Scrutatio

Venerdi, 17 maggio 2024 - San Pasquale Baylon ( Letture di oggi)

ΕΣΔΡΑΣ Α´ - Esdra 1 - 1 Esdras 3


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Και οτε εφθασεν ο εβδομος μην και οι υιοι Ισραηλ ησαν εν ταις πολεσι, συνηθροισθη ο λαος ως εις ανθρωπος εις Ιερουσαλημ.1 Les Israélites étaient donc dans leurs villes, mais quand le septième mois arriva, le peuple se rassembla comme un seul homme, à Jérusalem.
2 Και εσηκωθη Ιησους, ο υιος του Ιωσεδεκ, και οι αδελφοι αυτου οι ιερεις, και Ζοροβαβελ ο υιος του Σαλαθιηλ και οι αδελφοι αυτου, και ωκοδομησαν το θυσιαστηριον του Θεου του Ισραηλ, δια να προσφερωσιν ολοκαυτωματα επ' αυτου, κατα το γεγραμμενον εν τω νομω Μωυσεως του ανθρωπου του Θεου?2 Josué fils de Yosadak, ses frères prêtres, Zorobabel, fils de Chéaltiel, et ses frères, se mirent ensemble à rebâtir l’autel du Dieu d’Israël pour y offrir des holocaustes, comme il est écrit dans la loi de Moïse, l’homme de Dieu.
3 και εστησαν το θυσιαστηριον εν τω τοπω αυτου, καιτοι επαπειλουμενοι υπο του λαου των τοπων εκεινων? και προσεφεραν επ' αυτου ολοκαυτωματα προς τον Κυριον, ολοκαυτωματα πρωι και εσπερας.3 On avait beau avoir peur des païens, on reconstruisit l’autel à son emplacement et l’on y offrit des holocaustes en l’honneur de Yahvé: l’holocauste du matin et celui du soir.
4 Και εκαμον την εορτην των σκηνων, κατα το γεγραμμενον, και τας καθημερινας ολοκαυτωσεις κατα αριθμον, ως ητο διατεταγμενον κατα το καθηκον εκαστης ημερας.4 On célébra la fête des Tentes comme il est écrit, avec le nombre d’holocaustes fixés pour chaque jour,
5 Και μετα ταυτα προσεφεραν τα παντοτεινα ολοκαυτωματα, και των νεομηνιων και πασων των καθηγιασμενων εορτων του Κυριου και παντος προσφεροντος αυτοπροαιρετον προσφοραν εις τον Κυριον.5 puis, en plus de l’holocauste perpétuel, on offrit ceux qui étaient prévus pour les sabbats, les nouvelles lunes et toutes les fêtes en l’honneur de Yahvé; on y offrit encore les holocaustes que chacun en toute liberté voulait offrir à Yahvé.
6 Απο της πρωτης ημερας του εβδομου μηνος ηρχισαν να προσφερωσιν ολοκαυτωματα προς τον Κυριον? πλην τα θεμελια του ναου του Κυριου δεν ειχον τεθη ετι.6 Ce fut le premier jour du septième mois que l’on commença à offrir des holocaustes à Yahvé, alors que les fondations du sanctuaire de Yahvé n’étaient pas encore posées.
7 Και εδωκαν αργυριον εις τους λιθοτομους και εις τους τεκτονας? και τροφας και ποτα και ελαιον, εις τους Σιδωνιους και εις τους Τυριους, δια να φερωσι ξυλα κεδρινα απο του Λιβανου εις την θαλασσαν της Ιοππης, κατα την εις αυτους δοθεισαν αδειαν Κυρου του βασιλεως της Περσιας.7 On donna de l’argent aux tailleurs de pierre et aux charpentiers; des vivres, de la boisson et de l’huile aux gens de Sidon et de Tyr, pour qu’ils fassent venir du bois de cèdre. Ils devaient l’amener par mer depuis le Liban jusqu’à Jaffa, selon l’autorisation reçue de Cyrus, roi de Perse.
