Scrutatio

Venerdi, 17 maggio 2024 - San Pasquale Baylon ( Letture di oggi)

ΓΕΝΕΣΙΣ - Genesi - Genesis 39


font
GREEK BIBLECATHOLIC PUBLIC DOMAIN
1 Ο δε Ιωσηφ κατεβιβασθη εις την Αιγυπτον? και ο Πετεφρης ο αυλικος του Φαραω, ο αρχων των σωματοφυλακων, ανθρωπος Αιγυπτιος, ηγορασεν αυτον εκ των χειρων των Ισμαηλιτων, οιτινες κατεβιβασαν αυτον εκει.1 Meanwhile, Joseph was led into Egypt. And Putiphar, a eunuch of Pharaoh, a leader of the army, an Egyptian man, purchased him from the hand of the Ishmaelites, by whom he was brought.
2 Και ητο ο Κυριος μετα του Ιωσηφ, και ητο ανθρωπος ευοδουμενος? και ευρισκετο εν τω οικω του κυριου αυτου Αιγυπτιου.2 And the Lord was with him, and he was a man who prospered in everything that he did. And he lived in the house of his lord,
3 Και ειδεν ο κυριος αυτου, οτι ο Κυριος ητο μετ' αυτου, και ευωδωνεν ο Κυριος εις τας χειρας αυτου παντα οσα εκαμνε.3 who knew very well that the Lord was with him, and that all the things that were done by him were directed by his hand.
4 Και ευρηκεν ο Ιωσηφ χαριν εμπροσθεν αυτου και υπηρετει αυτον? και κατεστησεν αυτον επιστατην επι του οικου αυτου? και παντα οσα ειχε, παρεδωκεν εις τας χειρας αυτου.4 And Joseph found favor in the sight of his lord, and he ministered to him. And, having been placed in charge of everything by him, he governed the house that was entrusted to him and all the things that had been delivered to him.
5 Και εξ εκεινου του καιρου, αφου κατεστησεν αυτον επιστατην επι του οικου αυτου και επι παντων οσα ειχεν, ευλογησεν ο Κυριος τον οικον του Αιγυπτιου εξ αιτιας του Ιωσηφ? και ητο η ευλογια του Κυριου επι παντα οσα ειχεν, εν τω οικω και εν τοις αγροις.5 And the Lord blessed the house of the Egyptian, because of Joseph, and he multiplied all his substance, as much in the buildings, as in the fields.
6 Και παρεδωκε παντα οσα ειχεν εις τας χειρας του Ιωσηφ? και δεν ηξευρεν εκ των υπαρχοντων αυτου ουδεν, πλην του αρτου τον οποιον ετρωγεν. Ητο δε ο Ιωσηφ ευειδης και ωραιος την οψιν.6 Neither did he know anything other than the bread that he ate. Now Joseph was beautiful in form, and stately in appearance.
7 Και μετα τα πραγματα ταυτα, η γυνη του κυριου αυτου ερριψε τους οφθαλμους αυτης επι τον Ιωσηφ? και ειπε, Κοιμηθητι μετ' εμου.7 And so, after many days, his mistress cast her eyes on Joseph, and she said, “Sleep with me.”
8 Αλλ' εκεινος δεν ηθελε, και ειπε προς την γυναικα του κυριου αυτου, Ιδου? ο κυριος μου δεν γνωριζει ουδεν εκ των οσα ειναι μετ' εμου εν τω οικω? και παντα οσα εχει, παρεδωκεν εις τας χειρας μου?8 And without consenting at all to the wicked act, he said to her: “Behold, my lord has delivered all things to me, and he does not know what he has in his own house.
9 δεν ειναι εν τω οικω τουτω ουδεις μεγαλητερος μου, ουτε ειναι απηγορευμενον εις εμε αλλο τι πλην σου, διοτι εισαι η γυνη αυτου? και πως να πραξω τουτο το μεγα κακον, και να αμαρτησω εναντιον του Θεου;9 Neither is there anything which is not in my power, or that he has not delivered to me, except you, for you are his wife. How then can I do this evil act and sin against my God?”
10 Αν και ελαλει προς τον Ιωσηφ καθ' εκαστην ημεραν, ουτος ομως δεν υπηκουσεν εις αυτην να κοιμηθη μετ' αυτης, δια να συνευρεθη μετ' αυτης.10 With such words as these, throughout each day, the woman was pestering the young man, and he was refusing the adultery.
