Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

Genesi 41


font
DIODATIGREEK BIBLE
1 ED avvenne, in capo di due anni intieri, che Faraone sognò, e gli pareva di essere presso al fiume.1 Και μετα παρελευσιν δυο ετων ο Φαραω ειδεν ενυπνιον? και ιδου, ιστατο πλησιον του ποταμου.
2 Ed ecco, dal fiume salivano sette vacche di bella apparenza, e grasse, e carnose, e pasturavano nella giuncaia.2 και ιδου, επτα δαμαλια ευμορφα και παχυσαρκα ανεβαινον εκ του ποταμου και εβοσκοντο εις το λιβαδιον.
3 Poi ecco, dal fiume salivano sette altre vacche di brutta apparenza, e magre, e scarne; e si fermarono presso a quelle altre in su la riva del fiume.3 και ιδου, αλλα επτα δαμαλια ανεβαινον μετ' εκεινα εκ του ποταμου, ασχημα και λεπτοσαρκα, και ισταντο πλησιον των αλλων δαμαλιων επι το χειλος του ποταμου?
4 E le vacche di brutta apparenza, e magre, e scarne, mangiarono le sette vacche di bella apparenza, e grasse. E Faraone si risvegliò.4 και τα δαμαλια τα ασχημα και λεπτοσαρκα κατεφαγον τα επτα δαμαλια τα ευμορφα και παχυσαρκα. Τοτε εξυπνησεν ο Φαραω.
5 Poi, raddormentatosi, sognò di nuovo: ed ecco, sette spighe prospere, e belle, salivano da un gambo.5 Και αποκοιμηθεις ενυπνιασθη δευτεραν φοραν? και ιδου, επτα ασταχυα παχεα και καλα ανεβαινον εκ του αυτου κορμου?
6 Poi ecco, sette altre spighe minute, ed arse dal vento orientale, germogliavano dopo quelle.6 και ιδου, αλλα επτα ασταχυα λεπτα και κεκαυμενα υπο του ανατολικου ανεμου ανεφυοντο μετ' εκεινα?
7 E le spighe minute tranghiottirono le sette spighe prospere e piene. E Faraone si risvegliò; ed ecco un sogno.7 και τα ασταχυα τα λεπτα κατεπιον τα επτα ασταχυα τα παχεα και μεστα. Και εξυπνησεν ο Φαραω και ιδου, ητο ονειρον.
8 E venuta la mattina, lo spirito suo fu conturbato; e mandò a chiamar tutti i Magi ed i Savi d’Egitto, e raccontò loro i suoi sogni; ma non vi fu alcuno che li potesse interpretare a Faraone8 Και το πρωι το πνευμα αυτου ητο τεταραγμενον? και αποστειλας εκαλεσε παντας τους μαγους της Αιγυπτου και παντας τους σοφους αυτης? και διηγηθη προς αυτους ο Φαραω τα ενυπνια αυτου? αλλα δεν ητο ουδεις οστις να εξηγηση αυτα προς τον Φαραω.
9 Allora il coppier maggiore parlò a Faraone, dicendo: Io mi rammemoro oggi i miei falli.9 Τοτε ο αρχιοινοχοος ελαλησε προς τον Φαραω λεγων, την αμαρτιαν μου ενθυμουμαι σημερον?
10 Faraone si crucciò già gravemente contro a’ suoi servitori, e mise me e il panattier maggiore in prigione, in casa del Capitan delle guardie.10 ο Φαραω ειχεν οργισθη εναντιον των δουλων αυτου και με εβαλεν εις φυλακην εν τω οικω του αρχοντος των σωματοφυλακων, εμε και τον αρχισιτοποιον?
11 E sognammo egli ed io, in una stessa notte ciascuno un sogno; noi sognammo ciascuno il suo sogno, conveniente all’interpretazione che ne fu data.11 και ειδομεν ενυπνιον κατα την αυτην νυκτα, εγω και εκεινος? ενυπνιασθημεν εκαστος κατα την εξηγησιν του ενυπνιου αυτου?
12 Or quivi con noi era un giovane Ebreo, servitor del Capitan delle guardie, al quale noi raccontammo i nostri sogni, ed egli ce l’interpretò, dando la interpretazione a ciascuno secondo il suo sogno.12 και ητο εκει μεθ' ημων νεος τις Εβραιος, δουλος του αρχοντος των σωματοφυλακων? και διηγηθημεν προς αυτον και εξηγησεν εις ημας τα ενυπνια ημων? εις εκαστον κατα το ενυπνιον αυτου εκαμε την εξηγησιν?
