Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Ezra v'Nechemia (עזרא ונחמיה) - Esdra 4


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 וַיִּשְׁמְעוּ צָרֵי יְהוּדָה וּבִנְיָמִן כִּי־בְנֵי הַגֹּולָה בֹּונִים הֵיכָל לַיהוָה אֱלֹהֵי יִשְׂרָאֵל1 Οι δε εχθροι του Ιουδα και Βενιαμιν, ακουσαντες οτι οι υιοι της αιχμαλωσιας οικοδομουσι τον ναον εις Κυριον τον Θεον του Ισραηλ,
2 וַיִּגְּשׁוּ אֶל־זְרֻבָּבֶל וְאֶל־רָאשֵׁי הָאָבֹות וַיֹּאמְרוּ לָהֶם נִבְנֶה עִמָּכֶם כִּי כָכֶם נִדְרֹושׁ לֵאלֹהֵיכֶם [וְלֹא כ] (וְלֹו ׀ ק) אֲנַחְנוּ זֹבְחִים מִימֵי אֵסַר חַדֹּן מֶלֶךְ אַשּׁוּר הַמַּעֲלֶה אֹתָנוּ פֹּה2 ηλθον προς τον Ζοροβαβελ και προς τους αρχηγους των πατριων και ειπον προς αυτους, Ας οικοδομησωμεν με σας? διοτι και ημεις εκζητουμεν τον Θεον σας, καθως σεις, και εις αυτον θυσιαζομεν απο των ημερων του Εσαραδδων βασιλεως της Ασσουρ, οστις ανεβιβασεν ημας εδω.
3 וַיֹּאמֶר לָהֶם זְרֻבָּבֶל וְיֵשׁוּעַ וּשְׁאָר רָאשֵׁי הָאָבֹות לְיִשְׂרָאֵל לֹא־לָכֶם וָלָנוּ לִבְנֹות בַּיִת לֵאלֹהֵינוּ כִּי אֲנַחְנוּ יַחַד נִבְנֶה לַיהוָה אֱלֹהֵי יִשְׂרָאֵל כַּאֲשֶׁר צִוָּנוּ הַמֶּלֶךְ כֹּורֶשׁ מֶלֶךְ־פָּרָס3 Ο Ζοροβαβελ ομως και ο Ιησους και οι λοιποι των αρχηγων των πατριων του Ισραηλ, ειπον προς αυτους, Ουδεν κοινον εις εσας και εις ημας, ωστε να οικοδομησητε οικον εις τον Θεον ημων? αλλ' ημεις αυτοι ηνωμενοι θελομεν οικοδομησει εις Κυριον τον Θεον του Ισραηλ, καθως προσεταξεν εις ημας ο βασιλευς Κυρος, ο βασιλευς της Περσιας.
4 וַיְהִי עַם־הָאָרֶץ מְרַפִּים יְדֵי עַם־יְהוּדָה [וּמְבַלַהִים כ] (וּמְבַהֲלִים ק) אֹותָם לִבְנֹות4 Τοτε ο λαος της γης παρελυε τας χειρας του λαου του Ιουδα και εταραττεν αυτους εν τη οικοδομη,
5 וְסֹכְרִים עֲלֵיהֶם יֹועֲצִים לְהָפֵר עֲצָתָם כָּל־יְמֵי כֹּורֶשׁ מֶלֶךְ פָּרַס וְעַד־מַלְכוּת דָּרְיָוֶשׁ מֶלֶךְ־פָּרָס5 και εμισθονον συμβουλους εναντιον αυτων, δια να ματαιονωσι την βουλην αυτων, πασας τας ημερας Κυρου του βασιλεως της Περσιας και εως της βασιλειας Δαρειου του βασιλεως της Περσιας.
6 וּבְמַלְכוּת אֲחַשְׁוֵרֹושׁ בִּתְחִלַּת מַלְכוּתֹו כָּתְבוּ שִׂטְנָה עַל־יֹשְׁבֵי יְהוּדָה וִירוּשָׁלִָם׃ ס6 Και επι της βασιλειας Ασσουηρου, εν αρχη της βασιλειας αυτου, εγραψαν κατηγοριαν κατα των κατοικων της Ιουδαιας και Ιερουσαλημ.
