Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΑΡΙΘΜΟΙ - Numeri - Numbers 24


font
GREEK BIBLELA SACRA BIBBIA
1 Και ιδων ο Βαλααμ οτι ητο αρεστον ενωπιον του Κυριου να ευλογηση τον Ισραηλ, δεν υπηγε, καθως αλλοτε, να ζητηση μαντειας, αλλ' εστησε το προσωπον αυτου προς την ερημον.1 Balaam vide che era buono agli occhi del Signore benedire Israele, non andò come altre volte incontro a presagi e girò la sua faccia verso la piana deserta.
2 Και ανυψωσεν ο Βαλααμ τους οφθαλμους αυτου και ειδε τον Ισραηλ κατεσκηνωμενον κατα τας φυλας αυτων? και ηλθεν επ' αυτον το πνευμα του Θεου.2 Balaam alzò i suoi occhi, vide Israele disposto per tribù e su di lui fu lo spirito di Dio.
3 Και αρχισας την παραβολην αυτου ειπε, Βαλααμ ο υιος του Βεωρ ειπε, και ο ανθρωπος, ο εχων ανοικτους τους οφθαλμους αυτου, ειπεν?3 Pronunciò il suo poema e disse: "Oracolo di Balaam, figlio di Beor, oracolo dell'uomo con l'occhio aperto,
4 ειπεν εκεινος, οστις ηκουσε τα λογια του Θεου, Οστις ειδεν ορασιν του Παντοδυναμου, πεσων εις εκστασιν, εχων ομως ανοικτους τους οφθαλμους αυτου.4 oracolo di chi ascolta parole di Dio e conosce la scienza dell'Altissimo, di chi vede la visione dell'Onnipotente, cade e i suoi occhi si aprono.
5 Ποσον ωραιαι ειναι αι κατοικιαι σου, Ιακωβ, αι σκηναι σου, Ισραηλ.5 Come sono belle le tue tende, Giacobbe, le tue dimore, Israele.
6 Ως κοιλαδες ειναι εξηπλωμεναι, ως παραδεισοι εις οχθας ποταμου, ως δενδρα αλοης τα οποια εφυτευσεν ο Κυριος, ως κεδροι πλησιον των υδατων.6 Si distendono come torrenti, come orti presso un fiume, come aloe che ha piantato il Signore, come cedri presso l'acqua.
7 Θελει εκχεει υδωρ εκ της αντλιας αυτου, και το σπερμα αυτου θελει εισθαι εις υδατα πολλα, και ο βασιλευς αυτου θελει εισθαι υψηλοτερος του Αγαγ, και η βασιλεια αυτου θελει μεγαλυνθη.7 Scorre l'acqua dai suoi pozzi sorgivi, il suo seme è in acque abbondanti: si eleva più di Agag il suo re, s'innalza il suo regno.
8 Ο Θεος εξηγαγεν αυτον εξ Αιγυπτου? εχει ως δυναμιν μονοκερωτος? θελει καταφαγει τα εθνη τους πολεμιους αυτου, και θελει συντριψει τα οστα αυτων, και θελει κατατοξευσει αυτους με τα βελη αυτου.8 Dio l'ha fatto uscire dall'Egitto, come corna di bufalo è per lui: divora le nazioni che l'avversano, consuma le loro ossa, spezza le sue frecce.
9 Αναπεσων, εκοιμηθη ως λεων, και ως σκυμνος λεοντος? τις θελει εξεγειρει αυτον; Ευλογημενος ο ευλογων σε και κατηραμενος ο καταρωμενος σε.9 Si china, giace come un leone, come una leonessa: chi lo farà alzare? Sia benedetto chi ti benedice, maledetto chi ti maledice".
10 Και εξηφθη ο θυμος του Βαλακ εναντιον του Βαλααμ και συνεκροτησε τας χειρας αυτου? και ειπεν ο Βαλακ προς τον Βαλααμ, δια να καταρασθης τους εχθρους μου σε εκαλεσα? και ιδου, συ ευλογων ευλογησας αυτους τριτην ταυτην φοραν?10 Lo sdegno di Balak divampò contro Balaam; batté le mani e disse a Balaam: "Ti ho chiamato per maledire i miei nemici, ed ecco che li hai benedetti per tre volte!
11 τωρα λοιπον φυγε εις τον τοπον σου? ελεγον να σε τιμησω με τιμας? αλλ' ιδου, ο Κυριος σε εστερησε της τιμης.11 Ora fuggi a casa tua. Ti avevo detto di onorarti, ma ecco che il Signore non ha voluto onorarti".
