Scrutatio

Mercoledi, 8 maggio 2024 - Madonna del Rosario di Pompei ( Letture di oggi)

ΤΩΒΙΤ - Tobia - Tobit 6


font
LXXSAGRADA BIBLIA
1 οι δε πορευομενοι την οδον ηλθον εσπερας επι τον τιγριν ποταμον και ηυλιζοντο εκει1 Tobias partiu, pois, seguido de seu cão, e deteve-se na primeira parada à beira do rio Tigre.
2 το δε παιδαριον κατεβη περικλυσασθαι και ανεπηδησεν ιχθυς απο του ποταμου και εβουληθη καταπιειν το παιδαριον2 Descendo ao rio para lavar os pés, eis que um enorme peixe se lançou sobre ele para devorá-lo.
3 ο δε αγγελος ειπεν αυτω επιλαβου του ιχθυος και εκρατησεν τον ιχθυν το παιδαριον και ανεβαλεν αυτον επι την γην3 Aterrorizado, Tobias gritou, dizendo: Senhor, ele lança-se sobre mim.
4 και ειπεν αυτω ο αγγελος ανατεμε τον ιχθυν και λαβων την καρδιαν και το ηπαρ και την χολην θες ασφαλως4 O anjo disse-lhe: Pega-o pelas guelras e puxa-o para ti. Tobias assim o fez. Arrastou o peixe para a terra, o qual se pôs a saltar aos seus pés.
5 και εποιησεν το παιδαριον ως ειπεν αυτω ο αγγελος τον δε ιχθυν οπτησαντες εφαγον5 O anjo então disse-lhe: Abre-o, e guarda o coração, o fel e o fígado, que servirão para remédios muito eficazes. Ele assim o fez.
6 και ωδευον αμφοτεροι εως ηγγισαν εν εκβατανοις6 A seguir ele assou uma parte da carne do peixe, que levaram consigo pelo caminho. Salgaram o resto, para que lhes bastasse até chegarem a Ragés, na Média.
7 και ειπεν το παιδαριον τω αγγελω αζαρια αδελφε τι εστιν το ηπαρ και η καρδια και η χολη του ιχθυος7 Entretanto, Tobias interrogou o anjo: Azarias, meu irmão, peço-te que me digas qual é a virtude curativa dessas partes do peixe que me mandaste guardar.
8 και ειπεν αυτω η καρδια και το ηπαρ εαν τινα οχλη δαιμονιον η πνευμα πονηρον ταυτα δει καπνισαι ενωπιον ανθρωπου η γυναικος και ουκετι ου μη οχληθη8 O anjo respondeu-lhe: Se puseres um pedaço do coração sobre brasas, a sua fumaça expulsará toda espécie de mau espírito, tanto do homem como da mulher, e impedirá que ele volte de novo a eles.
9 η δε χολη εγχρισαι ανθρωπον ος εχει λευκωματα εν τοις οφθαλμοις και ιαθησεται9 Quanto ao fel, pode-se fazer com ele um ungüento para os olhos que têm uma belida, porque ele tem a propriedade de curar.
10 ως δε προσηγγισαν τη ραγη10 Em seguida Tobias disse-lhe: Onde queres que pousemos?
11 ειπεν ο αγγελος τω παιδαριω αδελφε σημερον αυλισθησομεθα παρα ραγουηλ και αυτος συγγενης σου εστιν και εστιν αυτω θυγατηρ μονογενης ονοματι σαρρα11 Há aqui, respondeu o anjo, um homem de tua tribo e de tua família, chamado Raguel, que tem uma filha chamada Sara; além dela não tem mais filha.
12 λαλησω περι αυτης του δοθηναι σοι αυτην εις γυναικα οτι σοι επιβαλλει η κληρονομια αυτης και συ μονος ει εκ του γενους αυτης και το κορασιον καλον και φρονιμον εστιν12 Todos os seus bens te devem pertencer: mas é preciso que a recebas por mulher.
13 και νυν ακουσον μου και λαλησω τω πατρι αυτης και οταν υποστρεψωμεν εκ ραγων ποιησομεν τον γαμον διοτι επισταμαι ραγουηλ οτι ου μη δω αυτην ανδρι ετερω κατα τον νομον μωυση η οφειλεσει θανατον οτι την κληρονομιαν σοι καθηκει λαβειν η παντα ανθρωπον13 Pede-a, pois, ao seu pai, e ele ta dará por mulher.
14 τοτε ειπεν το παιδαριον τω αγγελω αζαρια αδελφε ακηκοα εγω το κορασιον δεδοσθαι επτα ανδρασιν και παντας εν τω νυμφωνι απολωλοτας14 Tobias replicou: Ouvi dizer que ela já teve sete maridos, e que todos morreram. Diz-se mesmo que foi um demônio que os matou,
15 και νυν εγω μονος ειμι τω πατρι και φοβουμαι μη εισελθων αποθανω καθως και οι προτεροι οτι δαιμονιον φιλει αυτην ο ουκ αδικει ουδενα πλην των προσαγοντων αυτη και νυν εγω φοβουμαι μη αποθανω και καταξω την ζωην του πατρος μου και της μητρος μου μετ' οδυνης επ' εμοι εις τον ταφον αυτων και υιος ετερος ουχ υπαρχει αυτοις ος θαψει αυτους15 por isso eu temo que o mesmo venha a me acontecer, a mim que sou filho único, e desse modo faça descer lamentavelmente a velhice de meus pais à habitação dos mortos.
16 ειπεν δε αυτω ο αγγελος ου μεμνησαι των λογων ων ενετειλατο σοι ο πατηρ σου υπερ του λαβειν σε γυναικα εκ του γενους σου και νυν ακουσον μου αδελφε διοτι σοι εσται εις γυναικα και του δαιμονιου μηδενα λογον εχε οτι την νυκτα ταυτην δοθησεται σοι αυτη εις γυναικα16 O anjo respondeu-lhe: Ouve-me, e eu te mostrarei sobre quem o demônio tem poder:
17 και εαν εισελθης εις τον νυμφωνα λημψη τεφραν θυμιαματων και επιθησεις απο της καρδιας και του ηπατος του ιχθυος και καπνισεις και οσφρανθησεται το δαιμονιον και φευξεται και ουκ επανελευσεται τον αιωνα του αιωνος17 são os que se casam, banindo Deus de seu coração e de seu pensamento, e se entregam à sua paixão como o cavalo e o burro, que não têm entendimento: sobre estes o demônio tem poder.
18 οταν δε προσπορευη αυτη εγερθητε αμφοτεροι και βοησατε προς τον ελεημονα θεον και σωσει υμας και ελεησει μη φοβου οτι σοι αυτη ητοιμασμενη ην απο του αιωνος και συ αυτην σωσεις και πορευσεται μετα σου και υπολαμβανω οτι σοι εσται εξ αυτης παιδια18 Tu, porém, quando te casares e entrares na câmara nupcial, viverás com ela em castidade durante três dias, e não vos ocupareis de outra coisa senão de orar juntos.
19 και ως ηκουσεν τωβιας ταυτα εφιλησεν αυτην και η ψυχη αυτου εκολληθη αυτη σφοδρα19 Na primeira noite, queimarás o fígado do peixe, e será posto em fuga o demônio.
20 Na segunda noite, serás admitido na sociedade dos santos patriarcas.
21 Na terceira noite, receberás a bênção que vos dará filhos cheios de saúde.
22 Passada esta terceira noite, aproximar-te-ás da jovem no temor ao Senhor, mais com o desejo de ter filhos que o ímpeto da paixão. Obterás assim para os teus filhos a bênção prometida à raça de Abraão.