7 וּבִימֵי אַרְתַּחְשַׁשְׂתָּא כָּתַב בִּשְׁלָם מִתְרְדָת טָבְאֵל וּשְׁאָר [כְּנָוֹתֹו כ] (כְּנָוֹתָיו ק) עַל־ [אַרְתַּחְשַׁשְׂתָּא כ] (אַרְתַּחְשַׁשְׂתְּ ק) מֶלֶךְ פָּרָס וּכְתָב הַנִּשְׁתְּוָן כָּתוּב אֲרָמִית וּמְתֻרְגָּם אֲרָמִית׃ פ7 Και εν ταις ημεραις του Αρταξερξου εγραψεν ο Βισλαμ, ο Μιθρεδαθ, ο Ταβεηλ και οι λοιποι συνεταιροι αυτων προς Αρταξερξην τον βασιλεα της Περσιας? και η επιστολη ητο γεγραμμενη Συριστι και εξηγημενη Συριστι.
8 רְחוּם בְּעֵל־טְעֵם וְשִׁמְשַׁי סָפְרָא כְּתַבוּ אִגְּרָה חֲדָה עַל־יְרוּשְׁלֶם לְאַרְתַּחְשַׁשְׂתְּא מַלְכָּא כְּנֵמָא8 Ρεουμ ο επαρχος και Σαμψαι ο γραμματευς, εγραψαν επιστολην κατα της Ιερουσαλημ προς Αρταξερξην τον βασιλεα, κατα τουτον τον τροπον?
9 אֱדַיִן רְחוּם בְּעֵל־טְעֵם וְשִׁמְשַׁי סָפְרָא וּשְׁאָר כְּנָוָתְהֹון דִּינָיֵא וַאֲפַרְסַתְכָיֵא טַרְפְּלָיֵא אֲפָרְסָיֵא [אַרְכְּוָי כ] (אַרְכְּוָיֵא ק) בָבְלָיֵא שׁוּשַׁנְכָיֵא [דִּהוּא כ] (דֶּהָיֵא ק) עֵלְמָיֵא9 Ρεουμ ο επαρχος και Σαμψαι ο γραμματευς και οι λοιποι συνεταιροι αυτων, οι Δειναιοι, οι Αφαρσαχαιοι, οι Ταρφαλαιοι, οι Αφαρσαιοι, οι Αρχεναιοι, οι Βαβυλωνιοι, οι Σουσαναχαιοι, οι Δεαυαιοι, οι Ελαμιται
10 וּשְׁאָר אֻמַּיָּא דִּי הַגְלִי אָסְנַפַּר רַבָּא וְיַקִּירָא וְהֹותֵב הִמֹּו בְּקִרְיָה דִּי שָׁמְרָיִן וּשְׁאָר עֲבַר־נַהֲרָה וּכְעֶנֶת10 και οι λοιποι εκ των εθνων, τα οποια ο μεγας και ενδοξος Ασεναφαρ μετεκομισε και κατωκισεν εις τας πολεις της Σαμαρειας, και οι λοιποι οι περαν του ποταμου, και τα λοιπα.
11 דְּנָה פַּרְשֶׁגֶן אִגַּרְתָּא דִּי שְׁלַחוּ עֲלֹוהִי עַל־אַרְתַּחְשַׁשְׂתְּא מַלְכָּא [עַבְדָיִךְ כ] (עַבְדָךְ ק) אֱנָשׁ עֲבַר־נַהֲרָה וּכְעֶנֶת׃ פ11 Τουτο ειναι το αντιγραφον της επιστολης, την οποιαν εστειλαν προς αυτον, προς Αρταξερξην τον βασιλεα? Οι δουλοι σου, οι ανδρες οι περαν του ποταμου, και τα λοιπα.
