Scrutatio

Venerdi, 17 maggio 2024 - San Pasquale Baylon ( Letture di oggi)

ΙΗΣΟΥΣ ΝΑΥΗ - Giosuè - Joshua 5


font
GREEK BIBLEBIBBIA TINTORI
1 Και οτε ηκουσαν παντες οι βασιλεις των Αμορραιων, οι περαν του Ιορδανου προς δυσμας, και παντες οι βασιλεις των Χαναναιων, οι παρα την θαλασσαν, οτι ο Κυριος απεξηρανε τα υδατα του Ιορδανου απ' εμπροσθεν των υιων Ισραηλ εωσου διεβησαν, διελυθησαν αι καρδιαι αυτων? και δεν εμεινε πλεον εις αυτους πνοη, απο του φοβου των υιων Ισραηλ.1 Or quando tutti i re degli Amorrei che abitavano di là dal Giordano, a occidente, e tutti i re di Canaan che posse devano i luoghi vicini al Mar Grande, ebbero udito che il Signore aveva seccato la corrente del Giordano dinanzi ai figli d'Israele, finché fossero passati, si sbigottirono e si persero di coraggio, spaventati dall'arrivo dei figli d'Israele.
2 Κατ' εκεινον τον καιρον ειπεν ο Κυριος προς τον Ιησουν, Καμε εις σεαυτον λιθινας μαχαιρας κοπτερας, και περιτεμε εκ δευτερου τους υιους Ισραηλ.2 Allora il Signore disse a Giosuè: « Fatti dei coltelli di pietra, e circoncidi di nuovo i figli d'Israele ».
3 Και εκαμεν ο Ιησους εις εαυτον λιθινας μαχαιρας κοπτερας, και περιετεμε τους υιους Ισραηλ επι του βουνου των ακροβυστιων.3 Egli eseguendo l'ordine del Signore, circoncise i figli d'Israele sul colle della circoncisione.
4 Και η αιτια, δια την οποιαν ο Ιησους εκαμε την περιτομην, ειναι οτι πας ο λαος ο εξελθων εξ Αιγυπτου, τα αρσενικα, παντες οι ανδρες του πολεμου, απεθανον εν τη ερημω καθ' οδον, αφου εξηλθον εξ Αιγυπτου.4 La ragione di questa seconda circoncisione fu che tutti i maschi del popolo usciti dall'Egitto, tutti gli uomini d'armi eran morti nel deserto, nei lunghissimi giri del viaggio.
5 Και πας ο λαος ο εξελθων ητο περιτετμημενος? πας δε ο λαος οστις εγεννηθη εν τη ερημω καθ' οδον, αφου εξηλθον εξ Αιγυπτου, δεν ειχε περιτμηθη.5 Essi erano stati circoncisi; ma il popolo nato nel deserto,
6 Διοτι τεσσαρακοντα ετη περιηρχοντο οι υιοι Ισραηλ εν τη ερημω, εωσου ετελευτησαν πας ο λαος, οι ανδρες του πολεμου, οι εξελθοντες εξ Αιγυπτου, επειδη δεν υπηκουσαν εις την φωνην του Κυριου? προς τους οποιους ο Κυριος ωμοσεν, οτι δεν θελει αφησει αυτους να ιδωσι την γην, την οποιαν ωμοσεν ο Κυριος προς τους πατερας αυτων οτι θελει δωσει εις ημας, γην ρεουσαν γαλα και μελι.6 nei quarantanni di viaggio per quella vastissima solitudine, rimase incirconciso. Finiti che furono coloro che non avevano ascoltato la voce del Signore, quelli a cui Egli aveva giurato di non far loro vedere la terra stillante latte e miele,
7 Αντι δε τουτων αντικατεστησε τους υιους αυτων, τους οποιους ο Ιησους περιετεμε? διοτι ησαν απεριτμητοι, επειδη δεν ειχον περιτεμει αυτους καθ' οδον.7 i figli di questi, succeduti nel luogo dei loro padri, furon circoncisi da Giosuè: erano incirconcisi, quali eran nati, chè nessuno li aveva circoncisi nel viaggio.
