Scrutatio

Martedi, 21 maggio 2024 - Santi Martiri Messicani (Cristoforo Magallanes Jara e 24 compagni) ( Letture di oggi)

Lettera ai Filippesi - מכתב לפיליפאים 7


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 אַחֲרֵי הַדְּבָרִים הָאֵלֶּה הָלַךְ יֵשׁוּעַ בְּאֶרֶץ הַגָּלִיל הָלוֹךְ וְעָבוֹר כִּי לֹא אָבָה לְהִתְהַלֵּךְ בִּיהוּדָה עַל־אֲשֶׁר בִּקְשׁוּ הַיְּהוּדִים לְהָרְגוֹ1 Και περιεπατει ο Ιησους μετα ταυτα εν τη Γαλιλαια? διοτι δεν ηθελε να περιπατη εν τη Ιουδαια, επειδη οι Ιουδαιοι εζητουν να θανατωσωσιν αυτον.
2 וַיִּקְרַב חַג הַיְּהוּדִים הוּא חַג הַסֻּכּוֹת2 Επλησιαζε δε η εορτη των Ιουδαιων, η σκηνοπηγια.
3 וַיֹּאמְרוּ אֵלָיו אֶחָיו קוּם וְלֵךְ מִזֶּה אַרְצָה יְהוּדָה לְמַעַן יִרְאוּ גַּם־תַּלְמִידֶיךָ אֶת־הַמַּעֲשִׂים אֲשֶׁר־אַתָּה עֹשֶׂה3 Ειπον λοιπον προς αυτον οι αδελφοι αυτου? Μεταβηθι εντευθεν και υπαγε εις την Ιουδαιαν, δια να ιδωσι και οι μαθηται σου τα εργα σου, τα οποια καμνεις?
4 כִּי לֹא־יַעֲשֶׂה אִישׁ דָּבָר בַּסֵּתֶר וְהוּא חָפֵץ לְהִתְפַּרְסֵם לָכֵן אִם־אַתָּה עֹשֶׂה כָאֵלֶּה הִגָּלֵה אֶל־הָעוֹלָם4 διοτι ουδεις πραττει τι κρυφιως και ζητει αυτος να ηναι φανερος. Εαν πραττης ταυτα, φανερωσον σεαυτον εις τον κοσμον.
5 כִּי־אֶחָיו גַּם־הֵם לֹא הֶאֱמִינוּ בּוֹ5 Διοτι ουδε οι αδελφοι αυτου επιστευον εις αυτον.
6 וַיֹּאמֶר אֲלֵיהֶם יֵשׁוּעַ עִתִּי לֹא־בָאָה עַד־עָתָּה וְעִתְּכֶם תָּמִיד נְכוֹנָה6 Λεγει λοιπον προς αυτους ο Ιησους? Ο καιρος ο ιδικος μου δεν ηλθεν ετι, ο δε καιρος ο ιδικος σας ειναι παντοτε ετοιμος.
7 לֹא־יוּכַל הָעוֹלָם לִשְׂנוֹא אֶתְכֶם וְאֹתִי יִשְׂנָא בַּאֲשֶׁר אֲנִי מֵעִיד עָלָיו כִּי רָעִים מַעֲלָלָיו7 Δεν δυναται ο κοσμος να μιση εσας? εμε ομως μισει, διοτι εγω μαρτυρω περι αυτου οτι τα εργα αυτου ειναι πονηρα.
8 עֲלוּ אַתֶּם לָחֹג אֶת־הֶחָג אֲנִי עוֹד לֹא אֶעֱלֶה אֶל־הֶחָג הַזֶּה כִּי עִתִּי לֹא מָלְאָה עַד־עָתָּה8 Σεις αναβητε εις την εορτην ταυτην? εγω δεν αναβαινω ετι εις την εορτην ταυτην, διοτι ο καιρος μου δεν επληρωθη ετι.
9 כָּזֹאת דִּבֵּר וַיֵּשֶׁב בַּגָּלִיל9 Και αφου ειπε ταυτα προς αυτους, εμεινεν εν τη Γαλιλαια.
10 וַיְהִי כַּאֲשֶׁר עָלוּ אֶחָיו לָרֶגֶל וַיַּעַל גַּם־הוּא לֹא בַגָּלוּי כִּי אִם־כְּמִסְתַּתֵּר10 Αφου δε ανεβησαν οι αδελφοι αυτου, τοτε και αυτος ανεβη εις την εορτην, ουχι φανερως αλλα κρυφιως πως.