12 יְדִיעַ לֶהֱוֵא לְמַלְכָּא דִּי יְהוּדָיֵא דִּי סְלִקוּ מִן־לְוָתָךְ עֲלֶינָא אֲתֹו לִירוּשְׁלֶם קִרְיְתָא מָרָדְתָּא וּבִאישְׁתָּא בָּנַיִן [וְשׁוּרַיָּ כ] (וְשׁוּרַיָּא ק) [אֶשְׁכְלִלוּ כ] (שַׁכְלִלוּ ק) וְאֻשַּׁיָּא יַחִיטוּ12 Γνωστον εστω εις τον βασιλεα, οτι οι Ιουδαιοι οι αναβαντες απο σου προς ημας, ελθοντες εις Ιερουσαλημ, οικοδομουσι την πολιν, την αποστατιδα και πονηραν, και εγειρουσι τον τοιχον και συναπτουσι τα θεμελια.
13 כְּעַן יְדִיעַ לֶהֱוֵא לְמַלְכָּא דִּי הֵן קִרְיְתָא דָךְ תִּתְבְּנֵא וְשׁוּרַיָּה יִשְׁתַּכְלְלוּן מִנְדָּה־בְלֹו וַהֲלָךְ לָא יִנְתְּנוּן וְאַפְּתֹם מַלְכִים תְּהַנְזִק13 Γνωστον εστω ηδη εις τον βασιλεα, οτι εαν η πολις αυτη οικοδομηθη και οι τοιχοι εγερθωσι, δεν θελουσι πληρωσει φορον, τελωνιον η διαγωγιον? και θελει ζημιωθη το εισοδημα των βασιλεων.
14 כְּעַן כָּל־קֳבֵל דִּי־מְלַח הֵיכְלָא מְלַחְנָא וְעַרְוַת מַלְכָּא לָא אֲ‍רִיךְ־לַנָא לְמֶחֱזֵא עַל־דְּנָה שְׁלַחְנָא וְהֹודַעְנָא לְמַלְכָּא14 Επειδη δε τρεφομεθα απο του παλατιου, και ητο απρεπες δια ημας να βλεπωμεν την ατιμιαν του βασιλεως, δια τουτο εστειλαμεν και εγνωστοποιησαμεν προς τον βασιλεα,
15 דִּי יְבַקַּר בִּסְפַר־דָּכְרָנַיָּא דִּי אֲבָהָתָךְ וּתְהַשְׁכַּח בִּסְפַר דָּכְרָנַיָּא וְתִנְדַּע דִּי קִרְיְתָא דָךְ קִרְיָא מָרָדָא וּמְהַנְזְקַת מַלְכִין וּמְדִנָן וְאֶשְׁתַּדּוּר עָבְדִין בְּגַוַּהּ מִן־יֹומָת עָלְמָא עַל־דְּנָה קִרְיְתָא דָךְ הָחָרְבַת15 δια να γεινη ερευνα εν τω βιβλιω των υπομνηματων των πατερων σου? και θελεις ευρει εν τω βιβλιω των υπομνηματων και γνωρισει, οτι η πολις αυτη ειναι πολις αποστατις και ολεθριος εις τους βασιλεις και εις τας επαρχιας, και οτι εκ παλαιου χρονου εκινουν επαναστασιν εν τω μεσω αυτης, δια την οποιαν αιτιαν η πολις αυτη κατηρημωθη.
16 מְהֹודְעִין אֲנַחְנָה לְמַלְכָּא דִּי הֵן קִרְיְתָא דָךְ תִּתְבְּנֵא וְשׁוּרַיָּה יִשְׁתַּכְלְלוּן לָקֳבֵל דְּנָה חֲלָק בַּעֲבַר נַהֲרָא לָא אִיתַי לָךְ׃ פ16 Γνωστοποιουμεν προς τον βασιλεα, ετι εαν η πολις αυτη ανοικοδομηθη και οι τοιχοι αυτης ανεγερθωσι, δεν θελεις εχει ουδεν μερος εις το περαν του ποταμου.
17 פִּתְגָמָא שְׁלַח מַלְכָּא עַל־רְחוּם בְּעֵל־טְעֵם וְשִׁמְשַׁי סָפְרָא וּשְׁאָר כְּנָוָתְהֹון דִּי יָתְבִין בְּשָׁמְרָיִן וּשְׁאָר עֲבַר־נַהֲרָה שְׁלָם וּכְעֶת׃ ס17 Ο βασιλευς απεκριθη προς τον Ρεουμ τον επαρχον και Σαμψαι τον γραμματεα και τους λοιπους συνεταιρους αυτων τους κατοικουντας εν Σαμαρεια, και τους αλλους τους περαν του ποταμου, Ειρηνη, και τα λοιπα.
