Scrutatio

Mercoledi, 29 maggio 2024 - Sant'Alessandro ( Letture di oggi)

Jeremiás könyve 31


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Abban az időben – mondja az Úr –, Istene leszek Izrael minden nemzetségének, ők pedig az én népem lesznek.1 Εν τω αυτω καιρω, λεγει Κυριος, θελω εισθαι ο Θεος πασων των οικογενειων του Ισραηλ και αυτοι θελουσιν εισθαι λαος μου.
2 Így szól az Úr: »Kegyelmet talált a pusztában a nép, amely megmenekült a kardtól; nyugalma felé tart Izrael.«2 Ουτω λεγει Κυριος? Ο λαος ο εναπολειφθεις απο της μαχαιρας ευρηκε χαριν εν τη ερημω? ο Ισραηλ υπηγε να ευρη αναπαυσιν.
3 A távolból megjelent nekem az Úr: »Örök szeretettel szeretlek téged, azért vonzottalak kegyelemmel.3 Ο Κυριος εφανη παλαιοθεν εις εμε, λεγων, Ναι, σε ηγαπησα αγαπησιν η αιωνιον? δια τουτο σε ειλκυσα με ελεος.
4 Ismét felépítelek, és te felépülsz, Izrael szűze; ismét ékeskedsz kézidobjaiddal, és kivonulsz a vigadozók körtáncával.4 Παλιν θελω σε οικοδομησει και θελεις οικοδομηθη, παρθενε του Ισραηλ? θελεις ευπρεπισθη παλιν με τα τυμπανα σου και θελεις εξερχεσθαι εις τους χορους των αγαλλομενων.
5 Ismét szőlőt ültetsz Szamaria hegyein; és akik ültették, az ültetők fogják élvezni is.5 Θελεις φυτευσει παλιν αμπελωνας επι των ορεων της Σαμαρειας? οι φυτευται θελουσι φυτευσει και θελουσι τρωγει τον καρπον.
6 Mert lesz nap, amikor így kiáltanak az őrök Efraim hegyén: ‘Keljetek fel, és menjünk fel a Sionra, az Úrhoz, a mi Istenünkhöz!’6 Διοτι θελει εισθαι ημερα, καθ' ην οι φυλακες επι του ορους Εφραιμ θελουσι φωναζει, Σηκωθητε και ας αναβωμεν εις την Σιων προς Κυριον τον Θεον ημων.
7 Mert így szól az Úr: Ujjongjatok Jákobnak örömmel, és vigadjatok a nemzetek vezére miatt! Zendítsetek dicsérő dalra, és mondjátok: ‘Szabadítsd meg, Uram, népedet, Izrael maradékát!’7 Διοτι ουτω λεγει Κυριος? Ψαλλετε εν αγαλλιασει δια τον Ιακωβ και αλαλαξατε δια την κεφαλην των εθνων? κηρυξατε, αινεσατε και ειπατε, Σωσον, Κυριε, τον λαον σου το υπολοιπον του Ισραηλ.
8 Íme, én elhozom őket észak földjéről, és összegyűjtöm őket a föld pereméről; lesz közöttük vak és sánta, várandós és szülő asszony egyaránt; nagy gyülekezetként térnek vissza ide.8 Ιδου εγω θελω φερει αυτους εκ της γης του βορρα, και θελω συναξει αυτους απο των εσχατων της γης, και μετ' αυτων τον τυφλον και τον χωλον, την εγκυον και την γεννωσαν ομου? συναθροισμα μεγα θελει επιστρεψει ενταυθα.
9 Sírva jönnek majd, és könyörgések közepette hozom őket; vízfolyásokhoz vezetem őket, egyenes úton, melyen nem botlanak meg; mert atyja lettem Izraelnek, és Efraim az elsőszülöttem.«9 Μετα κλαυθμου θελουσιν ελθει και μετα δεησεων θελω επαναφερει αυτους? θελω οδηγησει αυτους παρα ποταμους υδατων δι' ευθειας οδου, καθ' ην δεν θελουσι προσκοψει? διοτι ειμαι πατηρ εις τον Ισραηλ και ο Εφραιμ ειναι ο πρωτοτοκος μου.
10 Halljátok az Úr igéjét, nemzetek, hirdessétek messze a szigeteken, és mondjátok: »Aki szétszórta Izraelt, össze is gyűjti, és őrzi, mint pásztor a nyáját!«10 Ακουσατε, εθνη, τον λογον του Κυριου, και αναγγειλατε εις τας νησους τας μακραν και ειπατε, Ο διασκορπισας τον Ισραηλ θελει συναξει αυτον και θελει φυλαξει αυτον ως ο βοσκος το ποιμνιον αυτου.