11 וְהַיְּהוּדִים בִּקְשֻׁהוּ בֶחָג וַיֹּאמְרוּ אַיֵּה הוּא11 Οι Ιουδαιοι λοιπον εζητουν αυτον εν τη εορτη και ελεγον? Που ειναι εκεινος;
12 וַתְּהִי תְּלוּנָה רַבָּה עַל־אֹדוֹתָיו בְּתוֹךְ הָעָם אֵלֶּה אָמְרוּ טוֹב הוּא וְאֵלֶּה אָמְרוּ לֹא כִּי־מַתְעֶה הוּא אֶת־הָעָם12 Και ητο πολυς γογγυσμος περι αυτου μεταξυ των οχλων. Αλλοι μεν ελεγον οτι ειναι καλος? αλλοι δε ελεγον, Ουχι, αλλα πλανα τον οχλον.
13 אַךְ אֵין־אִישׁ מְדַבֵּר עָלָיו בַּגָּלוּי מִפְּנֵי יִרְאַת הַיְּהוּדִים13 Ουδεις ομως ελαλει παρρησια περι αυτου δια τον φοβον των Ιουδαιων.
14 וַיְהִי בַּחֲצִי יְמֵי הֶחָג עָלָה יֵשׁוּעַ אֶל־הַמִּקְדָּשׁ וַיְלַמֵּד14 Και ενω η εορτη ητο ηδη περι τα μεσα, ανεβη ο Ιησους εις το ιερον και εδιδασκε.
15 וַיִּתְמְהוּ הַיְּהוּדִים וַיֹּאמְרוּ אֵיךְ יָדַע זֶה סֵפֶר וְהוּא לֹא לָמָד15 Και εθαυμαζον οι Ιουδαιοι, λεγοντες? Πως ουτος εξευρει γραμματα, ενω δεν εμαθεν;
16 וַיַּעַן אֹתָם יֵשׁוּעַ וַיֹּאמַר לִקְחִי לֹא־שֶׁלִּי הוּא כִּי אִם־לַאֲשֶׁר שְׁלָחָנִי16 Απεκριθη προς αυτους ο Ιησους και ειπεν? Η ιδικη μου διδαχη δεν ειναι εμου, αλλα του πεμψαντος με.
17 הָאִישׁ הֶחָפֵץ לַעֲשׂוֹת רְצוֹנוֹ יֵדַע לִקְחִי אִם־מֵאֵת אֱלֹהִים הוּא וְאִם־מִנַּפְשִׁי אֲדַבֵּר17 Εαν τις θελη να καμη το θελημα αυτου, θελει γνωρισει περι της διδαχης, αν ηναι εκ του Θεου η αν εγω λαλω απ' εμαυτου.
18 הַמְדַבֵּר מִנַּפְשׁוֹ כְּבוֹד עַצְמוֹ יְבַקֵּשׁ אֲבָל הַמְבַקֵּשׁ כְּבוֹד שֹׁלְחוֹ נֶאֱמָן הוּא וְאֵין עַוְלָתָה בּוֹ18 Οστις λαλει αφ' εαυτου, ζητει την δοξαν την ιδικην αυτου, οστις ομως ζητει την δοξαν του πεμψαντος αυτον, ουτος ειναι αληθης, και αδικια εν αυτω δεν υπαρχει.
19 הֲלֹא משֶׁה נָתַן לָכֶם אֶת־הַתּוֹרָה וְאֵין־אִישׁ מִכֶּם עֹשֶׂה הַתּוֹרָה מַדּוּעַ תְּבַקְשׁוּ לְהָרְגֵנִי19 Ο Μωυσης δεν σας εδωκε τον νομον; και ουδεις απο σας εκπληροι τον νομον. Δια τι ζητειτε να μη θανατωσητε;
20 וַיַּעַן הָעָם וַיֹּאמַר שֵׁד בְּקִרְבְּךָ מִי מְבַקֵּשׁ לְהָרְגֶךָ20 Απεκριθη ο οχλος και ειπε? Δαιμονιον εχεις? τις ζητει να σε θανατωση;
21 וַיַּעַן יֵשׁוּעַ וַיֹּאמֶר לָהֶם פְּעֻלָּה אַחַת פָּעַלְתִּי וְכֻלְּכֶם עָלֶיהָ תִתְמָהוּ21 Απεκριθη ο Ιησους και ειπε προς αυτους? Εν εργον εκαμον, και παντες θαυμαζετε.
22 משֶׁה נָתַן לָכֶם הַמִּילָה אַךְ לֹא מִמּשֶׁה הִיא כִּי אִם־מִן־הָאָבוֹת וּבְיוֹם הַשַּׁבָּת תָּמוּלוּ כָל־זָכָר22 Δια τουτο ο Μωυσης σας εδωκε την περιτομην, ουχι οτι ειναι εκ του Μωυσεως, αλλ' εκ των πατερων, και εν σαββατω περιτεμνετε ανθρωπον.
