Salmi 32
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
DIODATI | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Maschil di Davide BEATO colui la cui trasgressione è rimessa, E il cui peccato è coperto! | 1 Ψαλμος του Δαβιδ. Μασχιλ.>> Μακαριος εκεινος, του οποιου συνεχωρηθη η παραβασις, του οποιου εσκεπασθη η αμαρτια. |
2 Beato l’uomo a cui il Signore non imputa iniquità, E nel cui spirito non vi è frode alcuna! | 2 Μακαριος ο ανθρωπος, εις τον οποιον ο Κυριος δεν λογαριαζει ανομιαν και εις του οποιου το πνευμα δεν υπαρχει δολος. |
3 Mentre io mi son taciuto, le mie ossa si sono invecchiate, Nel mio ruggire di tutto dì. | 3 Οτε απεσιωπησα, επαλαιωθησαν τα οστα μου εκ του ολολυγμου μου ολην την ημεραν. |
4 Perciocchè giorno e notte la tua mano era aggravata sopra me, L’umor mio era divenuto simile ad arsure di state. Sela. | 4 Επειδη ημεραν και νυκτα εβαρυνθη η χειρ σου επ' εμε? η υγροτης μου μετεβληθη εις θερινην ξηρασιαν. Διαψαλμα. |
5 Io ti ho dichiarato il mio peccato, non ho coperta la mia iniquità, Io ho detto: Io confesserò le mie trasgressioni al Signore; E tu hai rimessa l’iniquità del mio peccato. Sela. | 5 Την αμαρτιαν μου εφανερωσα προς σε, και την ανομιαν μου δεν εκρυψα? ειπα, Εις τον Κυριον θελω εξομολογηθη τας παραβασεις μου? και συ συνεχωρησας την ανομιαν της αμαρτιας μου. Διαψαλμα. |
6 Perciò ogni uomo pio ti farà orazione Nel tempo che tu puoi esser trovato; Nel tempo di diluvio di grandi acque, esse non pur perverranno a lui | 6 Δια τουτο πας οσιος θελει προσευχεσθαι προς σε εν καιρω προσηκοντι? βεβαιως εν κατακλυσμω πολλων υδατων ταυτα δεν θελουσιν εγγιζει εις αυτον. |
7 Tu sei il mio ricetto, tu mi guarderai di distretta, Tu mi circonderai di canti di liberazione. Sela. | 7 Συ εισαι η σκεπη μου? θελεις με φυλαττει απο θλιψεως? αγαλλιασιν λυτρωσεως θελεις με περικυκλονει. Διαψαλμα. |
8 Io voglio ammaestrarti ed insegnarti la via, Per la quale devi camminare; E consigliarti, avendo l’occhio sopra te. | 8 Εγω θελω σε συνετισει και θελω σε διδαξει την οδον, εις την οποιαν πρεπει να περιπατης? θελω σε συμβουλευει? επι σε θελει εισθαι ο οφθαλμος μου. |
9 Non siate come il cavallo, nè come il mulo, che sono senza intelletto; La cui bocca conviene frenare con morso e con freno, Altrimenti non si accosterebbero a te. | 9 Μη γινεσθε ως ιππος, ως ημιονος, εις τα οποια δεν υπαρχει συνεσις? των οποιων το στομα πρεπει να κρατηται εν κημω και χαλινω, αλλως δεν ηθελον πλησιαζει εις σε. |
10 Molti dolori avverranno all’empio; Ma benignità intornierà colui che si confida nel Signore. | 10 Πολλαι αι μαστιγες του ασεβους? τον δε ελπιζοντα επι Κυριον ελεος θελει περικυκλωσει. |
11 Rallegratevi nel Signore, e fate festa, o giusti; E giubilate, voi tutti che siete diritti di cuore | 11 Ευφραινεσθε εις τον Κυριον και αγαλλεσθε, δικαιοι? και αλαλαξατε, παντες οι ευθεις την καρδιαν. |