Scrutatio

Sabato, 18 maggio 2024 - San Giovanni I papa ( Letture di oggi)

Nehemiah 6


font
NEW AMERICAN BIBLEGREEK BIBLE
1 When it had been reported to Sanballat, Tobiah, Geshem the Arab, and our other enemies that I had rebuilt the wall and that there was no breach left in it (though up to that time I had not yet set up the doors in the gates),1 Καθως δε ηκουσαν ο Σαναβαλλατ και ο Τωβιας και ο Γησεμ ο Αραψ και οι λοιποι εκ των εχθρων ημων, οτι εγω ωκοδομησα το τειχος και δεν εμεινε πλεον χαλασμα εις αυτο, αν και μεχρις εκεινου του καιρου θυρας δεν εστησα επι των πυλων,
2 Sanballat and Geshem sent me this message: "Come, let us hold council together at Caphirim in the plain of Ono." They were planning to do me harm.2 ο Σαναβαλλατ και ο Γησεμ απεστειλαν προς εμε, λεγοντες, Ελθετε, και ας συναχθωμεν ομου εις τινα εκ των κωμων εν τη πεδιαδι Ωνω. Εβουλευοντο δε να καμωσιν εις εμε κακον.
3 However, I sent messengers to them with this reply: "I am engaged in a great enterprise and am unable to come down; why should the work stop, while I leave it to come down to you?"3 Και απεστειλα μηνυτας προς αυτους, λεγων, Εργον μεγα καμνω και δεν δυναμαι να καταβω? δια τι να παυση το εργον, οταν εγω αφησας αυτο καταβω προς εσας;
4 Four times they sent me this same proposal, and each time I gave the same reply.4 Και απεστειλαν προς εμε τετρακις κατα τον τροπον τουτον? και εγω απεκριθην προς αυτους κατα τον αυτον τροπον.
5 Then, the fifth time, Sanballat sent me the same message by one of his servants, who bore an unsealed letter5 Τοτε ο Σαναβαλλατ απεστειλε προς εμε τον δουλον αυτου κατα τον αυτον τροπον, πεμπτην φοραν, με ανοικτην επιστολην εις την χειρα αυτου?
6 containing this text: "Among the nations it has been reported--Geshem is witness to this--that you and the Jews are planning a rebellion; that for this reason you are rebuilding the wall; and that you are to be their king"--and so on.6 εν η ητο γεγραμμενον, Ηκουσθη μεταξυ των εθνων, και ο Γασμου λεγει, οτι συ και οι Ιουδαιοι βουλευεσθε να επαναστατησητε? δια τουτο συ οικοδομεις το τειχος, δια να γεινης βασιλευς αυτων, κατα τους λογους τουτους?
7 "Also, that you have set up prophets in Jerusalem to proclaim you king of Judah. Now, since matters like these must reach the ear of the king, come, let us hold council together."7 ετι διωρισας προφητας, να κηρυττωσι περι σου εν Ιερουσαλημ, λεγοντες, Ειναι βασιλευς εν Ιουδα? και τωρα θελει απαγγελθη προς τον βασιλεα κατα τους λογους τουτους? ελθε λοιπον τωρα, και ας συμβουλευθωμεν ομου.
8 I sent him this answer: "Nothing of what you report has taken place; rather, it is the invention of your own mind."8 Τοτε απεστειλα προς αυτον, λεγων, Δεν ειναι τοιαυτα πραγματα καθως συ λεγεις, αλλα συ πλαττεις αυτα εκ της καρδιας σου.
9 They were all trying to frighten us, thinking, "Their hands will slacken in the work, and it will never be completed." But instead, I now redoubled my efforts.9 Διοτι παντες ουτοι εφοβεριζον ημας, λεγοντες, Θελουσιν εξασθενησει αι χειρες αυτων απο του εργου, και δεν θελει εκτελεσθη. Τωρα λοιπον, Θεε, κραταιωσον τας χειρας μου.