18 נִשְׁתְּוָנָא דִּי שְׁלַחְתּוּן עֲלֶינָא מְפָרַשׁ קֱרִי קָדָמָי18 Η επιστολη, την οποιαν εστειλατε προς ημας, ανεγνωσθη ακριβως ενωπιον μου.
19 וּמִנִּי שִׂים טְעֵם וּבַקַּרוּ וְהַשְׁכַּחוּ דִּי קִרְיְתָא דָךְ מִן־יֹומָת עָלְמָא עַל־מַלְכִין מִתְנַשְּׂאָה וּמְרַד וְאֶשְׁתַּדּוּר מִתְעֲבֶד־בַּהּ19 Και εξεδοθη διαταγη παρ' εμου, και ηρευνησαν και ευρηκαν οτι η πολις αυτη εκ παλαιου χρονου επαναστατει εναντιον των βασιλεων, και γινονται εν αυτη στασεις και συνωμοσιαι?
20 וּמַלְכִין תַּקִּיפִין הֲוֹו עַל־יְרוּשְׁלֶם וְשַׁלִּיטִין בְּכֹל עֲבַר נַהֲרָה וּמִדָּה בְלֹו וַהֲלָךְ מִתְיְהֵב לְהֹון20 Υπηρξαν ετι ισχυροι βασιλεις επι Ιερουσαλημ, δεσποζοντες επι παντας τους περαν του ποταμου? και επληρονετο εις αυτους φορος, τελωνιον και διαγωγιον.
21 כְּעַן שִׂימוּ טְּעֵם לְבַטָּלָא גֻּבְרַיָּא אִלֵּךְ וְקִרְיְתָא דָךְ לָא תִתְבְּנֵא עַד־מִנִּי טַעְמָא יִתְּשָׂם21 Τωρα λοιπον προσταξατε να παυσωσι τους ανθρωπους εκεινους, και η πολις αυτη να μη οικοδομηθη, εωσου εκδοθη διαταγη παρ' εμου.
22 וּזְהִירִין הֱוֹו שָׁלוּ לְמֶעְבַּד עַל־דְּנָה לְמָה יִשְׂגֵּא חֲבָלָא לְהַנְזָקַת מַלְכִין׃ ס22 Και προσεξατε να μη αμελησητε να καμητε τουτο? δια να μη αυξηθη το κακον επι ζημια των βασιλεων.
23 אֱדַיִן מִן־דִּי פַּרְשֶׁגֶן נִשְׁתְּוָנָא דִּי [אַרְתַּחְשַׁשְׂתָּא כ] (אַרְתַּחְשַׁשְׂתְּ ק) מַלְכָּא קֱרִי קֳדָם־רְחוּם וְשִׁמְשַׁי סָפְרָא וּכְנָוָתְהֹון אֲזַלוּ בִבְהִילוּ לִירוּשְׁלֶם עַל־יְהוּדָיֵא וּבַטִּלוּ הִמֹּו בְּאֶדְרָע וְחָיִל׃ ס23 Οτε δε το αντιγραφον της επιστολης του βασιλεως Αρταξερξου ανεγνωσθη ενωπιον του Ρεουμ και Σαμψαι του γραμματεως και των συνεταιρων αυτων, ανεβησαν μετα σπουδης εις Ιερουσαλημ προς τους Ιουδαιους, και επαυσαν αυτους εν βια και μετα δυναμεως.
24 בֵּאדַיִן בְּטֵלַת עֲבִידַת בֵּית־אֱלָהָא דִּי בִּירוּשְׁלֶם וַהֲוָת בָּטְלָא עַד שְׁנַת תַּרְתֵּין לְמַלְכוּת דָּרְיָוֶשׁ מֶלֶךְ־פָּרָס׃ פ24 Και επαυσε το εργον του οικου του Θεου του εν Ιερουσαλημ, και εμεινε πεπαυμενον μεχρι του δευτερου ετους της βασιλειας Δαρειου του βασιλεως της Περσιας.