Scrutatio

Sabato, 18 maggio 2024 - San Giovanni I papa ( Letture di oggi)

Nehemiás könyve 2


font
KÁLDI-NEOVULGÁTALXX
1 Niszán havában történt, Artaxerxész királynak huszadik esztendejében, hogy egyszer éppen bor volt előtte, s én fogtam a bort és odanyújtottam a királynak. Közben bágyadtnak tűnhettem fel előtte,1 και ουτοι οι υιοι της χωρας οι αναβαινοντες απο της αιχμαλωσιας της αποικιας ης απωκισεν ναβουχοδονοσορ βασιλευς βαβυλωνος εις βαβυλωνα και επεστρεψαν εις ιερουσαλημ και ιουδα ανηρ εις πολιν αυτου
2 mert így szólt hozzám a király: »Miért olyan szomorú az arcod? Tudtommal nem vagy beteg. Ok nélkül azonban ez nincsen! Szívedet, nem tudom milyen, de valami bánat emésztheti.« Erre nagyon megijedtem,2 οι ηλθον μετα ζοροβαβελ ιησους νεεμιας σαραιας ρεελιας μαρδοχαιος βαλασαν μασφαρ βαγουι ρεουμ βαανα ανδρων αριθμος λαου ισραηλ
3 és azt mondtam a királynak: »Örökké élj, ó király! Hogyne lenne szomorú az arcom, amikor a várost, atyáim sírhelyét lerombolták, kapuit pedig tűz emésztette meg.«3 υιοι φορος δισχιλιοι εκατον εβδομηκοντα δυο
4 Erre így szólt a király: »Mi volna a kívánságod?« Én ekkor a menny Istenéhez fohászkodtam4 υιοι σαφατια τριακοσιοι εβδομηκοντα δυο
5 és így szóltam a királyhoz: »Ha jónak látja a király és ha kegyben van előtted a te szolgád, küldj el engem Júdába, abba a városba, ahol atyáim sírja van, hogy újra felépíthessem azt.«5 υιοι ηρα επτακοσιοι εβδομηκοντα πεντε
6 Erre azt kérdezte tőlem a király meg a királyné, aki mellette ült: »Mennyi időt venne igénybe utad, és mikor térnél vissza?« Amikor megmondtam neki az időt, beleegyezett és elbocsátott.6 υιοι φααθμωαβ τοις υιοις ιησουε ιωαβ δισχιλιοι οκτακοσιοι δεκα δυο
7 Majd így szóltam a királyhoz: »Ha jónak látja a király, adjon nekem írásokat a folyamon túli terület helytartóihoz, hogy adjanak kíséretet mellém, amíg Júdába nem érek,7 υιοι αιλαμ χιλιοι διακοσιοι πεντηκοντα τεσσαρες
8 valamint levelet Ászáfhoz, a királyi erdőség felügyelőjéhez: bocsásson rendelkezésemre fát, hogy gerendával láthassam el a templom várának kapuit, a városfalakat és a házat, amelybe be fogok lépni.« A király megadta, mivel Istenem jóságos keze volt rajtam.8 υιοι ζαθουα εννακοσιοι τεσσαρακοντα πεντε
9 Amikor megérkeztem a folyamon túli vidék helytartóihoz, átnyújtottam nekik a királytól kapott írásokat. Katonai főtiszteket és lovasokat rendelt mellém a király.9 υιοι ζακχου επτακοσιοι εξηκοντα
10 Amikor ezt megtudta a hóroni Szanballát és Tóbiás, az ammonita szolga, nagyon bosszankodtak azon, hogy jött valaki, aki Izrael fiainak javát keresi.10 υιοι βανουι εξακοσιοι τεσσαρακοντα δυο