11 Mert megváltotta az Úr Jákobot, és kiváltotta őt a nála erősebb kezéből.11 Διοτι ο Κυριος εξηγορασε τον Ιακωβ και ελυτρωσεν αυτον εκ χειρος του δυνατωτερου αυτου.
12 Eljönnek és ujjonganak Sion magaslatán, odaözönlenek az Úr javaihoz: a gabonához, musthoz és olajhoz, a fiatal bárányokhoz és borjakhoz. Olyan lesz a lelkük, mint az öntözött kert, és nem epedeznek már tovább.12 Και θελουσιν ελθει και ψαλλει επι του υψους της Σιων, και θελουσι συρρευσει εις τα αγαθα του Κυριου, εις σιτον και εις οινον και εις ελαιον και εις τα γεννηματα των προβατων και των βοων, και η ψυχη αυτων θελει εισθαι ως παραδεισος περιποτιζομενος? και παντελως δεν θελουσι λυπηθη πλεον.
13 Akkor majd örül a szűz a körtáncban, ifjak és öregek együtt. »Gyászukat örömre fordítom, megvigasztalom és megörvendeztetem őket bánatukban.13 Τοτε θελει χαρη η παρθενος εν τω χορω, και οι νεοι και οι γεροντες ομου? και θελω στρεψει το πενθος αυτων εις χαραν και θελω παρηγορησει αυτους και ευφρανει αυτους μετα την θλιψιν αυτων.
14 Felüdítem a papok lelkét kövér falatokkal, és népem jóllakik javaimmal« – mondja az Úr.14 Και θελω χορτασει την ψυχην των ιερεων απο παχυτητος, και ο λαος μου θελει χορτασθη απο των αγαθων μου, λεγει Κυριος.
15 Így szól az Úr: »Hang hallatszik Rámában, gyászének, keserves sírás: Ráhel siratja fiait; nem akar megvigasztalódni fiai miatt, mert nincsenek többé.«15 Ουτω λεγει Κυριος? Φωνη ηκουσθη εν Ραμα, θρηνος, κλαυθμος, οδυρμος? η Ραχηλ, κλαιουσα τα τεκνα αυτης, δεν ηθελε να παρηγορηθη δια τα τεκνα αυτης, διοτι δεν υπαρχουσιν.
16 Így szól az Úr: »Kíméld hangodat a sírástól, és szemedet a könnytől! Mert van jutalma fáradságodnak – mondja az Úr –: visszatérnek majd az ellenség földjéről.16 Ουτω λεγει Κυριος? Παυσον την φωνην σου απο κλαυθμου και τους οφθαλμους σου απο δακρυων? διοτι το εργον σου θελει ανταμειφθη, λεγει Κυριος? και θελουσιν επιστρεψει εκ της γης του εχθρου.
17 Van reménysége utódaidnak – mondja az Úr –: visszatérnek majd fiaid határukba.17 Και ειναι ελπις εις τα εσχατα σου, λεγει Κυριος, και τα τεκνα σου θελουσιν επιστρεψει εις τα ορια αυτων.
18 Jól hallottam Efraimot, amint kesergett: ‘Megfenyítettél, és hagytam magam fenyíteni, mint a be nem tört tinó. Téríts meg engem, és meg fogok térni, mert te vagy az Úr, az én Istenem!18 Ηκουσα τωοντι τον Εφραιμ λεγοντα εν οδυρμοις, Με επαιδευσας, και επαιδευθην ως μοσχος αδαμαστος? επιστρεψον με και θελω επιστρεψει? διοτι συ εισαι Κυριος ο Θεος μου?
19 Mert miután elfordultam, bűnbánatot tartottam; és miután belátásra jutottam, a csípőmre vertem; szégyenkeztem és pirultam is, mert ifjúkorom gyalázatát viseltem.’19 βεβαιως αφου επεστρεψα, μετενοησα, και αφου εδιδαχθην, εκτυπησα επι τον μηρον μου? ησχυνθην και μαλιστα ηρυθριασα, διοτι εβαστασα το ονειδος της νεοτητος μου.
20 Hát nem drága fiam nekem Efraim, vagy nem dédelgetett gyermekem, hogy ahányszor csak szólok hozzá, mindig újra tekintettel vagyok rá? Ezért indul fel bensőm miatta; irgalommal irgalmazok neki – mondja az Úr.20 Ο Εφραιμ ειναι υιος αγαπητος εις εμε; παιδιον φιλτατον; διοτι αφου ελαλησα εναντιον αυτου, παντοτε ενθυμουμαι αυτον, δια τουτο τα σπλαγχνα μου ηχουσι δι' αυτον? θελω βεβαιως σπλαγχνισθη αυτον, λεγει Κυριος.
