Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Marco - Mark 10


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Και σηκωθεις εκειθεν ερχεται εις τα ορια της Ιουδαιας δια του περαν του Ιορδανου, και συνερχονται παλιν οχλοι προς αυτον, και ως εσυνειθιζε, παλιν εδιδασκεν αυτους.1 Jésus quitta cet endroit. Voici qu’il arrive aux frontières de la Judée par l’autre rive du Jourdain et de nouveau des foules se rassemblent autour de lui. Il recommence donc à les enseigner comme il avait coutume de faire.
2 Και προσελθοντες οι Φαρισαιοι, ηρωτησαν αυτον αν συγχωρηται εις ανδρα να χωρισθη την γυναικα αυτου, πειραζοντες αυτον.2 À ce moment (se présentèrent des Pharisiens, et) ils lui posèrent cette question pour le mettre à l’épreuve: "Un mari est-il autorisé à renvoyer sa femme?”
3 Ο δε αποκριθεις ειπε προς αυτους? τι προσεταξεν εις εσας ο Μωυσης;3 Et lui leur demande: "Qu’est-ce que Moïse vous a commandé?”
4 Οι δε ειπον? Ο Μωυσης συνεχωρησε να γραψη εγγραφον διαζυγιου και να χωρισθη αυτην.4 Ils répondent: "Moïse a permis d’écrire un acte de divorce et de renvoyer la femme.”
5 Και αποκριθεις ο Ιησους ειπε προς αυτους? Δια την σκληροκαρδιαν σας εγραψεν εις εσας την εντολην ταυτην?5 Jésus leur dit: "Il a écrit là une loi adaptée à votre cœur endurci.
6 απ' αρχης ομως της κτισεως αρσεν και θηλυ εποιησεν αυτους ο Θεος?6 Mais Dieu, au commencement du monde, les fit homme et femme.
7 ενεκεν τουτου θελει αφησει ανθρωπος τον πατερα αυτου και την μητερα, και θελει προσκολληθη εις την γυναικα αυτου,7 Pour cette raison, l’homme quittera son père et sa mère
8 και θελουσιν εισθαι οι δυο εις σαρκα μιαν. Ωστε δεν ειναι πλεον δυο, αλλα μια σαρξ?8 et les deux seront une seule chair. “Ils ne sont plus deux, mais une seule chair.
9 εκεινο λοιπον, το οποιον ο Θεος συνεζευξεν, ανθρωπος ας μη χωριζη.9 Que l’homme ne sépare pas ce que Dieu a uni.”
10 Και εν τη οικια παλιν οι μαθηται αυτου ηρωτησαν αυτον περι του αυτου,10 De retour à la maison, les disciples l’interrogent de nouveau à ce sujet
11 και λεγει προς αυτους? Οστις χωρισθη την γυναικα αυτου και νυμφευθη αλλην, πραττει μοιχειαν εις αυτην?11 et il leur déclare: "Celui qui renvoie sa femme et en épouse une autre, commet l’adultère à son égard;
12 και εαν γυνη χωρισθη τον ανδρα αυτης και συζευχθη με αλλον, μοιχευεται.12 et si une femme renvoie son mari et en épouse un autre, elle aussi commet l’adultère.”
13 Και εφεραν προς αυτον παιδια, δια να εγγιση αυτα? οι δε μαθηται επεπληττον τους φεροντας.13 On lui amenait de petits enfants pour qu’il les touche; mais les disciples leur faisaient des observations.
14 Ιδων δε ο Ιησους ηγανακτησε και ειπε προς αυτους? Αφησατε τα παιδια να ερχωνται προς εμε, και μη εμποδιζετε αυτα? διοτι των τοιουτων ειναι η βασιλεια του Θεου.14 Voyant cela Jésus se fâcha et leur dit: "Laissez les petits enfants venir à moi, ne les empêchez pas. Sachez que le Royaume de Dieu est pour ceux qui leur ressemblent.
15 Αληθως σας λεγω, Οστις δεν δεχθη την βασιλειαν του Θεου ως παιδιον, δεν θελει εισελθει εις αυτην.15 En vérité, je vous le dis: celui qui n’accueille pas le Royaume de Dieu comme un enfant n’y entrera pas.”
16 Και εναγκαλισθεις αυτα, εθετε τας χειρας επ' αυτα και ηυλογει αυτα.16 Puis il les embrassa et les bénit en leur imposant les mains.