23 וְעַתָּה אִם־יִמּוֹל זָכָר בַּשַּׁבָּת לְמַעַן אֲשֶׁר לֹא־תוּפַר תּוֹרַת משֶׁה מַה־תִּקְצְפוּ עָלַי כִּי רִפֵּאתִי אִישׁ כֻּלּוֹ בַּשַּׁבָּת23 Εαν λαμβανη ανθρωπος περιτομην εν σαββατω, δια να μη λυθη ο νομος του Μωυσεως, οργιζεσθε κατ' εμου διοτι εκαμον ολοκληρον ανθρωπον υγιη εν σαββατω;
24 אַל־תִּשְׁפְּטוּ לְמַרְאֵה עָיִן כִּי אִם־מִשְׁפַּט־צֶדֶק שְׁפֹטוּ24 Μη κρινετε κατ' οψιν, αλλα την δικαιαν κρισιν κρινατε.
25 וַיֹּאמְרוּ אֲנָשִׁים מִיּשְׁבֵי יְרוּשָׁלָיִם הֲלֹא זֶה הוּא אֲשֶׁר בִּקְשׁוּ לַהֲמִיתוֹ25 Ελεγον λοιπον τινες εκ των Ιεροσολυμιτων? Δεν ειναι ουτος, τον οποιον ζητουσι να θανατωσωσι;
26 וְהִנֵּה הוּא דֹּבֵר בַּגָּלוּי וְלֹא יִגְעֲרוּ בּוֹ הַאַף אֻמְנָם יָדְעוּ רָאשֵׁינוּ כִּי־בֶאֱמֶת זֶה הוּא הַמָּשִׁיחַ26 Και ιδου, παρρησια λαλει, και δεν λεγουσι προς αυτον ουδεν. Μηπως τωοντι εγνωρισαν οι αρχοντες οτι ουτος ειναι αληθως ο Χριστος;
27 אַךְ אֶת־זֶה יָדַעְנוּ מֵאַיִן הוּא וְכַאֲשֶׁר יָבוֹא הַמָּשִׁיחַ לֹא־יֵדַע אִישׁ אֵי־מִזֶּה הוּא27 Αλλα τουτον εξευρομεν ποθεν ειναι? ο δε Χριστος οταν ερχεται, ουδεις γινωσκει ποθεν ειναι.
28 אָז קָרָא יֵשׁוּעַ בַּמִּקְדָּשׁ וַיְלַמֵּד לֵאמֹר הֵן יְדַעְתֶּם אֹתִי אַף־יְדַעְתֶּם מֵאַיִן אָנִי וּמִנַּפְשִׁי לֹא־בָאתִי אָכֵן יֵשׁ אֲמִתִּי אֲשֶׁר שְׁלָחַנִי וְאֹתוֹ לֹא יְדַעְתֶּם28 Εφωναξε λοιπον ο Ιησους, διδασκων εν τω ιερω, και ειπε? Και εμε εξευρετε και ποθεν ειμαι εξευρετε? και απ' εμαυτου δεν ηλθον, αλλ' ειναι αληθινος ο πεμψας με, τον οποιον σεις δεν εξευρετε?
29 וַאֲנִי יְדַעְתִּיו כִּי מֵאִתּוֹ אָנִי וְהוּא שְׁלָחָנִי29 εγω ομως εξευρω αυτον, διοτι παρ' αυτου ειμαι και εκεινος με απεστειλεν.
30 וַיְבַקְשׁוּ לְתָפְשׂוֹ וְאִישׁ לֹא־שָׁלַח בּוֹ יָד כִּי לֹא־בָא עִתּוֹ30 Εζητουν λοιπον να πιασωσιν αυτον, και ουδεις επεβαλεν επ' αυτον την χειρα, διοτι δεν ειχεν ελθει ετι η ωρα αυτου.
31 וְרַבִּים מִן־הָעָם הֶאֱמִינוּ בוֹ וַיֹּאמְרוּ אִם־יָבֹא הַמָּשִׁיחַ הֲגַם יַעֲשֶׂה אֹתוֹת רַבּוֹת מֵאֲשֶׁר עָשָׂה זֶה31 Πολλοι δε εκ του οχλου επιστευσαν εις αυτον και ελεγον οτι ο Χριστος οταν ελθη, μηπως θελει καμει θαυματα πλειοτερα τουτων, τα οποια ουτος εκαμεν;
32 וְהַפְּרוּשִׁים שָׁמְעוּ אֶת־הָעָם מִתְלַחֲשִׁים עָלָיו כָּזֹאת וַיִּשְׁלְחוּ הַפְּרוּשִׁים וְרָאשֵׁי הַכֹּהֲנִים מְשָׁרְתִים לְתָפְשׂוֹ32 Ηκουσαν οι Φαρισαιοι τον οχλον οτι εγογγυζε ταυτα περι αυτου, και απεστειλαν οι Φαρισαιοι και οι αρχιερεις υπηρετας δια να πιασωσιν αυτον.