13 Ed avvenne che, secondo l’interpretazione ch’egli ci avea data, Faraone mi rimise nel mio stato, e fece appiccar quell’altro.13 και καθως εξηγησεν εις ημας, ουτω και συνεβη? εμε μεν αποκατεστησεν εις το υπουργημα μου, εκεινον δε εκρεμασε.
14 Allora Faraone mandò a chiamar Giuseppe, il quale prestamente fu tratto fuor della fossa; ed egli si tondè, e si cambiò i vestimenti, e venne a Faraone.14 Τοτε αποστειλας ο Φαραω, εκαλεσε τον Ιωσηφ, και εξηγαγον αυτον μετα σπουδης εκ της φυλακης? και εξυρισθη και ηλλαξε την στολην αυτου και ηλθε προς τον Φαραω.
15 E Faraone disse a Giuseppe: Io ho sognato un sogno, e non vi è niuno che l’interpreti; or io ho udito dir di te, che tu intendi i sogni, per interpretarli.15 Και ειπεν ο Φαραω προς τον Ιωσηφ, Ειδον ενυπνιον, και δεν ειναι ουδεις οστις να εξηγηση αυτο? και εγω ηκουσα περι σου να λεγωσιν οτι εννοεις τα ονειρα ωστε να εξηγης αυτα.
16 E Giuseppe rispose a Faraone, dicendo: V’è altri che me; Iddio risponderà ciò che sarà per la prosperità di Faraone16 Και απεκριθη ο Ιωσηφ προς τον Φαραω λεγων, Ουχι εγω? ο Θεος θελει δωσει εις τον Φαραω σωτηριον αποκρισιν.
17 E Faraone disse a Giuseppe: E’ mi pareva nel mio sogno che io stava presso alla riva del fiume.17 Και ειπεν ο Φαραω προς τον Ιωσηφ, Εις το ονειρον μου, ιδου, ισταμην επι το χειλος του ποταμου?
18 Ed ecco, dal fiume salivano sette vacche, grasse, e carnose, e di bella apparenza, e pasturavano nella giuncaia.18 και ιδου, επτα δαμαλια παχυσαρκα και ευμορφα ανεβαινον εκ του ποταμου και εβοσκοντο εις το λιβαδιον?
19 Poi ecco, sette altre vacche salivano dietro a quelle, magre, e di bruttissima apparenza, e scarne; io non ne vidi mai di così misere in tutto il paese di Egitto.19 και ιδου, αλλα επτα δαμαλια ανεβαινον κατοπιν εκεινων αδυνατα και πολυ ασχημα και λεπτοσαρκα, οποια δεν ειδον ποτε ασχημοτερα καθ' ολην την γην της Αιγυπτου?
20 E le vacche magre, e misere, mangiarono le sette prime vacche grasse.20 και τα δαμαλια τα λεπτα και ασχημα κατεφαγον τα πρωτα επτα δαμαλια τα παχεα?
21 E quelle entrarono loro in corpo; ma pur non se ne riconobbe nulla; conciossiachè fossero di così brutto aspetto, come prima. Ed io mi risvegliai.21 και αφου εισηλθον εις τας κοιλιας αυτων, δεν διεκρινετο οτι εισηλθον εις τας κοιλιας αυτων, αλλ' η θεωρια αυτων ητο ασχημος καθως και προτερον? τοτε εξυπνησα.
22 E’ mi parve ancora, sognando, veder sette spighe piene e belle, che salivano da un gambo.22 Επειτα ειδον εις το ονειρον μου και ιδου, επτα ασταχυα ανεβαινον εκ του αυτου κορμου μεστα και καλα?
23 Poi ecco, sette altre spighe aride, minute, arse dal vento orientale, germogliarono dopo quelle.23 και ιδου, αλλα επτα ασταχυα ξηρα, λεπτα, κεκαυμενα υπο του ανατολικου ανεμου, ανεφυοντο κατοπιν αυτων?
