Scrutatio

Giovedi, 9 maggio 2024 - Beata Maria Teresa di Gesù (Carolina Gerhardinger) ( Letture di oggi)

2 Chronicles 8


font
DOUAI-RHEIMSGREEK BIBLE
1 And at the end of twenty years after Solomon had built the house of the Lord and his own house:1 Εν δε τω τελει των εικοσι ετων, καθ' α ο Σολομων ωκοδομησε τον οικον του Κυριου και τον οικον εαυτου,
2 He built the cities which Hiram had given to Solomon, and caused the children of Israel to dwell there.2 τας πολεις τας οποιας ο Χουραμ ειχε δωσει εις τον Σολομωντα, ο Σολομων ωκοδομησεν αυτας και κατωκισεν εκει τους υιους Ισραηλ.
3 He went also into Emath Suba, and possessed it.3 Και υπηγεν ο Σολομων εις Αιμαθ-σωβα και υπερισχυσεν εναντιον αυτης.
4 And he built Palmira in the desert, and he built other strong cities in Emath.4 Και ωκοδομησε την Θαδμωρ εν τη ερημω και πασας τας πολεις των αποθηκων, τας οποιας ωκοδομησεν εν Αιμαθ.
5 And he built Beth-horon the upper, and Beth-horon the nether, walled cities with Rates and bars and locks.5 Ωικοδομησεν ετι την Βαιθ-ωρων την ανω και την Βαιθ-ωρων την κατω, πολεις ωχυρωμενας με τειχη, πυλας και μοχλους?
6 Balaath also and all the strong cities that were Solomon's, and all the cities of the chariots, and the cities of the horsemen. All that Solomon had a mind, and designed, he built in Jerusalem and in Libanus, and in all the land of his dominion.6 και την Βααλαθ και πασας τας πολεις των αποθηκων, τας οποιας ειχεν ο Σολομων, και πασας τας πολεις των αμαξων και τας πολεις των ιππεων και παν ο, τι επεθυμησεν ο Σολομων να οικοδομηση εν Ιερουσαλημ και εν τω Λιβανω και εν παση τη γη της επικρατειας αυτου.
7 All the people that were left of the Hethites, and the Amorrhites, and the Pherezites, and the Hevites, and the Jebusites, that were not of the stock of Israel:7 Παντα δε τον λαον τον εναπολειφθεντα εκ των Χετταιων και των Αμορραιων και των Φερεζαιων και των Ευαιων και των Ιεβουσαιων, οιτινες δεν ησαν εκ του Ισραηλ,
8 Of their children, and of the posterity, whom the children of Israel had not slain, Solomon made to be the tributaries, unto this day.8 αλλ' εκ των τεκνων εκεινων, των εναπολειφθεντων εν τη γη μετ' αυτους, τους οποιους οι υιοι Ισραηλ δεν εξωλοθρευσαν, επι τουτους ο Σολομων επεβαλε φορον εως της ημερας ταυτης.
9 But of the children of Israel he set none to serve in the king's works: for they were men of war, and chief captains, and rulers of his chariots and horsemen.9 Εκ δε των υιων Ισραηλ ο Σολομων δεν εκαμε δουλους δια το εργον αυτου, διοτι ησαν ανδρες πολεμισται, και πρωταρχοι και αρχοντες των αμαξων αυτου και των ιππεων αυτου.
10 And all the chief captains of king Solomon's army were two hundred and fifty, who taught the people.10 Εκ τουτων ησαν οι αρχηγοι των επιστατων, τους οποιους ειχεν ο βασιλευς Σολομων, διακοσιοι πεντηκοντα, εξουσιαζοντες επι τον λαον.
11 And he removed the daughter of Pharao from the city of David, to the house which he had built for her. For the king said: My wife shall not dwell in the house of David king of Israel, for it is sanctified: because the ark of the Lord came into it.11 Και ανεβιβασεν ο Σολομων την θυγατερα του Φαραω εκ της πολεως Δαβιδ, εις τον οικον τον οποιον ωκοδομησε δι' αυτην? διοτι ειπεν, Η γυνη μου δεν θελει κατοικει εν τω οικω Δαβιδ του βασιλεως του Ισραηλ, επειδη το μερος, οπου η κιβωτος του Κυριου εισηλθεν, ειναι αγιον.
12 Then Solomon offered holocausts to the Lord upon the altar of the Lord which he had built before the porch,12 Τοτε προσεφερεν ο Σολομων ολοκαυτωματα εις τον Κυριον επι του θυσιαστηριου του Κυριου, το οποιον ωκοδομησε κατ' εμπροσθεν του προναου,
13 That every day an offering might be made on it according to the ordinance of Moses, in the sabbaths, and on the new moons, and on the festival days three times a year, that is to say, in the feast of unleavened bread, and in the feast of weeks, and in the feast of tabernacles.13 κατα το απαιτουμενον εκαστης ημερας του να προσφερωσι κατα τας εντολας του Μωυσεως, εν τοις σαββασι και εν ταις νεομηνιαις και εν ταις επισημοις εορταις ταις γινομεναις τρις του ενιαυτου, εν τη εορτη των αζυμων και εν τη εορτη των εβδομαδων και εν τη εορτη των σκηνων.
14 And he appointed according to the order of David his father the offices of the priests in their ministries: and the Levites in their order to give praise, and minister before the priests according to the duty of every day: and the porters in their divisions by gate and gate: for so David the man of God had commanded.14 Και κατεστησε, κατα την διαταξιν Δαβιδ του πατρος αυτου, τας διαιρεσεις των ιερεων εις την υπηρεσιαν αυτων, και τους Λευιτας εις τας φυλακας αυτων δια να υμνωσι και να λειτουργωσι κατεναντι των ιερεων, κατα το απαιτουμενον εκαστης ημερας? και τους πυλωρους κατα τας διαιρεσεις αυτων εις εκαστην πυλην? διοτι τοιαυτη ητο η εντολη Δαβιδ του ανθρωπου του Θεου.
15 And the priests and Levites departed not from the king's commandments, as to any thing that he had commanded, and as to the keeping of the treasures.15 Και δεν παρεδρομησαν απο της εντολης του βασιλεως περι των ιερεων και Λευιτων εις ουδεν πραγμα ουδε εις τα περι των θησαυρων.
16 Solomon had all charges prepared, from the day that he founded the house of the Lord, until the day wherein he finished it.16 Ητο δε ετοιμασια δι' απαν το εργον του Σολομωντος, αφ' ης ημερας εθεμελιωθη ο οικος του Κυριου, εωσου εξετελεσθη. Ουτως ετελειωθη ο οικος του Κυριου.
17 Then Solomon went to Asiongaber, and to Ailath, on the coast of the Red Sea, which is in the land of Edom.17 Τοτε υπηγεν ο Σολομων εις Εσιων-γαβερ και εις Αιλωθ, επι το χειλος της θαλασσης εν τη γη Εδωμ.
18 And Hiram sent him ships by the hands of his servants, and skilful mariners, and they went with Solomon's servants to Ophir, and they took thence four hundred and fifty talents of gold, and brought it to king Solomon.18 Και απεστειλεν ο Χουραμ προς αυτον, δια χειρος των δουλων αυτου πλοια και δουλους ειδημονας της θαλασσης? και υπηγαν μετα των δουλων του Σολομωντος εις Οφειρ, και ελαβον εκειθεν τετρακοσια πεντηκοντα ταλαντα χρυσιου και εφεραν αυτα προς τον βασιλεα Σολομωντα.