33 וַיֹּאמֶר אֲלֵיהֶם יֵשׁוּעַ אַךְ־לְמִצְעָר עוֹדֶנִּי עִמָּכֶם וְהָלַכְתִּי אֶל־אֲשֶׁר שְׁלָחָנִי33 Ειπε λοιπον προς αυτους ο Ιησους? Ετι ολιγον καιρον ειμαι μεθ' υμων, και υπαγω προς τον πεμψαντα με.
34 תְּשַׁחֲרֻנְנִי וְלֹא תִמְצָאֻנְנִי וּבַאֲשֶׁר אֲנִי שָׁם אַתֶּם לֹא תוּכְלוּ לָבוֹא34 Θελετε με ζητησει και δεν θελετε με ευρει? και οπου ειμαι εγω, σεις δεν δυνασθε να ελθητε.
35 וַיֹּאמְרוּ הַיְּהוּדִים אִישׁ אֶל־רֵעֵהוּ אָנָה יֵלֵךְ זֶה וַאֲנַחְנוּ לֹא נִמְצָאֵהוּ הֲכִי יֵלֵךְ אֶל־הַנְּפוֹצִים בֵּין הַיְּוָנִים וִילַמֵּד אַנְשֵׁי יָוָן35 Ειπον λοιπον οι Ιουδαιοι προς αλληλους? Που μελλει ουτος να υπαγη, ωστε ημεις δεν θελομεν ευρει αυτον; Μηπως μελλει να υπαγη εις τους διεσπαρμενους μεταξυ των Ελληνων και να διδασκη τους Ελληνας;
36 מַה־זֶּה הַדָּבָר אֲשֶׁר אָמַר תְּשַׁחֲרֻנְנִי וְלֹא תִמְצָאֻנְנִי וּבַאֲשֶׁר אֲנִי שָׁם אַתֶּם לֹא תוּכְלוּ לָבוֹא36 Τις ειναι ουτος ο λογος τον οποιον ειπε, Θελετε με ζητησει και δεν θελετε με ευρει, και ειπον ειμαι εγω, σεις δεν δυνασθε να ελθητε;
37 וַיְהִי בְּיוֹם הֶחָג הָאַחֲרוֹן הַגָּדוֹל עָמַד יֵשׁוּעַ וַיִּקְרָא לֵאמֹר אִישׁ כִּי יִצְמָא יָבֹא־נָא אֵלַי וְיִשְׁתֶּה37 Κατα δε την τελευταιαν ημεραν την μεγαλην της εορτης ιστατο ο Ιησους και εκραξε λεγων? Εαν τις διψα, ας ερχηται προς εμε και ας πινη.
38 הַמַּאֲמִין בִּי כִּדְבַר הַכָּתוּב מִבִּטְנוֹ יִנְהֲרוּ נַהֲרֵי מַיִם חַיִּים38 Οστις πιστευει εις εμε, καθως ειπεν η γραφη, ποταμοι υδατος ζωντος θελουσι ρευσει εκ της κοιλιας αυτου.
39 וְזֹאת אָמַר עַל־הָרוּחַ אֲשֶׁר יִקָּחֻהוּ הַמַּאֲמִינִים בּוֹ כִּי טֶרֶם־נִתַּן רוּחַ הַקֹּדֶשׁ יַעַן אֲשֶׁר יֵשׁוּעַ עוֹד לֹא נִתְפָּאָר39 Τουτο δε ειπε περι του Πνευματος, το οποιον εμελλον να λαμβανωσιν οι πιστευοντες εις αυτον? διοτι δεν ητο ετι δεδομενον Πνευμα Αγιον, επειδη ο Ιησους ετι δεν εδοξασθη.
40 וְרַבִּים מֵהֲמוֹן הָעָם כְּשָׁמְעָם אֶת־הַדָּבָר הַזֶּה אָמְרוּ אָכֵן זֶה הוּא הַנָּבִיא40 Πολλοι λοιπον εκ του οχλου ακουσαντες τον λογον, ελεγον? Ουτος ειναι αληθως ο προφητης.
