Scrutatio

Mercoledi, 29 maggio 2024 - Sant'Alessandro ( Letture di oggi)

ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β´ - 2 Cronache - Chronicles II 2


font
GREEK BIBLEBIBBIA VOLGARE
1 Και απεφασισεν ο Σολομων να οικοδομηση οικον εις το ονομα του Κυριου και οικον βασιλικον εις εαυτον,1 E fermò il re Salomone di edificare la casa al nome del Signore, e a sè uno palagio.
2 Και ηριθμησεν ο Σολομων εβδομηκοντα χιλιαδας ανδρων αχθοφορων, και ογδοηκοντα χιλιαδας λιθοτομων εν τω ορει, και τρεις χιλιαδας εξακοσιους επιστατας επ' αυτων.2 E numerò LXX milia d' uomini i quali portassero nelle spalle, LXXX milia i quali tagliassero le pietre nel monte, e loro preposti tremilia secento.
3 Και απεστειλεν ο Σολομων προς Χουραμ τον βασιλεα της Τυρου, λεγων, Καθως εκαμες εις τον Δαβιδ τον πατερα μου, και επεμψας προς αυτον κεδρους δια να οικοδομηση εις εαυτον οικον να κατοικηση εν αυτω, ουτω καμε και εις εμε.3 E mandò a dire ad Iram re di Tiro: sì come tu facesti col mio padre David, e mandastigli legno di cedro, per fare casa a sè, nella quale egli abitoe;
4 Ιδου, εγω οικοδομω οικον εις το ονομα Κυριου του Θεου μου, δια να καθιερωσω τουτον εις αυτον, δια να προσφερηται ενωπιον αυτου θυμιαμα ευωδιας και οι παντοτεινοι αρτοι της προθεσεως και τα ολοκαυτωματα τα πρωινα και εσπερινα, εν τοις σαββασι και εν ταις νεομηνιαις και εν ταις επισημοις εορταις Κυριου του Θεου ημων? τουτο ειναι χρεος του Ισραηλ εις τον αιωνα.4 così fa meco, acciò ch' io edifichi casa al nome del mio Iddio, e ch' io la consacri ad offerire l'incenso nel cospetto suo, e a fare il fumo delle spezie, e a sempiterna proposizione di pani e olocausti, la mattina e al vespro, ne' sabati e neomenie e solennitadi del nostro Signore Iddio in sempiterno, le quali sono comandate ad Israel.
5 Και ο οικος τον οποιον οικοδομω ειναι μεγας? διοτι μεγας ο Θεος ημων υπερ παντας τους θεους.5 E la casa la quale io desidero di edificare è grande; però che il nostro Iddio sì è grande sopra tutti gli Dii.
6 Αλλα τις δυναται να οικοδομηση εις αυτον οικον, ενω ο ουρανος και ο ουρανος των ουρανων δεν ειναι ικανοι να χωρεσωσιν αυτον; Τις δε ειμαι εγω, ωστε να οικοδομησω οικον εις αυτον; ειμη μονον δια να θυσιαζω ενωπιον αυτου;6 Onde sarà chi possa bastare ad edificare [a lui] degna casa? Se il cielo e i cieli non possono contenere lui, quanto sono io che a lui possa edificare casa? ma a questo solo, che sia sacrificato lo incenso dinanzi a lui.
7 Τωρα λοιπον αποστειλον προς εμε ανδρα σοφον εις το να εργαζηται εις χρυσον και εις αργυρον και εις χαλκον και εις σιδηρον και εις πορφυραν και εις κοκκινον και εις κυανουν, και επιστημονα εις το εγγλυφειν γλυφας μετα των σοφων των μετ' εμου εν τη Ιουδαια και εν τη Ιερουσαλημ, τους οποιους Δαβιδ ο πατηρ μου ητοιμασεν.7 E però mandami uno uomo ammaestrato, il quale sappia adoperare in oro, ariento, metallo e ferro e porpora e coccino e iacinto, e che sappia iscolpire le figure, con quelli artefici i quali io hoe meco in Giudea e in Ierusalem, i quali apparecchioe il mio padre David.
8 Αποστειλον μοι και ξυλα κεδρινα, πευκινα και ξυλα αλγουμειμ εκ του Λιβανου? διοτι εγω γνωριζω οτι οι δουλοι σου εξευρουσι να κοπτωσι ξυλα εν τω Λιβανω? και ιδου, οι δουλοι μου θελουσιν εισθαι μετα των δουλων σου,8 E mandami legnami di de' pini del monte Libano. Io sanno tagliare il legname nel servi tuoi coi servi miei, cedro, e legni tini e soe che i servi tuoi Libano; e saranno i servi tuoi coi servi miei,