24 E le spighe minute tranghiottirono le sette spighe belle. Or io ho detti questi sogni a’ Magi; ma non vi è stato alcuno che me li abbia saputi dichiarare.24 και τα ασταχυα τα λεπτα κατεπιον τα επτα ασταχυα τα καλα? και ειπον ταυτα προς τους μαγους, αλλα δεν ητο ουδεις οστις να μοι εξηγηση αυτα.
25 Allora Giuseppe disse a Faraone: Ciò che ha sognato Faraone è una stessa cosa. Iddio ha significato a Faraone ciò ch’egli è per fare.25 Και ειπεν ο Ιωσηφ προς τον Φαραω, Το ενυπνιον του Φαραω εν ειναι? ο Θεος εφανερωσεν εις τον Φαραω οσα μελλει να καμη.
26 Le sette vacche belle son sette anni; e le sette spighe belle sono altresì sette anni; l’uno e l’altro sogno sono una stessa cosa.26 Τα επτα δαμαλια τα καλα ειναι επτα ετη? και τα επτα ασταχυα τα καλα ειναι επτα ετη? το ενυπνιον εν ειναι.
27 Parimente, le sette vacche magre e brutte, che salivano dopo quelle, son sette anni; e le sette spighe vote, arse dal vento orientale, saranno sette anni di fame.27 Και τα επτα δαμαλια τα λεπτα και ασχημα, τα οποια ανεβαινον κατοπιν αυτων, ειναι επτα ετη? και τα επτα ασταχυα τα αμεστα, τα κεκαυμενα υπο του ανατολικου ανεμου, θελουσιν εισθαι επτα ετη πεινης.
28 Questo è quello che io ho detto a Faraone: Che Iddio ha mostrato a Faraone ciò ch’egli è per fare.28 Τουτο ειναι το πραγμα το οποιον ειπα προς τον Φαραω? ο Θεος εφανερωσεν εις τον Φαραω οσα μελλει να καμη.
29 Ecco, vengono sette anni di grande abbondanza in tutto il paese di Egitto.29 Ιδου, ερχονται επτα ετη μεγαλης αφθονιας καθ' ολην την γην της Αιγυπτου?
30 Poi, dopo quelli, verranno sette anni di fame; e tutta quella abbondanza sarà dimenticata nel paese di Egitto; e la fame consumerà il paese.30 και θελουσιν επελθει μετα ταυτα επτα ετη πεινης? και ολη η αφθονια θελει λησμονηθη εν τη γη της Αιγυπτου και η πεινα θελει καταφθειρει την γην?
31 E quell’abbondanza non si conoscerà nel paese, per cagion di quella fame che verrà appresso; perciocchè ella sarà molto aspra.31 και δεν θελει γνωρισθη η αφθονια επι της γης εξ αιτιας εκεινης της πεινης, ητις μελλει να ακολουθηση? διοτι θελει εισθαι βαρεια σφοδρα.
32 E quant’è a ciò che il sogno è stato reiterato per due volte a Faraone, ciò è avvenuto, perchè la cosa è determinata da Dio; e Iddio l’eseguirà tosto32 Το δε οτι εδευτερωθη το ενυπνιον εις τον Φαραω δις, φανερονει οτι το πραγμα ειναι αποφασισμενον παρα του Θεου και οτι ο Θεος θελει ταχυνει να εκτελεση αυτο.
33 Ora dunque provveggasi Faraone di un uomo intendente e savio, il quale egli costituisca sopra il paese di Egitto.33 Τωρα λοιπον ας προβλεψη ο Φαραω ανθρωπον συνετον και φρονιμον και ας καταστηση αυτον επι της γης της Αιγυπτου?
34 Faraone faccia questo: Ordini de’ commissari nel paese; e facciasi dare il quinto della rendita del paese di Egitto, ne’ sette anni dell’abbondanza.34 ας καμη ο Φαραω και ας διοριση επιστατας επι της γης? και ας λαμβανη το πεμπτον απο της γης Αιγυπτου εις τα επτα ετη της αφθονιας?
35 E adunino essi tutta la vittuaglia di questi sette buoni anni che vengono, e ammassino il grano sotto la mano di Faraone, per vittuaglia nella città; e lo conservino.35 και ας συναξωσι πασας τας τροφας τουτων των ερχομενων καλων ετων, και ας αποταμιευσωσι σιτον υπο την χειρα του Φαραω δια τροφας εις τας πολεις, και ας φυλαττωσιν αυτον?
