Scrutatio

Martedi, 28 maggio 2024 - Santi Emilio, Felice, Priamo e Feliciano ( Letture di oggi)

ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β´ - 2 Cronache - Chronicles II 33


font
GREEK BIBLEBIBBIA VOLGARE
1 Δωδεκα ετων ηλικιας ητο ο Μανασσης οτε εβασιλευσε, και εβασιλευσε πεντηκοντα πεντε ετη εν Ιερουσαλημ.1 E quando incominciò a regnare, Manasse era di XII anni; e LV anni regnò in Ierusalem.
2 Και επραξε πονηρα ενωπιον του Κυριου, κατα τα βδελυγματα των εθνων, τα οποια εξεδιωξεν ο Κυριος απ' εμπροσθεν των υιων Ισραηλ?2 E fece male nel cospetto del Signore, secondo (tutte) le abominazioni delle genti le quali il Signore dissipoe dinanzi a (tutti) i figliuoli d' Israel.
3 και ανωκοδομησε τους υψηλους τοπους, τους οποιους Εζεκιας ο πατηρ αυτου κατεστρεψε, και ανηγειρε θυσιαστηρια εις τους Βααλειμ, και εκαμεν αλση και προσεκυνησε πασαν την στρατιαν του ουρανου και ελατρευσεν αυτα.3 E convertendosi restaurò i luoghi alti, i quali avea dissipati il suo padre Ezechia; e fece altari a Baalim, e fece boschi, e adoroe tutta la milizia del cielo, e coltivolla.
4 Και ωκοδομησε θυσιαστηρια εν τω οικω του Κυριου, περι του οποιου ο Κυριος ειπεν, Εν Ιερουσαλημ θελει εισθαι το ονομα μου εις τον αιωνα.4 Ed edificò altari nella casa di Dio, della quale avea detto il Signore: in Ierusalem sarà il nome mio in eterno.
5 Και ωκοδομησε θυσιαστηρια εις πασαν την στρατιαν του ουρανου εντος των δυο αυλων του οικου του Κυριου.5 Ed edificogli a tutto l'esercito del cielo in due palagi della casa di Dio.
6 Και αυτος διεβιβασε τους υιους αυτου δια του πυρος εν τη κοιλαδι του υιου του Εννομ? και προεμαντευε καιρους και εκαμνεν οιωνισμους και μαγειας και εσυστησεν ανταποκριτας δαιμονιων και επαοιδους? πολλα πονηρα επραξεν ενωπιον του Κυριου, δια να παροργιση αυτον.6 E fece passare i suoi figliuoli per lo fuoco nella valle di Benennom; attendea a' sogni, seguitava le divinazioni, e servia all' arti malefiche, e avea seco maghi (e divinatori) e incantatori; e molti mali operò nel cospetto di Dio per provocarlo.
7 Και εστησε το γλυπτον, την εικονα την οποιαν εκαμεν, εν τω οικω του Θεου, περι του οποιου ο Θεος ειπε προς τον Δαβιδ και προς τον Σολομωντα τον υιον αυτου, Εν τω οικω τουτω και εν Ιερουσαλημ, την οποιαν εξελεξα απο πασων των φυλων του Ισραηλ, θελω θεσει το ονομα μου εις τον αιωνα?7 E nella casa di Dio puose (uno segnale cioè) una imagine fonduta, della quale cosa favellò Iddio a David e al suo figliuolo [Salomone], dicendo: in questa casa e in Ierusalem, la quale io hoe eletta di tutte le tribù d'Israel, porrò il mio nome in sempiterno.
8 και δεν θελω μετασαλευσει τον ποδα του Ισραηλ απο της γης, την οποιαν παρεδωκα εις τους πατερας σας? εαν μονον προσεξωσι να καμνωσι παντα οσα προσεταξα εις αυτους, κατα παντα τον νομον και τα διαταγματα και τας κρισεις τας δοθεισας δια του Μωυσεως.8 E non farò muovere il piede ad Israel della terra la quale io diedi a' padri loro, in questo modo se egli faranno quelle cose le quali io hoe comandate loro, tutta la legge e le osservanze e li giudicii (li quali io comandai) per le mani di Moisè.
9 Και επλανησεν ο Μανασσης τον Ιουδαν και τους κατοικους της Ιερουσαλημ, ωστε να πραττωσι πονηροτερα παρα τα εθνη, τα οποια ο Κυριος ηφανισεν απ' εμπροσθεν των υιων Ισραηλ.9 Onde che Manasse ingannò Giuda e gli abitatori di Ierusalem, che facessero male sopra tutte le genti le quali il Signore avea disperse dinanzi ai figliuoli d' Israel.
10 Και ελαλησε Κυριος προς τον Μανασσην και προς τον λαον αυτου? πλην δεν εδωκαν ακροασιν.10 E favelloe il Signore a lui e al popolo, e non volsero attendere.
11 Δια τουτο εφερε κατ' αυτων ο Κυριος τους αρχοντας του στρατευματος του βασιλεως της Ασσυριας, και επιασαν τον Μανασσην μεταξυ των θαμνων και δεσαντες αυτον με αλυσεις, εφεραν αυτον εις Βαβυλωνα.11 E però indusse sopra di loro i principi dello esercito del re degli Assirii; e presero Manasse, e legato con catene e con ceppi il menarono in Babilonia.
12 Και ενω ητο εν θλιψει, ικετευσε Κυριον τον Θεον αυτου και εταπεινωθη σφοδρα ενωπιον του Θεου των πατερων αυτου,12 Il quale, poi che fu costretto, orò al suo Signore Iddio; e pentissi molto nel cospetto del Signore Iddio de' padri suoi.