11 Miután megérkeztem Jeruzsálembe és már három napig ott tartózkodtam,11 υιοι βαβι εξακοσιοι εικοσι τρεις
12 néhány férfi kíséretében elindultam éjjel – senkinek sem árultam el, mire indította szívemet Isten, hogy Jeruzsálemben cselekedjem. Állat sem volt velem azon az állaton kívül, amelyen ültem –12 υιοι ασγαδ τρισχιλιοι διακοσιοι εικοσι δυο
13 és éjnek idején kimentem a Völgy-kapun a Sárkány-forrás és a Szemét-kapu felé és megszemléltem Jeruzsálem lerombolt falát és tűz emésztette kapuit.13 υιοι αδωνικαμ εξακοσιοι εξηκοντα εξ
14 Majd tovább haladtam a Forrás-kapu és a királyi vízvezeték irányában. Itt nem volt hely, hogy az állat, amelyen ültem, áthaladhasson.14 υιοι βαγοι δισχιλιοι πεντηκοντα εξ
15 Azért gyalog mentem fölfelé a völgyben, éjnek idején és megvizsgáltam a falat, majd visszafordulva ismét odaérkeztem a Völgy-kapuhoz, és így tértem vissza.15 υιοι αδιν τετρακοσιοι πεντηκοντα τεσσαρες
16 Az elöljárók nem tudtak arról, hogy hová mentem és mit művelek. A zsidókkal, a papokkal, az előkelőkkel, az elöljárókkal és a többiekkel, akik a munkában résztvettek, mindeddig ugyanis semmit sem közöltem.16 υιοι ατηρ τω εζεκια ενενηκοντα οκτω
17 Most azonban így szóltam hozzájuk: »Ti jól ismeritek a nyomorúságot, amelyben vagyunk. Jeruzsálem elpusztult, kapuit tűz emésztette meg. Gyertek tehát, építsük fel Jeruzsálem falait, hogy ne legyünk tovább gyalázat tárgya!«17 υιοι βασου τριακοσιοι εικοσι τρεις
18 Egyúttal elmondtam nekik, milyen jóságos volt hozzám az Isten keze, és milyen szavakat intézett hozzám a király, majd hozzátettem: »Rajta hát, építsünk!« És erős kézzel hozzáfogtak a nemes munkához.18 υιοι ιωρα εκατον δεκα δυο
19 Amikor ezt megtudta a hóroni Szanballát, az ammonita szolga, Tóbiás és az arab Gesem, kigúnyoltak minket és lenézően azt mondták: »Mi az? Mit műveltek? Tán lázadást szítotok a király ellen?«19 υιοι ασεμ διακοσιοι εικοσι τρεις
20 Én azonban megfeleltem nekik, és ezt mondtam: »Maga a menny Istene van segítségünkre, és mi, az ő szolgái, nekilátunk és építünk. Nektek pedig sem részetek, sem jogotok, sem emléketek Jeruzsálemben nincsen.«20 υιοι γαβερ ενενηκοντα πεντε
21 υιοι βαιθλεεμ εκατον εικοσι τρεις
22 υιοι νετωφα πεντηκοντα εξ
23 υιοι αναθωθ εκατον εικοσι οκτω
24 υιοι ασμωθ τεσσαρακοντα δυο
25 υιοι καριαθιαριμ καφιρα και βηρωθ επτακοσιοι τεσσαρακοντα τρεις
26 υιοι αραμα και γαβαα εξακοσιοι εικοσι εις
27 ανδρες μαχμας εκατον εικοσι δυο
28 ανδρες βαιθηλ και αια τετρακοσιοι εικοσι τρεις
29 υιοι ναβου πεντηκοντα δυο
30 υιοι μαγεβως εκατον πεντηκοντα εξ
31 υιοι ηλαμ-αρ χιλιοι διακοσιοι πεντηκοντα τεσσαρες
32 υιοι ηραμ τριακοσιοι εικοσι
33 υιοι λοδ αρωθ και ωνω επτακοσιοι εικοσι πεντε
