Scrutatio

Venerdi, 17 maggio 2024 - San Pasquale Baylon ( Letture di oggi)

ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟΝ - Deuteronomio - Deuteronomy 23


font
GREEK BIBLENOVA VULGATA
1 Ο εχων τα κρυφια αυτου τεθλασμενα η αποκεκομμενα δεν θελει εισελθει εις την συναγωγην του Κυριου.1 Non accipiet homo uxorem patris sui nec revelabit operi mentum eius.
2 Ο νοθος δεν θελει εισελθει εις την συναγωγην του Κυριου? εως δεκατης γενεας αυτου δεν θελει εισελθει εις την συναγωγην του Κυριου.2 Non intrabit eunuchus, attritis vel amputatis testiculis et absciso veretro, ecclesiam Domini.
3 Αμμωνιτης και Μωαβιτης δεν θελει εισελθει εις την συναγωγην του Κυριου? εως δεκατης γενεας αυτων ουδεποτε θελουσιν εισελθει εις την συναγωγην του Κυριου.3 Non ingredietur mamzer in ecclesiam Domini neque decima generatione.
4 Διοτι δεν σας προυπηντησαν με αρτον και υδωρ εν τη οδω, οτε εξηρχεσθε εξ Αιγυπτου? και διοτι εμισθωσαν κατα σου τον Βαλααμ τον υιον του Βεωρ εκ Φεθορα της Μεσοποταμιας, δια να σε καταρασθη.4 Ammonites et Moabites etiam in decima generatione non intrabunt ecclesiam Domini in aeternum,
5 Αλλα Κυριος ο Θεος σου δεν ηθελησε να εισακουση του Βαλααμ? αλλα Κυριος ο Θεος σου μετεβαλε την καταραν εις ευλογιαν προς σε, διοτι Κυριος ο Θεος σου σε ηγαπησε.5 quia noluerunt vobis occurrere cum pane et aqua in via, quando egressi estis de Aegypto, et quia conduxerunt contra te Balaam filium Beor de Phethor in Aramnaharaim, ut malediceret tibi;
6 Δεν θελεις ζητησει την ειρηνην αυτων ουδε την ευτυχιαν αυτων πασας τας ημερας σου εις τον αιωνα.6 et noluit Dominus Deus tuus audire Balaam vertitque tibi maledictionem eius in benedictionem, eo quod diligeret te.
7 Δεν θελεις βδελυττεσθαι τον Ιδουμαιον, διοτι ειναι αδελφος σου? δεν θελεις βδελυττεσθαι τον Αιγυπτιον, διοτι εσταθης ξενος εν τη γη αυτου.7 Non facies cum eis pacem nec quaeres eis bona cunctis diebus vitae tuae in sempiternum.
8 Τα παιδια, οσα γεννηθωσιν εξ αυτων, θελουσιν εισελθει εις την συναγωγην του Κυριου εν τη τριτη γενεα αυτων.8 Non abominaberis Idumaeum, quia frater tuus est, nec Aegyptium, quia advena fuisti in terra eius:
9 Οταν εκστρατευης επι τους εχθρους σου, φυλαττου απο παντος κακου πραγματος.9 qui nati fuerint ex eis tertia generatione, intrabunt ecclesiam Domini.
10 Εαν ηναι εν μεσω σου ανθρωπος, οστις δεν ειναι καθαρος, εκ τινος συμβαντος εις αυτον την νυκτα, θελει εξελθει εξω του στρατοπεδου, δεν θελει εισελθει εντος του στρατοπεδου?10 Quando egressus fueris adversus hostes tuos in pugnam, custodies te ab omni re mala.
11 και προς την εσπεραν θελει λουσθη εν υδατι και δυνοντος του ηλιου θελει εισελθει εντος του στρατοπεδου.11 Si fuerit apud te homo, qui nocturno pollutus sit somnio, egredietur extra castra et non revertetur,
12 Και θελεις εχει τοπον εξω του στρατοπεδου και θελεις εξελθει εκει εξω?12 priusquam ad vesperam lavetur aqua; et ad solis occasum regredietur in castra.
13 και θελεις εχει πτυαριον μικρον μεταξυ των οπλων σου? και οταν καθησαι εξω, θελεις σκαπτει δι' αυτου, και θελεις στρεψει και σκεπασει το εξερχομενον απο σου.13 Habebis locum extra castra, ad quem egrediaris ad requisita naturae