36 E quella vittuaglia sarà per provvisione del paese, ne’ sette anni della fame che saranno nel paese di Egitto; e il paese non sarà distrutto per la fame.36 και αι τροφαι θελουσι μενει πεφυλαγμεναι δια την γην εις τα επτα ετη της πεινης, τα οποια θελουσιν ακολουθησει εν τη γη της Αιγυπτου, δια να μη απολεσθη ο τοπος υπο της πεινης.
37 E la cosa piacque a Faraone e a tutti i suoi servitori.37 Και ηρεσεν ο λογος εις τον Φαραω και εις παντας τους δουλους αυτου.
38 E Faraone disse a’ suoi servitori: Potremmo noi trovare alcuno pari a costui, ch’è uomo in cui è lo Spirito di Dio?38 Και ειπεν ο Φαραω προς τους δουλους αυτου, Δυναμεθα να ευρωμεν καθως τουτον, ανθρωπον εις τον οποιον υπαρχει το πνευμα του Θεου;
39 E Faraone disse a Giuseppe: Poichè Iddio ti ha manifestato tutto questo, e’ non vi è alcuno intendente, nè savio, come sei tu.39 Και ειπεν ο Φαραω προς τον Ιωσηφ, Επειδη ο Θεος εδειξεν εις σε παντα ταυτα, δεν ειναι ουδεις τοσον συνετος και φρονιμος οσον συ.
40 Tu sarai sopra la mia casa, e tutto il mio popolo ti bacerà in bocca; io non sarò più grande di te, salvo che nel trono.40 Συ θελεις εισθαι επι του οικου μου και εις τον λογον του στοματος σου θελει υπακουει πας ο λαος μου? μονον κατα τον θρονον θελω εισθαι ανωτερος σου.
41 Oltre a ciò, Faraone disse a Giuseppe: Vedi, io ti costituisco sopra tutto il paese di Egitto.41 Και ειπεν ο Φαραω προς τον Ιωσηφ, Ιδου, σε κατεστησα εφ' ολης της γης Αιγυπτου.
42 E Faraone si trasse il suo anello di mano, e lo mise in mano a Giuseppe, e lo fece vestir di vestimenti di bisso, e gli mise una collana d’oro al collo.42 Και εκβαλων ο Φαραω το δακτυλιδιον αυτου εκ της χειρος αυτου, εβαλεν αυτο εις την χειρα του Ιωσηφ και ενεδυσεν αυτον ιματια βυσσινα, και περιεβαλε χρυσουν περιδερραιον περι τον τραχηλον αυτου.
43 E lo fece salir sopra il carro della seconda persona del suo regno; e si gridava davanti a lui: Ognuno s’inginocchi; e ch’egli lo costituiva sopra tutto il paese di Egitto.43 Και ανεβιβασεν αυτον επι την αμαξαν αυτου την δευτεραν? και εκηρυττον εμπροσθεν αυτου, Γονατισατε? και κατεστησεν αυτον εφ' ολης της γης Αιγυπτου.
44 Faraone disse ancora a Giuseppe: Io son Faraone; niuno leverà il piè, nè la mano, in tutto il paese di Egitto, senza te.44 Και ειπεν ο Φαραω προς τον Ιωσηφ, Εγω ειμαι ο Φαραω, και χωρις σου ουδεις θελει σηκωσει την χειρα αυτου η τον ποδα αυτου καθ' ολην την γην της Αιγυπτου.
45 E Faraone pose nome a Giuseppe Safenatpaanea; e gli diede per moglie Asenat, figliuola di Potifera, Governatore di On. E Giuseppe andò attorno per lo paese di Egitto45 Και ωνομασεν ο Φαραω τον Ιωσηφ αφναθ-πανεαχ? και εδωκεν εις αυτον δια γυναικα Ασενεθ, την θυγατερα του Ποτιφερα ιερεως της Ων. Και εξηλθεν ο Ιωσηφ εις την γην της Αιγυπτου.
46 Or Giuseppe era d’età di trent’anni, quando egli si presentò davanti a Faraone, re di Egitto. Giuseppe adunque si partì dal cospetto di Faraone, e passò per tutto il paese di Egitto.46 Ητο δε ο Ιωσηφ τριακοντα ετων, οτε παρεσταθη εμπροσθεν του Φαραω βασιλεως της Αιγυπτου? και εξηλθεν ο Ιωσηφ απ' εμπροσθεν του Φαραω, και διηλθεν ολην την γην της Αιγυπτου.
