Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

ΗΣΑΙΑΣ - Isaia - Isaiah 58


font
GREEK BIBLEDOUAI-RHEIMS
1 Αναβοησον δυνατα, μη φεισθης? υψωσον την φωνην σου ως σαλπιγγα και αναγγειλον προς τον λαον μου τας ανομιας αυτων και προς τον οικον Ιακωβ τας αμαρτιας αυτων.1 Cry, cease not, lift up thy voice like a trumpet, and shew my people their wicked doings, and the house of Jacob their sins.
2 Με ζητουσιν ομως καθ' ημεραν και επιθυμουσι να μανθανωσι τας οδους μου, ως εθνος το οποιον εκαμε δικαιοσυνην και δεν εγκατελιπε την κρισιν του Θεου αυτου? ζητουσι παρ' εμου κρισεις δικαιοσυνης? επιθυμουσι να πλησιαζωσιν εις τον Θεον.2 For they seek me from day to day, sad desire to know my ways, as a nation that hath done justice, and hath not forsaken the judgment of their God: they ask of me the judgments of justice: they are willing to approach to God.
3 Δια τι ενηστευσαμεν, λεγουσι, και δεν ειδες; εταλαιπωρησαμεν την ψυχην ημων και δεν εγνωρισας; Ιδου, εν τη ημερα της νηστειας σας ευρισκετε ηδονην και καταθλιβετε παντας τους μισθωτους σας.3 Why have we fasted, and thou hast not regarded: have we humbled our souls, and thou hast not taken notice? Behold in the day of your fast your own will is found, and you exact of all your debtors.
4 Ιδου, νηστευετε δια δικας και εριδας και γρονθιζετε ασεβως? μη νηστευετε, καθως την σημερον, δια να ακουσθη ανωθεν η φωνη σας.4 Behold you fast for debates and strife. and strike with the fist wickedly. Do not fast as you have done until this day, to make your cry to be heard on high.
5 Τοιαυτη ειναι η νηστεια, την οποιαν εγω εξελεξα; να ταλαιπωρη ο ανθρωπος την ψυχην αυτου μιαν ημεραν; να κλινη την κεφαλην αυτου ως σπαρτον και να υποστρονη σακκον και στακτην εις εαυτον; νηστειαν θελεις ονομασει τουτο και ημεραν δεκτην εις τον Κυριον;5 Is this such a fast as I have chosen: for a man to afflict his soul for a day? is this it, to wind his head about like a circle, and to spread sackcloth and ashes? wilt thou call this a fast, and a day acceptable to the Lord?
6 Η νηστεια την οποιαν εγω εξελεξα, δεν ειναι αυτη; το να λυης τους δεσμους της κακιας, το να διαλυης τα βαρεα φορτια και το να αφινης ελευθερους τους καταδεδυναστευμενους και το να συντριβης παντα ζυγον;6 Is not this rather the fast that I have chosen? loose the bands of wickedness, undo the bundles that oppress, let them that are broken go free, and break asunder every burden.
7 Δεν ειναι το να διαμοιραζης τον αρτον σου εις τον πεινωντα και να εισαγης εις την οικιαν σου τους αστεγους πτωχους; οταν βλεπης τον γυμνον, να ενδυης αυτον, και να μη κρυπτης σεαυτον απο της σαρκος σου;7 Deal thy bread to the hungry, and bring the needy and the harbourless into thy house: when thou shalt see one naked, cover him, and despise not thy own flesh.
8 Τοτε το φως σου θελει εκλαμψει ως η αυγη και η υγιεια σου ταχεως θελει βλαστησει? και η δικαιοσυνη σου θελει προπορευεσθαι εμπροσθεν σου? η δοξα του Κυριου θελει εισθαι η οπισθοφυλακη σου.8 Then shall thy light break forth as the morning, and thy health shall speedily arise, and thy justice shall go before thy face, end the glory of the Lord shall gather thee up.
9 Τοτε θελεις κραζει και ο Κυριος θελει αποκρινεσθαι? θελεις φωναζει και εκεινος θελει λεγει, Ιδου, εγω. Εαν εκβαλης εκ μεσου σου τον ζυγον, την ανατασιν του δακτυλου και τους ματαιους λογους?9 Then shalt thou call, and the Lord shall hear: thou shalt cry, and he shall say, Here I am. If thou wilt take away the chain out of the midst of thee, and cease to stretch out the finger, and to speak that which profiteth not.
10 και ανοιγης την ψυχην σου προς τον πεινωντα και ευχαριστης την τεθλιμμενην ψυχην? τοτε το φως σου θελει ανατελλει εν τω σκοτει και το σκοτος σου θελει εισθαι ως μεσημβρια.10 When thou shalt pour out thy soul to the hungry, and shalt satisfy the afflicted soul then shall thy light rise up in darkness, and thy darkness shall be as the noonday.
11 Και ο Κυριος θελει σε οδηγει παντοτε και χορταινει την ψυχην σου εν ανομβριαις και παχυνει τα οστα σου? και θελεις εισθαι ως κηπος ποτιζομενος και ως πηγη υδατος, της οποιας τα υδατα δεν εκλειπουσι.11 And the Lord will give thee rest continually, and will fill thy soul with brightness, and deliver thy bones, and thou shalt be like a watered garden, and like a fountain of water whose waters shall not fail
12 Και οι απο σου θελουσιν οικοδομησει τας παλαιας ερημωσεις? θελεις ανεγειρει τα θεμελια πολλων γενεων? και θελεις ονομασθη, Ο επιδιορθωτης των χαλασματων, Ο ανορθωτης των οδων δια τον κατοικισμον.12 And the places that have been desolate for ages shall be built in thee: thou shalt raise up the foundations of generation and generation: and thou shalt be called the repairer of the fences, turning the paths into rest.
13 Εαν αποστρεψης τον ποδα σου απο του σαββατου, απο του να καμνης τα θεληματα σου εν τη αγια μου ημερα, και ονομαζης το σαββατον τρυφην, αγιαν ημεραν του Κυριου, εντιμον, και τιμας αυτο, μη ακολουθων τας οδους σου μηδε ευρισκων εν αυτω το θελημα σου μηδε λαλων τους λογους σου,13 If thou turn away thy foot from the sabbath, from doing thy own will in my holy day, and call the sabbath delightful, and the holy of the Lord glorious, and glorify him, while thou dost not thy own ways, and thy own will is not found: to speak a word:
14 τοτε θελεις εντρυφα εν Κυριω? και εγω θελω σε ιππευσει επι τους υψηλους τοπους της γης και σε θρεψει με την κληρονομιαν του πατρος σου Ιακωβ? διοτι το στομα τον Κυριου ελαλησε.14 Then shalt thou be delighted in the Lord, and I will lift thee up above the high places of the earth, and will feed thee with the inheritance of Jacob thy father. For the mouth of the Lord hath spoken it.