Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΗΣΑΙΑΣ - Isaia - Isaiah 58


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 αναβοησον εν ισχυι και μη φειση ως σαλπιγγα υψωσον την φωνην σου και αναγγειλον τω λαω μου τα αμαρτηματα αυτων και τω οικω ιακωβ τας ανομιας αυτων1 Kiálts teli torokkal, ne kíméld, hanem emeld fel hangodat, mint a harsona! Hirdesd népemnek az ő bűnét, és Jákob házának az ő vétkét!
2 εμε ημεραν εξ ημερας ζητουσιν και γνωναι μου τας οδους επιθυμουσιν ως λαος δικαιοσυνην πεποιηκως και κρισιν θεου αυτου μη εγκαταλελοιπως αιτουσιν με νυν κρισιν δικαιαν και εγγιζειν θεω επιθυμουσιν2 Engem keresnek nap mint nap, és szeretnék megismerni útjaimat, mint olyan nemzet, mely igazságot cselekszik, és Istene döntését nem hagyta el. Igaz döntéseket kérnek tőlem, szeretnének közeledni Istenhez.
3 λεγοντες τι οτι ενηστευσαμεν και ουκ ειδες εταπεινωσαμεν τας ψυχας ημων και ουκ εγνως εν γαρ ταις ημεραις των νηστειων υμων ευρισκετε τα θεληματα υμων και παντας τους υποχειριους υμων υπονυσσετε3 »Miért böjtöltünk, ha nem láttad, miért sanyargattuk lelkünket, ha nem tudsz róla?« Íme, böjtöléstek napján is találtok kedvtelést, és minden robotmunkásotokat hajszoljátok.
4 ει εις κρισεις και μαχας νηστευετε και τυπτετε πυγμαις ταπεινον ινα τι μοι νηστευετε ως σημερον ακουσθηναι εν κραυγη την φωνην υμων4 Íme, perlekedés és civakodás között böjtöltök, ököllel lesújtva gonoszul. Ne úgy böjtöljetek, mint ma, hogy meghallgatást nyerjen a magasságban hangotok!
5 ου ταυτην την νηστειαν εξελεξαμην και ημεραν ταπεινουν ανθρωπον την ψυχην αυτου ουδ' αν καμψης ως κρικον τον τραχηλον σου και σακκον και σποδον υποστρωση ουδ' ουτως καλεσετε νηστειαν δεκτην5 Vajon ilyen a böjt, amely tetszik nekem, az a nap, amelyen az ember sanyargatja lelkét? Hogy lehajtja fejét, mint a káka, és zsákruhát meg hamut terít maga alá? Vajon ezt nevezed böjtnek, és az Úr előtt kedves napnak?
6 ουχι τοιαυτην νηστειαν εγω εξελεξαμην λεγει κυριος αλλα λυε παντα συνδεσμον αδικιας διαλυε στραγγαλιας βιαιων συναλλαγματων αποστελλε τεθραυσμενους εν αφεσει και πασαν συγγραφην αδικον διασπα6 Íme, ez az a böjt, amely tetszik nekem: oldd le a jogtalan bilincseket, oldozd meg az iga kötelékeit! Bocsásd szabadon az elnyomottakat, és minden igát törj össze!
7 διαθρυπτε πεινωντι τον αρτον σου και πτωχους αστεγους εισαγε εις τον οικον σου εαν ιδης γυμνον περιβαλε και απο των οικειων του σπερματος σου ουχ υπεροψη7 Íme, törd meg az éhezőnek kenyeredet, és a bujdosó szegényeket vidd be házadba! Ha mezítelent látsz, takard be, és testvéred elől ne zárkózz el!
8 τοτε ραγησεται προιμον το φως σου και τα ιαματα σου ταχυ ανατελει και προπορευσεται εμπροσθεν σου η δικαιοσυνη σου και η δοξα του θεου περιστελει σε8 Akkor majd előtör, mint a hajnal, világosságod, és sebed gyorsan beheged; színed előtt halad igazságod, és az Úr dicsősége zárja soraidat.
9 τοτε βοηση και ο θεος εισακουσεται σου ετι λαλουντος σου ερει ιδου παρειμι εαν αφελης απο σου συνδεσμον και χειροτονιαν και ρημα γογγυσμου9 Akkor majd, ha szólítod, az Úr válaszol, ha kiáltasz, így szól: »Íme, itt vagyok!« Ha eltávolítod körödből az igát, az ujjal mutogatást és a hamis beszédet,
10 και δως πεινωντι τον αρτον εκ ψυχης σου και ψυχην τεταπεινωμενην εμπλησης τοτε ανατελει εν τω σκοτει το φως σου και το σκοτος σου ως μεσημβρια10 ha lelkedet adod az éhezőért, és a meggyötört lelket jóllakatod, akkor felragyog a sötétségben világosságod, és homályod olyan lesz, mint a déli verőfény.
11 και εσται ο θεος σου μετα σου δια παντος και εμπλησθηση καθαπερ επιθυμει η ψυχη σου και τα οστα σου πιανθησεται και εση ως κηπος μεθυων και ως πηγη ην μη εξελιπεν υδωρ και τα οστα σου ως βοτανη ανατελει και πιανθησεται και κληρονομησουσι γενεας γενεων11 Az Úr vezet majd téged szüntelen, kopár vidéken is jóllakatja lelkedet, és csontjaidat megerősíti; olyan leszel, mint az öntözött kert, és mint a vízforrás, melynek nem apad el vize.
12 και οικοδομηθησονται σου αι ερημοι αιωνιοι και εσται σου τα θεμελια αιωνια γενεων γενεαις και κληθηση οικοδομος φραγμων και τους τριβους τους ανα μεσον παυσεις12 Felépítik majd a tőled származók az ősi romokat, a régi nemzedékek alapjait megerősíted; a rések befalazójának neveznek majd téged, aki helyreállítod az utakat, hogy lakjanak ott.
13 εαν αποστρεψης τον ποδα σου απο των σαββατων του μη ποιειν τα θεληματα σου εν τη ημερα τη αγια και καλεσεις τα σαββατα τρυφερα αγια τω θεω σου ουκ αρεις τον ποδα σου επ' εργω ουδε λαλησεις λογον εν οργη εκ του στοματος σου13 Ha visszatartod lábadat szombaton, hogy ne járj kedvteléseid után szent napomon, a szombatot gyönyörűségnek nevezed, s az Úr szent napját dicsőségesnek, és megdicsőíted azzal, hogy nem jársz a magad útjain, nem keresed kedvtelésedet, és nem folytatsz szóbeszédet:
14 και εση πεποιθως επι κυριον και αναβιβασει σε επι τα αγαθα της γης και ψωμιει σε την κληρονομιαν ιακωβ του πατρος σου το γαρ στομα κυριου ελαλησεν ταυτα14 akkor gyönyörködni fogsz az Úrban, felviszlek a föld magaslataira, és táplállak téged atyádnak, Jákobnak örökrészével. Bizony, az Úr szája szólt.