Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΑΜΒΑΚΟΥΜ - Abacuc - Habakkuk 2


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Επι της σκοπιας μου θελω σταθη και θελω στηλωθη επι του πυργου, και θελω αποσκοπευει δια να ιδω τι θελει λαλησει προς εμε και τι θελω αποκριθη προς τον ελεγχοντα με.1 Kiállok őrhelyemre, megvetem lábamat a sáncon, és figyelek, hogy lássam: mit szól majd hozzám, és mit felel panaszomra.
2 Και απεκριθη προς εμε ο Κυριος και ειπε, Γραψον την ορασιν και εκθεσον αυτην επι πινακιδιων, ωστε τρεχων να αναγινωσκη τις αυτην?2 És felelt nekem az Úr és mondta: »Írd fel e látomást, és vésd olvashatóan táblákra, hogy könnyen átfuthassa, aki olvassa.
3 διοτι η ορασις μενει ετι εις ωρισμενον καιρον, αλλ' εις το τελος θελει λαλησει και δεν θελει ψευσθη? αν και αργοπορη, προσμεινον αυτην? διοτι βεβαιως θελει ελθει, δεν θελει βραδυνει.3 Mert amit a látomás mond, meghatározott időre vonatkozik, s már teljesedéséhez közeledik, és meg nem hiúsul; ha késlekedik is, higgy benne, mert biztosan eljön és el nem marad.
4 Ιδου, η ψυχη αυτου επηρθη, δεν ειναι ευθεια εν αυτω? ο δε δικαιος θελει ζησει δια της πιστεως αυτου.4 Íme, abban, aki felfuvalkodott, nem igaz a lélek, az igaz azonban hite által élni fog.«
5 Και μαλιστα ειναι προπετης εξ αιτιας του οινου, ανηρ αλαζων, ουδε ησυχαζει? οστις πλατυνει την ψυχην αυτου ως αδης και ειναι ως ο θανατος και δεν χορταινει, αλλα συναγει εις εαυτον παντα τα εθνη και συλλαμβανει εις εαυτον παντας τους λαους.5 Bizony, a gazdagság rászedi a kevély embert, többé nem lesz nyugta. Kitátja a torkát, mint az alvilág, és telhetetlen, mint a halál: magához von minden nemzetet, magához gyűjt minden népet.
6 Δεν θελουσι λαβει παντες ουτοι παραβολην κατ' αυτου και παροιμιαν εμπαικτικην εναντιον αυτου; και ειπει, Ουαι εις τον πληθυνοντα το μη εαυτου? εως ποτε; και εις τον επιβαρυνοντα εαυτον με παχυν πηλον.6 Vajon nem mondanak-e majd mindezek példázatot róla, és magvas mondásokat felőle, így szólva: »Jaj annak, aki halmozza azt, ami nem az övé! – ugyan meddig? – és zálogokkal terheli magát!«
7 Δεν θελουσι σηκωθη εξαιφνης οι δακνοντες σε και εξεγερθη οι ταλαιπωρουντες σε και θελεις εισθαι προς αυτους εις διαρπαγην;7 Vajon nem támadnak-e majd hirtelenül mardosóid, és nem kelnek-e fel zaklatóid? És te zsákmányukká leszel!
8 Επειδη συ ελαφυραγωγησας εθνη πολλα, απαν το υπολοιπον των λαων θελουσι σε λαφυραγωγησει, εξ αιτιας των αιματων των ανθρωπων και της αδικιας της γης, της πολεως και παντων των κατοικουντων εν αυτη.8 Mivel oly sok nemzetet kifosztottál, kifosztanak majd téged a megmaradt népek, mivel embervért ontottál, és igazságtalanul elnyomtad a földet, a várost és minden lakóját.
9 Ουαι εις τον πλεονεκτουντα πλεονεξιαν κακην δια τον οικον αυτου, δια να θεση την φωλεαν αυτου υψηλα, δια να ελευθερωθη εκ χειρος του κακου.9 Jaj annak, aki gonosz kapzsisággal gyűjt javakat házának, hogy a magasban legyen fészke, és azt hiszi, hogy megmenekül a veszedelemtől!