21 Állíts magadnak útjelzőket, helyezz el magadnak jelzőoszlopokat! Irányítsd szívedet a kiépített útra, az útra, amelyen jártál! Térj vissza, Izrael szűze, térj vissza ezekbe a városaidba!21 Στησον σημεια της οδου, καμε εις σεαυτον σωρους υψηλους? προσηλωσον την καρδιαν σου εις την λεωφορον, εις την οδον δι' ης υπηγες? επιστρεψον, παρθενε του Ισραηλ, επιστρεψον εις αυτας τας πολεις σου.
22 Meddig kalandozol ide-oda, te elpártolt leány? Hiszen az Úr új dolgot teremtett a földön: a nő jár a férfi után.«22 Εως ποτε θελεις περιφερεσθαι, θυγατηρ αποστατρια; διοτι ο Κυριος εποιησε νεον πραγμα εν τη γη? Γυνη θελει περικυκλωσει ανδρα.
23 Így szól a Seregek Ura, Izrael Istene: »Fogják még mondani ezt az igét Júda földjén és városaiban, amikor majd jóra fordítom sorsukat: ‘Áldjon meg téged az Úr, igazság hajléka, szent hegy!’23 Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ? Ετι θελουσι λεγει τον λογον τουτον εν τη γη του Ιουδα και εν ταις πολεσιν αυτου, οταν επιστρεψω την αιχμαλωσιαν αυτων, Ο Κυριος να σε ευλογηση, κατοικια δικαιοσυνης, ορος αγιοτητος.
24 Ott lakik majd Júda és minden városa együtt, földművesek, és akik a nyájjal vonulnak.24 Και θελουσι κατοικησει εν αυτη ο Ιουδας και πασαι αι πολεις αυτου ομου, οι γεωργοι και οι εξερχομενοι μετα των ποιμνιων?
25 Mert felüdítem az eltikkadt lelket, és minden elepedt lelket kielégítek.«25 διοτι εχορτασα την εκλελυμενην ψυχην και ενεπλησα πασαν τεθλιμμενην ψυχην.
26 Erre felébredtem és láttam: álmom édes volt nekem.26 Δια τουτο εξυπνησα και εθεωρησα, και ο υπνος μου εσταθη γλυκυς εις εμε.
27 »Íme, jönnek napok – mondja az Úr –, amikor bevetem Izrael házát és Júda házát emberek magvával és állatok magvával.27 Ιδου, ερχονται ημεραι, λεγει Κυριος, και θελω σπειρει τον οικον Ισραηλ και τον οικον Ιουδα με σπερμα ανθρωπου και με σπερμα κτηνους.
28 És ez történik majd: ahogy virrasztottam fölöttük, hogy gyomláljak és irtsak, hogy romboljak, pusztítsak és bajt hozzak, úgy virrasztok majd fölöttük, hogy építsek és ültessek – mondja az Úr. -28 Και καθως εγρηγορουν επ' αυτους δια να εκριζονω και να κατασκαπτω και να κατεδαφιζω και να καταστρεφω και να καταθλιβω, ουτω θελω γρηγορησει επ' αυτους δια να ανοικοδομω και να φυτευω, λεγει Κυριος.
29 Azokban a napokban nem mondják többé: ‘Az apák ették a savanyú szőlőt, és a fiak foga vásik el’,29 Εν ταις ημεραις εκειναις δεν θελουσι λεγει πλεον, Οι πατερες εφαγον ομφακα και οι οδοντες των τεκνων ημωδιασαν?
30 hanem mindenki a saját bűne miatt hal meg; minden embernek, aki a savanyú szőlőt eszi, a saját foga vásik el.30 αλλ' εκαστος θελει αποθνησκει δια την ανομιαν αυτου? πας ανθρωπος, οστις φαγη τον ομφακα, τουτου οι οδοντες θελουσιν αιμωδιασει.
31 Íme, jönnek napok – mondja az Úr –, amikor új szövetséget kötök Izrael házával és Júda házával.31 Ιδου, ερχονται ημεραι, λεγει Κυριος, και θελω καμει προς τον οικον Ισραηλ και προς τον οικον Ιουδα διαθηκην νεαν?
