Scrutatio

Sabato, 18 maggio 2024 - San Giovanni I papa ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 2


font
GREEK BIBLEBIBBIA CEI 1974
1 Ημεραν δε τινα ηλθον οι υιοι του Θεου δια να παρασταθωσιν ενωπιον του Κυριου? και μεταξυ αυτων ηλθε και ο Σατανας, δια να παρασταθη ενωπιον του Κυριου.1 Quando un giorno i figli di Dio andarono a presentarsi al Signore, anche satana andò in mezzo a loro a presentarsi al Signore.
2 Και ειπεν ο Κυριος προς τον Σαταναν, Ποθεν ερχεσαι; Και ο Σατανας απεκριθη προς τον Κυριον και ειπε, Περιελθων την γην και εμπεριπατησας εν αυτη παρειμι.2 Il Signore disse a satana: "Da dove vieni?". Satana rispose al Signore: "Da un giro sulla terra che ho percorsa".
3 Και ειπεν ο Κυριος προς τον Σαταναν, Εβαλες τον νουν σου επι τον δουλον μου Ιωβ, οτι δεν υπαρχει ομοιος αυτου εν τη γη, ανθρωπος αμεμπτος και ευθυς, φοβουμενος τον Θεον και απεχομενος απο κακου; και ετι κρατει την ακεραιοτητα αυτου, αν και με παρωξυνας κατ' αυτου, δια να εξολοθρευσω αυτον ανευ αιτιας.3 Il Signore disse a satana: "Hai posto attenzione al mio servo Giobbe? Nessuno è come lui sulla terra: uomo integro e retto, teme Dio ed è alieno dal male. Egli è ancor saldo nella sua integrità; tu mi hai spinto contro di lui, senza ragione, per rovinarlo".
4 Και απεκριθη ο Σατανας προς τον Κυριον και ειπε, Δερμα υπερ δερματος, και παντα οσα εχει ο ανθρωπος θελει δωσει υπερ της ζωης αυτου?4 Satana rispose al Signore: "Pelle per pelle; tutto quanto ha, l'uomo è pronto a darlo per la sua vita.
5 πλην τωρα εκτεινον την χειρα σου και εγγισον τα οστα αυτου και την σαρκα αυτου, δια να ιδης εαν δεν σε βλασφημηση κατα προσωπον.5 Ma stendi un poco la mano e toccalo nell'osso e nella carne e vedrai come ti benedirà in faccia!".
6 Και ειπεν ο Κυριος προς τον Σαταναν, Ιδου, αυτος εις την χειρα σου? μονον την ζωην αυτου φυλαξον.6 Il Signore disse a satana: "Eccolo nelle tue mani! Soltanto risparmia la sua vita".
7 Τοτε εξηλθεν ο Σατανας απ' εμπροσθεν του Κυριου και επαταξε τον Ιωβ με ελκος κακον απο του ιχνους των ποδων αυτου εως της κορυφης αυτου.7 Satana si allontanò dal Signore e colpì Giobbe con una piaga maligna, dalla pianta dei piedi alla cima del capo.
8 Και ελαβεν εις εαυτον οστρακον, δια να ξυηται με αυτο? και εκαθητο εν μεσω της σποδου.8 Giobbe prese un coccio per grattarsi e stava seduto in mezzo alla cenere.
9 Τοτε ειπε προς αυτον γυνη αυτου, Ετι κρατεις την ακεραιοτητα σου; Βλασφημησον τον Θεον και αποθανε.9 Allora sua moglie disse: "Rimani ancor fermo nella tua integrità? Benedici Dio e muori!".
10 Ο δε ειπε προς αυτην, Ελαλησας ως λαλει μια εκ των αφρονων γυναικων? τα αγαθα μονον θελομεν δεχθη εκ του Θεου, και τα κακα δεν θελομεν δεχθη; Εν πασι τουτοις δεν ημαρτησεν ο Ιωβ με τα χειλη αυτου.10 Ma egli le rispose: "Come parlerebbe una stolta tu hai parlato! Se da Dio accettiamo il bene, perché non dovremo accettare il male?".
In tutto questo Giobbe non peccò con le sue labbra.
11 Ακουσαντες δε οι τρεις φιλοι του Ιωβ παντα ταυτα τα κακα τα επελθοντα επ' αυτον, ηλθον εκαστος εκ του τοπου αυτου? Ελιφας ο Θαιμανιτης και Βιλδαδ ο Σαυχιτης και Σωφαρ ο Νααμαθιτης? διοτι ειχον συμφωνησει να ελθωσιν ομου, δια να συλλυπηθωσιν αυτον και να παρηγορησωσιν αυτον.11 Nel frattempo tre amici di Giobbe erano venuti a sapere di tutte le disgrazie che si erano abbattute su di lui. Partirono, ciascuno dalla sua contrada, Elifaz il Temanita, Bildad il Suchita e Zofar il Naamatita, e si accordarono per andare a condolersi con lui e a consolarlo.
12 Και οτε εσηκωσαν τους οφθαλμους αυτων μακροθεν και δεν εγνωρισαν αυτον, υψωσαν την φωνην αυτων και εκλαυσαν? και διεσχισαν εκαστος το ιματιον αυτου και ερριψαν χωμα επι τας κεφαλας αυτων προς τον ουρανον.12 Alzarono gli occhi da lontano ma non lo riconobbero e, dando in grida, si misero a piangere. Ognuno si stracciò le vesti e si cosparse il capo di polvere.
13 Και εκαθησαν μετ' αυτου κατα γης επτα ημερας και επτα νυκτας, και ουδεις ελαλησε λογον προς αυτον, διοτι εβλεπον οτι ο πονος αυτου ητο μεγας σφοδρα.13 Poi sedettero accanto a lui in terra, per sette giorni e sette notti, e nessuno gli rivolse una parola, perché vedevano che molto grande era il suo dolore.