12 Και ειπεν ο Βαλααμ προς τον Βαλακ, Δεν ειπον και προς τους απεσταλμενους σου, τους οποιους απεστειλας προς εμε, λεγων,12 Balaam disse a Balak: "Anche ai messaggeri che mi inviasti, non parlai forse dicendo:
13 Και αν μοι δωση ο Βαλακ την οικιαν αυτου πληρη αργυριου και χρυσιου, δεν δυναμαι να παραβω την προσταγην του Κυριου, ωστε να καμω καλον η κακον απ' εμαυτου, αλλ' ο, τι ο Κυριος λαληση, τουτο θελω ειπει;13 "Se Balak mi desse la sua casa piena di argento e oro, non potrei trasgredire l'ordine del Signore per fare bene o male, senza dire quello che il Signore mi ha detto"?
14 και τωρα, ιδου, εγω υπαγω προς τον λαον μου? ελθε λοιπον να σοι φανερωσω τι θελει καμει ο λαος ουτος εις τον λαον σου εις τας εσχατας ημερας.14 Ora ecco ritorno al mio popolo: vieni, voglio informarti di quello che questo popolo farà al tuo popolo in avvenire".
15 Και αρχισας την παραβολην αυτου ειπε, Βαλααμ ο υιος του Βεωρ ειπε, και ο ανθρωπος, ο εχων ανοικτους τους οφθαλμους αυτου, ειπεν?15 Pronunciò il suo poema e disse: "Oracolo di Balaam, figlio di Beor, oracolo dell'uomo aperto d'occhio,
16 ειπεν εκεινος, οστις ηκουσε τα λογια του Θεου, και ελαβε την γνωσιν του Υψιστου, οστις ειδεν ορασιν του Παντοδυναμου, πεσων εις εκστασιν, εχων ομως ανοικτους τους οφθαλμους αυτου?16 oracolo di chi ascolta parole di Dio, e conosce la scienza dell'Altissimo; vede quello che l'Onnipotente gli fa vedere, cade e gli occhi si aprono.
17 Θελω ιδει αυτον, αλλ' ουχι τωρα? θελω θεωρησει αυτον, αλλ' ουχι εκ του πλησιον? θελει ανατειλει αστρον εξ Ιακωβ, και θελει αναστηθη σκηπτρον εκ του Ισραηλ, και θελει παταξει τους αρχηγους Μωαβ, και εξολοθρευσει παντας τους υιους του Σηθ?17 Lo vedo, ma non ora, lo guardo, ma non da vicino: una stella si muove da Giacobbe, si alza uno scettro da Israele, spezza i fianchi di Moab, il cranio di tutti i figli di Set.
18 και ο Εδωμ θελει εισθαι κληρονομια, και ο Σηειρ θελει εισθαι κληρονομια εις τους εχθρους αυτου? και ο Ισραηλ θελει πραξει εν ισχυι?18 Suo possesso sarà Edom, suo possesso Seir, suo nemico: Israele agirà con potenza;
19 και θελει εξελθει εξ Ιακωβ ο εξουσιαζων, και θελει εξολοθρευσει τον διασωθεντα εκ της πολεως.19 Giacobbe dominerà i suoi nemici, farà perire lo scampato da Ar".
20 Και ιδων τον Αμαληκ, ηρχισε την παραβολην αυτου και ειπεν, Ο Αμαληκ ειναι αρχη των εθνων? αλλ' εν τω τελει αυτου θελει αφανισθη.20 Vide Amalek, pronunziò il suo poema e disse: "Primizia delle nazioni è Amalek, ma il suo avvenire si perde per sempre".
21 Και ιδων τον Κεναιον, ηρχισε την παραβολην αυτου και ειπεν, Ισχυρα ειναι η κατοικια σου, και θετεις την φωλεαν σου επι την πετραν?21 Vide i Keniti, pronunziò il suo poema e disse: "Stabile è la tua dimora, o Caino, posto sulla roccia il tuo nido:
22 πλην ο Κεναιος θελει καταπορθηθη, εωσου σε φερη αιχμαλωτον ο Ασσουρ.22 eppure sarà dato alla distruzione fino a quando Assur ti farà prigioniero".
23 Και επανελαβε την παραβολην αυτου και ειπεν, Ω τις θελει ζησει, οταν ο Θεος καμη τουτο;23 Pronunciò poi ancora il suo poema e disse: "Guai: chi vivrà se lo prende Dio.
24 Και πλοια θελουσιν ελθει απο των παραλιων των Κητιαιων, και θελουσι καταθλιψει τον Ασσουρ, και θελουσι καταθλιψει τον Εβερ? αλλα και εκεινοι θελουσιν εξαφανισθη.24 Navi da parte di Cipro: opprimono Assur, opprimono Eber; anch'egli si perde per sempre".
25 Και σηκωθεις ο Βαλααμ ανεχωρησε και επεστρεψεν εις τον τοπον αυτου? ο δε Βαλακ απηλθε και αυτος εις την οδον αυτου.25 Poi Balaam si alzò, se ne andò e ritornò alla sua regione. Anche Balak se ne andò per la sua strada.