32 Nem olyan szövetséget, amilyet atyáikkal kötöttem azon a napon, amikor megfogtam kezüket, hogy kihozzam őket Egyiptom földjéről; azt a szövetségemet ők bontották fel, pedig én voltam az Uruk – mondja az Úr. –32 ουχι κατα την διαθηκην, την οποιαν εκαμον προς τους πατερας αυτων, καθ' ην ημεραν επιασα αυτους απο της χειρος δια να εξαγαγω αυτους εκ γης Αιγυπτου? διοτι αυτοι παρεβησαν την διαθηκην μου και εγω απεστραφην αυτους, λεγει Κυριος?
33 Hanem ez lesz az a szövetség, amelyet Izrael házával kötök azok után a napok után – mondja az Úr –: törvényemet a bensejükbe adom és a szívükre írom. Istenük leszek, ők pedig az én népem lesznek.33 αλλ' αυτη θελει εισθαι η διαθηκη, την οποιαν θελω καμει προς τον οικον Ισραηλ? μετα τας ημερας εκεινας, λεγει Κυριος, θελω θεσει τον νομον μου εις τα ενδομυχα αυτων και θελω γραψει αυτον εν ταις καρδιαις αυτων? και θελω εισθαι Θεος αυτων και αυτοι θελουσιν εισθαι λαος μου.
34 Nem fogja többé így tanítani egyik a másikat, senki a testvérét: ‘Ismerjétek meg az Urat!’ Mert mindnyájan ismerni fognak engem, a legkisebbtől a legnagyobbig – mondja az Úr –, mivel megbocsátom bűnüket, és vétkükre nem emlékezem többé.«34 Και δεν θελουσι διδασκει πλεον εκαστος τον πλησιον αυτου και εκαστος τον αδελφον αυτου, λεγων, Γνωρισατε τον Κυριον? διοτι παντες ουτοι θελουσι με γνωριζει απο μικρου αυτων εως μεγαλου αυτων, λεγει Κυριος? διοτι θελω συγχωρησει την ανομιαν αυτων και την αμαρτιαν αυτων δεν θελω ενθυμεισθαι πλεον.
35 Így szól az Úr, aki napot ad világosságul nappal, a hold és a csillagok rendjét világosságul éjszaka; aki felkavarja a tengert, hogy zúgnak hullámai; akinek Seregek Ura a neve:35 Ουτω λεγει Κυριος, ο διδους τον ηλιον εις φως της ημερας, τας διαταξεις της σεληνης και των αστερων εις φως της νυκτος, ο ταραττων την θαλασσαν, και τα κυματα αυτης βομβουσι? Κυριος των δυναμεων το ονομα αυτου?
36 »Ha eltűnnek ezek a törvények színem elől – mondja az Úr –, akkor szűnik meg Izrael ivadéka is nemzet lenni színem előtt minden nap.«36 Εαν αι διαταξεις αυται εκλειψωσιν απ' εμπροσθεν μου, λεγει Κυριος, τοτε και το σπερμα του Ισραηλ θελει παυσει απο του να ηναι εθνος ενωπιον μου πασας τας ημερας.
37 Így szól az Úr: »Ha meg lehet mérni az egeket odafent, és ki lehet kutatni a föld alapjait odalent, akkor én is elvetem Izrael minden ivadékát mindazért, amit tettek – mondja az Úr. –37 Ουτω λεγει Κυριος? Εαν ο ουρανος ανω δυναται να μετρηθη και τα θεμελια της γης κατω να εξιχνιασθωσι, τοτε και εγω θελω απορριψει παν το σπερμα του Ισραηλ δια παντα οσα επραξαν, λεγει Κυριος.
38 Íme, jönnek napok – mondja az Úr –, amikor felépül a város az Úrnak, Hananeél tornyától a Szeglet-kapuig.38 Ιδου, ερχονται ημεραι, λεγει Κυριος, και η πολις θελει οικοδομηθη εις τον Κυριον απο του πυργου Ανανεηλ εως της πυλης της γωνιας.
39 És még továbbhalad a mérőzsinór egyenesen a Gáreb dombjáig, majd elkanyarodik Goa felé.39 Και σχοινιον διαμετρησεως θελει εξελθει ετι απεναντι αυτης επι τον λοφον Γαρηβ και θελει περιελθει εως Γοαθ.
40 A holttestek és a hamu egész völgye és az egész mezőség a Kedron-patakig, a Lovak kapujának szegletéig kelet felé szent helye lesz az Úrnak; nem gyomlálják ki és nem rombolják le soha többé.«40 Και πασα η κοιλας των πτωματων και της στακτης και παντες οι αγροι εως του χειμαρρου Κεδρων, εως της γωνιας της πυλης των ιππων προς ανατολας, θελουσιν εισθαι αγιοι εις τον Κυριον? δεν θελει πλεον εκριζωθη ουδε καταστραφη εις τον αιωνα.