Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Ezra 9


font
DOUAI-RHEIMSGREEK BIBLE
1 And after these things were accomplished, the princes came to me, saying: The people of Israel, and the priests and Levites have not separated themselves from the people of the lands, and from their abominations, namely, of the Chanaanites, and the Hethites, and the Pherezites, and the Jebusites, and the Ammonites, and the Moabites, and the Egyptians, and the Amorrhites.1 Και αφου ετελεσθησαν ταυτα, προσηλθον προς εμε οι αρχοντες, λεγοντες, Ο λαος του Ισραηλ και οι ιερεις και οι Λευιται, δεν εχωρισθησαν απο του λαου των τοπων τουτων, και πραττουσι κατα τα βδελυγματα αυτων, των Χαναναιων, των Χετταιων, των Φερεζαιων, των Ιεβουσαιων, των Αμμωνιτων, των Μωαβιτων, των Αιγυπτιων και των Αμορραιων?
2 For they have taken of their daughters for themselves and for their sons, and they have mingled the holy seed with the people of the lands. And the hand of the princes and magistrates hath been first in this transgression.2 διοτι ελαβον εκ των θυγατερων αυτων εις εαυτους και εις τους υιους αυτων? ωστε το σπερμα το αγιον συνεμιχθη μετα του λαου των τοπων? και η χειρ των αρχοντων και των προεστωτων ητο πρωτη εις την παραβασιν ταυτην.
3 And when I had heard this word, I rent my mantle and my coat, and plucked off the hairs of my head and my beard, and I sat down mourning.3 Και ως ηκουσα το πραγμα τουτο, διεσχισα το ιματιον μου και το επενδυμα μου, και ανεσπασα τας τριχας της κεφαλης μου και του πωγωνος μου, και εκαθημην εκστατικος.
4 And there were assembled to me all that feared the God of Israel, because of the transgression of those that were come from the captivity, and I sat sorrowful, until the evening sacrifice.4 Τοτε συνηχθησαν προς εμε παντες οι τρεμοντες εις τους λογους του Θεου του Ισραηλ, δια την παραβασιν των μετοικισθεντων? και εκαθημην εκστατικος εως της εσπερινης προσφορας.
5 And at the evening sacrifice I rose up from my affliction, and having rent my mantle and my garment, I fell upon my knees, and spread out my hands to the Lord my God,5 Και εν τη εσπερινη προσφορα εσηκωθην απο της ταπεινωσεως μου, και διασχισας το ιματιον μου και το επενδυμα μου, εκλινα επι τα γονατα μου και εξετεινα τας χειρας μου προς Κυριον τον Θεον μου,
6 And said: My God I am confounded and ashamed to lift up my face to thee: for our iniquities are multiplied over our heads, and our sins are grown up even unto heaven,6 και ειπον, Θεε μου, αισχυνομαι και ερυθριω να υψωσω το προσωπον μου προς σε, Θεε μου? διοτι αι ανομιαι ημων ηυξηνθησαν υπερανω της κεφαλης, και αι παραβασεις ημων εμεγαλυνθησαν εως των ουρανων.
7 From the days of our fathers: and we ourselves also have sinned grievously unto this day, and for our iniquities we and our kings, and our priests have been delivered into the hands of the kings of the lands, and to the sword, and to captivity, and to spoil, and to confusion of face, as it is at this day.7 Απο των ημερων των πατερων ημων ημεθα εν παραβασει μεγαλη μεχρι της ημερας ταυτης? και δια τας ανομιας ημων παρεδοθημεν, ημεις, οι βασιλεις ημων, οι ιερεις ημων, εις την χειρα των βασιλεων των τοπων, εις μαχαιραν, εις αιχμαλωσιαν και εις διαρπαγην και εις αισχυνην προσωπου, ως ειναι την ημεραν ταυτην.
