Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Nehemiah 9


font
DOUAI-RHEIMSGREEK BIBLE
1 And in the four and twentieth day of the month the children of Israel came together with fasting and with sackcloth, and earth upon them.1 Και εν τη εικοστη τεταρτη ημερα τουτου του μηνος συνηχθησαν οι υιοι Ισραηλ με νηστειαν και με σακκους και με χωμα εφ' εαυτους.
2 And the seed of the children of Israel separated themselves from every stranger: and they stood, and confessed their sins, and the iniquities of their fathers.2 Και εχωρισθη το σπερμα του Ισραηλ απο παντων των ξενων? και σταθεντες εξωμολογηθησαν τας αμαρτιας αυτων και τας ανομιας των πατερων αυτων.
3 And they rose up to stand: and they read in the book of the law of the Lord their God, four times in the day, and four times they confessed, and adored the Lord their God.3 Και σταθεντες εν τω τοπω αυτων, ανεγνωσαν εν τω βιβλιω του νομου Κυριου του Θεου αυτων, εν τεταρτον της ημερας? και εν τεταρτον, εξωμολογουντο και προσεκυνουν Κυριον τον Θεον αυτων.
4 And there stood up upon the seep of the Levites, Josue, and Bani, and Cedmihel, Sabania, Bonni, Sarebias, Bani, and Chanani: and they cried with a loud voice to the Lord their God.4 Τοτε εσηκωθη επι το βημα των Λευιτων Ιησους και Βανι, Καδμιηλ, Σεβανιας, Βουννι, Σερεβιας, Βανι και Χανανι, και ανεβοησαν μετα φωνης μεγαλης προς Κυριον τον Θεον αυτων.
5 And the Levites Josue and Cedmihel, Bonni, Hasebnia, Serebia, Oduia, Sebnia, and Phathahia, said: Arise, bless the Lord your God from eternity to eternity: and blessed be the high name of thy glory with all blessing and praise.5 Και οι Λευιται, Ιησους και Καδμιηλ, Βανι, Ασαβνιας, Σερεβιας, Ωδιας, Σεβανιας και Πεθαια, ειπον, Σηκωθητε, ευλογησατε Κυριον τον Θεον υμων απο του αιωνος εως του αιωνος? και ας ηναι, Θεε, ευλογημενον το ενδοξον σου ονομα, το υπερτερον πασης ευλογιας και αινεσεως.
6 Thou thyself, O Lord alone, thou hast made heaven, and the heaven of heavens, and all the host thereof: the earth and all things that are in it: the seas and all that are therein: and thou givest life to all these things, and the host of heaven adoreth thee.6 Συ αυτος εισαι Κυριος μονος? συ εποιησας τον ουρανον, τους ουρανους των ουρανων, και πασαν την στρατιαν αυτων, την γην και παντα τα επ' αυτης, τας θαλασσας και παντα τα εν αυταις, και συ ζωοποιεις παντα ταυτα? και σε προσκυνουσιν αι στρατιαι των ουρανων.
7 Thou, O Lord God, art he who chosest Abram, and broughtest him forth out of the fire of the Chaldeans, and gavest him the name of Abraham.7 Συ εισαι Κυριος ο Θεος, οστις εξελεξας τον Αβραμ και εξηγαγες αυτον απο της Ουρ των Χαλδαιων, και εδωκας εις αυτον το ονομα Αβρααμ?
8 And thou didst find his heart faithful before thee: and thou madest a covenant with him, to give him the land of the Chanaanite, of the Hethite, and of the Amorrhite, and of the Pherezite, and of the Jebusite, and of the Gergezite, to give it to his seed: and thou hast fulfilled thy words, because thou art just.8 και ευρηκας την καρδιαν αυτου πιστην ενωπιον σου, και εκαμες προς αυτον διαθηκην, οτι θελεις δωσει την γην των Χαναναιων, των Χετταιων, των Αμορραιων και των Φερεζαιων και των Ιεβουσαιων και των Γεργεσαιων, οτι θελεις δωσει αυτην εις το σπερμα αυτου? και εξετελεσας τους λογους σου? διοτι δικαιος εισαι συ.
9 And thou sawest the affliction of our fathers in Egypt: and thou didst hear their cry by the Red Sea.9 Και ειδες την θλιψιν των πατερων ημων εν Αιγυπτω, και ηκουσας την κραυγην αυτων επι την Ερυθραν θαλασσαν?
10 And thou shewedst signs and wonders upon Pharao, and upon all his servants, and upon the people of his land : for thou knewest that they dealt proudly against them: and thou madest thyself a name, as it is at this day.10 και εδειξας σημεια και τερατα επι τον Φαραω και επι παντας τους δουλους αυτου και επι παντα τον λαον της γης αυτου? επειδη εγνωρισας οτι υπερηφανευθησαν εναντιον αυτων. Και εκαμες εις σεαυτον ονομα, ως την ημεραν ταυτην.
