Sacharja 12
1234567891011121314
Gen
Ex
Lev
Num
Dtn
Jos
Ri
Rut
1Sam
2Sam
1Kön
2Kön
1Chr
2Chr
Esra
Neh
Tob
Jdt
Est
1Makk
2Makk
Ijob
Ps
Spr
Koh
Hld
Weish
Sir
Jes
Jer
Klgl
Bar
Ez
Dan
Hos
Joel
Am
Obd
Jona
Mi
Nah
Hab
Zef
Hag
Sach
Mal
Mt
Mk
Lk
Joh
Apg
Röm
1Kor
2Kor
Gal
Eph
Phil
Kol
1Thess
2Thess
1Tim
2Tim
Tit
Phlm
Hebr
Jak
1Petr
2Petr
1Joh
2Joh
3Joh
Jud
Offb
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
EINHEITSUBERSETZUNG BIBEL | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Ausspruch. Das Wort des Herrn über Israel. Der Spruch des Herrn, der den Himmel ausgespannt, die Erde gegründet und den Geist im Innern des Menschen geformt hat: | 1 Το φορτιον του λογου του Κυριου περι του Ισραηλ. Ουτω λεγει Κυριος, ο εκτεινων τους ουρανους και θεμελιων την γην και μορφονων το πνευμα του ανθρωπου εντος αυτου? |
2 Seht, ich mache Jerusalem zur Schale voll berauschendem Getränk für alle Völker ringsum [und auch für Juda wird dies gelten bei der Belagerung Jerusalems]. | 2 Ιδου, εγω καθιστω την Ιερουσαλημ ποτηριον ζαλης εις παντας τους λαους κυκλω, και επι τον Ιουδαν ετι θελει εισθαι τουτο εν τη πολιορκια τη κατα της Ιερουσαλημ. |
3 An jenem Tag mache ich Jerusalem für alle Völker zum Stein, den man hochstemmen will: Jeder, der ihn hebt, wird schwer zerschunden. Alle Völker der Erde werden sich gegen Jerusalem verbünden. | 3 Και εν τη ημερα εκεινη θελω καταστησει την Ιερουσαλημ προς παντας τους λαους λιθον καταβαρυνοντα? παντες οσοι επιφορτισθωσιν αυτον θελουσι κατασυντριφθη, οταν παντα τα εθνη της γης συναχθωσιν εναντιον αυτης. |
4 An jenem Tag - Spruch des Herrn - bringe ich alle Pferde in Verwirrung und ihre Reiter zur Raserei. Über dem Haus Juda aber halte ich meine Augen offen, während ich alle Pferde der Völker mit Blindheit schlage. | 4 Εν τη ημερα εκεινη, λεγει Κυριος, θελω παταξει παντα ιππον εν εκστασει και τον αναβατην αυτου εν παραφροσυνη, και θελω ανοιξει τους οφθαλμους μου επι τον οικον Ιουδα και θελω παταξει εν αποτυφλωσει παντα ιππον των λαων. |
5 Dann werden die Anführer Judas denken: Die Einwohner Jerusalems sind stark durch den Herrn der Heere, ihren Gott. | 5 Και οι αρχοντες του Ιουδα θελουσιν ειπει εν τη καρδια αυτων, Στηριγμα ειναι εις εμε οι κατοικοι της Ιερουσαλημ δια του Κυριου των δυναμεων του Θεου αυτων. |
6 An jenem Tag mache ich Judas Anführer gleich einem Feuerbecken im Holzhaufen und gleich brennenden Fackeln in den Garben. Sie fressen alle Völker ringsum, rechts und links. Jerusalem aber wird weiterhin an seinem Ort bleiben, in Jerusalem. | 6 Εν τη ημερα εκεινη θελω καταστησει τους αρχοντας του Ιουδα ως εστιαν πυρος εις ξυλα και ως λαμπαδα πυρος εις χειροβολον, και θελουσι καταφαγει παντας τους λαους κυκλω, εκ δεξιων και εξ αριστερων? και η Ιερουσαλημ θελει κατοικηθη παλιν εν τω τοπω αυτης, εν Ιερουσαλημ. |