17 Ενω δε εξηρχετο εις την οδον, εδραμε τις και γονυπετησας εμπροσθεν αυτου, ηρωτα αυτον? Διδασκαλε αγαθε, τι να καμω δια να κληρονομησω ζωην αιωνιον;17 Comme Jésus se mettait en route, un homme courut au-devant de lui; il tomba à genoux devant lui et l’interrogea: "Bon maître, que dois-je faire pour hériter de la vie éternelle?”
18 Και ο Ιησους ειπε προς αυτον? Τι με λεγεις αγαθον; Ουδεις αγαθος ειμη εις, ο Θεος.18 Jésus lui répondit: "Pourquoi m’appelles-tu: ‘bon’? Dieu seul est bon, nul autre que lui.
19 Τας εντολας εξευρεις? Μη μοιχευσης, Μη φονευσης, Μη κλεψης, Μη ψευδομαρτυρησης, Μη αποστερησης, Τιμα τον πατερα σου και την μητερα.19 Tu connais les commandements: Ne tue pas, ne commets pas l’adultère, ne vole pas, ne porte pas de faux témoignage, ne prends rien à autrui, respecte ton père et ta mère…”
20 Ο δε αποκριθεις ειπε προς αυτον? Διδασκαλε, ταυτα παντα εφυλαξα εκ νεοτητος μου.20 L’autre déclara: "Maître, tout cela, je l’ai observé depuis ma jeunesse.”
21 Και ο Ιησους εμβλεψας εις αυτον, ηγαπησεν αυτον και ειπε προς αυτον? Εν σοι λειπει? υπαγε, πωλησον οσα εχεις και δος εις τους πτωχους, και θελεις εχει θησαυρον εν ουρανω, και ελθε, ακολουθει μοι, σηκωσας τον σταυρον.21 Alors Jésus le fixa du regard et l’aima; il lui dit: "Une seule chose te manque. Va, vends ce que tu as et donne-le aux pauvres, tu auras ainsi un trésor dans le ciel; puis reviens et suis-moi.”
22 Εκεινος ομως σκυθρωπασας δια τον λογον, ανεχωρησε λυπουμενος? διοτι ειχε κτηματα πολλα.22 L’homme fut très heurté par cette parole car il avait de grands biens; il s’éloigna fort triste.
23 Και περιβλεψας ο Ιησους, λεγει προς τους μαθητας αυτου? Ποσον δυσκολως θελουσιν εισελθει εις την βασιλειαν του Θεου οι εχοντες τα χρηματα.23 Alors Jésus jeta un regard sur ses disciples autour de lui; il déclara: "Comme il est difficile à ceux qui ont de l’argent d’entrer dans le Royaume de Dieu.”
24 Οι δε μαθηται εξεπληττοντο δια τους λογους αυτου. Και ο Ιησους παλιν αποκριθεις λεγει προς αυτους? Τεκνα, ποσον δυσκολον ειναι να εισελθωσιν εις την βασιλειαν του Θεου οι εχοντες το θαρρος αυτων εις τα χρηματα.24 En entendant ces paroles, les disciples furent déconcertés; mais de nouveau Jésus leur dit: "Mes enfants, comme il est difficile d’entrer dans le Royaume de Dieu.
25 Ευκολωτερον ειναι καμηλος να περαση δια της τρυπης της βελονης παρα πλουσιος να εισελθη εις την βασιλειαν του Θεου.25 Il est plus facile pour un chameau de passer par le trou d’une aiguille, que pour un riche d’entrer dans le Royaume de Dieu.”
26 Εκεινοι δε σφοδρα εξεπληττοντο, λεγοντες προς εαυτους? Και τις δυναται να σωθη;26 Les disciples étaient complètement déroutés et se demandaient les uns aux autres: "Qui donc sera sauvé?”
27 Εμβλεψας δε εις αυτους ο Ιησους, λεγει? Παρα ανθρωποις ειναι αδυνατον, αλλ' ουχι παρα τω Θεω? διοτι τα παντα ειναι δυνατα παρα τω Θεω.27 Jésus les fixa du regard et leur dit: "Pour les hommes, c’est impossible, mais non pour Dieu. Car pour Dieu tout est possible.”
28 Και ηρχισεν ο Πετρος να λεγη προς αυτον? Ιδου, ημεις αφηκαμεν παντα και σε ηκολουθησαμεν.28 Pierre fit alors remarquer: "Nous, nous avons tout laissé pour te suivre.”