8 Και εν τω δευτερω ετει της επιστροφης αυτων προς τον οικον του Θεου εν Ιερουσαλημ, εν μηνι τω δευτερω, ηρχισαν Ζοροβαβελ ο υιος του Σαλαθιηλ και Ιησους ο υιος του Ιωσεδεκ και οι λοιποι των αδελφων αυτων, ιερεις και Λευιται, και παντες οι ελθοντες απο της αιχμαλωσιας εις Ιερουσαλημ? και κατεστησαν τους Λευιτας, απο εικοσι ετων ηλικιας και επανω, δια να επισπευδωσι το εργον του οικου του Κυριου.8 La deuxième année après leur arrivée au Temple de Dieu à Jérusalem, au deuxième mois, Zorobabel fils de Chéaltiel et Josué fils de Yosadak, le reste de leurs frères, les prêtres, les lévites et tous ceux qui étaient rentrés de captivité à Jérusalem commencèrent le travail. On chargea les lévites de 20 ans et plus, de diriger les travaux du Temple de Yahvé.
9 Και παρεσταθη ο Ιησους, οι υιοι αυτου και οι αδελφοι αυτου, ο Καδμιηλ και οι υιοι αυτου, υιοι Ιουδα, ως εις ανθρωπος, δια να κατεπειγωσι τους εργαζομενους εν τω οικω του Θεου? οι υιοι του Ηναδαδ, οι υιοι αυτων και οι αδελφοι αυτων οι Λευιται.9 Josué, ses fils et ses frères, Kadmiel et ses fils, les fils de Hodavya, prirent tous ensemble la direction de ceux qui travaillaient dans le Temple de Dieu.
10 Και οτε εθεσαν οι οικοδομοι τα θεμελια του ναου του Κυριου, εσταθησαν οι ιερεις ενδεδυμενοι, μετα σαλπιγγων, και οι Λευιται οι υιοι του Ασαφ μετα κυμβαλων, δια να υμνωσι τον Κυριον, κατα την διαταγην Δαβιδ του βασιλεως του Ισραηλ?10 Lorsque les bâtisseurs posèrent les fondations du Temple de Yahvé, les prêtres en tunique avec leurs trompettes, les lévites fils d’Asaf avec leurs cymbales, se présentèrent pour célébrer Yahvé comme l’avait ordonné David, roi d’Israël.
11 και εψαλλον αμοιβαιως υμνουντες και ευχαριστουντες τον Κυριον, Οτι αγαθος, οτι εις τον αιωνα το ελεος αυτου επι τον Ισραηλ. Και πας ο λαος ηλαλαξαν αλαλαγμον μεγαν, υμνουντες τον Κυριον δια την θεμελιωσιν του οικου του Κυριου.11 Ils entonnèrent ce chant, louant et célébrant Yahvé: “Car il est bon, car éternel est son amour pour Israël!” Tout le peuple poussait de grandes acclamations, il rendait grâce à Yahvé de ce qu’on posait les fondations du Temple de Yahvé.
12 Και πολλοι εκ των ιερεων και Λευιτων και των αρχηγων των πατριων, γεροντες, οιτινες ειχον ιδει τον προτερον οικον, ενω ο οικος ουτος εθεμελιουτο ενωπιον των οφθαλμων αυτων, εκλαιον μετα φωνης μεγαλης? πολλοι δε ηλαλαξαν εν φωνη μεγαλη μετ' ευφροσυνης.12 Beaucoup de personnes âgées, prêtres et lévites, chefs de familles qui avaient connu le premier Temple, pleuraient abondamment pendant qu’on posait sous leurs yeux les fondations, mais beaucoup d’autres laissaient éclater leurs joyeuses acclamations.
13 Και δεν διεκρινεν ο λαος την φωνην του αλαλαγμου της ευφροσυνης απο της φωνης του κλαυθμου του λαου? διοτι ο λαος ηλαλαζεν αλαλαγμον μεγαν, και η βοη ηκουετο εως απο μακροθεν.13 On ne pouvait plus distinguer le bruit des acclamations joyeuses et celui des pleurs du peuple; les acclamations étaient telles qu’on les entendait de loin.