9 δια να ετοιμασωσιν εις εμε ξυλα εν αφθονια? διοτι ο οικος τον οποιον εγω οικοδομω θελει εισθαι μεγας και θαυμαστος.9 acciò che m' apparecchino molto legname; però che la casa, la quale io desidero di edificare, sì (come) è molto grande e nobile.
10 Και ιδου, θελω δωσει εις τους δουλους σου τους ξυλοτομους εικοσι χιλιαδας κορους σιτου κοπανισμενου, και εικοσι χιλιαδας κορους κριθης, και εικοσι χιλιαδας βαθ οινου, και εικοσι χιλιαδας βαθ ελαιου.10 E per questo a' servi tuoi operarii, che taglieranno il legname, io gli darò per loro cibo XX milia cori di grano, e altrettanti d' orzo, e XX milia sati d'olio.
11 Και απεκριθη ο Χουραμ ο βασιλευς της Τυρου δι' επιστολης, την οποιαν εστειλε προς τον Σολομωντα, Επειδη ο Κυριος ηγαπησε τον λαον αυτου, σε κατεστησε βασιλεα επ' αυτους?11 E disse Iram re di Tiro, per lettere le quali mandò a Salomone: però che il Signore hae amato il suo popolo, perciò t' ha fatto regnare sopra esso.
12 ειπεν ετι ο Χουραμ, Ευλογητος Κυριος ο Θεος του Ισραηλ, ο ποιητης του ουρανου και της γης, οστις εδωκεν εις τον Δαβιδ τον βασιλεα υιον σοφον, εχοντα φρονησιν και συνεσιν, οστις θελει οικοδομησει οικον εις τον Κυριον και οικον βασιλικον εις εαυτον?12 E aggiunse dicendo: benedetto il Signore Iddio d'Israel, il quale fece il cielo e la terra, il quale hae dato a David figliuolo savio e ammaestrato, e con senno e prudenza, a edificare casa al Signore e palazzo a sè.
13 αποστελλω λοιπον τωρα ανθρωπον σοφον, εχοντα συνεσιν, του Χουραμ του πατρος μου,13 Onde io ti mandai uno uomo prudente e savissimo Iram padre mio,
14 υιον γυναικος εκ των θυγατερων Δαν και πατρος Τυριου, επιστημονα εις το να εργαζηται εις χρυσον και εις αργυρον, εις χαλκον, εις σιδηρον, εις λιθους και εις ξυλα, εις πορφυραν, εις κυανουν και εις βυσσον και εις κοκκινον? και εις το εγγλυφειν παν ειδος γλυφης, και εφευρισκειν πασαν εφευρεσιν εις ο, τι προβληθη εις αυτον, μετα των σοφων σου και μετα των σοφων του κυριου μου Δαβιδ του πατρος σου?14 figliuolo d'una femina delle figliuole di Dan, il padre del quale fu di Tiro, il quale sae lavorare in oro e in ariento e metallo e ferro e marmo e legname, in porpora, iacinto e bisso e coccino; il quale sae scolpire ogni scoltura, e trovare prudentemente ciò che fa bisogno in lavorìo, con esso li tuoi artefici, e con esso gli artefici del mio signore David, tuo padre.
15 τωρα λοιπον τον σιτον και την κριθην, το ελαιον και τον οινον, τα οποια ο κυριος μου ειπεν, ας στειλη προς τους δουλους αυτου?15 Il grano, l' orzo, l' olio, il vino, il quale tu, signore mio, hai promesso, mandalo a' servi tuoi.
16 και ημεις θελομεν κοψει ξυλα εκ του Λιβανου, κατα πασαν την χρειαν σου, και θελομεν φερει αυτα προς σε με σχεδιας δια θαλασσης εις Ιοππην? και συ θελεις αναβιβασει αυτα εις Ιερουσαλημ.16 Noi taglieremo di Libano tutto il legname che ti farà bisogno, e per mare colle zatte lo arreccheremo in Ioppe; ma a te s'appartenerà farlo portare in Ierusalem.
17 Και ηριθμησεν ο Σολομων παντας τους ανδρας τους ξενους τους εν γη Ισραηλ, μετα τον αριθμον καθ' ον Δαβιδ ο πατηρ αυτου ηριθμησεν αυτους? και ευρεθησαν εκατον πεντηκοντα τρεις χιλιαδες και εξακοσιοι.17 E Salomone annumeroe tutti gli uomini proseliti, i quali erano nella terra d' Israel, dopo la numerazione la quale avea fatta il suo padre David; e trovaronsi centocinquanta migliaia, e tremilia secento.
18 Και εξ αυτων εκαμεν εβδομηκοντα χιλιαδας αχθοφορων, και ογδοηκοντα χιλιαδας λιθοτομων εν τω ορει, και τρεις χιλιαδας εξακοσιους εργοδιωκτας επι τον λαον.18 E fece di loro LXX milia, i quali portassero nelle spalle i pesi, e LXXX milia i quali tagliassere le pietre nelle montagne, e fece III milia [secento] de' prepositi al popolo nelle opere.