Canticle of Canticles 6
12345678
Gen
Exod
Lev
Num
Deut
Josh
Judg
Ruth
1 Sam
2 Sam
1 Kgs
2 Kgs
1 Chr
2 Chr
Ezra
Neh
Tob
Jdt
Esth
1 Macc
2 Macc
Job
Ps
Prov
Eccl
Cant
Wis
Sir
Isa
Jer
Lam
Bar
Ezek
Dan
Hos
Joel
Amos
Obad
Jon
Mic
Nah
Hab
Zeph
Hag
Zech
Mal
Matt
Mark
Luke
John
Acts
Rom
1 Cor
2 Cor
Gal
Eph
Phil
Col
1 Thess
2 Thess
1 Tim
2 Tim
Titus
Phlm
Heb
Jas
1 Pet
2 Pet
1 John
2 John
3 John
Jude
Rev
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
DOUAI-RHEIMS | GREEK BIBLE |
---|---|
1 My beloved is gone down into his garden, to the bed of aromatical spices, to feed in the gardens, and to gather lilies. | 1 Που υπηγεν ο αγαπητος σου, ω ωραια μεταξυ των γυναικων; που εστραφη ο αγαπητος σου; και θελομεν ζητησει αυτον μετα σου. |
2 I to my beloved, and my beloved to me, who feedeth among the lilies. | 2 Ο αγαπητος μου κατεβη εις τον κηπον αυτου, εις τας πρασιας των αρωματων, δια να ποιμαινη εν τοις κηποις και να συναγη κρινα. |
3 Thou art beautiful, O my love, sweet and comely as Jerusalem: terrible as an army set in array. | 3 Εγω ειμαι του αγαπητου μου, και εμου ο αγαπητος μου? ποιμαινει μεταξυ των κρινων. |
4 Turn away thy eyes from me, for they have made me flee away. Thy hair is as a flock of goats, that appear from Galaad. | 4 Εισαι ωραια, αγαπητη μου, ως Θερσα, ευχαρις ως η Ιερουσαλημ, τρομερα ως στρατευμα με σημαιας. |
5 Thy teeth as a flock of sheep, which come up from the washing, all with twins, and there is none barren among them. | 5 Αποστρεψον τους οφθαλμους σου απεναντιον μου, διοτι με κατεπληξαν? τα μαλλια σου ειναι ως ποιμνιον αιγων καταβαινοντων απο Γαλααδ. |
6 Thy cheeks are as the bark of a pomegranate, beside what is hidden within thee. | 6 Οι οδοντες σου ειναι ως ποιμνιον προβατων, αναβαινοντων απο της λουσεως, τα οποια παντα γεννωσι διδυμα, και δεν υπαρχει ατεκνον μεταξυ αυτων? |
7 There are threescore queens, and fourscore concubines, and young maidens without number. | 7 αι παρειαι σου ως τμημα ροιδιου μεταξυ των πλοκαμων σου. |
8 One is my dove, my perfect one is but one, she is the only one of her mother, the chosen of her that bore her. The daughters saw her, and declared her most blessed: the queens and concubines, and they praised her. | 8 Εξηκοντα βασιλισσαι ειναι και ογδοηκοντα παλλακαι, και νεανιδες αναριθμητοι? |
9 Who is she that cometh forth as the morning rising, fair as the moon, bright as the sun, terrible as an army set in array? | 9 μια ειναι η περιστερα μου, η αμωμητος μου? αυτη ειναι η μονη της μητρος αυτης? ειναι η εκλεκτη της τεκουσης αυτην. Ειδον αυτην αι θυγατερες και εμακαρισαν αυτην? αι βασιλισσαι και αι παλλακαι, και επηνεσαν αυτην. |
10 I went down into the garden of nuts, to see the fruits of the valleys, and to look if the vineyard had flourished, and the pomegranates budded. | 10 Τις αυτη, η προκυπτουσα ως αυγη, ωραια ως η σεληνη, λαμπουσα ως ο ηλιος, τρομερα ως στρατευμα με σημαιας; |
11 I knew not: my soul troubled me for the chariots of Aminadab. | 11 Κατεβην εις τον κηπον των καρυων δια να ιδω την χλοην της κοιλαδος, να ιδω εαν εβλαστησεν η αμπελος και εξηνθησαν αι ροιδιαι. |
12 Return, return, O Sulamitess : return, return that we may behold thee. | 12 Χωρις να αισθανθω, η ψυχη μου με κατεστησεν ως τας αμαξας του Αμινναδιβ. |
13 Επιστρεψον, επιστρεψον, ω Σουλαμιτις? επιστρεψον, επιστρεψον, δια να σε θεωρησωμεν. Τι θελετε ιδει εις την Σουλαμιτιν; Ως χορον δυο στρατοπεδων; |