11 And thou didst divide the sea before them, and they passed through the midst of the sea on dry land: but their persecutors thou threwest into the depth, as a stone into mighty waters.11 Και διεσχισας την θαλασσαν ενωπιον αυτων, και διεβησαν δια ξηρας εν μεσω της θαλασσης? τους δε καταδιωκοντας αυτους ερριψας εις τα βαθη, ως λιθον εις υδατα ισχυρα?
12 And in a pillar of a cloud thou wast their leader by day, and in a pillar of Are by night, that they might see the way by which they went.12 και ωδηγησας αυτους την ημεραν δια στυλου νεφελης, την δε νυκτα δια στυλου πυρος, δια να φωτιζης εις αυτους την οδον δι' ης εμελλον να διελθωσι.
13 Thou camest down also to mount Sinai, and didst speak with them from heaven, and thou gavest them right judgments, and the law of truth, ceremonies, and good precepts.13 Και κατεβης επι το ορος Σινα, και ελαλησας μετ' αυτων εξ ουρανου, και εδωκας εις αυτους ευθειας κρισεις και αληθινους νομους, διαταγματα και εντολας αγαθας?
14 Thou madest known to them thy holy sabbath, and didst prescribe to them commandments, and ceremonies, and the law by the hand of Moses thy servant.14 και το αγιον σου σαββατον εκαμες γνωστον εις αυτους, και προσεταξας εις αυτους εντολας και διαταγματα και νομους, δια χειρος Μωυσεως του δουλου σου.
15 And thou gavest them bread from heaven in their hunger, and broughtest forth water for them out of the rock in their thirst, and thou saidst to them that they should go in, and possess the land, upon which thou hadst lifted up thy hand to give it them.15 Και αρτον εξ ουρανου εδωκας εις αυτους εις την πειναν αυτων, και υδωρ εκ πετρας εξηγαγες εις αυτους εις την διψαν αυτων? και ειπας προς αυτους να εισελθωσι δια να κληρονομησωσι την γην, περι ης υψωσας την χειρα σου οτι θελεις δωσει αυτην εις αυτους.
16 But they and our fathers dealt proudly, and hardened their necks and hearkened not to thy commandments.16 Εκεινοι δε και οι πατερες ημων υπερηφανευθησαν και εσκληρυναν τον τραχηλον αυτων και δεν υπηκουσαν εις τας εντολας σου?
17 And they would not hear, and they remembered not thy wonders which thou hadst done for them. And they hardened their necks, and gave the head to return to their bondage, as it were by contention. But thou, a forgiving God, gracious, and merciful, longsuffering, and full of compassion, didst not forsake them.17 και ηρνηθησαν να υπακουσωσι και δεν ενεθυμηθησαν τα θαυμασια σου τα οποια εκαμες εις αυτους? αλλ' εσκληρυναν τον τραχηλον αυτων, και εν τη αποστασια αυτων διωρισαν αρχηγον δια να επιστρεψωσιν εις την δουλειαν αυτων. Αλλα συ εισαι Θεος συγχωρητικος, ελεημων και οικτιρμων, μακροθυμος και πολυελεος, και δεν εγκατελιπες αυτους.
18 Yea when they had made also to themselves a molten calf, and had said: This is thy God, that brought thee out of Egypt: and hail committed great blasphemies :18 Μαλιστα, οτε εκαμον εις εαυτους χωνευτον μοσχον και ειπον, Ουτος ειναι ο Θεος σου οστις σε ανηγαγεν εξ Αιγυπτου, και επραξαν μεγαλους παροργισμους?
19 Yet thou, in thy many mercies, didst not leave them in the desert: the pillar of the cloud departed not from them by day to lead them in the way, and the pillar of fire by night to shew them the way by which they should go.19 συ ομως, εν τοις οικτιρμοις σου τοις μεγαλοις, δεν εγκατελιπες αυτους εν τη ερημω? ο στυλος της νεφελης δεν εξεκλινεν απ' αυτων την ημεραν, δια να οδηγη αυτους εν τη οδω, ουδε ο στυλος του πυρος την νυκτα, δια να φωτιζη εις αυτους και την οδον δι' ης εμελλον να διελθωσι.
20 And thou gavest them thy good Spirit to teach them, and thy manna thou didst not withhold from their mouth, and thou gavest them water for their thirst.20 Και εδωκας εις αυτους το αγαθον σου πνευμα, δια να συνετιζη αυτους? και δεν εστερησας το μαννα σου απο του στοματος αυτων, και υδωρ εδωκας εις αυτους εις την διψαν αυτων.