13 και προσηυχηθη εις αυτον? τοτε ηλεησεν αυτον και επηκουσε της δεησεως αυτου και επανεφερεν αυτον εις Ιερουσαλημ, εις το βασιλειον αυτου. Τοτε εγνωρισεν ο Μανασσης ετι ο Κυριος αυτος ειναι ο Θεος.13 E pregollo molto attentamente; ed esaudio la sua orazione, e ridusselo in Ierusalem nel regno suo, e conobbe Manasse che il Signore lui è Iddio.
14 Μετα δε ταυτα ωκοδομησε τειχος εξω της πολεως Δαβιδ, προς δυσμας του Γιων, εν τη κοιλαδι, εως της εισοδου της πυλης της ιχθυικης, και περιεκυκλωσε το Οφηλ και υψωσεν αυτο εις μεγα υψος, και εβαλε πολεμαρχους εν πασαις ταις ωχυρωμεναις πολεσι του Ιουδα.14 Dopo queste cose edificò il muro di fuori della città di David, alle parti dell' occidente di Gion nella valle, dall' entrata della porta de' pesci dintorno insino ad Ofel, e alzollo molto; e puose principi dello esercito in tutte le cittadi fornite di Giuda.
15 Και αφηρεσε τους ξενους θεους και την εικονα απο του οικου του Κυριου και παντα τα θυσιαστηρια, τα οποια ωκοδομησεν εν τω ορει του οικου του Κυριου και εν Ιερουσαλημ? και ερριψεν αυτα εξω της πολεως.15 E tolse via gli dii altrui e le statue della casa di Dio, e gli altari i quali avea fatti ne' monti della casa di Dio e in Ierusalem; e tutti gli gittò fuori della città.
16 Και ανωρθωσε το θυσιαστηριον του Κυριου και εθυσιασεν επ' αυτου θυσιας ειρηνικας και ευχαριστηριους, και προσεταξε τον Ιουδαν να λατρευη Κυριον τον Θεον του Ισραηλ.16 E rifece l' altare del Signore, e offerse sopra quello vittime, pacifiche (ostie) e laude; e comandò a Giuda, che servisse al suo Signore Iddio d'Israel.
17 Ο λαος ομως εθυσιαζεν ετι επι τους υψηλους τοπους, πλην μονον εις Κυριον τον Θεον αυτων.17 Ma pure il popolo sacrificava ne' luoghi alti al suo Signore Iddio.
18 Αι δε λοιπαι πραξεις του Μανασση και η προσευχη αυτου η προς τον Θεον αυτου και οι λογοι των βλεποντων, οιτινες ελαλησαν προς αυτον εν ονοματι Κυριου του Θεου Ισραηλ, ιδου, ειναι γεγραμμεναι εν τοις χρονικοις των βασιλεων του Ισραηλ.18 Tutte l'altre cose di Manasse, e la sua osservanza al Dio suo, e le parole de' profeti li quali favellavano a lui nel nome del Signore d' Israel, si contiene nei sermoni de' re d'Israel.
19 Και η προσευχη αυτου, και πως εισηκουσθη, και πασαι αι αμαρτιαι αυτου και η αποστασια αυτου και τα μερη, οπου ωκοδομησεν υψηλους τοπους και εστησε τα αλση και τα γλυπτα, πριν ταπεινωθη, ιδου, ειναι γεγραμμενα εν τοις λογοις των βλεποντων.19 E la sua orazione e la esaudizione, e tutti i peccati e dispregiamenti, e i luoghi alti i quali edificoe (e l'altezze), e fece boschi e le statue prima che facesse penitenza, sono scritte nei sermoni di Ozai.
20 Και εκοιμηθη ο Μανασσης μετα των πατερων αυτου, και εθαψαν αυτον εν τω οικω αυτου? εβασιλευσε δε αντ' αυτου Αμων ο υιος αυτου.20 E dormio Manasse coi padri suoi, e seppellironlo nella casa sua; e regnò per lui il suo figliuolo Amon.
21 Εικοσιδυο ετων ηλικιας ητο ο Αμων οτε εβασιλευσε, και εβασιλευσε δυο ετη εν Ιερουσαλημ.21 E Amon, quando incominciò a regnare, era di XXII anni; e due anni regnò in Ierusalem.
22 Και επραξε πονηρα ενωπιον του Κυριου, καθως επραξε Μανασσης ο πατηρ αυτου? και εθυσιαζεν ο Αμων εις παντα τα γλυπτα, τα οποια Μανασσης ο πατηρ αυτου εκαμε, και ελατρευεν αυτα?22 E fece male nel cospetto di Dio, sì come avea fatto Manasse suo padre
23 και δεν εταπεινωθη ενωπιον του Κυριου, καθως εταπεινωθη Μανασσης ο πατηρ αυτου? αλλ' αυτος ο Αμων ηνομησε μαλλον και μαλλον.23 E non ebbe riverenza alla faccia di Dio, sì come ebbe riverenza Manasse suo padre; e in molte maggiori cose falloe.
24 Και συνωμοσαν οι δουλοι αυτου κατ' αυτου και εθανατωσαν αυτον εν τω οικω αυτου.24 E congiurati contra lui, i servi suoi ucciserlo nella casa sua.
25 Ο δε λαος της γης εθανατωσε παντας τους συνομοσαντας κατα του βασιλεως Αμων? και εκαμεν ο λαος της γης βασιλεα αντ' αυτου Ιωσιαν τον υιον αυτου.25 E tutta l'altra moltitudine del popolo uccisono coloro i quali aveano morto Amon, e fecero re per lui Iosia suo figliuolo.