7 Dann wird der Herr zuerst die Zelte Judas retten, damit der Stolz des Hauses David und der Stolz der Einwohner Jerusalems nicht zu groß wird gegenüber Juda. | 7 Και ο Κυριος θελει σωσει πρωτον τας σκηνας του Ιουδα, δια να μη μεγαλυνηται η δοξα του οικου του Δαβιδ και η δοξα των κατοικων της Ιερουσαλημ κατα του Ιουδα. |
8 An jenem Tag beschirmt der Herr die Einwohner Jerusalems und dann wird selbst der von ihnen, der strauchelt, wie David sein und das Haus David an ihrer Spitze wie Gott, wie der Engel des Herrn. | 8 Εν τη ημερα εκεινη ο Κυριος θελει υπερασπισθη τους κατοικους της Ιερουσαλημ? και ο αδυνατος μεταξυ αυτων εν τη ημερα εκεινη θελει εισθαι ως ο Δαβιδ και ο οικος του Δαβιδ ως Θεος, ως αγγελος Κυριου, ενωπιον αυτων. |
9 An jenem Tag werde ich danach trachten, alle Völker zu vernichten, die gegen Jerusalem anrücken. | 9 Και εν τη ημερα εκεινη θελω ζητησει να εξολοθρευσω παντα τα εθνη τα ερχομενα κατα της Ιερουσαλημ. |
10 Doch über das Haus David und über die Einwohner Jerusalems werde ich den Geist des Mitleids und des Gebets ausgießen. Und sie werden auf den blicken, den sie durchbohrt haben. Sie werden um ihn klagen, wie man um den einzigen Sohn klagt; sie werden bitter um ihn weinen, wie man um den Erstgeborenen weint. | 10 Και θελω εκχεει επι τον οικον Δαβιδ και επι τους κατοικους της Ιερουσαλημ πνευμα χαριτος και ικεσιων? και θελουσιν επιβλεψει προς εμε, τον οποιον εξεκεντησαν, και θελουσι πενθησει δι' αυτον ως πενθει τις δια τον μονογενη αυτου, και θελουσι λυπηθη δι' αυτον, ως ο λυπουμενος δια τον πρωτοτοκον αυτου. |
11 An jenem Tag wird die Totenklage in Jerusalem so laut sein wie die Klage um Hadad-Rimmon in der Ebene von Megiddo. | 11 Εν τη ημερα εκεινη θελει εισθαι πενθος μεγα εν Ιερουσαλημ ως το πενθος της Αδαδριμμων εν τη πεδιαδι Μεγιδδων. |
12 Das Land wird trauern, jede Sippe für sich: die Sippe des Hauses David für sich und ihre Frauen für sich; die Sippe des Hauses Natan für sich und ihre Frauen für sich; | 12 Και θελει πενθησει η γη, πασα οικογενεια καθ' εαυτην? η οικογενεια του οικου Δαβιδ καθ' εαυτην και αι γυναικες αυτων καθ' εαυτας, η οικογενεια του οικου Ναθαν καθ' εαυτην και αι γυναικες αυτων καθ' εαυτας, |
13 die Sippe des Hauses Levi für sich und ihre Frauen für sich; die Sippe des Hauses Schimi für sich und ihre Frauen für sich; | 13 η οικογενεια του οικου Λευι καθ' εαυτην και αι γυναικες αυτων καθ' εαυτας, η οικογενεια Σιμει καθ' εαυτην και αι γυναικες αυτων καθ' εαυτας, |
14 alle überlebenden Sippen, jede Sippe für sich und ihre Frauen für sich. | 14 πασαι αι εναπολειφθεισαι οικογενειαι, εκαστη οικογενεια καθ' εαυτην και αι γυναικες αυτων καθ' εαυτας. |