21 Forty years didst thou feed them in the desert, and nothing was wanting to them: their garments did not grow old, and their feet were not worn.21 Και τεσσαρακοντα ετη εθρεψας αυτους εν τη ερημω? δεν ελειψεν εις αυτους ουδεν? τα ιματια αυτων δεν επαλαιωθησαν και οι ποδες αυτων δεν επρησθησαν.
22 And thou gavest them kingdoms, and nations, and didst divide lots for them: and they possessed the land of Sehon, and the land of the king of Hesebon, and the land of Og king of Basan.22 Και εδωκας εις αυτους βασιλεια και λαους, και διεμερισας εις αυτους δια μεριδας? και εκληρονομησαν την γην του Σηων και την γην του βασιλεως της Εσεβων και την γην του Ωγ βασιλεως της Βασαν.
23 And thou didst multiply their children as the stars of heaven, and broughtest them to the land concerning which thou hadst said to their fathers, that they should go in and possess it.23 Και τους υιους αυτων επληθυνας ως τα αστρα του ουρανου? και εφερες αυτους εις την γην, εις την οποιαν ειπας προς τους πατερας αυτων να εισελθωσι, δια να κληρονομησωσιν αυτην.
24 And the children came and possessed the land, and thou didst humble before them the inhabitants of the land, the Chanaanites, and gavest them into their hands, with their kings, and the people of the land, that they might do with them as it pleased them.24 Και εισηλθον οι υιοι αυτων και εκληρονομησαν την γην? και υπεταξας εμπροσθεν αυτων τους κατοικους της γης, τους Χαναναιους, και παρεδωκας αυτους εις τας χειρας αυτων, και τους βασιλεις αυτων και τους λαους της γης, δια να καμωσιν εις αυτους κατα την θελησιν αυτων.
25 And they took strong cities and a fat land, and possessed houses full of all goods: cisterns made by others, vineyards, and oliveyards, and fruit trees in abundance: and they ate, and were filled, and became fat, and abounded with delight in thy great goodness.25 Και εκυριευσαν πολεις ισχυρας και γην παχειαν, και εκληρονομησαν οικους πληρεις παντων των αγαθων, φρεατα ωρυγμενα, αμπελωνας και ελαιωνας και δενδρα καρπιμα εν αφθονια? και εφαγον και εχορτασθησαν και επαχυνθησαν και ενετρυφησαν, εν τη μεγαλη σου αγαθοτητι.
26 But they provoked thee to wrath, and departed from thee, and threw thy law behind their backs: and they killed thy prophets, who admonished them earnestly to return to thee : and they were guilty of great blasphemies.26 Και ηπειθησαν και επανεστατησαν εναντιον σου, και ερριψαν τον νομον σου οπισω των νωτων αυτων, και τους προφητας σου εφονευσαν, οιτινες διεμαρτυροντο εναντιον αυτων δια να επιστρεψωσιν αυτους προς σε, και επραξαν μεγαλους παροργισμους.
27 And thou gavest them into the hands of their enemies, and they afflicted them. And in the time of their tribulation they cried to thee, and thou heardest from heaven, and according to the multitude of thy tender mercies thou gavest them saviours, to save them from the hands of their enemies.27 Δια τουτο παρεδωκας αυτους εις την χειρα των θλιβοντων αυτους, και κατεθλιψαν αυτους? και εν τω καιρω της θλιψεως αυτων ανεβοησαν προς σε, και συ εισηκουσας εξ ουρανου? και κατα τους πολλους οικτιρμους σου εδωκας σωτηρας εις αυτους, και εσωσαν αυτους εκ της χειρος των θλιβοντων αυτους.
28 But after they had rest, they returned to do evil in thy sight : and thou leftest them in the hand of their enemies, and they had dominion over them. Then they returned, and cried to thee: and thou heardest from heaven, and deliveredst them many times in thy mercies.28 Αλλ' αφου ανεπαυθησαν, εστραφησαν εις το να πραττωσι πονηρα ενωπιον σου? οθεν εγκατελιπες αυτους εις την χειρα των εχθρων αυτων, και εξουσιασαν αυτους? οτε ομως επεστρεψαν και ανεβοησαν προς σε, συ εισηκουσας εξ ουρανου? και πολλακις ηλευθερωσας αυτους κατα τους οικτιρμους σου.
