Királyok második könyve 24
12345678910111213141516171819202122232425
Ter
Kiv
Lev
Szám
MTörv
Józs
Bír
Rút
1Sám
2Sám
1Kir
2Kir
1Krón
2Krón
Ezdr
Neh
Tób
Judit
Eszt
1Makk
2Makk
Jób
Zsolt
Péld
Préd
Én
Bölcs
Sir
Iz
Jer
Siralm
Bár
Ez
Dán
Óz
Jo
Ám
Abd
Jón
Mik
Náh
Hab
Szof
Agg
Zak
Mal
Mt
Mk
Lk
Jn
Csel
Róm
1Kor
2Kor
Gal
Ef
Fil
Kol
1Tessz
2Tessz
1Tim
2Tim
Tit
Filem
Zsid
Jak
1Pét
2Pét
1Ján
2Ján
3Ján
Júd
Jel
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
KÁLDI-NEOVULGÁTA | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Az ő napjaiban jött fel Nebukadnezár, Babilon királya és Joakim a szolgája lett három esztendeig. Aztán ismét elpártolt tőle. | 1 Εν ταις ημεραις αυτου ανεβη Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς της Βαβυλωνος, και ο Ιωακειμ εγεινε δουλος αυτου τρια ετη? επειτα εστραφη και απεστατησε κατ' αυτου. |
2 Ekkor rábocsátotta az Úr a kaldeusok portyázóit és Szíria portyázóit és Moáb portyázóit és Ammon fiainak portyázóit. Rábocsátotta őket Júdára, hogy pusztítsák el az Úr azon szava szerint, amelyet szolgái, a próféták által szólt. | 2 Και απεστειλεν ο Κυριος εναντιον αυτου τα ταγματα των Χαλδαιων και τα ταγματα των Συριων και τα ταγματα των Μωαβιτων και τα ταγματα των υιων Αμμων, και απεστειλεν αυτους εναντιον του Ιουδα, δια να καταστρεψωσιν αυτον? κατα τον λογον του Κυριου, τον οποιον ελαλησε δια χειρος των δουλων αυτου των προφητων. |
3 Az Úr parancsára történt ez Júdával, azért, hogy eltávolítsa őt maga elől Manassze mindazon bűnéért, amelyet elkövetett, | 3 Τω οντι κατα προσταγην του Κυριου εγεινε τουτο εις τον Ιουδαν, δια να αποβαλη αυτον απο προσωπου αυτου, δια τας αμαρτιας του Μανασση, κατα παντα οσα επραξε? |
4 s azért az ártatlan vérért, amelyet kiontott, úgyhogy megtöltötte Jeruzsálemet ártatlan vérrel: ezért nem akart az Úr megengesztelődni. | 4 και ετι δια το αθωον αιμα το οποιον εχυσε, διοτι εγεμισε την Ιερουσαλημ αιμα αθωον? και δεν ηθελησεν ο Κυριος να συγχωρηση αυτον. |
5 Joakim egyéb dolgai pedig, s mindaz, amit cselekedett, nemde meg vannak írva Júda királyainak krónikás könyvében? Amikor aztán Joakim aludni tért atyáihoz, | 5 Αι δε λοιπαι πραξεις του Ιωακειμ και παντα οσα επραξε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ιουδα; |
6 fia, Joachin, lett a király helyette. | 6 Και εκοιμηθη ο Ιωακειμ μετα των πατερων αυτου, και εβασιλευσεν αντ' αυτου Ιωαχειν ο υιος αυτου. |
7 Egyiptom királya azonban többé nem jött ki földjéről, mert Babilon királya elvette Egyiptom patakjától az Eufrátesz folyóig mindazt, ami Egyiptom királyáé volt. | 7 Ο δε βασιλευς της Αιγυπτου δεν εξηλθε πλεον εκ της γης αυτου? διοτι ο βασιλευς της Βαβυλωνος ελαβεν, απο του ποταμου της Αιγυπτου μεχρι του ποταμου Ευφρατου, παντα οσα ησαν του βασιλεως της Αιγυπτου. |
8 Tizennyolc esztendős volt Joachin, amikor uralkodni kezdett és három hónapig uralkodott Jeruzsálemben. Anyját, aki a jeruzsálemi Elnátán lánya volt, Nehustának hívták. | 8 Δεκαοκτω ετων ηλικιας ητο ο Ιωαχειν, οτε εβασιλευσε? και εβασιλευσε τρεις μηνας εν Ιερουσαλημ? το δε ονομα της μητρος αυτου ητο Νεουσθα, θυγατηρ του Ελναθαν εξ Ιερουσαλημ. |
9 Azt cselekedte, ami gonosz az Úr előtt, egészen úgy, ahogy apja cselekedett. | 9 Και επραξε πονηρα ενωπιον του Κυριου, κατα παντα οσα επραξεν ο πατηρ αυτου. |
10 Ebben az időben felvonultak Nebukadnezár, Babilon királyának szolgái Jeruzsálem ellen s körülvették ostromművekkel a várost. | 10 Κατ' εκεινον τον καιρον ανεβησαν οι δουλοι του Ναβουχοδονοσορ βασιλεως της Βαβυλωνος επι την Ιερουσαλημ και επολιορκησαν την πολιν. |
