man afflict God? for you afflict me. And you have said: Wherein do we afflict thee? in tithes and in firstfruits.8 Μηπως θελει κλεπτει ο ανθρωπος τον Θεον; σεις ομως με εκλεπτετε? και λεγετε, Εις τι σε εκλεψαμεν; εις τα δεκατα και εις τας προσφορας.
9 And you are cursed with want, and you afflict me, even the whole nation of you.9 Σεις εισθε κατηραμενοι με καταραν? διοτι σεις με εκλεψατε, ναι, σεις, ολον το εθνος.
10 Bring all the tithes into the storehouse, that there may be meat in my house, and try me in this, saith the Lord: if I open not unto you the flood-gates of heaven, and pour you out a blessing even to abundance.10 Φερετε παντα τα δεκατα εις την αποθηκην, δια να ηναι τροφη εις τον οικον μου? και δοκιμασατε με τωρα εις τουτο, λεγει ο Κυριος των δυναμεων, εαν δεν σας ανοιξω τους καταρρακτας του ουρανου και εκχεω την ευλογιαν εις εσας, ωστε να μη αρκη τοπος δι' αυτην.
11 And I will rebuke for your sakes the devourer, and he shall not spoil the fruit of your land: neither shall the vine in the field be barren, saith the Lord of hosts.11 Και θελω επιτιμησει υπερ υμων τον καταφθειροντα, και δεν θελει φθειρει τους καρπους της γης σας? ουδε η αμπελος σας θελει απορριψει προ καιρου τον καρπον αυτης εν τω αγρω, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
12 And all nations shall call you blessed: for you shall be a delightful land, saith the Lord of hosts.12 Και θελουσι σας μακαριζει παντα τα εθνη? διοτι σεις θελετε εισθαι γη επιθυμητη, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
13 Your words have been unsufferable to me, saith the Lord.13 Οι λογοι σας ησαν σκληροι εναντιον μου, λεγει ο Κυριος? και ειπετε, Τι ελαλησαμεν εναντιον σου;
14 And you have said: What have we spoken against thee? You have said: He laboureth in vain that serveth God, and what profit is it that we have kept his ordinances, and that we have walked sorrowful before the Lord of hosts?14 Σεις ειπετε, Ματαιον ειναι να δουλευη τις τον Θεον? και, Τις η ωφελεια οτι εφυλαξαμεν τα διαταγματα αυτου και οτι περιεπατησαμεν πενθουντες ενωπιον του Κυριου των δυναμεων;
15 Wherefore now we call the proud people happy, for they that work wickedness are built up, and they have tempted God and are preserved.15 Και τωρα ημεις μακαριζομεν τους υπερηφανους? ναι, οι εργαζομενοι την ανομιαν υψωθησαν, ναι, οι πειραζοντες τον Θεον, και αυτοι εσωθησαν.
16 Then they that feared the Lord spoke every one with his neighbour: and the Lord gave ear, and heard it: and a book of remembrance was written before him for them that fear the Lord, and think on his name.16 Τοτε οι φοβουμενοι τον Κυριον ελαλουν προς αλληλους? και ο Κυριος προσειχε και ηκουε και εγραφη βιβλιον ενθυμησεως ενωπιον αυτου περι των φοβουμενων τον Κυριον και των ευλαβουμενων το ονομα αυτου?
17 And they shall be my special possession, saith the Lord of hosts, in the day that I do judgment: and I will spare them, as a man spareth his son that serveth him.17 και θελουσιν εισθαι εμου, λεγει ο Κυριος των δυναμεων, εν τη ημερα εκεινη, οταν εγω ετοιμασω τα πολυτιμα μου? και θελω σπλαγχνισθη αυτους, καθως σπλαγχνιζεται ανθρωπος τον υιον αυτου, οστις δουλευει αυτον.
18 And you shall return, and shall see the difference between the just and the wicked: and between him that serveth God, and him that serveth him not.18 Τοτε θελετε επιστρεψει και διακρινει μεταξυ δικαιου και ασεβους, μεταξυ του δουλευοντος τον Θεον και του μη δουλευοντος αυτον.