8 Και αφου ετελειωσαν περιτεμνοντες παντα τον λαον, εκαθηντο εις τους τοπους αυτων εν τω στρατοπεδω, εωσου ιατρευθησαν.8 E dopo che furono tutti circoncisi, restarono accampati nel medesimo luogo, fino a tanto che non fossero guariti.
9 Και ειπε Κυριος προς τον Ιησουν, Ταυτην την ημεραν αφηρεσα αφ' υμων τον ονειδισμον της Αιγυπτου. Δια τουτο ωνομασθη ο τοπος εκεινος Γαλγαλα εως της σημερον.9 E il Signore disse a Giosuè: « Oggi io ho tolto da voi l'obbrobrio d'Egitto ». E fu dato a quel luogo il nome di Galgala fino al presente.
10 Και οι υιοι Ισραηλ εστρατοπεδευσαν εν Γαλγαλοις και εκαμον το πασχα τη δεκατη τεταρτη του μηνος προς το εσπερας, εις τας πεδιαδας της Ιεριχω.10 I figli d'Israele rimasero in Galgala, e ai quattordici del mese, verso sera, fecero la pasqua nelle pianure di Gerico,
11 Και τη επαυριον του πασχα εφαγον αζυμα απο του σιτου της γης, και σιτον πεφρυγμενον την αυτην εκεινην ημεραν.11 Il dì seguente mangiarono dei frutti della terra, pani azzimi e paste del grano di quell'anno.
12 Και τη επαυριον αφου εφαγον απο του σιτου της γης, εξελιπε το μαννα? και δεν ειχον πλεον μαννα οι υιοι Ισραηλ, αλλ' ετρωγον απο των γεννηματων της γης Χανααν τον ενιαυτον εκεινον.12 E allora, dopo che ebbero mangiato dei frutti della terra, la manna cessò, e i figli d'Israele non usaron più tal cibo; ma si cibarono dei frutti della terra di Canaan di quello stesso anno.
13 Και οτε ο Ιησους ητο πλησιον της Ιεριχω, υψωσε τους οφθαλμους αυτου και ειδε, και ιδου, ιστατο κατεναντι αυτου ανθρωπος και η ρομφαια αυτου ητο γεγυμνωμενη εν τη χειρι αυτου? και προσελθων ο Ιησους ειπε προς αυτον, Ημετερος εισαι η των υπεναντιων ημων;13 Or trovandosi Giosuè nei dintorni di Gerico, alzati gli occhi, vide davanti a sè ritto un uomo colla spada sguainata. Giosuè, andatogli incontro, gli disse: « Sei dei nostri, o dei nemici? »
14 Ο δε ειπεν, Ουχι? αλλ' εγω Αρχιστρατηγος της δυναμεως του Κυριου τωρα ηλθον. Και επεσεν ο Ιησους επι την γην κατα προσωπον αυτου και προσεκυνησε, και ειπε προς αυτον, Τι προσταζει ο κυριος μου εις τον δουλον αυτου;14 E quello rispose: « No: io sono il principe dell'esercito del Signore, ed ora vengo ».
15 Και ο Αρχιστρατηγος της δυναμεως του Κυριου ειπε προς τον Ιησουν, Λυσον το υποδημα σου εκ των ποδων σου? διοτι ο τοπος, επι του οποιου ιστασαι, ειναι αγιος. Και ο Ιησους εκαμεν ουτω.15 Giosuè cadde bocconi per terra, l'adorò e disse: « Che cosa il mio Signore ha da dire al suo servo? »
16 Sciogli, disse, dai tuoi piedi i calzari, perchè il luogo dove stai è santo ». E Giosuè fece come gli era stato ordinato.