11 Majd eljött Nebukadnezár, Babilon királya is szolgáival a város ellen, hogy megostromolják azt. | 11 Και ηλθε Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς της Βαβυλωνος κατα της πολεως, και οι δουλοι αυτου επολιορκουν αυτην. |
12 Kiment erre Joachin, Júda királya, Babilon királyához anyjával, szolgáival, főembereivel és udvari tisztjeivel együtt, de Babilon királya elfogatta uralkodásának nyolcadik esztendejében. | 12 Και εξηλθεν ο Ιωαχειν βασιλευς του Ιουδα προς τον βασιλεα της Βαβυλωνος, αυτος και η μητηρ αυτου και οι δουλοι αυτου και οι αρχοντες αυτου και οι ευνουχοι αυτου? και συνελαβεν αυτον ο βασιλευς της Βαβυλωνος, εν τω ογδοω ετει της βασιλειας αυτου. |
13 Aztán elhurcolta onnan az Úr házának valamennyi kincsét, meg a királyi ház kincseit s összevagdalta mindazokat az aranytárgyakat, amelyeket Salamon, Izrael királya, az Úr templomában csináltatott – ahogy az Úr megmondta –, | 13 Και εξηγαγεν εκειθεν παντας τους θησαυρους του οικου του Κυριου και τους θησαυρους του οικου του βασιλεως, και κατεκοψε παντα τα σκευη τα χρυσα, τα οποια εκαμε Σολομων ο βασιλευς του Ισραηλ εν τω ναω, του Κυριου, καθως ελαλησεν ο Κυριος. |
14 és fogságba hurcolta egész Jeruzsálemet, az összes főembert, a sereg összes vitézét, tízezer embert, az összes mesterembert és lakatost, úgyhogy nem maradt ott senki sem, csak a föld szegény népe. | 14 Και μετωκισε πασαν την Ιερουσαλημ και παντας τους αρχοντας και παντας τους δυνατους πολεμιστας, δεκα χιλιαδας αιχμαλωτων, και παντας τους ξυλουργους και σιδηρουργους? δεν εμεινεν ειμη το πτωχοτερον μερος του λαου της γης. |
15 Elhurcolta Joachint is Babilonba, meg a király anyját, feleségeit és udvari tisztjeit. Az ország bíráit is fogságba vitte Jeruzsálemből Babilonba. | 15 Και μετωκισε τον Ιωαχειν εις την Βαβυλωνα? και την μητερα του βασιλεως και τας γυναικας του βασιλεως και τους ευνουχους αυτου και τους δυνατους της γης εφερεν αιχμαλωτους εξ Ιερουσαλημ εις την Βαβυλωνα? |
16 Az összes vitézi embert, hétezret, a mesterembereket és a lakatosokat, ezret, az összes vitéz és hadravaló embert foglyul vitte Babilon királya Babilonba. | 16 και παντας τους πολεμιστας, επτα χιλιαδας, και τους ξυλουργους και τους σιδηρουργους, χιλιους, παντας δυνατους και επιτηδειους εις πολεμον? και μετωκισεν αυτους εις Βαβυλωνα ο βασιλευς της Βαβυλωνος. |
17 Helyébe apai nagybátyját, Mattanját tette királlyá, de elnevezte Cidkijának. | 17 Και εκαμεν ο βασιλευς της Βαβυλωνος βασιλεα, αντ' αυτου, Ματθανιαν τον αδελφον του πατρος αυτου, και μετηλλαξε το ονομα αυτου εις Σεδεκιαν. |
18 Huszonegy esztendős volt Cidkija, amikor uralkodni kezdett s tizenegy esztendeig uralkodott Jeruzsálemben. Anyját, aki a libnai Jeremiás lánya volt, Amitálnak hívták. | 18 Ενος και εικοσι ετων ηλικιας ητο ο Σεδεκιας, οτε εβασιλευσεν? εβασιλευσε δε ενδεκα ετη εν Ιερουσαλημ? το δε ονομα της μητρος αυτου ητο Αμουταλ, θυγατηρ του Ιερεμιου απο Λιβνα. |
19 Azt cselekedte, ami gonosz az Úr előtt, egészen úgy, ahogy Joakim cselekedett. | 19 Και επραξε πονηρα ενωπιον του Κυριου, κατα παντα οσα επραξεν ο Ιωακειμ? |
20 Az Úr ugyanis haragudott Jeruzsálemre és Júdára, amíg el nem vetette őket színe elől. Cidkija elpártolt Babilon királyától. | 20 διοτι εξ οργης του Κυριου κατα της Ιερουσαλημ και του Ιουδα, εωσου απερριψεν αυτους απο προσωπου αυτου, εγεινε να αποστατηση ο Σεδεκιας κατα του βασιλεως της Βαβυλωνος. |