29 Αποκριθεις δε ο Ιησους ειπεν? Αληθως σας λεγω, δεν ειναι ουδεις οστις, αφησας οικιαν η αδελφους η αδελφας η πατερα η μητερα η γυναικα η τεκνα η αγρους ενεκεν εμου και του ευαγγελιου,29 Jésus répondit: "En vérité, je vous le dis: personne ne laissera maison, frères et sœurs, mère, père ou enfants, ou champs, à cause de moi et de l’Évangile,
30 δεν θελει λαβει εκατονταπλασιονα τωρα εν τω καιρω τουτω, οικιας και αδελφους και αδελφας και μητερας και τεκνα και αγρους μετα διωγμων, και εν τω ερχομενω αιωνι ζωην αιωνιον.30 sans recevoir cent fois plus dès à présent en ce monde, en maisons, frères, sœurs, mères, enfants et champs, même avec les persécutions; et dans le monde à venir il aura la vie éternelle.
31 Πολλοι ομως πρωτοι θελουσιν εισθαι εσχατοι και οι εσχατοι πρωτοι.31 Beaucoup qui sont parmi les premiers seront derniers, mais les derniers seront premiers.”
32 Ησαν δε εν τη οδω αναβαινοντες εις Ιεροσολυμα? και ο Ιησους προεπορευετο αυτων, και εθαυμαζον και ακολουθουντες εφοβουντο. Και παραλαβων παλιν τους δωδεκα, ηρχισε να λεγη προς αυτους τα μελλοντα να συμβωσιν εις αυτον,32 Ils étaient en route, montant à Jérusalem, et Jésus marchait devant eux. Ils étaient déconcertés, et ceux qui suivaient avaient peur. De nouveau Jésus prit avec lui les Douze pour leur dire ce qui allait lui arriver:
33 οτι ιδου, αναβαινομεν εις Ιεροσολυμα και ο Υιος του ανθρωπου θελει παραδοθη εις τους αρχιερεις και εις τους γραμματεις, και θελουσι καταδικασει αυτον εις θανατον και θελουσι παραδωσει αυτον εις τα εθνη,33 -“Maintenant n ous montons à Jérusalem et le Fils de l’Homme va être livré aux chefs des prêtres et aux maîtres de la Loi qui le condamneront à mort et le remettront aux mains des étrangers;
34 και θελουσιν εμπαιξει αυτον και μαστιγωσει αυτον και θελουσιν εμπτυσει εις αυτον και θανατωσει αυτον, και την τριτην ημεραν θελει αναστηθη.34 ils vont l’humilier, cracher sur lui, le fouetter et le tuer, mais il ressuscitera le troisième jour.”
35 Τοτε ερχονται προς αυτον ο Ιακωβος και Ιωαννης, οι υιοι του Ζεβεδαιου, λεγοντες? Διδασκαλε, θελομεν να καμης εις ημας ο, τι ζητησωμεν.35 C’est alors que Jacques et Jean, les fils de Zébédée, s’approchent de lui et lui disent: "Maître, nous voulons que tu fasses pour nous ce que nous allons te demander.”
36 Ο δε ειπε προς αυτους? Τι θελετε να καμω εις εσας;36 Jésus leur répond: "Que voulez-vous que je fasse pour vous?”
37 Οι δε ειπον προς αυτον? Δος εις ημας να καθησωμεν εις εκ δεξιων σου και εις εξ αριστερων σου εν τη δοξη σου.37 Ils reprennent: "Accorde-nous d’être assis, l’un à ta droite et l’autre à ta gauche, pour partager ta gloire.”
38 Ο δε Ιησους ειπε προς αυτους? Δεν εξευρετε τι ζητειτε. Δυνασθε να πιητε το ποτηριον, το οποιον εγω πινω, και να βαπτισθητε το βαπτισμα, το οποιον εγω βαπτιζομαι;38 Jésus leur dit: "Vous ne savez pas ce que vous demandez. Pouvez-vous boire la coupe que je vais boire, ou être baptisés du baptême dont je vais être baptisé?”
39 Οι δε ειπον προς αυτον? Δυναμεθα. Ο δε Ιησους ειπε προς αυτους? το μεν ποτηριον, το οποιον εγω πινω, θελετε πιει, και το βαπτισμα το οποιον εγω βαπτιζομαι, θελετε βαπτισθη?39 Ils lui disent: "Nous le pouvons!” Jésus leur dit: "Vous boirez donc la coupe que je vais boire et vous serez baptisés du même baptême que moi.