8 And now as a little, and for a moment has our prayer been made before the Lord our God, to leave us a remnant, and give us a pin in his holy place, and that our God would enlighten our eyes, and would give us a little life in our bondage.8 Και τωρα ως εν μια στιγμη εγεινεν ελεος παρα Κυριου του Θεου ημων, ωστε να διασωθη εις ημας υπολοιπον, και να δοθη εις ημας στερεωσις εν τω αγιω αυτου τοπω, δια να φωτιζη ο Θεος ημων τους οφθαλμους ημων, και να δωση εις ημας μικραν αναψυχην εν τη δουλεια ημων.
9 For we are bondmen, and in our bondage our God hath not forsaken us, but hath extended mercy upon us before the king of the Persians, to give us life, and to set up the house of our God, and rebuild the desolations thereof, and to give us a fence in Juda and Jerusalem.9 Διοτι δουλοι ημεθα? και εν τη δουλεια ημων δεν εγκατελιπεν ημας ο Θεος ημων, αλλ' ηυδοκησε να ευρωμεν ελεος ενωπιον των βασιλεων της Περσιας, ωστε να δωση εις ημας αναψυχην, δια να ανεγειρωμεν τον οικον του Θεου ημων και να ανορθωσωμεν τας ερημωσεις αυτου, και να δωση εις ημας περιτειχισμα εν Ιουδα και εν Ιερουσαλημ.
10 And now, O our God, what shall we say after this? for we have forsaken thy commandments,10 Αλλα τωρα, Θεε ημων, τι θελομεν ειπει μετα ταυτα; διοτι εγκατελιπομεν τα προσταγματα σου,
11 Which thou hast commanded by the hand of thy servants the prophets, saying: The land which you go to possess, is an unclean land, according to the uncleanness of the people, and of other lands, with their abominations, who have filled it from mouth to mouth with their filth.11 τα οποια προσεταξας δια χειρος των δουλων σου των προφητων, λεγων, Η γη, εις την οποιαν εισερχεσθε δια να κληρονομησητε αυτην, ειναι γη μεμολυσμενη με τον μολυσμον των λαων των τοπων, με τα βδελυγματα αυτων, οιτινες εγεμισαν αυτην, απ' ακρου εως ακρου, απο των ακαθαρσιων αυτων.
12 Now therefore give not your daughters to their sons, and take not their daughters for your sons, and seek not their peace, nor their prosperity forever: that you may be strengthened, and may eat the good things of the land, and may have your children your heirs for ever.12 Τωρα λοιπον τας θυγατερας σας μη διδετε εις τους υιους αυτων, και τας θυγατερας αυτων μη λαμβανετε εις τους υιους σας, και μη ζητειτε ποτε την ειρηνην αυτων η την ευτυχιαν αυτων, δια να κραταιωθητε και να τρωγητε τα αγαθα της γης, και να αφησητε αυτην κληρονομιαν εις τους υιους σας δια παντος.
13 And after all that is come upon us, for our most wicked deeds, and our great sin, seeing that thou our God hast saved us from our iniquity, and hast given us a deliverance as at this day,13 Και μετα παντα τα επελθοντα εφ' ημας ενεκα των πραξεων των πονηρων ημων, και της παραβασεως ημων της μεγαλης, αφου συ, Θεε ημων, εκρατηθης κατω της αξιας των ανομιων ημων, και εδωκας εις ημας ελευθερωσιν τοιαυτην,
14 That we should not turn away, nor break thy commandments, nor join in marriage with the people of these abominations. Art thou angry with us unto utter destruction, not to leave us a remnant to be saved?14 πρεπει ημεις να αθετησωμεν παλιν τα προσταγματα σου, και να συμπενθερευσωμεν με τον λαον των βδελυγματων τουτων; δεν ηθελες οργισθη καθ' ημων, εωσου συντελεσης ημας, ωστε να μη μεινη υπολοιπον η σεσωσμενον;
15 O Lord God of Israel, thou art just: for we remain yet to be saved as at this day. Behold we are before thee in our sin, for there can be no standing before thee in this matter.15 Κυριε Θεε του Ισραηλ, δικαιος εισαι διοτι εμειναμεν σεσωσμενοι, ως την ημεραν ταυτην? ιδου, ενωπιον σου ειμεθα με τας παραβασεις ημων διοτι δεν ητο δυνατον ενεκα τουτων να σταθωμεν ενωπιον σου.