41 וְיֵשׁ אֲשֶׁר אָמְרוּ זֶה הוּא הַמָּשִׁיחַ וַאֲחֵרִים אָמְרוּ הֲמִן־הַגָּלִיל יָבֹא הַמָּשִׁיחַ41 Αλλοι ελεγον? Ουτος ειναι ο Χριστος. Αλλοι δε ελεγον? Μη γαρ εκ της Γαλιλαιας ερχεται ο Χριστος;
42 הֲלֹא הַכָּתוּב אֹמֵר כִּי מִזֶּרַע דָּוִד וּמִכְּפַר בֵּית־לֶחֶם מְקוֹם דָּוִד יֵצֵא הַמָּשִׁיחַ42 Δεν ειπεν η γραφη οτι εκ του σπερματος του Δαβιδ και απο της κωμης Βηθλεεμ, οπου ητο ο Δαβιδ, ερχεται ο Χριστος;
43 וַתְּהִי מַחֲלֹקֶת בְּתוֹךְ הָעָם עַל־אֹדוֹתָיו43 Σχισμα λοιπον εγεινε μεταξυ του οχλου δι' αυτον.
44 וּמִקְצָתָם רָצוּ לְתָפְשׂוֹ וְאִישׁ לֹא־שָׁלַח בּוֹ יָד44 Τινες δε εξ αυτων ηθελον να πιασωσιν αυτον, αλλ' ουδεις επεβαλεν επ' αυτον τας χειρας.
45 וַיָּשׁוּבוּ הַמְשָׁרְתִים אֶל־הַכֹּהֲנִים הַגְּדוֹלִים וְהַפְּרוּשִׁים וְהֵמָּה אָמְרוּ אֲלֵיהֶם מַדּוּעַ לֹא־הֲבֵאתֶם אֹתוֹ45 Ηλθον λοιπον οι υπηρεται προς τους αρχιερεις και Φαρισαιους, και εκεινοι ειπον προς αυτους? Δια τι δεν εφερετε αυτον;
46 וַיַּעֲנוּ הָעֲבָדִים מֵעוֹלָם לֹא־דִבֶּר אִישׁ כָּאִישׁ הַזֶּה46 Απεκριθησαν οι υπηρεται? Ουδεποτε ελαλησεν ανθρωπος ουτω, καθως ουτος ο ανθρωπος.
47 וַיֹּאמְרוּ אֲלֵיהֶם הַפְּרוּשִׁים הֲכִי נִדַּחְתֶּם גַּם־אַתֶּם47 Απεκριθησαν λοιπον προς αυτους οι Φαρισαιοι? Μηπως και σεις επλανηθητε;
48 הֲגַם־הֶאֱמִין בּוֹ אִישׁ מִן־הַשָּׂרִים אוֹ מִן־הַפְּרוּשִׁים48 Μηπως τις εκ των αρχοντων επιστευσεν εις αυτον η εκ των Φαρισαιων;
49 רַק הֶהָמוֹן הַזֶּה אֲשֶׁר אֵינָם יֹדְעִים אֶת־הַתּוֹרָה אֲרוּרִים הֵמָּה49 Αλλ' ο οχλος ουτος, οστις δεν γνωριζει τον νομον, ειναι επικαταρατοι.
50 וַיֹּאמֶר אֲלֵיהֶם נַקְדִּימוֹן אֲשֶׁר־בָּא אֵלָיו בַּלַּיְלָה וְהוּא הָיָה אֶחָד מֵהֶם50 Λεγει ο Νικοδημος προς αυτους, ο ελθων προς αυτον δια νυκτος, εις ων εξ αυτων.
51 הֲתִשְׁפֹּט תּוֹרָתֵנוּ אִישׁ בְּטֶרֶם תַּחְקְרֵהוּ לָדַעַת אֶת־אֲשֶׁר עָשָׂה51 Μηπως ο νομος ημων κρινει τον ανθρωπον, εαν δεν ακουση παρ' αυτου προτερον και μαθη τι πραττει;
52 וַיַּעֲנוּ וַיֹּאמְרוּ אֵלָיו הֲגַם־אַתָּה מִן־הַגָּלִיל דְּרָשׁ־נָא וּרְאֵה כִּי לֹא־קָם נָבִיא מִן־הַגָּלִיל52 Απεκριθησαν και ειπον προς αυτον? Μηπως και συ εκ της Γαλιλαιας εισαι; ερευνησον και ιδε οτι προφητης εκ της Γαλιλαιας δεν ηγερθη.
53 וַיֵּלְכוּ אִישׁ אִישׁ לְבֵיתוֹ53 Και υπηγεν εκαστος εις τον οικον αυτου.