47 E la terra produsse a menate, ne’ sette anni dell’abbondanza.47 Και εκαρποφορησεν η γη πλουσιοπαροχως εις τα επτα ετη της αφθονιας?
48 E Giuseppe adunò tutta la vittuaglia di quei sette anni, che furono nel paese di Egitto, e la ripose nelle città; egli ripose in ciascuna tutta la vittuaglia del contado circonvicino.48 και συνηγαγε πασας τας τροφας των επτα ετων των γενομενων εν τη γη της Αιγυπτου? και εναπεθεσε τας τροφας εν ταις πολεσι? τας τροφας των αγρων των περιξ εκαστης πολεως εθεσεν εν αυτη.
49 Giuseppe adunque ammassò grano in grandissima quantità, come la rena del mare; tanto che si rimase di annoverarlo; perciocchè era innumerabile.49 Και συνηγαγεν ο Ιωσηφ σιτον ως την αμμον της θαλασσης πολυν σφοδρα, ωστε επαυσε να μετρη αυτον? διοτι ητο αμετρητος.
50 Ora, avanti che venisse il primo anno della fame, nacquero a Giuseppe due figliuoli; i quali Asenat, figliuola di Potifera, Governatore di On, gli partorì.50 Εγεννηθησαν δε δυο υιοι εις τον Ιωσηφ, πριν ελθωσι τα ετη της πεινης? τους οποιους εγεννησεν εις αυτον Ασενεθ, η θυγατηρ του Ποτιφερα ιερεως της Ων.
51 E Giuseppe pose nome al primogenito Manasse; perciocchè, disse egli, Iddio mi ha fatto dimenticare ogni affanno, e tutta la casa di mio padre.51 Και εκαλεσεν ο Ιωσηφ το ονομα του πρωτοτοκου Μανασση? διοτι ειπεν, Ο Θεος με εκαμε να λησμονησω παντας τους πονους μου και παντα τον οικον του πατρος μου.
52 E pose nome al secondo, Efraim; perciocchè, disse egli, Iddio mi ha fatto fruttare nel paese della mia afflizione.52 Το δε ονομα του δευτερου εκαλεσεν Εφραιμ? διοτι ειπεν, Ο Θεος με ηυξησεν εν τη γη της θλιψεως μου.
53 Poi, finiti i sette anni dell’abbondanza che fu nel paese di Egitto;53 Και παρηλθον τα επτα ετη της αφθονιας, της γενομενης εν τη γη της Αιγυπτου.
54 cominciarono a venire i sette anni della fame, siccome Giuseppe avea detto; e vi fu fame per tutti i paesi; ma per tutto Egitto vi era del pane.54 Και ηρχισαν να ερχωνται τα επτα ετη της πεινης, καθως ειπεν ο Ιωσηφ? και εγεινεν η πεινα εις παντας τους τοπους? καθ' ολην ομως την γην της Αιγυπτου ητο αρτος.
55 Alla fine tutto il paese di Egitto fu anch’esso affamato, e il popolo gridò a Faraone per del pane. E Faraone disse a tutti gli Egizj: Andate a Giuseppe, e fate ciò ch’egli vi dirà.55 Και οτε επεινασε πασα η γη της Αιγυπτου, εβοησεν ο λαος προς τον Φαραω δια αρτον. Και ειπεν ο Φαραω προς παντας τους Αιγυπτιους, Υπαγετε προς τον Ιωσηφ? ο, τι σας ειπη, καμετε.
56 Ed essendo la fame per tutto il paese, Giuseppe aperse tutti i granai, e ne vendè agli Egizj. E la fame si aggravò nel paese di Egitto.56 Και ητο η πεινα επι παν το προσωπον της γης. Ηνοιξε δε ο Ιωσηφ πασας τας αποθηκας και επωλει σιτον εις τους Αιγυπτιους? και η πεινα επεβαρυνεν επι την γην της Αιγυπτου.
57 Da ogni paese eziandio si veniva in Egitto a Giuseppe, per comperar del grano; perciocchè la fame si era aggravata per tutta la terra57 Και παντες οι τοποι ηρχοντο εις την Αιγυπτον προς τον Ιωσηφ δια να αγοραζωσι σιτον? διοτι η πεινα επεβαρυνεν επι πασαν την γην.