10 I went to the house of Shemaiah, son of Delaiah, son of Mehetabel, who was unable to go about, and he said: "Let us meet in the house of God, inside the temple building; let us lock the doors of the temple. For men are coming to kill you; by night they are coming to kill you."10 Και εγω υπηγα εις την οικιαν του Σεμαια, υιου του Δαλαια, υιου του Μεεταβεηλ, οστις ητο κεκλεισμενος? και ειπεν, Ας συνελθωμεν ομου εις τον οικον του Θεου, εντος του ναου, και ας κλεισωμεν τας θυρας του ναου? διοτι αυτοι ερχονται να σε φονευσωσι? ναι, την νυκτα ερχονται να σε φονευσωσιν.
11 My answer was: "A man like me take flight? Can a man like me enter the temple to save his life? I will not go!"11 Αλλ' εγω απεκριθην, Ανθρωπος οποιος εγω ηθελον φυγει; και τις, οποιος εγω, ηθελεν εισελθει εις τον ναον δια να σωση την ζωην αυτου; δεν θελω εισελθει.
12 For on consideration it was plain to me that God had not sent him; rather, because Tobiah and Sanballat had bribed him, he voiced this prophecy concerning me12 Και ιδου, εγνωρισα οτι ο Θεος δεν απεστειλεν αυτον να προφερη την προφητειαν ταυτην εναντιον μου? αλλ' οτι ο Τωβιας και ο Σαναβαλλατ εμισθωσαν αυτον.
13 that I might act on it out of fear and commit this sin. Then they would have had a shameful story with which to discredit me.13 Δια τουτο ητο μεμισθωμενος, δια να φοβηθω και να καμω ουτω και να αμαρτησω, και να εχωσιν αφορμην να κακολογησωσι, δια να με ονειδισωσι.
14 Keep in mind Tobiah and Sanballat, O my God, because of these things they did; keep in mind as well Noadiah the prophetess and the other prophets who were trying to frighten me.14 Μνησθητι, Θεε μου, του Τωβια και του Σαναβαλλατ κατα τα εργα αυτων ταυτα, και ετι της προφητισσης Νωαδιας και των λοιπων προφητων, οιτινες με εφοβεριζον.
15 The wall was finished on the twenty-fifth day of Elul; it had taken fifty-two days.15 Ουτω συνετελεσθη το τειχος κατα την εικοστην πεμπτην του μηνος Ελουλ, εν πεντηκοντα δυο ημεραις.
16 When all our enemies had heard of this, and all the nations round about had taken note of it, our enemies lost much face in the eyes of the nations, for they knew that it was with our God's help that this work had been completed.16 Και οτε ηκουσαν παντες οι εχθροι ημων, τοτε εφοβηθησαν παντα τα εθνη τα περιξ ημων, και εταπεινωθησαν σφοδρα εις τους οφθαλμους εαυτων? διοτι εγνωρισαν οτι παρα του Θεου ημων εγεινε το εργον τουτο.
17 At that same time, however, many letters were going to Tobiah from the nobles of Judah, and Tobiah's letters were reaching them,17 Προσετι εν ταις ημεραις εκειναις οι προκριτοι του Ιουδα επεμπον συνεχως τας επιστολας αυτων προς τον Τωβιαν, και αι του Τωβια ηρχοντο προς αυτους.
18 for many in Judah were in league with him, since he was the son-in-law of Shecaniah, son of Arah, and his son Jehohanan had married the daughter of Meshullam, son of Berechiah.18 Διοτι ησαν εν τω Ιουδα πολλοι ωρκισμενοι εις αυτον, επειδη ητο γαμβρος του Σεχανια, υιου του Αραχ? και Ιωαναν ο υιος αυτου ειχε λαβει την θυγατερα του Μεσουλλαμ, υιου του Βαραχιου.
19 Thus they would praise his good deeds in my presence and relate to him whatever I said; and Tobiah sent letters trying to frighten me.19 Μαλιστα διηγουντο ενωπιον μου τας αγαθοεργιας αυτου, και ανεφερον προς αυτον τους λογους μου. Και ο Τωβιας εστελλεν επιστολας δια να με φοβεριζη.