29 And thou didst admonish them to re turn to thy law. But they dealt proudly, and hearkened not to thy commandments, but sinned against thy judgments, which if a man do, he shall live in them: and they withdrew the shoulder, and hardened their neck, and would not hear.29 Και διεμαρτυρηθης εναντιον αυτων, δια να επιστρεψης αυτους εις τον νομον σου? πλην αυτοι υπερηφανευθησαν και δεν υπηκουσαν εις τας εντολας σου, αλλ' ημαρτησαν εις τας κρισεις σου, τας οποιας εαν τις εκτελη, θελει ζησει δι' αυτων? και εδωκαν νωτον απειθη και εσκληρυναν τον τραχηλον αυτων και δεν ηκουσαν.
30 And thou didst forbear with them for many years, and didst testify against them by thy spirit by the hand of thy prophets: and they heard not, and thou didst deliver them into the hand of the people of the lands.30 Και ομως ετη πολλα παρεκτεινας επ' αυτους, και διεμαρτυρηθης εναντιον αυτων δια του πνευματος σου δια των προφητων σου? αλλα δεν εδωκαν ακροασιν? δια τουτο παρεδωκας αυτους εις την χειρα των λαων των τοπων.
31 Yet in thy very many mercies thou didst not utterly consume them, nor forsake them: because thou art a merciful and gracious God.31 Πλην δια τους πολλους οικτιρμους σου δεν συνετελεσας αυτους, ουδε εγκατελιπες αυτους? διοτι Θεος οικτιρμων και ελεημων εισαι.
32 Now therefore our God, great, strong and terrible, who keepest covenant and mercy, turn not away from thy face all the labour which hath come upon us, upon our kings, and our princes, and our priests, and our prophets, and our fathers, and all the people from the days of the king of Assur, until this day.32 Τωρα λοιπον, Θεε ημων, ο μεγας, ο ισχυρος και φοβερος Θεος, ο φυλαττων την διαθηκην και το ελεος, ας μη λογισθη μικρα ενωπιον σου πασα η θλιψις ητις ευρηκεν ημας, τους βασιλεις ημων, τους αρχοντας ημων και τους ιερεις ημων και τους προφητας ημων και τους πατερας ημων και παντα τον λαον σου, απο των ημερων των βασιλεων της Ασσυριας μεχρι της ημερας ταυτης.
33 And thou art just in all things that have come upon us: because thou hast done truth, but we have done wickedly.33 Δικαιος βεβαιως εισαι εις παντα τα επελθοντα εφ' ημας? διοτι συ μεν αληθειαν εκαμες, ημεις δε ησεβησαμεν.
34 Our kings, our princes, our priests, and our fathers have not kept thy law, and have not minded thy commandments, and thy testimonies which thou hast testified among them.34 Και οι βασιλεις ημων, οι αρχοντες ημων, οι ιερεις ημων και οι πατερες ημων, δεν εφυλαξαν τον νομον σου και δεν εδωκαν προσοχην εις τας εντολας σου και εις τα μαρτυρια σου, με τα οποια διεμαρτυρηθης εναντιον αυτων.
35 And they have not served thee in their kingdoms, and in thy manifold goodness, which thou gavest them, and in the large and fat land, which thou deliveredst before them, nor did they return from their most wicked devices.35 Διοτι αυτοι, εν τη βασιλεια αυτων και εν τη μεγαλη σου αγαθωσυνη την οποιαν εδωκας εις αυτους, και εν τη γη τη πλατεια και παχεια, την οποιαν εδωκας ενωπιον αυτων, δεν σε εδουλευσαν ουδε εστραφησαν απο των πονηρων εργων αυτων.
36 Behold we ourselves this day are bondmen: and the land, which thou gavest our fathers, to eat the bread thereof, and the good things thereof, and we ourselves are servants in it.36 Ιδου, δουλοι ειμεθα την ημεραν ταυτην? και εν τη γη, την οποιαν εδωκας εις τους πατερας ημων, δια να τρωγωσι τον καρπον αυτης και τα αγαθα αυτης, ιδου, δουλοι ειμεθα επ' αυτης?
37 And the fruits thereof grow up for the kings, whom thou hast set over us for our sins, and they have dominion over our bodies, and over our beasts, according to their will, and we are in great tribulation.37 και αυτη διδει πολλην αφθονιαν εις τους βασιλεις, τους οποιους επεβαλες εφ' ημας δια τας αμαρτιας ημων? και κατεξουσιαζουσιν επι των σωματων ημων και επι των κτηνων ημων κατα την αρεσκειαν αυτων? και ειμεθα εν θλιψει μεγαλη.
38 and because of all this we ourselves make a covenant, and write it, and our princes, our Levites, and our priests sign it.38 Οθεν δια παντα ταυτα ημεις καμνομεν διαθηκην πιστην και γραφομεν αυτην? και επισφραγιζουσιν αυτην οι αρχοντες ημων, οι Λευιται ημων και οι ιερεις ημων.