34 υιοι ιεριχω τριακοσιοι τεσσαρακοντα πεντε
35 υιοι σαναα τρισχιλιοι εξακοσιοι τριακοντα
36 και οι ιερεις υιοι ιεδουα τω οικω ιησου εννακοσιοι εβδομηκοντα τρεις
37 υιοι εμμηρ χιλιοι πεντηκοντα δυο
38 υιοι φασσουρ χιλιοι διακοσιοι τεσσαρακοντα επτα
39 υιοι ηρεμ χιλιοι επτα
40 και οι λευιται υιοι ιησου και καδμιηλ τοις υιοις ωδουια εβδομηκοντα τεσσαρες
41 οι αδοντες υιοι ασαφ εκατον εικοσι οκτω
42 υιοι των πυλωρων υιοι σαλουμ υιοι ατηρ υιοι τελμων υιοι ακουβ υιοι ατιτα υιοι σαβαου οι παντες εκατον τριακοντα εννεα
43 οι ναθιναιοι υιοι σουια υιοι ασουφε υιοι ταβαωθ
44 υιοι κηραος υιοι σωηα υιοι φαδων
45 υιοι λαβανω υιοι αγαβα υιοι ακαβωθ
46 υιοι αγαβ υιοι σαμαλαι υιοι αναν
47 υιοι κεδελ υιοι γαερ υιοι ρεηα
48 υιοι ρασων υιοι νεκωδα υιοι γαζεμ
49 υιοι ουσα υιοι φαση υιοι βασι
50 υιοι ασενα υιοι μαωνιμ υιοι ναφισων
51 υιοι βακβουκ υιοι ακιφα υιοι αρουρ
52 υιοι βασαλωθ υιοι μαουδα υιοι αρησα
53 υιοι βαρκους υιοι σισαρα υιοι θεμα
54 υιοι νασουε υιοι ατουφα
55 υιοι αβδησελμα υιοι σατι υιοι ασεφηραθ υιοι φαδουρα
56 υιοι ιεηλα υιοι δαρκων υιοι γεδηλ
57 υιοι σαφατια υιοι ατιλ υιοι φαχεραθ-ασεβωιν υιοι ημι
58 παντες οι ναθινιν και υιοι αβδησελμα τριακοσιοι ενενηκοντα δυο
59 και ουτοι οι αναβαντες απο θελμελεθ θελαρησα χαρουβ ηδαν εμμηρ και ουκ ηδυνασθησαν του αναγγειλαι οικον πατριας αυτων και σπερμα αυτων ει εξ ισραηλ εισιν
60 υιοι δαλαια υιοι βουα υιοι τωβια υιοι νεκωδα εξακοσιοι πεντηκοντα δυο
61 και απο των υιων των ιερεων υιοι χαβια υιοι ακους υιοι βερζελλαι ος ελαβεν απο θυγατερων βερζελλαι του γαλααδιτου γυναικα και εκληθη επι τω ονοματι αυτων
62 ουτοι εζητησαν γραφην αυτων οι μεθωεσιμ και ουχ ευρεθησαν και ηγχιστευθησαν απο της ιερατειας
63 και ειπεν αθερσαθα αυτοις του μη φαγειν απο του αγιου των αγιων εως αναστη ιερευς τοις φωτιζουσιν και τοις τελειοις
64 πασα δε η εκκλησια ως εις τεσσαρες μυριαδες δισχιλιοι τριακοσιοι εξηκοντα
65 χωρις δουλων αυτων και παιδισκων αυτων ουτοι επτακισχιλιοι τριακοσιοι τριακοντα επτα και ουτοι αδοντες και αδουσαι διακοσιοι
66 ιπποι αυτων επτακοσιοι τριακοντα εξ ημιονοι αυτων διακοσιοι τεσσαρακοντα πεντε
67 καμηλοι αυτων τετρακοσιοι τριακοντα πεντε ονοι αυτων εξακισχιλιοι επτακοσιοι εικοσι
68 και απο αρχοντων πατριων εν τω ελθειν αυτους εις οικον κυριου τον εν ιερουσαλημ ηκουσιασαντο εις οικον του θεου του στησαι αυτον επι την ετοιμασιαν αυτου
69 ως η δυναμις αυτων εδωκαν εις θησαυρον του εργου χρυσιον καθαρον μναι εξ μυριαδες και χιλιαι και αργυριον μναι πεντακισχιλιαι και κοθωνοι των ιερεων εκατον
70 και εκαθισαν οι ιερεις και οι λευιται και οι απο του λαου και οι αδοντες και οι πυλωροι και οι ναθινιμ εν πολεσιν αυτων και πας ισραηλ εν πολεσιν αυτων