14 Διοτι Κυριος ο Θεος σου περιπατει εν μεσω του στρατοπεδου σου, δια να σε ελευθερωση και δια να παραδωση τους εχθρους σου εμπροσθεν σου? δια τουτο θελει εισθαι αγιον το στρατοπεδον σου? δια να μη βλεπη ακαθαρσιαν τινα εν σοι, και αποστρεψη απο σου.14 gerens paxillum in balteo; cumque sederis foris, fodies foveam et egesta humo operies.
15 Δεν θελεις παραδωσει δουλον εις τον κυριον αυτου, οστις κατεφυγεν απο του κυριου αυτου προς σε?15 Dominus enim Deus tuus ambulat in medio castrorum tuorum, ut eruat te et tradat tibi inimicos tuos; sint castra tua sancta, et nihil in eis videat foeditatis nec derelinquat te.
16 μετα σου θελει κατοικει, εν μεσω σου, εις οντινα τοπον εκλεξη, εν μια των πυλων σου οπου αρεσκη εις αυτον? δεν θελεις καταδυναστευσει αυτον.16 Non trades servum domino suo, qui ad te confugerit:
17 Πορνη δεν θελει υπαρχει εκ των θυγατερων Ισραηλ, ουδε θελει εισθαι κιναιδος εκ των υιων Ισραηλ.17 habitabit tecum in medio tui in loco, quem elegerit in una urbium tuarum, quae placuerit ei, nec contristes eum.
18 Δεν θελεις φερει πληρωμην πορνης ουδε μισθωμα κυνος, εις τον οικον Κυριου του Θεου σου, δι' ουδεμιαν ευχην? διοτι αμφοτερα ταυτα ειναι βδελυγμα εις Κυριον τον Θεον σου.18 Non erit prostibulum sacrum de filiabus Israel, nec scortator sacer de filiis Israel.
19 Δεν θελεις δανειζει εις τον αδελφον σου χρηματα επι τοκω, τροφας επι τοκω, ουδεν πραγμα δανειζομενον επι τοκω.19 Non offeres mercedem prostibuli nec pretium canis in domo Domini Dei tui, quidquid illud est, quod voveris, quia abominatio est utrumque apud Dominum Deum tuum.
20 Εις τον ξενον δυνασαι να τοκιζης? εις τον αδελφον σου ομως δεν θελεις τοκισει δια να σε ευλογη Κυριος ο Θεος σου εις πασας τας επιχειρησεις σου, επι της γης, εις την οποιαν υπαγεις δια να κληρονομησης αυτην.20 Non fenerabis fratri tuo ad usuram pecuniam nec alimenta nec quamlibet aliam rem,
21 Οταν ευχηθης ευχην προς Κυριον τον Θεον σου, δεν θελεις βραδυνει να αποδωσης αυτην? διοτι Κυριος ο Θεος σου θελει εξαπαντος εκζητησει αυτην παρα σου, και θελει εισθαι αμαρτια εις σε.21 sed alieno fenerabis. Fratri autem tuo absque usura id, quo indiget, commodabis, ut benedicat tibi Dominus Deus tuus in omni opere tuo in terra, ad quam ingredieris possidendam.
22 Εαν ομως δεν θελης να ευχηθης, δεν θελει εισθαι αμαρτια εις σε.22 Cum voveris votum Domino Deo tuo, non tardabis reddere; quia requiret illud Dominus Deus tuus a te, et reputabitur tibi in peccatum.
23 Ο, τι εξελθη εκ των χειλεων σου θελεις φυλαξει, και θελεις εκτελεσει καθ' ον τροπον ευχηθης εις Κυριον τον Θεον σου την αυτοπροαιρετον προσφοραν, την οποιαν υπεσχεθης δια στοματος σου.23 Si nolueris polliceri, absque peccato eris;
24 Οταν εισερχησαι εις τον αμπελωνα του πλησιον σου, δυνασαι να τρωγης σταφυλια κατα την ορεξιν σου, εωσου χορτασθης? εις το αγγειον σου ομως δεν θελεις βαλει.24 quod autem egressum est de labiis tuis, observabis et facies, sicut promisisti Domino Deo tuo: propria voluntate et ore tuo locutus es.
25 Οταν εισερχησαι εις τα σπαρτα του πλησιον σου, δυνασαι να αποσπας δια της χειρος σου ασταχυα? δρεπανον ομως δεν δυνασαι να βαλης εις τα σπαρτα του πλησιον σου.25 Ingressus vineam proximi tui comede uvas, quantum tibi placuerit; in sporta autem ne efferas tecum.
26 Si intraveris in segetem amici tui, franges spicas manu; falce autem non metes.