10 Εβουλευθης αισχυνην εις τον οικον σου, εξολοθρευων πολλους λαους, και ημαρτησας κατα της ψυχης σου.10 Saját házad számára tervezted a gyalázatot, amikor kiirtottál számos népet; önmagad ellen vétkeztél.
11 Διοτι ο λιθος απο του τοιχου θελει βοησει και τα ξυλοδεματα θελουσιν αποκριθη προς αυτον.11 Bizony, még a fal köve is kiáltja, s a házak gerendázatának fája ráhagyja!
12 Ουαι εις τον οικοδομουντα πολιν εν αιμασι και θεμελιουντα πολιν εν αδικιαις.12 Jaj annak, aki vérontással épít várost, és gonoszsággal emel várost!
13 Ιδου, δεν ειναι τουτο παρα του Κυριου των δυναμεων, να μοχθωσιν οι λαοι δια το πυρ και τα εθνη να αποκαμνωσι δια την ματαιοτητα;13 Vajon nem a Seregek Urától van-e az, hogy a tűznek dolgoznak a népek, és hiábavalóságért fáradnak a nemzetek?
14 Διοτι η γη θελει εισθαι πληρης της γνωσεως της δοξης του Κυριου, καθως τα υδατα σκεπαζουσι την θαλασσαν.14 Bizony, megtelik majd a föld az Úr dicsőségének ismeretével, mint ahogy a vizek elborítják a tengert.
15 Ουαι εις τον ποτιζοντα τον πλησιον αυτου, εις σε οστις προσφερεις την φιαλην σου και προσετι μεθυεις αυτον, δια να θεωρης την γυμνωσιν αυτων.15 Jaj annak, aki italt ad barátjának és belekeveri mérgét, és lerészegíti, hogy láthassa mezítelenségét!
16 Ενεπλησθης αισχυνης αντι δοξης? πιε και συ, και ας ανακαλυφθη η ακροβυστια σου? το ποτηριον της δεξιας του Κυριου θελει στραφη προς σε, και εμετος ατιμιας θελει εισθαι επι την δοξαν σου.16 Gyalázattal telsz el dicsőség helyett, iszol majd te is és elkábulsz, amikor körülvesz téged az Úr jobbjának kelyhe, és undok hányás jön dicsőségedre.
17 Διοτι η προς τον Λιβανον αδικια σου θελει σε καλυψει, και η φθορα των θηριων η καταπτοησασα αυτα θελει σε πτοησει, εξ αιτιας των αιματων των ανθρωπων και της αδικιας της γης, της πολεως και παντων των κατοικουντων εν αυτη.17 Bizony, visszaszáll majd rád a Libanon ellen elkövetett gonoszság, és megrémít majd titeket, hogy kipusztítottátok rajta a vadat, hogy embervért ontottatok, és igazságtalanok voltatok a föld, a város és minden lakója ellen.
18 Τις η ωφελεια του γλυπτου, οτι ο μορφωτης αυτου εγλυψεν αυτο; του χωνευτου και του διδασκαλου του ψευδους, οτι ο κατασκευασας θαρρει εις το εργον αυτου, ωστε να καμνη ειδωλα αφωνα;18 Használ-e valamit a faragott bálvány, mert alkotója kifaragta? Az öntött bálvány és a csalárd kép, mert alkotója reménykedett alkotásában, s a néma bálványokat elkészítette?
19 Ουαι εις τον λεγοντα προς το ξυλον, Εξεγειρου? εις τον αφωνον λιθον, Σηκωθητι? αυτο θελει διδαξει; Ιδου, αυτο ειναι περιεσκεπασμενον με χρυσον και αργυρον, και δεν ειναι πνοη παντελως εν αυτω.19 Jaj annak, aki mondja a fának: »Ébredj fel!« a néma kőnek: »Kelj fel!« Vajon adhat-e az feleletet? Íme, arany és ezüst borítja, de semmiféle lélek sincsen benne.
20 Αλλ' ο Κυριος ειναι εν τω ναω τω αγιω αυτου? σιωπα ενωπιον αυτου, πασα η γη.20 Az Úr azonban szent templomában van, az egész föld némuljon el előtte!