40 το να καθησητε ομως εκ δεξιων μου και εξ αριστερων μου δεν ειναι εμου να δωσω, αλλ' εις οσους ειναι ητοιμασμενον.40 Mais les sièges à ma droite ou à ma gauche, ce n’est pas à moi de les donner; ils sont réservés à d’autres.”
41 Και ακουσαντες οι δεκα ηρχισαν να αγανακτωσι περι Ιακωβου και Ιωαννου.41 En entendant cela, les dix autres s’indignent contre Jacques et Jean.
42 Ο δε Ιησους προσκαλεσας αυτους, λεγει προς αυτους? Εξευρετε οτι οι νομιζομενοι αρχοντες των εθνων κατακυριευουσιν αυτα και οι μεγαλοι αυτων κατεξουσιαζουσιν αυτα?42 Alors Jésus les appelle et leur dit: "Vous savez que chez les païens, ceux qui font figure de chefs se conduisent en dictateurs, et leurs grands personnages abusent de leur autorité.
43 ουτως ομως δεν θελει εισθαι εν υμιν, αλλ' οστις θελει να γεινη μεγας εν υμιν, θελει εισθαι υπηρετης υμων,43 Cela ne devra pas être chez vous. “Si l’un d’entre vous veut être grand, qu’il se fasse votre serviteur.
44 και οστις εξ υμων θελει να γεινη πρωτος, θελει εισθαι δουλος παντων?44 Et si l’un d’entre vous veut être le premier, qu’il soit l’esclave de tous.
45 διοτι ο Υιος του ανθρωπου δεν ηλθε δια να υπηρετηθη, αλλα δια να υπηρετηση και να δωση την ζωην αυτου λυτρον αντι πολλων.45 Car le Fils de l’Homme n’est pas venu pour être servi, mais pour servir et donner sa vie en rançon pour la multitude.
46 Και ερχονται εις Ιεριχω. Και ενω εξηρχετο απο της Ιεριχω αυτος και οι μαθηται αυτου και οχλος ικανος, ο υιος του Τιμαιου Βαρτιμαιος ο τυφλος εκαθητο παρα την οδον ζητων.46 Ils arrivent à Jéricho. Puis, comme il sort de la ville avec ses disciples et bon nombre de gens, un mendiant est là assis au bord du chemin; c’est Bartimée, le fils de Timée, et il est aveugle.
47 Και ακουσας οτι ειναι Ιησους ο Ναζωραιος, ηρχισε να κραζη και να λεγη? Υιε του Δαβιδ Ιησου, ελεησον με.47 Quand il apprend que c’est Jésus de Nazareth, il se met à crier: "Jésus, fils de David, aie pitié de moi!”
48 Και επεπληττον αυτον πολλοι δια να σιωπηση? αλλ' εκεινος πολλω μαλλον εκραζεν? Υιε του Δαβιδ, ελεησον με.48 Beaucoup le sermonnent pour le faire taire, mais il crie encore plus fort: "Fils de David, aie pitié de moi!”
49 Και σταθεις ο Ιησους, ειπε να κραχθη? και κραζουσι τον τυφλον, λεγοντες προς αυτον? Θαρσει, σηκωθητι? σε κραζει.49 Jésus s’arrête et dit: "Appelez-le.” On appelle l’aveugle et on lui dit: "Courage, lève-toi, il t’appelle.”
50 Και εκεινος απορριψας το ιματιον αυτου, εσηκωθη και ηλθε προς τον Ιησουν.50 L’aveugle laisse son manteau, et d’un bond il est près de Jésus.
51 Και αποκριθεις λεγει προς αυτον ο Ιησους? Τι θελεις να σοι καμω; Και ο τυφλος ειπε προς αυτον? Ραββουνι, να αναβλεψω.51 Jésus lui dit: "Que veux-tu que je fasse pour toi?” L’aveugle répond: "Rabbouni, que je voie!”
52 Ο δε Ιησους ειπε προς αυτον? Υπαγε, η πιστις σου σε εσωσε. Και ευθυς ανεβλεψε και ηκολουθει τον Ιησουν εν τη οδω.52 Alors Jésus lui dit: "Va! ta foi t’a sauvé!” À l’instant même cet homme voit; et il se met à suivre Jésus sur le chemin.