11 Και ημεραν τινα εισηλθεν ο Ιωσηφ εις την οικιαν δια να καμη τα εργα αυτου, και ουδεις εκ των ανθρωπων του οικου ητο εκει εν τω οικω.11 Then it happened, on a certain day, that Joseph entered the house, and he was doing something, without any witnesses.
12 Και εκεινη ηρπασεν αυτον απο του ιματιου αυτου, λεγουσα, Κοιμηθητι μετ' εμου? αλλ' εκεινος αφησας το ιματιον αυτου εις τας χειρας αυτης, εφυγε, και εξηλθεν εξω.12 And she, grasping the hem of his garment, said, “Sleep with me.” But he, leaving behind the cloak in her hand, fled and went outside.
13 Και ως ειδεν οτι αφηκε το ιματιον αυτου εις τας χειρας αυτης και εφυγεν εξω,13 And when the woman saw the garment in her hands and herself being treated with disrespect,
14 εβοησε προς τους ανθρωπους της οικιας αυτης και ελαλησε προς αυτους, λεγουσα, Ιδετε, εφερεν εις ημας ανθρωπον Εβραιον δια να μας εμπαιξη? εισηλθε προς εμε δια να κοιμηθη μετ' εμου και εγω εβοησα μετα φωνης μεγαλης?14 she called to herself the men of her house, and she said to them: “Lo, he has brought in a Hebrew man to abuse us. He entered toward me, in order to join with me; and when I had shouted out,
15 και ως ηκουσεν οτι υψωσα την φωνην μου και εβοησα, αφησας το ιματιον αυτου παρ' εμοι εφυγε και εξηλθεν εξω.15 and he had heard my voice, he left behind the cloak that I held, and he fled outside.”
16 Και απεθεσε το ιματιον αυτου παρ' αυτη, εωσου ηλθεν ο κυριος αυτου εις τον οικον αυτου.16 As a proof, therefore, of her fidelity, she retained the cloak, and she showed it to her husband, when he returned home.
17 Και ειπε προς αυτον κατα τους λογους τουτους, λεγουσα, Ο δουλος ο Εβραιος, τον οποιον εφερες εις ημας, εισηλθε προς εμε δια να με εμπαιξη,17 And she said: “The Hebrew servant, whom you have brought in to me, approached me to abuse me.
18 και ως υψωσα την φωνην μου και εβοησα, αφησας το ιματιον αυτου παρ' εμοι, εφυγεν εξω.18 And when he had heard me cry out, he left behind the cloak that I held, and he fled outside.”
19 Και ως ηκουσεν ο κυριος αυτου τους λογους της γυναικος αυτου, τους οποιους ελαλησε προς αυτον, λεγουσα, Ουτω μοι εκαμεν ο δουλος σου, εξηφθη η οργη αυτου.19 His lord, upon hearing these things, and having excessive trust in the words of his mate, was very angry.
20 Και λαβων ο κυριος του Ιωσηφ αυτον, εβαλεν αυτον εις την οχυραν φυλακην, εις τον τοπον οπου οι δεσμιοι του βασιλεως ησαν πεφυλακισμενοι και εμενεν εκει εν τη οχυρα φυλακη.20 And he delivered Joseph into prison, where the prisoners of the king were kept, and he was enclosed in that place.
21 Αλλ' ο Κυριος ητο μετα του Ιωσηφ και επεχεεν εις αυτον ελεος, και εδωκε χαριν εις αυτον εμπροσθεν του αρχιδεσμοφυλακος.21 But the Lord was with Joseph, and, having mercy on him, he gave him favor in the sight of the leader of the prison,
22 Και παρεδωκεν ο αρχιδεσμοφυλαξ εις τας χειρας του Ιωσηφ παντας τους δεσμιους, τους εν τη οχυρα φυλακη? και παντα οσα επραττοντο εκει, αυτος εκαμνεν αυτα.22 who delivered into his hand all the prisoners who were held in custody. And whatever was done, was under him.
23 Ο αρχιδεσμοφυλαξ δεν εθεωρει ουδεν εκ των οσα ησαν εις τας χειρας αυτου? διοτι ο Κυριος ητο μετ' αυτου και ο Κυριος ευωδονεν οσα αυτος εκαμνε.23 Neither did he himself know anything, having entrusted all things to him. For the Lord was with him, and he directed everything that he did.